Πίσω από τα μικρά κι αδύναμα Σκόπια
24/06/2018Όσοι υποτιμούν τα Σκόπια λέγοντας ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε ένα μικρό και αδύναμο κράτος, ότι δεν μπορεί να αποτελεί ”απειλή” για την Ελλάδα, παραγνωρίζουν την τάση των αδύναμων κρατών να μετατρέπονται σε όργανα στα χέρια κρατών ισχυρότερων που θέλουν να προκαλέσουν ευρύτερες γεωπολιτικές ανακατατάξεις. Και ότι, επίσης, σε ένα πιθανό περιβάλλον αναταράξεων οι χρόνιοι, ενεργοί, μη ακυρωμένοι αλυτρωτισμοί, μέσα από καιροσκοπικές ”συμμαχίες” ισχυρών κέντρων μπορούν να επιφέρουν ρήγματα πλαγιοκόπησης και να επηρεάσουν καθοριστικά τα κύρια εθνικά μέτωπα.
Είναι, επίσης, σημαντικό να κατανοηθούν βαθύτερα οι λόγοι και οι σκοπιμότητες που το Τιτοϊκό μεταπολεμικό κατασκεύασμα δεν ακυρώθηκε με την λήξη της ψυχροπολεμικής περίοδου, τουλάχιστο ως προς τα αλυτρωτικά και αναθεωρητικά του στοιχεία, αλλά κρατήθηκε, υποστηρίχθηκε και αναγνωρίσθηκε. Ο δε αλυτρωτισμός του, συνώνυμος σε βάθος χρόνου με σχέδια σφαιρών επιρροής και αλλαγής συνόρων πέρασε από το πλαίσιο του Τίτο, στο πλαίσιο (και τα ανοιχτά, πιθανά πλάνα) των ισχυρών Δυτικών Κέντρων.
Κρίσιμο σημείο, το οποίο παντελώς έχει διαφύγει από την οπτική της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, κάτω και από τις πιέσεις, αλλά και τα δελεαστικά του Δυτικού παράγοντα. Ενώ θα έπρεπε να αποτελέσει σημείο συζήτησης για την ξεκάθαρη αλλαγή στάσης των Δυτικών έναντι του “μακεδονικού αλυτρωτισμού” και πίεση των Σκοπίων για τη ριζική, πρακτική ακύρωση του, ως πρωταρχικό όρο για να προχωρήσει οποιασδήποτε διαπραγματεύση.
Αν ο Μάθιου Νίμιτς, ως διαμεσολάβητής του ΟΗΕ, είχε ένα καθήκον, το οποίο η ελληνική πλευρά όφειλε να θέσει, αυτό ήταν το παραπάνω (η ακύρωση του “μακεδονικού αλυτρωτισμού”), ως θεμελιώδης όρος για την ασφάλεια, τον σεβασμό των συνόρων και την σταθερότητα στην περιοχή, κι όχι η αναζήτηση ενός ονοματολογικού καμουφλάζ για τον αλυτρωτισμό. Ας μη λησμονείται ότι ο ιστορικός και γεωπολιτικός χρόνος είναι πολύ μεγαλύτερος του βιολογικού. Αυτό οι κυβερνήσεις πρέπει να το λαμβάνουν πάντα υπόψη. Οι εθνικοί κύκλοι και οι εθνικές ανακατατάξεις ωριμάζουν βήμα-βήμα, και στην εξέλιξή τους υπάρχουν πάντα τα κομβικά σημεία, οι σταθμοί.
Ένας τέτοιος σταθμός καθοριστικά αρνητικών εξελίξεων για την Ελλάδα υπήρξε με την υπογραφή της συμφωνίας. Μετά από μια διαδρομή αντοχής της Ελλάδας 27 ετών (με την ελληνική κοινωνία ανυποχώρητη και την οικονομία σε εκ των ενόντων λειτουργία στην περιοχή), η τωρινή Συμφωνία διαμορφώνει άρδην νέα δεδομένα. Διαμορφώνει ένα πεδίο μεγάλων υποχωρήσεων και ουσιαστικά εγκρίνει επίσημα την ύπαρξη όσων ζωτικών, αλυτρωτικών αρνούνταν.
Απευθυνόμενος για την κατανόηση του πράγματος στην βαριά μνήμη του Κυπριακού, υπογραμμίζω: και εκεί η τουρκική στρατηγική ήταν γνωστή και επίμονη στην βήμα-βήμα κίνησή της. Ο σταθμός, όμως, που άνοιξε νέο εθνικό κύκλο, αλλάζοντας δραστικά, καταθλιπτικά τα δεδομένα ήταν η εισβολή και η κατοχή. Από τότε, ο ιστορικός χρόνος γράφει 44 έτη και δεκάδες αλλαγές κυβερνήσεων, με το Κυπριακό σε κακή μοίρα.
Το όχημα του αλυτρωτισμού
Στο ζήτημα των Σκοπίων: η Ελλάδα επί 27 έτη δεν παραχωρούσε το όνομα Μακεδονία υπό οιαδήποτε μορφή (το f.Y.R.O.M. είχε το χαρακτήρα της προσωρινότητας και μαζί του και το κρατικό μόρφωμα). Παρά το έλλειμμα ενός εθνικού, στην ουσία του, συγκροτημένου σχεδίου, κυρίως, με την επιμονή και τη θέληση του Λαού, αναδεικνύονταν ως κυρίαρχη θέση η ακύρωση του αλυτρωτισμού και του αναθεωρητισμού, η ριζική τους αντιμετώπιση. Δηλαδή, το κυρίαρχο μεταφερόμενο μήνυμα, παρά τις κακοφωνίες, ήταν: μη αναγνώριση και μη παραχώρηση του ονόματος και των άλλων συνθετικών-υποστηρικτικών του στοιχείων: εθνότητα, γλώσσα, πολιτισμός, ιστορία.
Ο σταθμός, η ποιοτική αλλαγή, για τον νέο κύκλο εξελίξεων, με βαριά αρνητικές προϋποθέσεις για την Ελλάδα (και τη Μακεδονία), είναι ακριβώς η ανατροπή αυτής της θέσης και η αντικατάστασή της με την υπογραφείσα συμφωνία. Η παραχώρηση ονόματος με τον όρο “Μακεδονία”, συνοδευόμενο-υποστηριζόμενο από την εθνότητα, τη γλώσσα και τον πολιτισμό, αναζωογονεί, με ελληνική κυβερνητική συγκατάθεση, με συμφωνία, το όχημα του αλυτρωτισμού, το οποίο βγαίνοντας από την απομόνωση, δρομολογείται πλέον επιθετικά και έναντι της Ελλάδας και στον Κόσμο.
Η Ελλάδα, με αυτό το βαρύ πλέον αρνητικό προηγούμενο και χωρίς ισχυρές ασφαλιστικές πρόνοιες (π.χ. για την ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ), θα βρίσκεται όχι μόνο διαδικαστικά, αλλά και ουσιαστικά απολογούμενη. Κυρίως, θα έχει απογυμνωθεί από τα μέσα και τις δυνατότητες ακινητοποίησης και ακύρωσης του αναθεωρητισμού στην περιοχή (όπως θα μετεξελιχθεί ο αλυτρωτισμός των Σκοπίων).
Αλλαγή με εθνικό προσανατολισμό και πατριωτικό-δημοκρατικό περιεχόμενο, παρά τη συγκριτικά πολύ δυσμενέστερη θέση, στην οποία περιέρχεται η Ελλάδα με τη συμφωνία, μπορεί να υπάρξει. Θα απαιτηθεί, όμως, εκτός από τη σταθερή στήριξη στον ενωμένο και γρηγορούντα Ελληνικό Λαό, καθώς, και την επαγρύπνηση και κινητοποίηση του Ελληνισμού, να υπάρξει και να επανακυριαρχήσει μια συγκροτημένη, ενεργή Πατριωτική Στρατηγική.
Μία στρατηγική που θα την εκφράζει, θα την εκπροσωπεί και θα την προωθεί μια Δημοκρατική Ηγεσία ανάλογου διαμετρήματος. Μια Στρατηγική και μια Ηγεσία που θα αντιληφθεί και θα επανασχεδιάσει συνολικά τον εθνικό, κοινωνικό και οικονομικό βίο και την πορεία της Χώρας, με ταυτόχρονη μαχητική συμμετοχή για αλλαγές στην Ευρώπη.