Από τις θάλασσες στο τραπέζι των διερευνητικών η τουρκική πίεση
31/12/2020Το νέο έτος φέρνει μαζί του και την έναρξη των ελληνοτουρκικών διερευνητικών επαφών. Διπλωματικές πηγές αφήνουν να εννοηθεί ότι προς το τέλος Ιανουαρίου, το αργότερο τον Φεβρουάριο αναμένεται οι δύο πλευρές να καθίσουν στο τραπέζι, ενώ παράλληλα οι Σαρλ Μισέλ και Ζοζέπ Μπορέλ προετοιμάζουν τη σύγκληση της πολυμερούς διάσκεψης για την Ανατολική Μεσόγειο, η οποία θα λειτουργήσει ως δεύτερο επίπεδο πολιτικού διαλόγου μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας.
Όλα αυτά, χωρίς η Τουρκία να έχει κάνει το παραμικρό βήμα πίσω. Ακόμα και η απόσυρση του Ορούτς Ρέις στο λιμάνι της Αττάλειας επίσημα έγινε για λόγους συντήρησης κι όχι επειδή υπήρξε παραδοχή ότι διενεργούσε παράνομες έρευνες. Ενδεικτικό της τουρκικής στάσης είναι ότι ο υπουργός Άμυνας Χουλουσί Ακάρ για μία ακόμα φορά έθεσε θέμα αποστρατιωτικοποίησης 16 νησιών του Ανατολικού Αιγαίου. «Η Ελλάδα παραβιάζει τους διεθνείς κανονισμούς και στρατιωτικοποιεί 16 νησιά, τα οποία θα πρέπει να είναι σε καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης. Τι λογική είναι αυτή;», είπε.
Αυτό είναι μόνο ένα από τα ζητήματα που εγείρει η Τουρκία, η οποια ζητά μετ’ επιτάσεως εφ’ όλης της ύλης διαπραγμάτευση στο πλαίσιο των διερευνητικών και για τις υπόλοιπες μονομερείς διεκδικήσεις της. Εκτός, λοιπόν, από την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ (δεν αναγνωρίζει ότι τα νησιά δικαιούνται), θέτει θέμα μη επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων, διχοτόμησης του Αιγαίου αναφορικά με το F.I.R. και την ζώνη ευθύνης για έρευνα και διάσωση, καθώς και εδαφικών διεκδικήσεων με τον ισχυρισμό ότι οι κατ’ αυτήν πρώην «γκρίζες ζώνες» είναι τουρκικά νησιά υπό ελληνική κατοχή!
Όλα αυτά είναι γνωστά στους Ευρωπαίους εταίρους που σπρώχνουν την Αθήνα όχι μόνο να συζητήσει, αλλά και να προβεί σε υποχωρήσεις για να κατευνάσει την Άγκυρα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δέχεται συστάσεις-πιέσεις να κάτσει στο τραπέζι από τις Βρυξέλλες, το Βερολίνο και την Ουάσιγκτον, παρ’ ότι οι νέες δηλώσεις του Χουλουσί Ακάρ αποτελούν επιβεβαιώνουν ότι η Τουρκία δεν έχει καλές προθέσεις. Πρόκειται για μία μη ομολογημένη παραδοχή της εφ’ όλης της ύλης διαπραγμάτευση.
Ας είναι καλά η Γερμανία
Οι εξελίξεις αυτές καθιστούν δύσκολο και το 2021, έστω κι αν αυτή τη φορά, τουλάχιστον το επόμενο διάστημα, η μάχη θα είναι διπλωματική κι όχι στο πλαίσιο του “ψυχρού πολέμου”, όπως το 2020. Εάν κάτι συγκρατεί τον Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι η ΕΕ και η απειλή ευρωπαϊκών κυρώσεων. Η Σύνοδος Κορυφής του Δεκεμβρίου έστειλαν το μήνυμα στην Άγκυρα ότι από αυτή την πλευρά δεν πρόκειται να στριμωχτεί, ας είναι καλά η Γερμανία κι όχι μόνο.
Αυτό που προβληματίζει την Άγκυρα είναι η στάση της κυβέρνησης Μπάϊντεν και ευρύτερα το αρνητικό κλίμα που επικρατεί για το καθεστώς Ερντογάν στην Ουάσιγκτον. Μετά την πρώτη δέσμη κυρώσεων που επέβαλαν οι ΗΠΑ μετά από πίεση του Μάικ Πομπέο, η παράκαμψη του βέτο που άσκησε ο πρόεδρος Τραμπ στο αμυντικό νομοσχέδιο, θα επιφέρει ένα δεύτερο κύμα σκληρότερων κυρώσεων στην Τουρκία.
Υπό αυτές τις συνθήκες, διπλωματικές πηγές εκτιμούν ότι το επόμενο διάστημα δεν θα έχει στρατιωτικού χαρακτήρα εντάσεις στο ελληνοτουρκικό μέτωπο. Η τουρκική πίεση ήδη μετατοπίζεται στο διπλωματικό επίπεδο και πιο συγκεκριμένα στο πλαίσιο των διερευνητικών επαφών και της πολυμερούς διάσκεψης για την Ανατολική Μεσόγειο, εάν τελικά συγκληθεί.
Η ανοχή που συνεχίζει να επιδεικνύει η ΕΕ προς την Τουρκία τροφοδοτεί την αδιαλλαξία του Ερντογάν. Ενδεικτική η στάση του απέναντι στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Το κατέκρινε για την απόφασή του, με την οποία ζητάει την άμεση απελευθέρωση του Κούρδου πολιτικού ηγέτη Σελαχατίν Ντεμιρτάς.
Δικαστήριο της Άγκυρας απέρριψε και την έφεση που υπέβαλαν οι συνήγοροι υπεράσπισης του Κούρδου πολιτικού, με την οποία ζητούσαν την άμεση αποφυλάκισή του. Το δικαστήριο της Άγκυρας αποφάσισε τη συνέχιση της κράτησης του Ντεμιρτάς. Η απόφαση είναι ενδεικτική του πόσο εξαρτημένη από το καθεστώς είναι η τουρκική Δικαιοσύνη. Το δικαστήριο επικαλέστηκε ως δικαιολογία ότι δεν υπάρχει επίσημη μετάφραση στα τουρκικά της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Η Τουρκία, πάντως, προσπαθεί να συνεχίζει την πολιτική ισορροπιών μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, υιοθετώντας την συμπεριφορά πολύφερνης νύφης. Μπορεί, όμως, αυτή η πολιτική να είχε αποτέλεσμα μέχρι τώρα, αλλά τα γεγονότα δείχνουν ότι εξάντλησε την εμβέλειά της, με αποτέλεσμα να μετατρέπεται σε μπούμεραγκ. Αυτό τουλάχιστον δείχνουν οι αμερικανικές κυρώσεις και ο τρόπος που το Στέιτ Ντιπάρτμεντ διέψευσε τη δήλωση Τσαβούσογλου για τους ρωσικούς S-400. Έτσι η προσπάθεια της τουρκικής διπλωματίας να εξομαλύνει τις σχέσεις της με την Ουάσιγκτον, χωρίς να κάνει πίσω και διατηρώντας την ειδική στρατηγική σχέση με τη Μόσχα, φαίνεται πως πέφτει στο κενό.