Ενώ οι Τούρκοι παίζουν σκάκι, η Αθήνα το έχει ρίξει στο τάβλι

Ενώ οι Τούρκοι παίζουν σκάκι, η Αθήνα το έχει ρίξει στο τάβλι, Γιώργος Βοσκόπουλος

Με άρθρο του το 2010 ο καθηγητής Soli Ozel είχε προαναγγείλει μια σειρά συστημικών αλλαγών στη Μεσόγειο (και όχι μόνο), εθνικών οραμάτων και αναδιανομής ρόλων που αφορούσαν την Τουρκία. Οι επισημάνσεις του παρέπεμπαν σε αλληλένδετες γεωστρατηγικές/γεωπολιτικές χωροταξίες. Είχε επισημάνει ότι «κλειδί για την εκπλήρωση του οράματος της Τουρκίας είναι μια τάξη πραγμάτων στη Μέση Ανατολή που θα βασίζεται στην οικονομική ενσωμάτωση και την πολιτική σταθερότητα».

Επί της ουσίας ο όρος “οικονομική ενσωμάτωση” αφορούσε τη συμμετοχή της Τουρκίας σε οτιδήποτε λάμβανε χώρα σε επίπεδα γεωπολιτικής και γεωοικονομίας. Σήμερα τη λογική αυτή εξωτερικεύει η αντίληψη ότι τίποτα δεν μπορεί να υλοποιηθεί, χωρίς τη συμμετοχή της Τουρκίας ακόμη κι αν αυτό απαιτεί τη χρήση βίας, απειλή χρήσης βίας και επιλεκτική επίκληση ή αυθαίρετη ερμηνεία του διεθνούς δικαίου.

O ίδιος είχε αποσυνδέσει τη διεθνή δράση της Τουρκίας από ισλαμιστικά κίνητρα, υπογραμμίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη διαχρονικότητα και τις κανονικότητες των τουρκικών εθνικών στόχων. Είχε εμφατικά επισημάνει ότι «όσοι επιμένουν σε μια ισλαμιστική ερμηνεία της νέας εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας πολύ βολικά αγνοούν τα ανοίγματά της σε μη μουσουλμανικές χώρες στα Βαλκάνια και τον Καύκασο, για να μη μιλήσουμε για τη Ρωσία».

Τουρκικός “ακτιβισμός”: από τον Νταβούτογλου στον Ερντογάν

Η ανάλυση του Οζέλ θεμελιώθηκε στις τότε διατυπωθείσες απόψεις του Νταβούτογλου ο οποίος –κατά τον Οζέλ– εξέφραζε «το πλέον αποσαφηνισμένο όραμα του νέου, καθοδηγούμενου από το συμφέρον, ακτιβισμού της Τουρκίας». Ο ακτιβισμός αυτός προσδιορίστηκε σταδιακά με μεγαλύτερη σαφήνεια από τον νεοοθωμανισμό του Ερντογάν και την απόφασή του να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες που παρουσιάστηκαν σε επίπεδο συστημάτων/υποσυστημάτων ασφαλείας.

Η προσφυγική κρίση και το κενό ισχύος στη Μέση Ανατολή αποτέλεσαν δύο ενδεικτικές μόνο περιπτώσεις ευκαιριών που προσέδωσαν στην Άγκυρα προστιθέμενη στρατηγική αξία (αρχικά αξιολογήθηκαν λανθασμένα ως εφήμερα χαρακτηριστικά). Το εννοιολογικό και οργανωτικό στοιχείο συνέχειας που συνδέει την εποχή Νταβούτογλου με την εποχή της απόλυτης πολιτικής κυριαρχίας του Ερντογάν είναι ο ρόλος της Τουρκίας σε αυτό που ο Νταβούτογλου είχε προσδιορίσει ως “αφρο-ευρασιατικό χώρο”.

Σ’ αυτόν τον χώρο –όπως επισημαίνει ο Οζέλ– «κάποτε βασίλευαν οι μεγάλες αυτοκρατορίες της Ιστορίας». Εδώ υπεισέρχεται το αυτοκρατορικό (νεοοθωμανικό) όραμα του Ερντογάν, απότοκο της αντίληψης Νταβούτογλου. Επιθυμία του είναι να κυριαρχήσει απόλυτα σε αυτόν τον ζωτικό χώρο και να καταστήσει την Τουρκία μια αυτοκρατορική δύναμη, ή –όπως το θέτει ο Οζέλ αναλύοντας τον Νταβούτογλου– «να αναδείξει την Τουρκία σε “κέντρο εξουσίαςολόκληρης της περιοχής».

Η έκθεση Stratfor

Ακόμα πιο αναλυτικός-περιγραφικός είναι μάλιστα στον τρόπο που θα υλοποιηθεί αυτός ο στόχος: «Εξαλείφοντας διενέξεις με τους γείτονές της η Τουρκία θα είναι ικανή να επικεντρωθεί στην περιφερειακή της ηγεσία και να παίξει ένα διεθνή ρόλο-κλειδί στο μεταψυχροπολεμικό στρατηγικό περιβάλλον». Τον ρόλο αυτό της Τουρκίας προσδιόριζε και έκθεση του STRATFOR για τις παγκόσμιες εξελίξεις κατά τη δεκαετία 2010–2020 όπου αναγνωριζόταν στην Άγκυρα ο ρόλος του “περιφερειακού ηγέτη” και προβλεπόταν «η αύξηση της τουρκικής ισχύος και επιρροής».

Όπως αξιολογούσαν οι Αμερικανοί αναλυτές, «βλέπουμε την Τουρκία να αναδύεται ως η κυρίαρχη περιφερειακή δύναμη». Ειδοποιός διαφορά του τότε και του σήμερα είναι η συμμαχία Άγκυρας-Μόσχας που θεμελιώνεται στον ανιστόρητο υπερβατισμό της σύμπραξης νεοοθωμανισμού και πανσλαβισμού, εφήμερο απότοκο μίας γεωπολιτικής τερατογέννεσης απροσδιορίστου διάρκειας.

Η τουρκική στρατηγική διεύρυνσης του “ζωτικού” χώρου της Άγκυρας στόχευσε εξαρχής σε μία χωροταξία (Ελλάδα) και ένα de jure διακανονισμό (Συνθήκη Λωζάννης), από τον οποίο η Τουρκία βγήκε κερδισμένη μόνο έναντι της Ελλάδας. «Έχουν γίνει μοιραία λάθη στο Αιγαίο και αλλού. Χάσαμε νησιά δίχως τότε να το καταλάβουμε...» δήλωνε στο παρελθόν ο Μεσούτ Γιλμάζ.

Διαμορφώθηκε σταδιακά και σταθερά μία λογική “αδικίας” στον τρόπο που η Άγκυρα ανέλυε τα ιστορικά δεδομένα που προσδιόρισαν το ρόλο της. Υπό αυτό το πρίσμα ιστορικού αναθεωρητισμού η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας αντιμετωπίστηκε, έστω και υποδόρια, ως μία ευκαιρία αύξησης της επιρροής της και όχι ως ένα μέσο εξευρωπαϊσμού της. «Η Τουρκία έχει δείξει ότι μπορεί να γίνει μεγάλη στρατηγική δύναμη και δίχως την ΕΕ» δήλωνε ο Νταβούτογλου.

Οι Τούρκοι, το παρελθόν και η συνέχεια

Σήμερα, η Τουρκία διεκδικεί κυριαρχία, επιρροή επί ενός χώρου που βρισκόταν υπό τον έλεγχο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Ερντογάν τονίζει με ενάργεια τη διάσταση “συνέχειας” ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την Τουρκία: «Η Δημοκρατία της Τουρκίας, όπως και τα προηγούμενα κράτη μας που ήταν το ένα συνέχεια του άλλου, είναι συνέχεια των Οθωμανών. Κάποιοι με επιμονή προσπαθούν να ξεκινούν την Ιστορία της χώρας μας από το 1923. Κάποιοι θέλουν αδυσώπητα να μας ξεκόψουν από τις ρίζες μας και από τις αρχαίες μας αξίες. Η μεγάλη εικόνα είναι αυτή που δίνει χαρακτήρα και μνήμη σε ένα έθνος» υποστηρίζει.

Ο μαξιμαλισμός της Άγκυρας αντιμετωπίστηκε σχεδόν αποκλειστικά ως μία παρενέργεια της επιλογής της να εξωτερικεύει τα εσωτερικά προβλήματα της. Ακόμα και σήμερα κάποιοι την αντιμετωπίζουν ως μια αντανακλαστική επιλογή που πηγάζει από αδιέξοδα στο επίπεδο της διακυβέρνηση. Η αξιολόγηση αυτή αναδεικνύει μία επικίνδυνη διεθνοπολιτική αφέλεια και ανικανότητα να προσδιοριστούν οι κανονικότητες που διέπουν την τουρκική στρατηγική.

Το 2011, ως πρωθυπουργός, ο Ερντογάν δήλωνε ότι «η Μεσόγειος ήταν τουρκική λίμνη. Αλλά τώρα τελευταία δεν πήγαμε και πολύ εκεί, με αποτέλεσμα κάποιοι να βρουν ελεύθερο το πεδίο». Στο ίδιο μήκος κύματος ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησής του, ο Μπουλέντ Αρίντς, δήλωνε: «δεν έχουμε ανάγκη, ούτε και πρόθεση να κάνουμε πόλεμο με κανέναν. Ελπίζω ότι η απέναντι πλευρά δεν θα έχει το θράσος να αναγκάσει την Τουρκία να κάνει χρήση βίας».

Η Γαύδος και τα ενεργειακά

Οι τουρκικές αμφισβητήσεις ήταν απόλυτα στοχευμένες, αφού η αμφισβήτηση ελληνικής κυριαρχίας σε νησίδες και βραχονησίδες δεν υπήρξε διόλου τυχαία. Η περίπτωση της Γαύδου είναι χαρακτηριστική. Τον Ιούνιο του 1996, μήνες μετά την κρίση των Ιμίων, όταν η Τουρκία ενέταξε τη Γαύδο στη λίστα των “αμφισβητούμενων ζωνών”, ελάχιστοι είχαν συνδέσει το γεγονός με ενεργειακά ζητήματα στην περιοχή νοτίως της Κρήτης.

Επί δεκαετίες η ελληνική πλευρά αξιολογούσε λανθασμένα την τουρκική ρητορική με όρους μειωμένης αξιοπιστίας, όπως συνηθίζεται για δηλώσεις Ελλήνων αξιωματούχων. Κάθε βήμα ελληνικής υποχώρησης, ανοχής, “μετριοπάθειας” και λογικής ερμηνεύτηκε από την άλλη πλευρά ως ένδειξη αδυναμίας. Κάθε τουρκική επιλογή αποτελούσε κίνηση σε μία σκακιέρα στρατηγικής αντιπαράθεσης τη στιγμή που η Αθήνα θεωρούσε πως παίζει τάβλι!

Η διαφορά ανάμεσα στις δύο λογικές και πρακτικές είναι ότι ο παράγοντας “τύχη” δεν καθορίζει το αποτέλεσμα στο σκάκι. Σήμερα καλούμαστε να πράξουμε αυτό που δεν κάναμε επί δεκαετίες. Να επιλέξουμε ανάμεσα στη συνθηκολόγηση και στη διεθνοπολιτική κανονικότητα που επιβάλλει στα κράτη να προασπίζονται την εθνική κυριαρχία τους με κάθε μέσο.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι