ΑΝΑΛΥΣΗ

Γιατί διαφωνεί ο Κίσσινγκερ με την πολιτική των ΗΠΑ στην Ουκρανία

Γιατί διαφωνεί ο Κίσσινγκερ με την πολιτική των ΗΠΑ στην Ουκρανία, Δημήτρης Μιχαλόπουλος

Ο πασίγνωστος Χένρυ Κίσσινγκερ επανεμφανίστηκε πρόσφατα και έκανε δήλωση σχετικά με την ανησυχία του για την ρωσοουκρανική σύρραξη. Το γεγονός δεν θα προκαλούσε εντύπωση, εάν δεν συνέτρεχαν δύο καθοριστικής σημασίας λόγοι, δηλαδή: Πρώτον, η ηλικία του. Σήμερα ο Κίσσινγκερ είναι ενενήντα εννέα (99) χρονών. Δεύτερον, το περιεχόμενο της δήλωσής του. Αντί να στραφεί εναντίον των Ρώσων, άφησε αιχμές γενικώς κατά της πολιτικής των ΗΠΑ στην Ανατολική Ευρώπη.

Λογικώς, κανείς διερωτάται τί συμβαίνει. Η απάντηση στο ερώτημα προϋποθέτει γνώση και της ιστορίας και της ιδεολογίας του ανδρός. Ας εξετάσουμε λοιπόν τους δύο αυτούς παράγοντες. Ο Χένρυ Άλφρεντ Κίσσινγκερ γεννήθηκε το 1923 στη μικρή πόλη Fürth της Βαυαρίας. Δέκα χρόνια όμως μετά τη γέννησή του, ο Αδόλφος Χίτλερ έγινε καγκελάριος της Γερμανίας και, μέσα στο γενικότερο κλίμα που επέβαλε η όλη “φυλετική πολιτική” των Εθνικοσοσιαλιστών, η οικογένειά του μετανάστευσε στις ΗΠΑ.

Αυτό έγινε το 1938. Ο Κίσσινγκερ βρισκόταν τότε στην εφηβεία του. Η αμερικανική συμπολιτεία βιώθηκε από αυτόν ως τόπος στον οποίο “ο αμοιβαίος σεβασμός ήταν αυτονόητος και η ελευθερία απεριόριστη”. Η συγκίνηση που ένοιωθε αποκρυστάλλωσε μέσα του, υπό μορφή συναισθήματος, μία ιδιαίτερη ιδέα του τι σημαίνει Αμερική. Αργότερα, έμελλε να θεωρήσει τον εαυτό του ως τον αυθεντικότερο φορέα αυτής της ιδέας, με αποτέλεσμα αυτό να καθορίσει τη στάση του απέναντι στον κόσμο.

Το 1939 ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος. Οι ΗΠΑ αρχικώς έμειναν ουδέτερες, αλλά τον Δεκέμβριο 1941, μετά το Περλ Χάρμπορ, πήραν μέρος στη σύρραξη. Ο Κίσσινγκερ, που ακόμη είχε τη γερμανική υπηκοότητα, δεν μπόρεσε να καταταγεί αμέσως στον Αμερικανικό Στρατό. Αυτό έγινε το 1943, όταν πολιτογραφήθηκε Αμερικανός. Παρέμεινε στο στράτευμα μέχρι το 1946, διότι, μετά τη λήξη των εχθροπραξιών, αξιοποιήθηκε η γνώση του των Γερμανών και της γλώσσας τους στο πλαίσιο της διοίκησης του αμερικανικού τομέα κατοχής της Γερμανίας. Η εκεί ενασχόλησή του υπήρξε η μεγάλη του ευκαιρία. Κι αυτό, επειδή οκτώ μόλις χρόνια αργότερα πήρε διδακτορικό από το Χάρβαρντ.

Από τη λογιστική στο club Ροκφέλλερ

Οι λεπτομέρειες της ανόδου του δεν έχουν ακόμη γίνει γνωστές. Ο Κίσσινγκερ αρχικώς σκόπευε να γίνει… λογιστής και είχε αρχίσει σχετικές σπουδές στη Νέα Υόρκη. Μετά φοίτησε στο Χάρβαρντ, χωρίς όμως να είναι γνωστό τί ακριβώς σπούδασε. Ευθύς μετά την αναγόρευσή του σε διδάκτορα, εντάχθηκε στο διδακτικό προσωπικό του Χάρβαρντ, χωρίς όμως και να επιδοθεί σε έργο διδακτικό. Κύρια απασχόλησή του τότε υπήρξε η διεύθυνση “ομάδας μελετών” σχετικώς με “πυρηνικά όπλα και την εξωτερική πολιτική”. Η εν λόγω “ομάδα μελετών” χρηματοδοτείτο από κληροδότημα Ροκφέλλερ.

Έτσι, με οικονομική άνεση, ο Κίσσινγκερ τελικώς επιδόθηκε, στο Χάρβαρντ πάντα, σε μια ιδιόρρυθμη μορφή διδασκαλίας. Δίδασκε σε σεμινάρια “κλειστά” θέματα σχετικά με τις “κυβερνητικές υποθέσεις και τις διεθνείς σχέσεις”. Στη συνέχεια, εκτινάχθηκε σε υποδιευθυντή του Κέντρου Διεθνών Υποθέσεων του Χάρβαρντ, αναλαμβάνοντας παράλληλα καθήκοντα συμβούλου της στρατιωτικής ηγεσίας των ΗΠΑ.

Η συνέχεια είναι γνωστή: Κατά την περίοδο 1965-1966 ο Κίσσινγκερ είχε μία υποτροφία Guggenheim, με αποτέλεσμα να καθιερωθεί στον επιστημονικό κόσμο της Βόρειας Αμερικής. Οι Ροκφέλλερ, από την άλλη πλευρά, τον προώθησαν στη μετριοπαθή πτέρυγα του Ρεπουμπλικανικού κόμματος. Έτσι ο Κίσσινγκερ, το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1960, έγινε πρόεδρος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας και τελικώς υπουργός Εξωτερικών. Το έργο του στις θέσεις αυτές θεωρήθηκε επιτυχές, με αποτέλεσμα να τιμηθεί, το 1973, με το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.

Θαυμαστής του Μέττερνιχ

Οι συνέπειες της δράσης του στη δική μας χώρα έχουν γίνει αντικείμενο οξείας κριτικής, η ανάλυση των οποίων εδώ και τώρα παρέλκει. Καλλίτερα λοιπόν να δούμε τους στόχους προς την επίτευξη των οποίων τείνει το έργο του Κίσσινγκερ. Κι αυτό, διότι μόνο έτσι θα γίνει αντιληπτό το νόημα της τωρινής αναφοράς του στον πόλεμο στην Ουκρανία. Τρεις, λοιπόν, είναι οι στόχοι της διαμορφωμένης από τον Κίσσινγκερ αμερικανικής πολιτικής:

  • Η νομιμότητα δεν ταυτίζεται με τη δικαιοσύνη. Δεδομένου όμως του ότι η επικράτηση αυτής της τελευταίας παραμένει ανέφικτη, η νομιμότητα πρέπει να χρησιμοποιείται ως όργανο επιβολής μιας συγκεκριμένης τάξης πραγμάτων.
  • Στους στόχους της πολιτικής δεν συγκαταλέγεται η πάταξη της διαφθοράς. Αυτή συνιστά θέμα δικανικού χαρακτήρα, που δεν έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Εκείνο που κυρίως πρέπει να επιδιώκεται είναι η αποτροπή της δημόσιας εμφάνισης και επικράτησης προσώπων με ιδιαίτερες ικανότητες και με ισχυρό αίσθημα της δικαιοσύνης που μπορούν να ανατρέψουν την κατεστημένη τάξη.
  • Η Φύση είναι ο δημιουργός του ανθρώπου. Τα διάφορα θρησκευτικά συστήματα, όμως, προσφέρουν παντού και πάντοτε αποτελεσματικές μεθόδους χειραγώγησης και ποδηγέτησης των λαών.

Έχοντας αυτά κατά νουν, ευχερώς κατανοεί κανείς τον απώτερο στόχο της πολιτικής του Κίσσινγκερ: Παγίωση μιας “Παγκόσμιας Τάξης” η οποία –μέσω της νομιμότητας που θα έχει επιβάλει– θα διασφαλίζει την ησυχία και ηρεμία του κόσμου μας. Να λοιπόν γιατί πρότυπο του Κίσσινγκερ είναι ο πρίγκιπας Κλέμενς φον Μέττερνιχ (1783-1859), ο επί έτη πολλά και συνεχή υπουργός Εξωτερικών και καγκελάριος της αυτοκρατορίας των Αψβούργων.

Τί φοβάται ο Κίσσινγκερ

Ο Κίσσινγκερ τον θαυμάζει, διότι ο εν λόγω πρίγκιπας κατάφερε να μετατρέψει την Ιερά Συμμαχία από όργανο επιβολής της χριστιανικής ηθικής, σε μέσο καταστολής των ανά την Ευρώπη επαναστατικών κινημάτων. Κι ακριβώς επειδή ο Κίσσινγκερ θεωρεί πως το έργο της Ιεράς Συμμαχίας ανέτρεψε η Ελληνική Επανάσταση του 1821, τρέφει μία ενδόμυχη (τελικώς ευδιάκριτη) αντιπάθεια κατά των Νεοελλήνων.

Κατά τον Κίσσινγκερ, λοιπόν, την απειλή που από τα τέλη του 18ου αιώνα και έως τα μέσα του 19ου αποτελούσε για την “Παγκόσμια Τάξη” η επαναστατική Γαλλία, εξέφραζε από το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πόλεμου και μετά η Σοβιετική Ρωσία. Έτσι, θεωρεί ως υπέρτατο κατόρθωμά του τηn προσέγγιση των ΗΠΑ με τη Λαϊκή Κίνα, που πράγματι ψύχρανε πολύ τις σχέσεις της τελευταίας με την ΕΣΣΔ.

Η κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων προξένησε στον Κίσσινγκερ ευφορία, διότι η Ρωσία φαινόταν πια οριστικώς αποδυναμωμένη. Γιατί, όμως, τώρα ανησυχεί για την όποια ενίσχυση δίνουν οι ΗΠΑ στην Ουκρανία; Η απάντηση είναι απλή: Η μετακομμουνιστική Ρωσία του Γκορμπατσώφ (και του Γέλτσιν) φαινόταν πειθήνια στα κελεύσματα των ΗΠΑ. Ο τωρινός πόλεμος, όμως, –ανεξάρτητα από την έκβασή του!– θα επιφέρει πολιτική αποξένωση της Ρωσίας από τον Ατλαντικό κόσμο. Ή νικήσει ή ηττηθεί η Ρωσία, τελικώς θα πραγματοποιηθεί η αφύπνισή της. «Ρωσσία… ἐξύπνησον γοῦν ἐκ τοῦ ὕπνου», όπως προφήτευε και ο “Αγαθάγγελος” κατά τον 18ο αιώνα…

Σχέσεις Ρωσίας με Φινλανδία και Σουηδία

Ας κλείσουμε το άρθρο με βραχείες αναφορές στις Σουηδία και Φινλανδία. Η πρώτη επισήμανση είναι ότι οι Φινλανδοί δεν είναι Σκανδιναβοί. Συγκαταλέγονται στη “φιννοουγγρική ομοεθνία”, είναι δηλαδή απώτατοι συγγενείς των Τούρκων. Το 1809 η Φινλανδία έγινε Μεγάλο Δουκάτο, με Μέγα Δούκα τον εκάστοτε Αυτοκράτορα Πασών των Ρωσιών. Με άλλα λόγια, είχε ενωθεί με τη ρωσική επικράτεια, αλλά σε βάση προσωπική κι όχι θεσμική, με αποτέλεσμα να διέπεται από καθεστώς ευρύτατης αυτονομίας.

Όλοι όσοι έχουν ασχοληθεί με τη Ρωσική Επανάσταση, θυμούνται τον “σιδηροδρομικό σταθμό της Φινλανδίας” στην Πετρούπολη όπου ο Λένιν είχε, για πρώτη φορά, γίνει πανηγυρικώς δεκτός στη χώρα του, την άνοιξη του 1917. Δεδομένου, λοιπόν, ότι τη Φινλανδία χώριζαν από τη Ρωσία σύνορα “διοικητικά”, αποτελούσε τόπο ευχερούς καταφύγιου για τους επαναστάτες που διώκονταν από τις αστυνομικές αρχές της αυτοκρατορικής Ρωσίας. Γνωστή παραμένει και η φωτογραφία του ξυρισμένου και μεταμφιεσμένου, αλλά με σταθερώς προκλητικό ύφος Λένιν στη Φινλανδία κατά τον Αύγουστο 1917.

Μετά τη Ρωσική Επανάσταση η Φινλανδία έκοψε τους δεσμούς της με τη σοβιετική Ρωσία και μάλιστα ήρθε σε σύγκρουση μαζί της, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι παραδοσιακοί δεσμοί των δύο χωρών πάντως δεν καταστράφηκαν. Έτσι, κατά τη μεταπολεμική περίοδο η Σοβιετική Ένωση είχε λόγο στην εξωτερική πολιτική των Φινλανδών. Ευχερώς λοιπόν κατανοεί κανείς ότι η ένταξη της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ ερμηνεύεται από τους Ρώσους ως ανατροπή κατάστασης που έχει ισχυρές ιστορικές ρίζες.

Όσον αφορά τη Σουηδία, αξίζει να επισημανθεί ότι, κατά τον 17ο αιώνα είχε αναχθεί σε ευρωπαϊκή υπερδύναμη. Η ήττα όμως των Σουηδών από τους Ρώσους στην Πολτάβα το 1709 σηματοδότησε την αναδίπλωση των Σουηδών στη Σκανδιναβία πρώτα και τελικώς στην ίδια τη Σουηδία. Έτσι όμως επιτεύχθηκε και η μεγάλης χρονικής διάρκειας ουδετερότητα της χώρας, που θα πάρει τέλος με την ένταξή της στο ΝΑΤΟ.

Εν ολίγοις, ο Κίσσινγκερ ξέρει καλά την Ιστορία της Ευρώπης. Καταλαβαίνει ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία, όπως αυτός αναρριπίζεται από τις ΗΠΑ, πάει να καταστρέψει διακρατικές σχέσεις, παραδοσιακώς θεμελιωμένες. Θα το “καταπιούν” αυτό οι Ρώσοι; Ο Κίσσινγκερ αμφιβάλλει και, όπως φαίνεται, έχει δίκιο.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Exit mobile version