Πρέπει να ξαναδιαβάσουμε τι έγραφαν η Λούξεμπουργκ και ο Γληνός για την Οθωμανική Αυτοκρατορία
08/01/2023Ο πατέρας της Νεοελληνικής κοινωνιολογίας και ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες διανοούμενους που εισήγαγε την ελληνική σκέψη στα πλέον προχωρημένα ρεύματα επιστημονικής σκέψης της Ευρώπης, υπήρξε ο Τραπεζούντιος Γεώργιος Κωνσταντινίδης, που έγινε γνωστός με το ψευδώνυμο “Σκληρός”. Το 2019, με αφορμή τα 100 χρόνια από τον θάνατο του, η Επιτροπή Ποντιακών Μελετών είχε διοργανώσει ένα επιστημονικό συνέδριο για την αποτίμηση της μνήμης του.
Στο συνέδριο αυτό έχουν κατατεθεί πολύ σημαντικές αναλύσεις επιφανών επιστημόνων. Η δική μου εισήγηση είχε επικεντρωθεί στην θεώρηση του Σκληρού για το χαρακτήρα του Νεοτουρκικού κινήματος του 1908. Ο τίτλος της ήταν: “Το Νεοτουρκικό Κίνημα του 1908 και η ανάλυση της φυσιογνωμίας του με τη χρήση των νέων αναλυτικών εργαλείων από τον Γεώργιο Σκληρό”.
Ο Γεώργιος Σκληρός είναι αυτός που εισήγαγε την κοινωνιολογία στην Ελλάδα και χρησιμοποίησε τη μαρξιστική θεώρηση για να αναλύσει την ελληνική κοινωνία. Πέθανε στο Κάιρο της Αιγύπτου σε ηλικία μόλις 41 χρόνων, λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1919 (22 Δεκεμβρίου 1919 με το παλαιό ημερολόγιο-4 Ιανουαρίου 1920 με το νέο). Υπήρξε ένας κορυφαίος διανοούμενος, που ακόμα δεν έχει βρει τη θέση του στο πάνθεον των σύγχρονων Ελλήνων διανοητών. Όμως η σημασία του έργου του ήταν γνωστή στους διανοούμενους της εποχής του.
Ο ίδιος επέλεξε το ψευδώνυμο “Σκληρός”. Όπως τον αναπλάθει η Αλεξάνδρα Δεληγιώργη, η οποία μελέτησε σε βάθος την ψυχοσύνθεσή του, στη μυθιστορία της με τίτλο “Ένας τρυφερός σύντροφος” τον παρουσιάζει να τεκμηριώνει ως εξής την απόφασή του: «Το αποφάσισα, το Σκληρός, ως ψευδώνυμο μου ταιριάζει, εκφράζει όσα πιστεύω και όσα αισθάνομαι. Τη φοβερή μου απέχθεια για τις αισθηματολογίες, τη μαλθακότητα, τις ρομάντζες, τους ψευτοαισθηματισμούς και όλα τα συναφή που ωραιοποιούν και συσκοτίζουν τα πράγματα. Πάει, τελείωσε, η πραγματικότητα πρέπει να είναι η αρχή των πάντων κι όχι τα αισθήματα και η διάθεσή μας, που βασανίζουν και ταλαιπωρούν την ψυχή, πολύ συχνά, το ίδιο οδυνηρά με τις αντικειμενικές δυσκολίες. Χίλιες φορές πεζός και ανούσιος ρεαλιστής που δεν υπερτιμά ούτε υποτιμά τις δυνάμεις του, παρά ιδεαλιστής φαντασμένος ή δονκιχώτης ουτοπιστής».
Ο Σκληρός για τους Νεότουρκους
Με το κείμενό του “Το Ζήτημα της Ανατολής”, που έγραψε 1909, υποστήριξε για το κίνημα των Νεότουρκων πως πρόκειται για ένα απειλητικό εθνικιστικό κίνημα μιας στρατιωτικής γραφειοκρατίας, η οποία απειλούσε τα ζωτικά συμφέροντα των υπόδουλων λαών. Ένα κίνημα του οποίου τον “αντεπαναστατικό χαρακτήρα” είχε εντοπίσει η Ρόζα Λούξεμπουργκ, θεωρώντας ότι λειτουργούσε εξυπηρετικά προς τον γερμανικό ιμπεριαλισμό.
Να σημειώσουμε ότι τον ίδιο καιρό στην Ελλάδα, το Κίνημα των Νεότουρκων είχε αντιμετωπιστεί με εξαιρετικά θετικό τρόπο, ενώ επιβιώνουν ακόμα και στις μέρες τέτοιες θεωρήσεις. Ήταν τόσο θετική αυτή η αίσθηση, ώστε οι συντηρητικοί διανοούμενοι είχαν αντιταχθεί στη συμμετοχή της Ελλάδας στη Βαλκανική Συμμαχία και στον Βαλκανικό Πόλεμο γιατί τάχα έθετε εμπόδια στον στόχο της αντισλαβικής ελληνοτουρκικής συμμαχίας, που θα μπορούσε να φτάσει ακόμα και σε Ομοσπονδία!
«Εάν η Ελλάδα είχε στοιχειώδη κοινωνική μόρφωση – έγραφε ο Γεώργιος Σκληρός – θα καταλάβαινε αμέσως, αναφορικά με την Τουρκική Επανάσταση (ότι ) αναπόφευκτο αποτέλεσμα θα έχη την πολιτική αναγέννηση και το δυνάμωμα της Τουρκίας από τη μια, και το άνθισμα του αστικού σωβινιστικού πατριωτισμού των Τούρκων από την άλλη, αναγκαστικά θ’ αλλάξη και όλη η υπόσταση της Τουρκίας, όλη της η στάση απέναντι της Ευρώπης, των γειτόνων κρατών και των υποτελών ξένων φυλών. Ο ασθενής της χτες, όχι μόνο θα λείψει πλέον, αλλά στον τόπο του θα μπη ένας νέος, γερός και γιομάτος σφρίγος παράγοντας, που θα υπερτερή κατά πολύ στη δύναμη όλους τους άλλους παράγοντες της Ανατολής.
Η αλλαγή λοιπόν των συνθηκών αναγκαστικά πρέπη να φέρει αλλαγή των σχέσεων των διαφόρων παραγόντων της Ανατολής αναμεταξύ τους. Η εμφάνιση νέου εχτρού, πολύ πλέον επικίνδυνου και πολυπληθέστερου και σωβινιστικού, που φοβερίζει εξ ίσου την εθνική υπόσταση των άλλων φυλών (γατί πρώτος όρος του αστικού πατριωτισμού είναι να μην ανέχεται δίπλα του άλλονε ξένον πατριωτισμό) αναγκαστικά πρέπει να φιλιώσει τους χτες εχτρούς, για κοινή άμυνα εναντίον τού νέου επικίνδυνου αντιπάλου….».
Η προφητική οπτική της Λούξεμπουργκ
Στο σημείο αυτό, ο Γεώργιος Σκληρός συναντά τις αναλύσεις της μεγάλης Ευρωπαίας επαναστάτριας Ρόζας Λούξεμπουργκ, η οποία είχε αναλύσει με υποδειγματικό τρόπο στο κείμενο “Η σοσιαλδημοκρατία και οι εθνικοί αγώνες στην Τουρκία” (αναδημοσιεύτηκε στο περ. Μαρξιστική Σκέψη, τεύχος 21) την κοινωνική κατάσταση της ύστερης οθωμανικής κοινωνίας, ορίζοντας παράλληλα τα καθήκοντα του σοσιαλιστικού κινήματος. Με τα κείμενά της “Για την πολιτική του Vorwarts στο Ανατολικό Ζήτημα” και ειδικότερα με το “Η δραστηριότητα των Γερμανών ιμπεριαλιστών στην Τουρκία” η Λούξεμπουργκ προσέγγισε το εθνικιστικό κίνημα των Νεότουρκων (1908), τοποθετώντας το στο πραγματικό ιστορικό του πλαίσιο.
Γνωρίζοντας ότι ο Σκληρός παρακολουθούσε τις συζητήσεις στο γερμανικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα SPD (Sozialdemokratische Partei Deutschlands), στο οποίο συμμετείχε ως ένα σημείο και η Λούξεμπουργκ, μπορούμε να υποθέσουμε ότι ήταν γνώστης των αναλύσεών της. Η μαρξιστική θεωρητική του κατάρτιση, η πιθανή γνώση των εξαιρετικής διαύγειας αναλύσεων της Λούξεμπουργκ και η άμεση εμπειρία του από τις συνθήκες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τον οδήγησαν σε μια ψύχραιμη κατανόηση των μεγάλων ανατροπών που έφερε το στρατιωτικό κίνημα των Νεότουρκων.
Στο κείμενο της Λούξεμπουργκ με τίτλο “Η σοσιαλδημοκρατία και οι εθνικοί αγώνες στην Τουρκία” δημοσιεύτηκε σε τρεις συνέχειες στη γερμανική σοσιαλδημοκρατική εφημερίδα που εκδιδόταν στη Δρέσδη Sachsische Arbeiter-Zeitung (“Εφημερίδα των Εργατών της Σαξονίας”), κατέληγε στο εξής συμπέρασμα:
«Η Τουρκία δεν μπορεί να αναγεννηθεί σαν σύνολο γιατί αποτελείται από διαφορετικές χώρες. Κανένα υλικό συμφέρον, καμιά κοινή εξέλιξη που θα μπορούσε να τις συνδέσει δεν είχε δημιουργηθεί! Αντίθετα, η καταπίεση και η αθλιότητα της κοινής υπαγωγής στο τουρκικό κράτος γίνονται όλο και μεγαλύτερες! Έτσι δημιουργήθηκε μια φυσική τάση των διαφόρων εθνοτήτων να αποσπαστούν από το σύνολο και να αναζητήσουν μέσα από μια αυτόνομη ύπαρξη το δρόμο για μια καλύτερη κοινωνική εξέλιξη. Και έτσι η ιστορική καταδίκη εκδόθηκε για την Τουρκία: βάδιζε προς την διάλυση…».
Πρέπει να χαθεί η Τουρκία
Η Λούξεμπουργκ θεωρούσε ότι η διάλυση της Τουρκίας αποτελεί όρο για την εξέλιξη. Γράφει: «Για αυτό πρέπει να χαθεί, όχι ως μορφή διακυβέρνησης, αλλά ως κράτος. Όχι μέσω της ταξικής πάλης, αλλά μέσα από την πάλη των εθνοτήτων». Μόνο στην περίπτωση αυτή η κορυφαία αυτή διεθνίστρια διατυπώνει τη θέση ότι τα εθνικά κινήματα των χριστιανικών λαών ταυτίζονται και εκφράζουν το ταξικό κίνημα.
Και εξηγεί γιατί τα εθνικά κινήματα στην Πολωνία, την Αλσατία-Λωρραίνη ή τη Βοημία έχουν έναν αντιδραστικό ρόλο και ακριβώς γι’ αυτό η σοσιαλδημοκρατία θα έπρεπε να σταθεί αντιμέτωπη και να απορρίψει τις αποσχιστικές τάσεις, οι οποίες υπονόμευαν το εργατικό κίνημα. Για τις μεγάλες διαφορές και τον ξεχωριστό ιστορικό ρόλο των εθνικών κινημάτων, γράφει:
«Αλλά στο ζήτημα των εξεγέρσεων στην Τουρκία η κατάσταση είναι διαφορετική: οι χριστιανικές περιοχές της υπάγονται στην Τουρκία μόνο με τη βία. Δεν έχουν εργατικό κίνημα, παρακμάζουν λόγω μιας φυσικής κοινωνικής ανάπτυξης και επομένως οι βλέψεις για ελευθερία μπορεί εδώ να γίνονται αισθητές μόνο σε έναν εθνικό αγώνα. Άρα η θέση μας δεν μπορεί και δεν πρέπει να επιδέχεται καμιά αμφιβολία».
Η καθαρή ματιά της Λούξεμπουργκ, που απέρρεε από την ολοκληρωμένη γνώση της μαρξιστικής κοσμοθεωρίας, όρισε με σαφήνεια τις απαρέγκλιτες αρχές. Για τη Λούξεμπουργκ, δεν υφίστανται αυθεντίες, ούτε και αλάνθαστοι ηγέτες. Ούτε είναι αποδεκτή η λατρεία προσώπων και η εκχώρηση δικαιωμάτων σε ανεξέλεγκτους θεσμούς. Ο εργατικός έλεγχος και ο σεβασμός της δημοκρατίας ήταν η ικανή και αναγκαία συνθήκη σε κάθε φάση της διαδικασίας της κοινωνικής μεταβολής.
Στην περίπτωση της Τουρκίας, Σκληρός και Λούξεμπουργκ είχαν προβεί σε έγκαιρες διαπιστώσεις για την Τουρκία, τις οποίες δεν είχε λάβει υπόψιν της η τότε Αριστερά. Με δεδομένες διάφορες ανιστόρητες απόψεις που, δυστυχώς, ακούγονται ακόμα και στις μέρες μας, καλό είναι και η σημερινή Αριστερά να τις θυμηθεί και πάλι.