Η επιστήμη των συστημάτων – Τα μοτίβα και οι δομές
12/11/2025
Με τον όρο “σύστημα”, εννοούμε ένα σύνολο (αποτελείται από τα μέλη ή τις μονάδες του συστήματος) εφοδιασμένο με μια δομή. Δομή σημαίνει ένα σύνολο κανόνων ή σχέσεων, που ρυθμίζουν τη συμπεριφορά των μελών του συστήματος. Η επιστήμη συστημάτων είναι εγγενώς διεπιστημονική, αφού τα πάντα, τόσο στις φυσικές, όσο και στις κοινωνικές επιστήμες, μπορούν να μελετηθούν ως συστήματα.
Συγκεκριμένα, τα πάντα μπορούν να θεωρηθούν ως υποσυστήματα υποσυστημάτων, δημιουργώντας έτσι ιεραρχίες υποσυστημάτων στη φυσική, στη βιολογία, στα οικονομικά, στην πολιτική, στις διεθνείς σχέσεις, στη διοικητική επιστήμη, κ.ο.κ. Με αφορμή έναν τόμο που έχω ετοιμάσει προς έκδοση στην ελληνική γλώσσα, όπου θα παρουσιάσω το έργο μου σε αυτό το πεδίο, επισημαίνω με συνοπτικό τρόπο την ουσία και τη μέθοδο της συστημικής σκέψης ως εξής:
Σύμφωνα με τη συστημική προοπτική, υπάρχουν τρία επίπεδα ανάλυσης και κατανόησης του κόσμου: Το πιο επιφανειακό επίπεδο αφορά σε γεγονότα και διακριτές αποφάσεις, δηλαδή σε μονωμένα πράγματα, όπως, λ.χ., αναφέρονται και περιγράφονται στα συνήθη ρεπορτάζ που δημοσιεύονται στις εφημερίδες και σε πολλά επιστημονικά άρθρα που ασχολούνται με μεμονωμένα είδη πραγμάτων. Η γενική θεωρία συστημάτων προχωρεί κάτω από το επίπεδο των γεγονότων και των διακριτών αποφάσεων. Κατ’ αρχάς, κάτω από το επίπεδο των γεγονότων και των διακριτών αποφάσεων, βρίσκουμε μοτίβα συμπεριφοράς που σχηματίζονται με την πάροδο του χρόνου.
Έτσι, σε αυτό το επίπεδο, ασχολούμαστε με τη μελέτη της δυναμικής μοτίβων συμπεριφοράς, όπου ο όρος “συμπεριφορά” αναφέρεται στη συμπεριφορά ενός συνόλου στοιχείων και δεν ασχολούμαστε με την εμφάνιση μεμονωμένων γεγονότων και την περιοδολόγησή τους. Κάτω από το επίπεδο των μοτίβων συμπεριφοράς, υπάρχει ένα ακόμα βαθύτερο επίπεδο ανάλυσης και κατανόησης του κόσμου και αυτό το επίπεδο είναι η δομή του συστήματος. Η δομή του συστήματος παράγει τις πιέσεις οι οποίες, με τη σειρά τους, γεννούν τα μοτίβα συμπεριφοράς, που αποτελούν το υπόστρωμα των γεγονότων που παρατηρούμε στο πιο επιφανειακό επίπεδο ανάλυσης και κατανόησης του κόσμου.
Η επιστήμη συστημάτων
Όποιος είναι περιορισμένος στο επίπεδο των γεγονότων και των αποφάσεων χαρακτηρίζεται από μια αντιδραστική αντίληψη της συστημικής προοπτικής, υπό την έννοια ότι βλέπει μια ακολουθία μεμονωμένων γεγονότων και διακριτών αντιδράσεων σε αυτά. Όποιος έχει κατέλθει στο επίπεδο των μοτίβων συμπεριφοράς, βλέπει υποκείμενα μοτίβα, και διαμορφώνει πολιτικές προσαρμογής σε μοτίβα συμπεριφοράς.
Όποιος έχει κατέλθει στο επίπεδο της δομής του συστήματος, έχει την ευκαιρία να γίνει γνησίως δημιουργικός, αν, και στον βαθμό που, θα μπορέσει να επηρεάσει τις ίδιες τις δυνάμεις που τελικώς παράγουν τα γεγονότα και τις αποφάσεις που παρατηρούμε στο πιο επιφανειακό επίπεδο ανάλυσης και κατανόησης του κόσμου. Η στρατηγική και ιδιαιτέρως η μεγάλη στρατηγική αναφέρονται στην ικανότητα πραγματοποίησης δομικών παρεμβάσεων, στην ικανότητα άσκησης πολιτικής στο επίπεδο της δομής του συστήματος.
Υπό το πρίσμα των προαναφερθέντων, όταν αναλύουμε μια χώρα ή διακρατικές σχέσεις στο πλαίσιο της διεθνούς πολιτικής, πρέπει να αναλύουμε τα κράτη ως συστήματα (εγχώριων παραγόντων) και ως υποσυστήματα διεθνών υποσυστημάτων του διεθνούς πολιτικού συστήματος. Αυτό, με τη σειρά του έχει ένα περιβάλλον αποτελούμενο από την παγκόσμια οικονομία, υπερεθνικούς δρώντες, και κουλτούρες (πολιτιστικά συστήματα).
Παρομοίως, όταν αναλύουμε έναν πολιτικό πρέπει να τον αναλύουμε ως ένα σύστημα (των συνειδητών και υποσυνείδητων χαρακτηριστικών του) και ως ένα υποσύστημα πολιτικών διασυνδέσεων που εντάσσεται μέσα σε ένα ευρύτερο υποσύστημα, κ.ο.κ. Με ανάλογο τρόπο, πρέπει να αναλύουμε επίσης γεγονότα, ώστε να μεταβούμε, από τα γεγονότα, στα αντίστοιχα μοτίβα, και, τελικώς, να μεταβούμε, από τα μοτίβα, στις αντίστοιχες δομές.
Η επιστήμη συστημάτων τυποποιήθηκε από τον Αυστριακό βιολόγο Ludwig von Bertalanffy στα μέσα του 20ου αιώνα, αλλά ο δρόμος για την ανάπτυξή της είχε ανοιχθεί από την επιστήμη της κυβερνητικής (cybernetics), που αναπτύχθηκε στις ΗΠΑ (από τον Norbert Wiener) και στη Σοβιετική Ένωση (από τον Victor Glushkov). Η κυβερνητική, με τη σειρά της, υπήρξε ένα ανάπτυγμα της γενικής θεωρίας της οργάνωσης και της επιστήμης της “τεκτολογίας” (tektology), που είχε αναπτύξει ο Σοβιετικός ιατρός και πολυμαθής Aleksandr Bogdanov στις αρχές του 20ου αιώνα.
Αυτή αποτέλεσε ένα ανάπτυγμα της “σχολής” του “κοσμισμού” (cosmism), που αναπτύχθηκε στη Ρωσία στον 19ο αιώνα από τον Ρώσο φιλόσοφο Nikolai Fyodorovich Fyodorov και από τον Konstantin Eduardovich Tsiolkovsky, ο οποίος ήταν ένας Ρώσος πυραυλικός επιστήμονας και έχει αναγνωριστεί ως ο πατέρας της αστροναυτικής και της σύγχρονης πυραυλικής θεωρίας.





