Κι αν η Τουρκία γίνει Ιράν και η Ελλάδα Τουρκία;

Κι αν η Τουρκία γίνει Ιράν και η Ελλάδα Τουρκία;, Θέμης Τζήμας

Πολύς ο λόγος που γίνεται για τις κακές σχέσεις του νέου προέδρου των ΗΠΑ, με τον πρόεδρο της Τουρκίας και με το σύστημα εξουσίας –ή με μέρος αυτού– που υποστηρίζει τον τελευταίο. Έχουμε εκφράσει κατά καιρούς τη θέση, βεβαίως, ότι η εν λόγω ένταση εδράζεται όχι στην τοποθέτηση έναντι του Ελληνισμού από πλευράς Τουρκίας, αλλά απέναντι στην Ρωσία –πράγματα τελείως διαφορετικά– όπως και ότι η διεκδίκηση από πλευράς ΗΠΑ είναι η πλήρης επαναφορά των σχέσεών τους με την Τουρκία –με ή χωρίς Ερντογάν– και όχι η διακοπή τους.

Ωστόσο, ας υποθέσουμε πως η Τουρκία του Ερντογάν αποκόπτεται στρατηγικά από τον ευρωατλαντισμό προς την κατεύθυνση του ευρώ-ασιατισμού. Ή με άλλα λόγια ας υποθέσουμε ότι κρατά μια ειδική, προνομιακή σχέση με τη Γερμανία και με μερικά ακόμα, κράτη-μέλη της ΕΕ, ότι εμβαθύνει τη σχέση της με την Ρωσία. Ας υποθέσουμε, ότι προωθεί περαιτέρω τις σχέσεις με την Κίνα –για την οποία άλλωστε η Τουρκία είναι πολύτιμος εν δυνάμει εταίρος– ξεχνώντας τους Ουιγούρους “αδελφούς”. Σε όλα αυτά, υποθετικά πάντα, μειώνει σταδιακά την καχυποψία με το Ιράν και προκαλεί μη αποκαταστάσιμη βλάβη, σε ό,τι έχει να κάνει με τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ.

Δεν θεωρούμε ότι αυτό είναι το πιθανότερο σενάριο, αλλά ας το υποθέσουμε. Τι ακριβώς θα κέρδιζε ο Ελληνισμός από μια τέτοια εξέλιξη; Οι ντόπιοι προπαγανδιστές του State Department υπονοούν πως η Ελλάδα θα καταστεί για τις ΗΠΑ, ό,τι ήταν η Τουρκία μέχρι πρόσφατα. Είναι περίεργο αρχικά, που η Τουρκία του ’60, του ’70, του ’80, του ’90, με την απολύτως ελεγχόμενη, εσωτερική και εξωτερική πολιτική ζωή φαντάζει τόσο ειδυλλιακή σε κάποιους. Ας ξεπεράσουμε ωστόσο και αυτήν την “μικρή λεπτομέρεια”.

Η μετατροπή της Ελλάδας σε αλά Τούρκα αιχμή του δόρατος της Ουάσιγκτον στην Μέση Ανατολή θα σημάνει ότι η πατρίδα μας, οριστικά θα καταστεί εχθρική χώρα προς όλες τις παραπάνω δυνάμεις, με τρόπο εντονότερο ακόμα και από ό,τι συνέβαινε κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Οι οικονομικές, πολιτικές, αλλά και εν δυνάμει στρατιωτικές συνέπειες θα είναι κολοσσιαίες. Η Ελλάδα θα πάψει να συσχετίζεται με τον μισό κόσμο. Πώς ακριβώς θα ωφεληθούμε από αυτό;

Παρωχημένες προσεγγίσεις

Η Τουρκία ούτε θα πάψει να εξοπλίζεται, ούτε θα καταρρεύσει –απαραιτήτως– οικονομικά. Αν τουλάχιστον, σε Ελλάδα και Κύπρο υπήρχε ένας σχεδιασμός, αστραπιαίας ανάληψης στρατιωτικής δράσης κατά της Τουρκίας, κατά την στιγμή μιας τέτοιας διεθνοπολιτικής μετάβασης από πλευράς της γείτονος –σύλληψη τυχοδιωκτική κατά τη γνώμη του γράφοντος– θα υπήρχε μια ορισμένη λογική.

Εν προκειμένω Ελλάδα και Κύπρος όχι μόνο δεν έχουν τέτοιες επιδιώξεις, αλλά αντιθέτως υπερθεματίζουν σε ενδοτισμό. Μόλις πριν λίγες ημέρες, ο Έλληνας πρωθυπουργός, στη συνέντευξή του στον κ. Παπαχελά παραδέχτηκε ότι το περασμένο καλοκαίρι, μετά την επακούμβηση των δύο φρεγατών δεν έκανε μόνο η Τουρκία πίσω, αλλά και εμείς. Και ενώ κανείς δεν κατάλαβε πού έκανε η Τουρκία πίσω –το Oruc Reis είχε συνεχίσει να κόβει βόλτες και μάλιστα ακόμα εγγύτερα προς το Καστελλόριζο– εμείς μετά το εν λόγω επεισόδιο αναδιπλωθήκαμε στα έξι ναυτικά μίλια, εγκαταλείποντας ανυπεράσπιστα, τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.

Η αντίληψη ότι η αποκοπή της Τουρκίας από τις ΗΠΑ θα αλλάξει δραματικά ή έστω σημαντικά τις διμερείς συνθήκες υπέρ του Ελληνισμού εδράζεται στις δύο εξίσου παρωχημένες προσεγγίσεις: Η πρώτη ότι Ελλάδα και Τουρκία ανήκουν σε ένα κλειστό σύστημα, κηδεμονευόμενο από τις ΗΠΑ. Η δεύτερη ότι οι ΗΠΑ παραμένουν η αδιαμφισβήτητα κυρίαρχη δύναμη παγκοσμίως και εν προκειμένω στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Δεν ισχύει καμία από τις δύο.

Το πρόβλημα του Ελληνισμού

Η μεγαλομανία και οι τυχοδιωκτισμοί του Ταγίπ Ερντογάν δεν αναιρούν ότι η Τουρκία έχει κατανοήσει τα παραπάνω αλλά εμείς, όχι. Τα υπενθυμίζουν δε, οι ασταθείς και αντιφατικές κινήσεις και του προέδρου Μπάιντεν, μετά από τις αντίστοιχες του προέδρου Τραμπ, σε μια σειρά μετώπων, με χαρακτηριστικότερα τις σχέσεις των ΗΠΑ με το Ιράν, με την Ρωσία, με το λεγόμενο «αραβικό ΝΑΤΟ» και με την Κίνα.

Το πρόβλημα του Ελληνισμού είναι ότι τόσο οι ελλαδικές, όσο και οι κυπριακές ηγεσίες δεν αντιλαμβάνονται πως χωρίς εθνική στρατηγική, καμία αντιπαράθεση του οποιουδήποτε με την Τουρκία δεν μπορεί να μας ωφελήσει, αφού οι ίδιοι δεν ξέρουμε τι επιδιώκουμε στρατηγικά. Και στρατηγική επιδίωξη δεν είναι η άμυνα απέναντι στην επιθετικότητα του άλλου, αλλά η δική σου αντίληψη για την αρχιτεκτονική τουλάχιστον της περιοχής σου.

Αν ο Ελληνισμός επιδιώκει πράγματι μια ειρηνική Ανατολική Μεσόγειο θα πρέπει να θέλει την περιοχή μας έξω από τον ανταγωνισμό των Μεγάλων Δυνάμεων και επειδή αυτό είναι ανέφικτο, θα πρέπει να επιδιώκει το μεγαλύτερο δυνατό βαθμό αυτονομίας όλων των κρατών της περιοχής. Όχι να καθίσταται η ίδια η Ελλάδα το πλέον χειραγωγούμενο, ίσως, εθνικό κράτος της περιοχής από τις ΗΠΑ. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα επί της ουσίας η στρατιωτική και διεθνοπολιτική μας παρουσία να προσανατολίζεται στην ανάσχεση της Ρωσίας , αντί στην ανάσχεση της Τουρκίας.

Και αν όλα αυτά δεν φτάνουν για να καταλάβουμε ότι η αντιπαράθεση ΗΠΑ-Τουρκίας δεν εγκυμονεί ούτε απαραιτήτως ούτε πιθανότατα οτιδήποτε θετικό για τον Ελληνισμό ας κοιτάξουμε το Κυπριακό: όσο η Κυπριακή Δημοκρατία προσχωρεί μονόπλευρα στον ευρώ- ατλαντισμό τόσο χειροτερεύουν οι όροι της διαπραγμάτευσης, με αποτέλεσμα πλέον να συζητούμε επί σχεδίων χειρότερων και από την επίσημη διχοτόμηση.

Διότι η (συν-)ομοσπονδία που στην πραγματικότητα είναι δύο κράτη, με το ένα να κηδεμονεύει το άλλο χάρη στις τουρκικές πλάτες, Έτσι επιπλέον ανοίγεις τον δρόμο για τουρκική επιρροή και στην ΕΕ άρα και στην Ελλάδα. Στην πραγματικότητα είναι μια υβριδική διχοτόμηση που κρατά όλα εκείνα που η Τουρκία επεδίωκε τις τελευταίες δεκαετίες, προκειμένου να δορυφοροποιήσει συνολικά, εν τέλει τον Ελληνισμό.