ΑΠΟΨΗ

Γιατί η Γερμανία προστατεύει τον τουρκικό επεκτατισμό

Τι δεν είπε η Μέρκελ για τον Ερντογάν, κόμπρα

Ο εκ νέου αποκλεισμός της Ελλάδας από τη Διάσκεψη του Βερολίνου για την επίλυση της κρίσης στη Λιβύη, που θα πραγματοποιηθεί στις 23 Ιουνίου, παρότι αναμενόμενος για όσους παρακολουθούν προσεκτικά τα τεκταινόμενα και τον τρόπο που κινείται η Γερμανία, έπεσε σαν βόμβα σε όσους ομιλούν περί υποχώρησης της Τουρκίας και ανόδου της Ελλάδας στα διεθνή φόρα της Δύσης.

Είχε προηγηθεί ο αποκλεισμός της χώρας από την προηγούμενη διάσκεψη στις 19/1/2020. Ο βασικός λόγος αυτού του αποκλεισμού από τον γερμανικό παράγοντα ήταν και είναι η μη αμφισβήτηση του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου και η μη ενεργός συμμετοχή της Ελλάδας στην επίλυση της λιβυκής κρίσης, προκειμένου να παραμένει ως πρωταγωνιστής η Τουρκία.

Και ενώ η επιθετικότητα της τελευταίας μεγεθύνθηκε κατά το χρόνο μεταξύ των δύο διασκέψεων για το Λιβυκό και καταδείχθηκε ο επικίνδυνος ρόλος αυτής στον εμφύλιο της Λιβύης (αφού και η μεταβατική κυβέρνηση ζητά την αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων), χωρίς καμία ανταπόκριση από την Τουρκία, η Γερμανία κλείνει τα μάτια της στο υφιστάμενο casus beli στο Αιγαίο και στο παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο που αμφισβητεί ευθέως τη νόμιμη ΑΟΖ της Ελλάδος. Παράλληλα σε αντίθεση με τις ΗΠΑ και τη Γαλλία, υποστηρίζει την παραμονή των τουρκικών δυνάμεων στη Λιβύη. Και όλα αυτά εντάσσονται στα δικά της αφανή γεωπολιτικά σχέδια στην περιοχή, έχοντας ορίσει ως θεματοφύλακά της τον τουρκικό παράγοντα.

Είναι γνωστό ότι οι γερμανοτουρκικές σχέσεις έχουν πολύ μεγάλο ιστορικό βάθος τα δε οικονομικά συμφέροντα της Γερμανίας στην Τουρκία είναι πολύ σημαντικά. Αυτές ξεκινούν από την ένωση των γερμανικών κρατιδίων και τη δημιουργία της Γερμανικής Αυτοκρατορίας υπό τον Μπίσμαρκ το 1871. Από τότε, οι σχέσεις μεταξύ της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, που αναζητούσε ηγεμονικό ρόλο στην Ευρώπη έναντι των ισχυρών δυνάμεων της Γαλλίας και της Βρετανίας, με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, που βρισκόταν σε πορεία πολιτικής και κοινωνικής αποδόμησης, απέκτησαν στρατηγικό βάθος σε πολιτικό, στρατιωτικό και οικονομικό επίπεδο.

Γερμανία-Τουρκία: ισχυροί δεσμοί

Ως προς το οικονομικό, οι τουρκικές εξαγωγές προς τη Γερμανία φτάνουν περίπου στα 18 δισ. δολάρια, όντας ο σπουδαιότερος προορισμός τους, ενώ σημαντικότατες είναι οι εισαγωγές από τη Γερμανία σε μηχανήματα, ηλεκτρονικά, οχήματα κ.λπ., που φτάνουν στα 23 δισ. δολάρια περίπου. Τέλος, μεγάλες είναι οι εισαγωγές της Τουρκίας σε οπλικά συστήματα. Σημειωτέον ότι, σήμερα κατασκευάζονται έξι υποβρύχια τύπου 214 (αντίστοιχα του “Παπανικολής”).

Αυτούς τους κινδύνους για τα εθνικά μας θέματα είχε αναδείξει ο Παναγιώτης Κονδύλης από το 1993  στο επίμετρο του βιβλίου του “Θεωρία πολέμου” για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Λόγω της μεγάλης γνώσης του περί του ιστορικού βάθους των γερμανοτουρκικών δεσμών, τόνιζε τότε προφητικά ότι εάν η Ελλάδα αναγκαζόταν να αναζητήσει οικονομικό προστάτη εντός της Ευρώπης (εννοώντας την Γερμανία), λόγω της προβλεπόμενης από τον ίδιο της οικονομικής χρεωκοπίας του παρασιτικού ελληνικού συστήματος (όπως έγινε το 2010), τότε στην περίπτωση αυτή θα τίθεντο σε άμεσο κίνδυνο τα εθνικά μας θέματα.

Παρά τα φληναφήματα του πολιτικού προσωπικού εξουσίας της χώρας, πρωτίστως για εσωτερική κατανάλωση, σε μια αποδυναμωμένη κοινωνία από τον δεκαετή μνημονιακό “οδοστρωτήρα”, τίποτα δεν μπορεί να κρύψει τις πικρές αλήθειες, τις οποίες οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε, ώστε ως έθνος να πορευθούμε και να αναδιοργανωθούμε.

Τα παραπλανητικά αφηγήματα

Πρώτον, τα μέχρι τώρα αφηγήματα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, περί υπάρξεως “ομπρέλας προστασίας” λόγω της ένταξης της χώρας στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ αποδείχθηκαν κούφια λόγια. Η μεν ΕΕ είναι μέχρι τώρα γεωπολιτικός νάνος και σύρεται από τα συμφέροντα των ισχυρά οικονομικών κρατών (Γερμανία), το δε ΝΑΤΟ τηρεί στάση επιτήδειας ουδετερότητας, η οποία, όμως, μετατρέπεται σε φιλοτουρκική, αφού η Τουρκία παραβιάζει κατάφωρα το Διεθνές Δίκαιο, λόγω του αναθεωρητικού επιθετικού οίστρου της.

Αποδεικνύεται, αντικειμενικά, ότι η φερόμενη ως εθνική στρατηγική της Ελλάδας, του ότι “ανήκομεν εις την Δύσιν”, με την έννοια του δεδομένου “κράτους-πελάτη”, όχι μόνο δεν αποτελεί πλέον “ομπρέλα προστασίας” για τα εθνικά μας θέματα, αλλά, πιθανότατα, μπορεί να μετατραπεί και σε “θηλειά στον λαιμό” της, λόγω της προσφοράς αυτής ως “θύματος” κατά την επίλυση των πολύπλοκων αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων στην περιοχή.

Δεύτερον, η μέχρι τώρα ακολουθούμενη πολιτική της Ελλάδας ως πιστής και προβλέψιμης συμμάχου των ΗΠΑ και μέλους του ΝΑΤΟ και η πλήρης υποταγή της στα ξένα δυτικά κέντρα (πρωτίστως της Γερμανίας λόγω της οικονομικής μας χρεωκοπίας), έχει αρνητικότατες συνέπειες για τα εθνικά θέματα. Κι αυτό, γιατί οι δύο τελευταίες κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, έχοντας δηλώσει την πλήρη υποταγή τους στις ΗΠΑ, στις οποίες έδωσαν τα πάντα και έλαβαν ελάχιστα,  μετέτρεψαν τη χώρα σε εκτελεστικό όργανο των ξένων συμφερόντων.

Τρίτον, εκ των ανωτέρω συνθηκών στην ευρύτερη περιοχή, συνάγεται ότι η Ελλάδα απέναντι στον άμεσο τουρκικό κίνδυνο είναι μόνη της. Ουδείς τρίτος θα παρέμβει, προκειμένου να αντιμετωπισθεί τυχόν επιχείρηση παραβίασης αμέσων κυριαρχικών δικαιωμάτων της από την Τουρκία,  όταν για παράδειγμα λήξει η παρούσα βραχύβια τουρκική αναδίπλωση προκειμένου να πετύχει τους σκοπούς της, αποστείλει ερευνητικά σκάφη και γεωτρύπανα στην ελληνική ΑΟΖ νοτίως της Κρήτης και στην περιοχή του Καστελλόριζου, τις οποίες επιχειρεί να ενσωματώσει με το παράνομο και ανυπόστατο τουρκολιβυκό σύμφωνο.

Κατευναστική πολιτική

Αυτή η πικρή, γυμνή αλήθεια, που κονιορτοποιεί την επί δεκαετίας καταστροφική κατευναστική πολιτική της πολιτικοοικονομικής ελίτ της Ελλάδας, κυρίως κατά την ύστερη περίοδο της Μεταπολίτευσης και κατά την περίοδο της μνημονιακής κηδεμονίας, επιβάλλει νέες άμεσες εθνικές υποχρεώσεις για την προστασία των δικαιωμάτων του Ελληνισμού στην περιοχή. Επιβάλλει πρωτίστως μια νέα εθνική στρατηγική, η οποία θα στοχεύει στην ισχυροποίηση της αποτρεπτικής δυνατότητας της χώρας έναντι του τουρκικού επιβολέα.

Μία τέτοια αποτρεπτική στρατηγική προϋποθέτει την ποιοτική και ποσοτική ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων, την επιθετική ενεργοποίηση της ελληνικής διπλωματίας εν μέσω των σημερινών ρευστών συνθηκών και την πολιτική εθνική ομοψυχία στο εσωτερικό της χώρας. Αναγκαία συνθήκη για τα παραπάνω είναι η αποτίναξη του ρόλου της χώρας από αυτό της “αποικίας χρέους” ή του “κράτους-πελάτη” και η μετατροπή της έναντι φίλων και εχθρών σε αυτόνομο κυρίαρχο κράτος, που κινείται με βάση το διεθνές δίκαιο το οποίο, όμως,  πρέπει την ίδια ώρα  να είναι σε θέση να το επιβάλει, στις περιπτώσεις εκείνες που τρίτοι το προσβάλλουν σε βάρος της.

Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο μέσα από γενναίες ευρύτερες πρωτοβουλίες συμμαχιών, με βάση τα κοινά συμφέροντα στη σημερινή ρευστή παγκόσμια περίοδο και την εμβάθυνση της ισότιμης αμυντικής συνεργασίας με τη Γαλλία, που είχε σηματοδοτηθεί κατά την προηγούμενη περίοδο και δημιούργησε πανικό όχι μόνο στην Άγκυρα, αλλά και σε άλλους, εξ ου και οι υπόγειες αμερικανικές και γερμανικές πιέσεις για ουσιαστική ακύρωσή της.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι