Όταν το κλείσιμο της Σύρτης εμπόδισε την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας Ελλάδας-Λιβύης
07/07/2025
Τα ενεργειακά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο, στη περιοχή μεταξύ Ιταλίας, Μάλτας, Τυνησίας, Λιβύης, Αιγύπτου, Κύπρου, Τουρκίας και Ελλάδας, είναι πολλά και μεγάλα. Ο κόλπος της Σύρτης (Gulf of Sidra ή Gulf of Sirte) έχει πολύ μεγάλη σημασία για τη Λιβύη, αλλά και για όλο τον κόσμο, γιατί είναι σε μια στρατηγική θέση στο κέντρο της Μεσογείου, γιατί έχει πλούσια αλιευτικά αποθέματα (ψάρια-σφουγγάρια) και αλυκές στις ακτές του και το κυριότερο γιατί έχει σημαντικά κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Η Λιβύη έχει πολύ λίγα νησιά, τα οποία είναι μικρά-αραιοκατοικημένα ή ακατοίκητα και δεν έχουν καμία γεωστρατηγική-νομική σημασία, όπως τα ελληνικά. Συνολικά, πρόκειται για λιγότερα από 5 μικρά νησιά και 5 νησίδες, βραχώδη ή αμμώδη, εκ των οποίων κανένα δεν έχει υποδομές ή μόνιμο πληθυσμό ή οικονομική δραστηριότητα. Συνεπώς δεν μπορούν, βάσει του άρθρου 121(3) της UNCLOS, να διαθέτουν τη δική τους ΑΟΖ. Έχουν μόνο Χωρική Θάλασσα.
Για να αποκτήσει λοιπόν κυριαρχία σε μεγαλύτερη έκτασης περιοχή, η Λιβύη, το 1972 ανακήρυξε τον Κόλπο της Σύρτης ως εσωτερικά της ύδατα, κλείνοντάς τον με μια Ευθεία Γραμμή Βάσης, εγκαθιδρύοντας την περίφημη “Γραμμή του Θανάτου” στο παράλληλο 32°30′ Β. Συγκεκριμένα, χάραξαν μια ευθεία γραμμή μήκους περίπου 300 ναυτικών μιλίων στα δύο φυσικά σημεία που “κλείνουν” τον κόλπο, από το ακρωτήριο Ρας αλ-Ράγιαν (δυτικά) έως το ακρωτήριο Ρας αλ-Χιλάλ (ανατολικά).
Η ενέργεια αυτή επισημοποιήθηκε με νομοθετική ρύθμιση τ 1973, όταν η Λιβύη εξέδωσε διάταγμα με το οποίο κήρυσσε τον Κόλπο της Σύρτης ως κλειστό-ιστορικό κόλπο, χαράσσοντας ευθεία γραμμή βάσης. Όριζε ότι τα εσωτερικά ύδατα (δηλ. ολόκληρος ο κόλπος) υπόκεινται στην πλήρη κυριαρχία της Λιβύης και ότι πέραν αυτής της γραμμής βάσης, η Λιβύη διεκδικούσε χωρικά ύδατα πλάτους 62 ναυτικών μιλίων.
Επίσης, η Λιβύη επέβαλε απαγορεύσεις σε ξένα πολεμικά και αλιευτικά σκάφη, θεωρώντας ολόκληρο τον κόλπο ως εσωτερικά ύδατα (κυρίαρχος χώρος) και απαιτούσε άδεια ή έστω προειδοποίηση για τη διέλευση των πλοίων. Η πράξη αυτή, συνιστούσε μια από τις πιο ακραίες περιπτώσεις υπερβολικής θαλάσσιας διεκδίκησης στον 20ό αιώνα και προκάλεσε την στρατιωτική αντίδραση των ΗΠΑ.
Η χάραξη της γραμμής υπερέβαινε κατά πολύ τις γενικά αποδεκτές αποστάσεις βάσεων σε διεθνές επίπεδο, βάσει της Σύμβασης της Γενεύης του 1958 για τα χωρικά ύδατα που προέβλεπε ότι, κόλποι μπορούν να θεωρούνται εσωτερικά ύδατα μόνο αν το στόμιο του κόλπου, είναι μικρότερο των 24 ν.μ. και πληρούν προϋποθέσεις «ιστορικού κόλπου», κάτι που ο κόλπος της Σύρτης δεν ικανοποιούσε.
Επίσης μέχρι και σήμερα, η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) που υιοθετήθηκε το 1982 και ισχύει από το 1994, δεν επιτρέπουν το κλείσιμο του κόλπου. Πιο συγκεκριμένα, το άρθρο 10 της UNCLOS ορίζει πως ένας κόλπος πρέπει να έχει στόμιο μικρότερο των 24 ν.μ. ώστε να θεωρηθεί εσωτερικά ύδατα (εκτός αν υπάρχει ιστορική βάση, πράγμα που η Λιβύη δεν απέδειξε επαρκώς). Οι ΗΠΑ, αν και δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος στην UNCLOS, αποδέχονται μεγάλο μέρος της ως εθιμικό δίκαιο, ήδη από το 1982.
Η Λιβυκή διεκδίκηση λοιπόν παραβίαζε το εθιμικό-διεθνές δίκαιο και τις αρχές που κατοχυρώνονταν ήδη από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1958, και οι οποίες αργότερα ενσωματώθηκαν στην UNCLOS του 1982 και γι’ αυτό η διεθνής κοινότητα δεν αναγνώρισε ποτέ το κλείσιμο του Κόλπου της Σύρτης.
Οι ΗΠΑ απέναντι στη Λιβύη
Η ενέργεια αυτή προκάλεσε αντιδράσεις από πολλά κράτη όπως Αυστραλία-Γαλλία-Γερμανία-Ιταλία-Νορβηγία-Ισπανία-Ηνωμένο Βασίλειο-Ελλάδα κ.α. που δήλωσαν επισήμως τη διαφωνία τους για την παραβίαση της UNCLOS. Οι ΗΠΑ μέχρι το 1979 στις αεροναυτικές ασκήσεις, που εκτελούσαν στη Μεσόγειο, δεν χρησιμοποιούσαν τον Κόλπο της Σύρτης, δεχόμενοι σιωπηλά τη θέση του Καντάφι, παρά του ό,τι τον Μάρτιο του 1973 είχε γίνει ένα σοβαρό επεισόδιο.
Τότε δύο λιβυκά Μιράζ αναχαίτισαν και άνοιξαν πυρ, σε ένα αμερικανικό μεταγωγικό C-130 που διερχόταν από τον Κόλπο της Σύρτης και κατά τους Λίβυους συνέλλεγε πληροφορίες. Σύμφωνα με τους Αμερικανούς, το αεροπλάνο τους ίπτατο σε απόσταση άνω των 120 χιλιομέτρων από τις λιβυκές ακτές. Τα λιβυκά μαχητικά έδωσαν σήμα στο C-130 να τα ακολουθήσει προς τη Λιβύη και να προσγειωθεί. Επειδή το C-130 δεν συμμορφώθηκε, δέχθηκε τα πυρά των λιβυκών. Τελικά, κατάφερε να διαφύγει εκμεταλλευόμενο τα αντίμετρα που χρησιμοποίησε (νεφοκάλυψη).
Το 1979, οι ΗΠΑ εφάρμοσαν την υπό τον Πρόεδρο Κάρτερ την πολιτική για «ελεύθερη ναυσιπλοΐα στους ωκεανούς», η οποία συνεχίστηκε και επιβεβαιώθηκε το 1983 από τον πρόεδρο Ρέιγκαν και έκτοτε υποστηρίζεται από όλες τις Αμερικανικές κυβερνήσεις. Στις 16 Σεπτεμβρίου 1980, κατά τη διάρκεια επιχειρήσεων στη Μεσόγειο Θάλασσα, ένα αμερικανικό αναγνωριστικό αεροσκάφος Boeing RC-135V/W δέχτηκε πυρά από ένα λιβυκό μαχητικό. Το αεροπλάνο δεν χτυπήθηκε και έτσι οι ΗΠΑ δεν προέβησαν σε αντίποινα. Τον Αύγουστο του 1981, κατά τη διάρκεια ναυτικής άσκησης στη Μεσόγειο, λιβυκά αεροπλάνα που απογειώθηκαν από αεροδρόμιο εκτός Λιβύης, διεξήγαγαν περιπολίες κοντά στα αμερικανικά πλοία και νότια της γραμμής του Θανάτου.
Στις 19 Αυγούστου, δύο Λιβυκά βομβαρδιστικά SU-22 που περιπολούσαν, αναχαιτίστηκαν από δύο μαχητικά F-14 Tomcat του αεροπλανοφόρου Nimitz (CVN-68). Κατά τη διάρκεια της συμπλοκής, ένα από τα Su-22 εκτόξευσε ένα πύραυλο αέρος-αέρος κατά του ενός F-14, το οποίο τον απέφυγε. Στη συνέχεια τα αμερικανικά Tomcats κατέρριψαν με πυραύλους AIM-9 Sidewinder και τα δύο Λιβυκά αεροσκάφη. Ο ένας πιλότος διασώθηκε, ο άλλος σκοτώθηκε.
Την άνοιξη του 1986, το αμερικανικό Ναυτικό διεξήγαγε μεγάλης έκτασης ασκήσεις εντός του κόλπου της Σύρτης και νότια της “Γραμμής του Θανάτου”, για να διατηρήσουν το δικαίωμα του ελεύθερου πλου σε διεθνή ύδατα. Ήταν η επιχείρηση “Operation Prairie Fire” στην οποία έλαβαν μέρος τρεις ομάδες κρούσεως (Task Force) με τρία αεροπλανοφόρα του 6ου Στόλου, με 225 αεροσκάφη και 30 πολεμικά πλοία.
Οι αμερικανικές δυνάμεις διεξήγαγαν αεροναυτικές ασκήσεις στον αμφισβητούμενο κόλπο της Σύρτης, υποστηρίζοντας το δικαίωμά τους να διατηρούν τις διεθνείς θαλάσσιες λωρίδες ανοιχτές και να “διεξάγουν ναυτικές και αεροπορικές ασκήσεις σε κάθε μέρος του πλανήτη”.
Πολεμική εμπλοκή
Κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων που πραγματοποιήθηκαν στις αρχές του 1986, το αμερικανικό Ναυτικό πραγματοποίησε 130 αναχαιτήσεις Λιβυκών μαχητικών στον εναέριο χώρο πάνω από τον Κόλπο της Sidra, αλλά καμία πλευρά δεν άνοιξε πυρ. Όμως, την 23η Μαρτίου 1986, υπήρξε μια σοβαρή πολεμική εμπλοκή, όπου οι λιβυκές δυνάμεις επλήγησαν σοβαρά. Η Λιβύη έχασε δύο πλοία, καταστράφηκαν σημεία εκτόξευσης πυραύλων SAM και σκοτώθηκαν τουλάχιστον 72 άτομα.
Στις 5 Απριλίου 1986, μια βόμβα εξερράγη σε μια ντίσκο του Δυτικού Βερολίνου, σκοτώνοντας δύο Αμερικανούς στρατιώτες, μια γυναίκα τουρκικής υπηκοότητας και τραυματίζοντας 20 άλλους πολίτες. Οι ΗΠΑ ισχυρίστηκαν πως πράκτορες της Λιβύης που ήταν στην Ανατολική Γερμανία, εμπλέκονται στην επίθεση. Μετά από αρκετές ημέρες διπλωματικών συνομιλιών με ευρωπαίους και αραβικούς εταίρους, ο Ρέιγκαν διέταξε αμερικανικά αεροσκάφη που είχαν βάσεις στη Αγγλία και σε αεροπλανοφόρα, να επιτεθούν στη Λιβύη ως αντίποινα.
Τα αεροπλάνα που πέταξαν από την Αγγλία έπρεπε να πετάξουν πάνω από τον Ατλαντικό, να εισέλθουν στον εναέριο χώρο της Ισπανίας και στη συνέχεια να στραφούν ανατολικά στη Μεσόγειο. Επειδή όμως ούτε η Ισπανία, ούτε η Γαλλία έδωσαν άδεια υπέρπτησης, τα αεροσκάφη ανεφοδιάστηκαν εν πτήση και κατάφεραν να πλήξουν για δέκα λεπτά αρκετούς στόχους στη Τρίπολη και Βεγγάζη την 15 Απριλίου 1986. Στην επιχείρηση αυτή σκοτώθηκαν δύο Αμερικανοί πιλότοι, όταν το αεροπλάνο τους καταρρίφθηκε πάνω από τον Κόλπο της Σύρτης, ενώ από την πλευρά της Λιβύης σκοτώθηκαν 45 στρατιωτικοί και αξιωματούχοι, η υιοθετημένη κόρη του Καντάφι και 15 άμαχοι.
Επίσης, στις 4 Ιανουαρίου 1989, συνέβη άλλο ένα περιστατικό στο Κόλπο της Σύρτης, όταν 2 λιβυκά MiG-23 (Flogger) που απογειώθηκαν από την Τρίπολη προσέγγισαν για να αναχαιτίσουν στα διεθνή ύδατα του κόλπου της Σύρτης, αμερικανικά αεροσκάφη F-14 Tomcat του αεροπλανοφόρου USS John F. Kennedy. Τα Λιβυκά αεροπλάνα, παρά την ενημέρωση ότι πετούν σε διεθνή ύδατα και τις προειδοποιήσεις για να αποχωρήσουν, έλαβαν θέση μάχης και ετοιμάστηκαν να επιτεθούν. Δεν πρόλαβαν όμως γιατί καταρρίφθηκαν και τα δύο.
Όλες οι πράξεις αυτές, έγιναν από τις ΗΠΑ που επικαλέστηκαν το δικαίωμα ελεύθερης ναυσιπλοΐας, βάσει της Σύμβασης UNCLOS, έστω κι αν δεν την είχαν επικυρώσει, και είχαν στόχο να μη νομιμοποιηθεί de facto η Λιβυκή αξίωση στον κόλπο. Η Λιβύη βλέπετε βασιζόταν σε μονομερή ερμηνεία του “ιστορικού κόλπου”, που όμως δεν αναγνωρίστηκε ποτέ από τη διεθνή κοινότητα.
Η ΕΕ και η διεθνής-νομική προσέγγιση
Το 1985, η τότε ΕΟΚ, διαμαρτυρήθηκε και επισήμανε ότι η μονομερής Λιβυκή διεκδίκηση παραβιάζει το εθιμικό διεθνές δίκαιο και την UNCLOS, καλώντας τη να εφαρμόσει τις πρόνοιες της σύμβασης. Επίσης, το 2005, το Συμβούλιο της ΕΕ διαμαρτυρήθηκε μετά την υιοθέτηση από τη Λιβύη αποφάσεων για γραμμές βάσης και ζώνη αλιείας. Η ΕΕ επανέλαβε τη θέση της το 2018 και το 2021, επισημαίνοντας ότι για να “κλείσει” ένας κόλπος, το στόμιό του πρέπει να είναι μικρότερο από 24 ν.μ., ενώ το στόμιο του κόλπου της Σύρτης είναι πολύ μεγαλύτερο.
Τέλος στις 30 Ιανουαρίου 2024 ο ευρωβουλευτής Φράγκος κατέθεσε σχετική ερώτηση προς τον Αντιπρόεδρο της Επιτροπής/ Ύπατο Εκπρόσωπο Εξωτερικών Υποθέσεων, σχετικά με τα βήματα που προτίθεται να αναλάβει η Κομισιόν/ Ύπατος Εκπρόσωπος, ώστε οι μονομερείς ενέργειες της Λιβύης να μη υλοποιηθούν και το πώς θα διασφαλιστεί ότι δεν θα επαναλάβει αντίστοιχες παράνομες ενέργειες στο μέλλον. Μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει κάποια απάντηση.
Ειδικοί καταλήγουν ότι η Λιβύη δεν κατάφερε να θεμελιώσει ισχύουσα νομική θέση και δεν κατάφερε να αναγνωριστεί ο κόλπος ως «ιστορικός κόλπος». Επίσης κανένα κράτος, ούτε καν η ΕΣΣΔ, δεν αναγνώρισε την ενέργεια/διεκδίκηση της Λιβύης, ενώ οι ΗΠΑ που διακήρυξαν την «ελευθερία της ναυσιπλοΐας», την αμφισβήτησαν και εφάρμοσαν επιπλέον και στρατιωτικές δράσεις, ώστε να επιβάλουν σε αεροσκάφη και πλοία να διέλθουν εντός του κόλπου. Η UNCLOS και ο Intertemporal Rule υποστηρίζουν ότι η απουσία προηγούμενης αποδοχής σημαίνει παράνομα δικαιώματα.
Ο Κόλπος της Σύρτης δεν έχει αναγνωριστεί ποτέ από το ΔΔΧ ή άλλο διεθνές όργανο ως “ιστορικός κόλπος”. Αντιθέτως, η διεθνής πρακτική και νομολογία απορρίπτουν μονομερείς διεκδικήσεις, χωρίς ευρεία διεθνή αναγνώριση. Στην υπόθεση Λιβύη κατά Μάλτας, το Δικαστήριο δεν αντιμετώπισε ευθέως το θέμα του «ιστορικού κόλπου», καθώς το αντικείμενο της διαφοράς ήταν η οριοθέτηση της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας στη Μεσόγειο. Άλλωστε, οι γενικές αρχές που έχει διατυπώσει το ΔΔΧ ή άλλα διεθνή όργανα για τους “ιστορικούς κόλπους” (π.χ. υπόθεση Fisheries case) θέτουν αυστηρά κριτήρια: Μακροχρόνια άσκηση κυριαρχίας, συνεχής ανοχή από την διεθνή κοινότητα και αναγνώριση, τα οποία δεν πληρούνται στην περίπτωση της Λιβύης.
Η κατάσταση μετά το 2000 στη Λιβύη
Παρότι το θέμα αναπτύχθηκε τη δεκαετία του ’70 και πήρε έντονες διαστάσεις με εχθροπραξίες τη δεκαετία του 80, η Λιβύη υιοθέτησε το 2005 νομοθεσία για εγκαθίδρυση Συνορεύουσας Ζώνης και Ζώνη Αλιείας 62 ν.μ. Tο 2005, η Λιβύη κατέθεσε επίσημη δήλωση στον ΓΓ του ΟΗΕ (σύμφωνα με το άρθρο 310 της UNCLOS), με την οποία όριζε Συνορεύουσα Ζώνη πλάτους 24 ναυτικών μιλίων από τις γραμμές βάσης της. Στη δήλωσή της, η Λιβύη ανέφερε ότι αυτή η ζώνη καθιερώνεται σύμφωνα με το άρθρο 33 της UNCLOS.
Στις 21 Νοεμβρίου 2009, η Λιβύη προέβη σε μονομερή ανακήρυξη ΑΟΖ, καταθέτοντας στον ΟΗΕ σημείωμα ρηματικής διακοίνωσης. Πρόκειται για μια γενική δήλωση πρόθεσης άσκησης δικαιωμάτων σε ΑΟΖ, χωρίς συγκεκριμένες συντεταγμένες ή χαρτογράφηση. Η δήλωση αυτή έχει περιορισμένη νομική και πρακτική ισχύ, καθώς δεν συνοδευόταν από χάρτη ή συντεταγμένες, δεν βασίστηκε σε συμφωνία με γειτονικά κράτη (π.χ. Ιταλία-Ελλάδα-Μάλτα-Τυνησία). Όμως οι ενέργειες της αυτές, επηρέασαν τα γεγονότα στα επόμενα χρόνια, καθώς η Λιβύη ξεκίνησε έρευνες για υδρογονάνθρακες νότια της Κρήτης και σε περιοχές κοντά στη Μάλτα.
Το 2011 στη Λιβύη ξέσπασε εμφύλιος που οδήγησε στην ανατροπή του Καντάφι, ο οποίος κυβερνούσε τη χώρα αυταρχικά από το 1969. Πιο συγκεκριμένα ξέσπασαν διαδηλώσεις (Αραβική Άνοιξη) που εξελίχθηκαν σε εμφύλιο ανάμεσα στις δυνάμεις του Καντάφι και σε αντικαθεστωτικούς (κυρίως στο ανατολικό τμήμα της χώρας, γύρω από τη Βεγγάζη).
Τον Μάρτιο του 2011, το Συμβούλιο Ασφαλείας ενέκρινε το Ψήφισμα 1973, το οποίο επέτρεπε τη χρήση βίας για την προστασία των αμάχων. Ακολούθησε στρατιωτική επέμβαση υπό την ηγεσία του ΝΑΤΟ κυρίως με αεροπορικές επιδρομές, προκειμένου να επιβληθεί ζώνη απαγόρευσης πτήσεων και να εμποδιστούν οι δυνάμεις του Καντάφι από το να επιτεθούν σε πόλεις που ήλεγχαν οι αντικαθεστωτικοί.
Οι επιδρομές αυτές συνέβαλαν καθοριστικά στην κατάρρευση του καθεστώτος, τον Οκτώβριο του 2011 (ο Καντάφι συνελήφθη και σκοτώθηκε). Από τότε, η Λιβύη βυθίστηκε σε χρόνια αστάθεια, με διάφορες κυβερνήσεις και πολιτοφυλακές να διεκδικούν την εξουσία, ενώ μεγάλες πολυεθνικές εκμεταλλεύονται τους ενεργειακούς θησαυρούς.
Συμπεράσματα
• Η Λιβύη δεν έχει νησιά που να μπορούν να επηρεάσουν την έκταση της υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ και συνεπώς είναι δύσκολο να αντιληφθεί πως τα κατοικημένα νησιά έχουν ακριβώς τα ίδια δικαιώματα με τις ηπειρωτικές περιοχές.
• Η μονομερής ενέργεια της Λιβύης το 1972 δεν απέκτησε ποτέ διεθνή-νομική ισχύ.
• Η διεθνής κοινότητα αρνήθηκε να αναγνωρίσει την κυριαρχία της Λιβύης επί του Κόλπου της Σύρτης.
• Δεν υπήρξε απευθείας προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο ή άλλο διεθνές όργανο για το συγκεκριμένο ζήτημα, αλλά η νομολογία (π.χ. υπόθεση Λιβύης-Τυνησίας για την υφαλοκρηπίδα, 1982) έδειξε πως τα δικαιώματα δεν θεμελιώνονται σε μονομερείς διεκδικήσεις, χωρίς αποδοχή ή τεκμηρίωση βάσει του διεθνούς δικαίου.
• Η πρακτική της Λιβύης την απομόνωσε νομικά και στρατιωτικά, με ξεκάθαρες ενέργειες εναντίον της από ισχυρά κράτη, το δε περιστατικό παραμένει ως χαρακτηριστικό παράδειγμα ανεπιτυχούς “κλεισίματος” θαλάσσιας περιοχής, που δεν ευθυγραμμίζεται με το διεθνές δίκαιο.
• Οι πράξεις αυτές αποτελούν προηγούμενα διεθνούς σημασίας και συχνά αναφέρονται σε νομικές και στρατηγικές συζητήσεις για παρόμοιες περιπτώσεις (π.χ. Νότια Σινική Θάλασσα).