Τρεις λόγοι για τους οποίους η Ελλάδα πρέπει να ανησυχεί

Τρεις λόγοι για τους οποίους η Ελλάδα πρέπει να ανησυχεί, Αλέξανδρος Τάρκας

Με εξαίρεση τις αστοχίες κατά την ελληνοτουρκική συνάντηση της Νέας Υόρκης τον Σεπτέμβριο και κατά την αρχική φάση της κρίσης των δύο μνημονίων Άγκυρας-Τρίπολης τον Νοέμβριο, η κυβέρνηση κινείται θετικά στην εξωτερική πολιτική. Σειρά εξωγενών παραγόντων, μη εξαρτωμένων από την ίδια, όμως, οδηγούν σε ανησυχητική επιδείνωση της κατάστασης.

Το πρώτο μείζον ζήτημα εντοπίζεται στην ΕΕ. Την ώρα που η Κομισιόν και τα κράτη-μέλη σπαράσσονται από τις διαφωνίες για τις μεθόδους αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης λόγω κορωνοϊού, η Αθήνα δέχεται πιέσεις για την αναβίωση, με πολύ δυσμενείς όρους, της (κατά τα άλλα αναγκαίας) συμφωνίας με την Τουρκία για το μεταναστευτικό.

Έγκυρες διπλωματικές πηγές στις Βρυξέλλες αξιολογούν πως ο Ισπανός ύπατος εκπρόσωπος, Ζοζέπ Μπορέλ, έχει πλέον υπερβεί κατά πολύ την εντολή που έλαβε περί διαπραγμάτευσης μόνον “τεχνικών θεμάτων” με τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου και δρα πλήρως αυτονομημένος, ως προς όλα τα εκκρεμή θέματα με την Άγκυρα. Σχεδόν όλα τα ισχυρά μέλη της ΕΕ (με εξαίρεση τη Γαλλία) εγκρίνουν ευθέως ή πλαγίως την τακτική του Μπορέλ, καλώντας ανεπίσημα την Αθήνα να επιδείξει “ρεαλισμό” και να αντιληφθεί ότι, αν δεν συναινέσει, η νέα έξαρση του μεταναστευτικού στον Έβρο είναι θέμα λίγου χρόνου.

Το δεύτερο σημαντικό πρόβλημα για τα ελληνικά συμφέροντα προκύπτει, όσο κι αν φαίνεται εκ πρώτης όψεως παράδοξο, από την απόφαση της Άγκυρας να αναβάλει την ενεργοποίηση των ρωσικών συστημάτων S-400, που προγραμματιζόταν για τα τέλη Μαΐου. Σε στρατιωτικό επίπεδο, η απόφαση επιτρέπει στην ελληνική πλευρά να προετοιμαστεί καλύτερα για όλα τα ενδεχόμενα, αλλά στο διπλωματικό πεδίο η αναβολή διευκολύνει τη βελτίωση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων.

Δεν αναμένονται κατευναστικές παρεμβάσεις

Τα στελέχη του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, του Πενταγώνου και του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΠΑ εξακολουθούν να οργίζονται με την υποστήριξη της Άγκυρας προς το πολιτικό Ισλάμ και ακραίες ομάδες, καθώς και με τις στενές σχέσεις του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τον Ρώσο ομόλογό του Βλαντιμίρ Πούτιν, αλλά η απόφαση για τους S-400 τούς καθησυχάζει προσωρινά.

Πιστεύουν ότι αναστέλλεται, για κάποιο διάστημα, ο κίνδυνος απώλειας ενός “πολύτιμου συμμάχου” στο ΝΑΤΟ, όπως χαρακτηρίζεται η Τουρκία. Ωστόσο, ταυτόχρονα, δεν υφίσταται, όπως εξηγούν στην ελληνική κυβέρνηση σχεδόν όλοι οι Αμερικανοί συνομιλητές της, αποτελεσματικός μηχανισμός συνεννόησης μεταξύ Άγκυρας και Ουάσινγκτον. Ένας τέτοιος μηχανισμός θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί προς εκτόνωση πιθανής ελληνοτουρκικής κρίσης, αλλά είναι απίθανο να υπάρξει εντός του 2020.

Η συγκυρία των αμερικανικών προεδρικών εκλογών και των διακοπών στο Κογκρέσο, άλλωστε, θα οδηγήσει σε υποβαθμισμένη λειτουργία πολλών θεσμών στις ΗΠΑ, μειώνοντας ακόμα περισσότερο τις προοπτικές αμερικανικής παρέμβασης σε μία κρίση στο Αιγαίο ή στη Μεσόγειο. Διαψεύδονται, εξάλλου, και όσοι είχαν προσδοκίες κατευναστικής παρέμβασης της Μόσχας προς την Άγκυρα. Οι επαφές των υπουργών Εξωτερικών Νίκου Δένδια και Σεργκέι Λαβρόφ (στο Μόναχο τον Φεβρουάριο και τηλεφωνικά προ εβδομάδος) βελτιώνουν το διμερές κλίμα, χωρίς να επηρεάζουν, όμως, στο παραμικρό τη ρωσοτουρκική συνεργασία.

Τα “αγκάθια” Covid-19 και Λιβύη

Η τρίτη πηγή ανησυχίας είναι οι εξελίξεις στη Λιβύη, όπου η Τουρκία εδραιώνει τη στρατιωτική θέση της με ανοιχτή ανάμειξη στις πολεμικές επιχειρήσεις. Επίσης, με γοργούς ρυθμούς κατασκευάζει μόνιμη βάση. Δυστυχώς, οι προσδοκίες της Αθήνας για προοδευτική ενίσχυση ή και επικράτηση των δυνάμεων του στρατάρχη Χαφτάρ διαψεύδονται. Αποδεικνύονται υπεραπλουστεύσεις των ελληνικών τηλεοπτικών δελτίων οι εκτιμήσεις περί σίγουρης κατάληψης της Τρίπολης στις αρχές του 2020.

Στο διπλωματικό παρασκήνιο ήταν ήδη γνωστό ότι, ακριβώς την ίδια περίοδο, οι ΗΠΑ είχαν ζητήσει από τον Χαφτάρ να μην αποπειραθεί καν να κινηθεί κατά της Τρίπολης. Τώρα, μάλιστα, πηγές μιλούν για προτίμηση της Ουάσινγκτον προς άλλους πολιτικούς παράγοντες της ανατολικής Λιβύης, η οποία σήμερα ελέγχεται από τον στρατάρχη.

Η αποτυχία του Χαφτάρ επί ένα εξάμηνο να ανατρέψει, ή έστω να επιβάλει όρους στον φιλότουρκο πρωθυπουργό Φαγιέζ αλ Σάρατζ σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πλέον ελπίδες ακύρωσης των μνημονίων με την Άγκυρα εκ μέρους της Λιβύης. Ούτως ή άλλως, κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ δύσκολο νομικά στον ΟΗΕ. Στο διάστημα των έξι αυτών μηνών, η ελληνική πλευρά, δια του Δένδια και της μονίμου αντιπροσώπου στον ΟΗΕ πρέσβεως Μαρίας Θεοφίλη, είχε καταφέρει να καθυστερήσει την πρωτοκόλληση του τουρκολιβυκού μνημονίου για τις θαλάσσιες ζώνες, αλλά ο χρόνος πια εκπνέει.

Το σκηνικό επιδείνωσης συμπληρώνεται με τις εξελίξεις στην κυπριακή ΑΟΖ, καθώς όλοι οι ξένοι ενεργειακοί όμιλοι αναγκάστηκαν, λόγω του Covid-19 και της μεγάλης πτώσης της τιμής του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, να αναστείλουν τα προγράμματα ερευνών και γεωτρήσεων μέχρι το φθινόπωρο του 2021. Αντιθέτως, η Τουρκία υλοποιεί κανονικά τον παράνομο σχεδιασμό της.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι