ΑΝΑΛΥΣΗ

Ελληνοτουρκικά: Ο Ερντογάν διαβάζει Θουκυδίδη…

Ελληνοτουρκικά: Ο Ερντογάν διαβάζει Θουκυδίδη... Βασίλης Κολλάρος

Αποτιμώντας τις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας των τελευταίων σαράντα σχεδόν ετών, τα συμπεράσματά μας μόνο ευοίωνα δεν είναι για το μέλλον. Οι τρέχουσες εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά συμπίπτουν με μια πρωτοφανή, μέχρι στιγμής, ρητορική κλιμάκωση των διμερών σχέσεων, η οποία έχει ουσιώδεις και ποιοτικές διαφορές σε σχέση με τη συνύπαρξη των δύο κρατών κατά το παρελθόν.

Όταν ο Ερντογάν εδραίωσε τη θέση του στο πολιτικό σκηνικό της Τουρκίας, με την πλήρη αποδυνάμωση του κεμαλικού καθεστώτος, άρχισε να ευαγγελίζεται μια γεωπολιτικά ανεξάρτητη και οικονομικά ισχυρή Τουρκία, η οποία θα διαδραμάτιζε ρόλο περιφερειακής δύναμης στην περιοχή των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου. Στο πλαίσιο αυτό, ο Τούρκος πρόεδρος άρχισε να αντιμετωπίζει την Ελλάδα ως κράτος που μειονεκτεί οικονομικά, στρατιωτικά και πληθυσμιακά μπροστά στο μέγεθος της Τουρκίας.

Μιας Τουρκίας που, σημειωτέον, μπορεί επί διακυβέρνησής του να έχει απολέσει το status του κράτους δικαίου, ωστόσο ισχυροποιήθηκε πάρα πολύ σε τομείς, όπως η οικονομία (υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, αύξηση της απασχόλησης και των εισοδημάτων, πτώση του πληθωρισμού, αυξημένο ποσοστό ξένων επενδύσεων, φαραωνικά δημόσια έργα, κρατική χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων σε σχέση με τους αμυντικούς εξοπλισμούς της χώρας). Ωστόσο, από το 2018 η τουρκική οικονομία παρουσιάζει σημαντικά προβλήματα –και λόγω των λανθασμένων επιλογών του Ερντογάν στην εξωτερική πολιτική της χώρας–, με την τουρκική λίρα να υποτιμάται συνεχώς έναντι του αμερικανικού δολαρίου.

Αναμφίβολα, καθοριστικό ρόλο στην εδραίωση της αντίληψης του Ερντογάν περί “ανίσχυρης” Ελλάδας έχει διαδραματίσει το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, στα τέλη της δεκαετίας του 2000, το οποίο συνέπεσε χρονικά με την οικονομική ενδυνάμωση της Τουρκίας. Στο μυαλό του Ερντογάν και των συμβούλων του τα οικονομικά προβλήματα της χώρας μας έχουν ανατρέψει την ισορ­ροπία ισχύος μεταξύ των δύο κρατών. Βέ­βαια, αυτή η προσέγγιση παραβλέπει εντελώς τον ρόλο του ανθρώπινου παράγοντα.

Ο ίδιος πολύ συχνά στον δημόσιο λόγο του χρησι­μοποιεί υποτιμητικές εκφράσεις για τη χώρα μας, καθώς και για την ιστορία της (βλ. την πολυδιαφημισμένη φράση «θα πετάξουμε τους Έλληνες στη θάλασσα», με σαφείς υπαινιγμούς για τη Μικρασιατι­κή Καταστροφή), ενώ δεν παραλείπει να τονίζει τις οικονομικές δυ­σκολίες που βιώνει ο ελληνικός λαός. Προσφάτως, πρότεινε στους Έλληνες ποιο κόμμα να μη ψηφίσουν στις επόμενες εθνικές εκλογές.

Η εξωτερική πολιτική του Ερ­ντογάν

Όλη αυτή η συμπροφορά του Ερντογάν είναι καινοφανής και κλιμακώνεται συνεχώς. Αυτή η συνεχής υποτίμηση της χώρας μας τον έχει κάνει ακόμα πιο επιθετικό, θυμίζοντας πολύ έντονα τον τρόπο με τον οποίο αναθεωρητικοί δικτάτορες του Μεσοπολέμου αντιμετώπιζαν γειτονικές τους χώρες (βλ. την περίπτωση του Μουσολίνι με την Ελ­λάδα).

Άμεσα συνυφασμένο με τα παραπάνω είναι και το γεγονός ότι, ει­δικά μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, η ρητορική του Ερντογάν έναντι της Ελλάδας, εκτός από στοιχεία υποτιμητικής συ­μπεριφοράς, εμπεριέχει έντονους πολεμικούς τόνους, χωρίς να τη­ρείται κανένα διπλωματικό πρόσχημα. Τα τελευταία χρόνια γινόμα­στε μάρτυρες μιας διαφορετικής, περισσότερο οξείας σε σχέση με το παρελθόν, πολεμικής ρητορείας, η οποία θυμίζει μάλλον πολεμι­κό ανακοινωθέν, παρά διατύπωση θέσεων αναφορικά με τα γνωστά ζητήματα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Απειλές, εκβιασμοί, ειρω­νείες και πολεμικές ιαχές συνθέτουν το περιεχόμενο του δημόσιου λόγου του Τούρκου προέδρου για την Ελλάδα.

Παράλληλα, ο αναμφίβολα ενισχυμένος τα τελευταία χρόνια πε­ριφερειακός ρόλος της Τουρκίας έπρεπε να ενδυθεί κάποιον ιδεολο­γικό μανδύα. Αυτός ακούει στο όνομα “Γα­λάζια Πατρίδα” (εννοώντας τις θαλάσσιες ζώνες που ενδιαφέρουν από άποψη κυριαρχίας και ενεργειακής εκμετάλλευσης την Τουρ­κία) ή “σύνορα της καρδιάς μας” (εννοώντας τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς που κατοικούν σε γειτονικά, και όχι μόνο, με την Τουρ­κία κράτη, των οποίων την πατρότητα διεκδικεί η Άγκυρα).

Πάνω σε αυτά τα δύο ιδεολογήματα εδράζεται η εξωτερική πολιτική του Ερ­ντογάν, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την ενεργό ανάμειξη της Τουρκίας σε διάφορες περιφερειακές συγκρούσεις (βλ. Συρία, Λιβύη, Βόρειο Ιράκ και Ναγκόρνο Καραμπάχ) ή εν δυνά­μει ένοπλες αντιπαραθέσεις (βλ. Ελλάδα, Κύπρος). Ο Τούρκος πρό­εδρος προσπαθεί με κάθε μέσο, θεμιτό και αθέμιτο, να επιβάλει τον περιφερειακό ρόλο της χώρας του.

Υπό αυτό, λοιπόν, το πρίσμα της περιφερειακής δύναμης, που επι­βάλλει ό,τι της επιτρέπει η δύναμή της, αντιμετωπίζει ο Ερντογάν την Ελλάδα, την οποία, όπως προαναφέρθηκε, δεν τη θεωρεί ισάξια με τη χώρα του σε (οικονομική και στρατιωτική) ισχύ. Αυτή είναι, κατά την άποψή μας, η ουσιώδης διαφορά σε σχέση με το παρελθόν και ο πυρήνας της ερντογανικής αντίληψης για τις ελληνοτουρκικές σχέ­σεις.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι