ΑΠΟΨΗ

Ομιλία Μητσοτάκη στο Κογκρέσο: Η χαμένη ιστορική ευκαιρία

Ομιλία Μητσοτάκη στο Κογκρέσο: Η χαμένη ιστορική ευκαιρία, Σταύρος Λυγερός

Μία ομιλία Έλληνα πρωθυπουργού στο Κογκρέσο δεν είναι κάτι που βλέπουμε συχνά. Αν και έγινε για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, αποτελεί αναμφισβήτητα βαρυσήμαντο γεγονός και οπωσδήποτε ήταν μία μοναδική ευκαιρία για την Ελλάδα. Η γενική εντύπωση είναι ότι η ομιλία Μητσοτάκη ήταν μεγάλη επιτυχία κι αν κριτήριο είναι το πως την υποδέχθηκαν οι Αμερικανοί νομοθέτες, δεν μπορεί να υπάρξει αντίρρηση.

Ο Μητσοτάκης απευθύνθηκε στους Αμερικανούς νομοθέτες με λόγο προσαρμοσμένο στα δικά τους “αυτιά”. Τους είπε αυτά που ήθελαν να ακούσουν και γι’ αυτό τον χειροκρότησαν με ενθουσιασμό. Προφανώς, το κλίμα που εξ αυτού δημιουργήθηκε για την Ελλάδα είναι απολύτως θετικό και ως τέτοιο πρέπει να καταχωρηθεί αναμφισβήτητα στα “συν”. Η δημόσια διπλωματία αυτού του τύπου είναι σημαντική, αλλά θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε πως πρέπει να είναι το αποκλειστικό κριτήριο για να αξιολογήσουμε την επίσκεψη Μητσοτάκη.

Μη γνωρίζοντας το περιεχόμενο της συνομιλίας Μητσοτάκη-Μπάιντεν δεν μπορώ να την σχολιάσω. Μπορώ, όμως, να σχολιάσω τις δημόσιες δηλώσεις και την ομιλία στο Κογκρέσο. Θεωρώ ότι ήταν μία μοναδική ευκαιρία ο Έλληνας πρωθυπουργός να ορίσει με ξεκάθαρο τρόπο τη σχέση της Ελλάδας με τη Δύση ως πολιτική-στρατιωτική συμμαχία. Η Ελλάδα δεν είναι σαν τις άλλες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Η ιδιαιτερότητά της συνίσταται στο γεγονός ότι είναι η μόνη χώρα-μέλος που επισήμως απειλείται με πόλεμο και μάλιστα από άλλη χώρα-μέλος, την Τουρκία, εάν ασκήσει το δικαίωμα που της δίνει το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας να επεκτείνει μονομερώς τα χωρικά της ύδατα. Το ότι δεν πρόκειται για υπερβολή αποδεικνύεται από την ύπαρξη για πάνω από 25 χρόνια του casus belli.

Από αυτό το σημείο θα έπρεπε να αρχίσει ο Μητσοτάκης για να εξηγήσει ότι η Ελλάδα πληρώνει βαρύ εθνικό τίμημα για να είναι συνεπές μέλος του ΝΑΤΟ. Τίμημα που δεν πληρώνει καμία άλλη χώρα-μέλος. Το έχει πληρώσει στην Κύπρο και το πληρώνει διαχρονικά στο Αιγαίο, επειδή δικαιολογημένα μπορεί να παραπονεθεί ότι η Ουάσινγκτον δεν έλαβε ποτέ σοβαρά υπόψη της τα θεμιτά ελληνικά συμφέροντα. Η παραδοσιακή στάση της ήταν να αντιμετωπίζει με συγκατάβαση τον τουρκικό επεκτατισμό, συστήνοντας στην Αθήνα υποχωρητικότητα για να μην διαταραχθεί η νοτιοανατολική πτέρυγα της Συμμαχίας. Κι αυτό, βεβαίως, όχι λόγω φιλοτουρκισμού, αλλά επειδή στη γεωπολιτική ζυγαριά του Στέιτ Ντιπάρτμεντ βάραινε περισσότερο η Τουρκία από ό,τι η Ελλάδα.

Ισχύει ακόμα και σήμερα

Αυτό ισχύει ακόμα και σήμερα. Η Άγκυρα κρατάει στο οπλοστάσιό της τους ρωσικούς S-400, έχει αναπτύξει ειδική σχέση με τη Μόσχα, δεν εφαρμόζει τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας και εκβιάζοντας απειλεί να εμποδίσει την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Παρόλα αυτά, πώς αντιμετωπίζεται από τις ΗΠΑ; Αντιμετωπίζεται με απέραντη ανοχή εάν όχι κατανόηση! Μπορεί η Ουάσινγκτον να μην συμπαθεί τον Ερντογάν, μπορεί και να οργίζεται με τις επιλογές του, αλλά στο τέλος είναι αυτός που αποσπά ανταλλάγματα. Όχι γιατί παραχώρησε κάτι, αλλά για να μην κάνει μεγαλύτερη ζημιά! Η θετική στάση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ στο ζήτημα των τουρκικών F-16 είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα. Και έπονται άλλα.

Αντιθέτως, η Ελλάδα έδωσε στους Αμερικανούς ό,τι ζήτησαν από βάσεις και στρατιωτικές διευκολύνσεις, χωρίς ουσιαστικά να λάβει το παραμικρό αντάλλαγμα! Οι ΗΠΑ όχι μόνο δεν έδωσαν εγγυήσεις για την ελληνική εθνική ασφάλεια, αλλά ούτε και οπλικά συστήματα για την ενίσχυση της ελληνικής αποτρεπτικής ικανότητας. Για την ακρίβεια, αντί να ενισχύσουν την Ελλάδα, την πιέζουν να κάνει πράγματα που αποδυναμώνουν την άμυνά της.

Υπενθυμίζουμε τη δήλωση Πομπέο κι άλλων Αμερικανών αξιωματούχων για μείωση του στρατιωτικού αποτυπώματος στα ελληνικά νησιά, δηλαδή για μερική αποστρατιωτικοποίησή τους παρά τη δεδηλωμένη τουρκική επεκτατική επιθετικότητα. Αλλά και σήμερα, η Ουάσινγκτον πιέζει την Αθήνα να στείλει στην Ουκρανία κι άλλα οπλικά συστήματα, τα οποία πρέπει να αφαιρεθούν από τα νησιά. Και μάλιστα πιέζει, χωρίς να προσφέρει αντίστοιχα δυτικά οπλικά συστήματα για να καλύψει το αμυντικό κενό που θα δημιουργηθεί!

Αυτή είναι η πραγματικότητα των ελληνοαμερικανικών σχέσεων και ευρύτερα η σχέση της Ελλάδας με τη Δύση. Ανήκει σε μία Συμμαχία, η οποία παραδοσιακά και συνειδητά παρακάμπτει τις απολύτως δικαιολογημένες ανησυχίες που έχει η Ελλάδα για την εθνική της ασφάλεια. Κι αυτό, επειδή η επιθετική χώρα δεν είναι η Ρωσία, αλλά η Τουρκία. Αυτήν την τόσο επώδυνη για τον Ελληνισμό αντίφαση, η Δύση όχι μόνο δεν την θεραπεύει, αλλά συνειδητά για πολλές δεκαετίες την παρακάμπτει.

Η ομιλία Μητσοτάκη και το εθνικό τίμημα

Η Ελλάδα, λοιπόν, πληρώνει πολύ βαρύ εθνικό τίμημα για να είναι συνεπές μέλος της Δύσης. Δυστυχώς η γεωγραφία μας έχει καταδικάσει να μην έχουμε την άνεση που έχουν χώρες όπως π.χ. η Πορτογαλία. Η Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ δύσκολη περιοχή, με δεδηλωμένη την τουρκική απειλή. Διαθέτει ομογένεια και στη Ρωσία και στην περιοχή της Μαριούπολης, η οποία έχει περιέλθει σε ρωσικό έλεγχο.

Με ποιον είναι υποχρεωμένη η Αθήνα να συνομιλήσει για την προστασία αυτών των Ελλήνων; Προφανώς με τη Μόσχα. Γιατί, όμως, η Μόσχα να ανταποκριθεί σε ελληνικό αίτημα, όταν η Αθήνα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή εναντίον της; Γιατί η Μόσχα να υιοθετήσει έστω ουδέτερη θέση στο Κυπριακό και στα ελληνοτουρκικά, όταν η Αθήνα καταδικάζει με τον πιο σκληρό τρόπο τη ρωσική εισβολή και εφαρμόζει ακέραιες τις κυρώσεις; Προφανώς, έχει κίνητρο να υπονομεύσει τα ελληνικά συμφέροντα. Ιδού, λοιπόν, γιατί η Ελλάδα πληρώνει βαρύ εθνικό τίμημα, όσο καμία άλλη δυτική χώρα.

Δεν πιστεύω ότι η ομιλία Μητσοτάκη έπρεπε να ήταν αφιερωμένη στα ελληνοτουρκικά, να ήταν μία καταγγελία της Άγκυρας. Θα ήταν λάθος. Από την άλλη πλευρά, όμως, είναι μεγαλύτερο λάθος που ο Έλληνας πρωθυπουργός μίλησε λες και ήταν πρωθυπουργός της Ολλανδίας. Προφανώς και δεν αρκεί που αναφέρθηκε στην υπόθεση των τουρκικών F-16, χωρίς να καν να τα ονοματίσει.

Όχι “κράτος-πελάτης”

Ο Μητσοτάκης είναι ενθουσιασμένος με την θερμή υποδοχή που επεφύλαξε στην ομιλία του το Κογκρέσο κι αυτό είναι κατανοητό σε προσωπικό επίπεδο. Επειδή, όμως, βρέθηκε στο Κογκρέσο ως Έλληνας πρωθυπουργός κι όχι ως πρόσωπο όφειλε να εκμεταλλευθεί την ιστορική ευκαιρία να υπηρετήσει σφαιρικά το εθνικό συμφέρον, θέτοντας ωμά το πρόβλημα εθνικής ασφαλείας που αντιμετωπίζει η Ελλάδα. Μπορεί να μην εισέπραττε τόσα πολλά και θερμά χειροκροτήματα, μπορεί να είχε ρίξει μία σκιά στην πανηγυρική ατμόσφαιρα, αλλά τουλάχιστον θα είχε προβληματίσει τους Αμερικανούς νομοθέτες, θα τους είχε αποδείξει αυτό που οι περισσότεροι εξ αυτών ούτε καν διανοούνται.

Θα είχε αποδείξει ότι η Ελλάδα είναι αξιοσέβαστος εταίρος που “ματώνει” κι όχι “κράτος-πελάτης” που βάζει πάνω από τα δικά του θεμιτά εθνικά συμφέροντα τις σκοπιμότητες και τα συμφέροντα των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Ο Μητσοτάκης, όμως, δεν είναι πολιτικός που θα μπορούσε να υιοθετήσει μία τέτοια προσέγγιση. Ιδεολογικά βρίσκεται σε άλλο μήκος κύματος. Το καλύτερο που μπορούσε να κάνει είναι αυτό που έκανε. Άρα, δεν είναι αυτός που έχασε την ιστορική ευκαιρία, αλλά η Ελλάδα.

Όταν αναφέρομαι σε “κράτος-πελάτη”, αναφέρομαι στην αντίληψη που έχουν διαχρονικά Αμερικανοί αξιωματούχοι για την Ελλάδα. Ίσως το πιο χαρακτηριστικό δείγμα αυτής της αντίληψης είναι το προ καιρού τουίτ του πρώην Αμερικανού Ναυτικού Ακόλουθου στην Αθήνα, που με αφορμή την συζήτηση για την αγορά φρεγατών, είχε γράψει το απολύτως προσβλητικό ότι «οι επαίτες δεν διαλέγουν», εννοώντας πως δεν μπορούν να διαλέξουν το πολεμικό πλοίο που θα αγοράσουν! Ο τύπος ξεπέρασε τα όρια, επειδή είπε δημόσια αυτά που συζητούν κατ’ ιδίαν πολλοί Αμερικανοί διπλωμάτες.

Δεν θεωρώ επουδενί ότι η διπλωματία του Ερντογάν είναι παράδειγμα προς μίμηση από την Ελλάδα. Δεν μπορώ, όμως, να παραγνωρίσω ότι η Τουρκία αποσπά ανταλλάγματα, ενώ η Ελλάδα όχι. Προφανώς και δεν θα καλέσουν τον Τούρκο πρόεδρο να μιλήσει στο Κογκρέσο, αλλά αυτό που τελικώς μετράει είναι τί κερδίζει μία χώρα κι όχι τα καλά ανέξοδα λόγια που ακούει και τα θερμά χτυπήματα που δέχεται στην πλάτη. Κάπως έτσι φθάσαμε να θεωρούμε σπουδαίο ότι ο Μπάιντεν ετάχθη κατά των δύο κρατών στην Κύπρο, ξεχνώντας ότι η επίσημη αμερικανική θέση είναι πάντα υπέρ μίας λύσης τύπου Ανάν –υπενθυμίζουμε ότι την απέρριψε ο κυπριακός Ελληνισμός στο δημοψήφισμα με 76%– κι όχι λύσης δύο κρατών.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι