Η σημερινή διεθνής πολιτική με τα μάτια του Θουκυδίδη
05/03/2024Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος και η Πελοποννησιακή Συμμαχία προσφέρουν πρωτογενές υλικό για μία περιγραφική και όχι συστατικής υφής αξιολόγηση των δρώμενων στη διεθνή πολιτική επί χιλιάδες χρόνια. Αποτελούν σημαντικές πραγματολογικές και εννοιολογικές δεξαμενές στην παγκόσμια ιστοριογραφία, τις διεθνείς σχέσεις και δη στον Πολιτικό Ρεαλισμό. Στην Ιστορία του ο Θουκυδίδης (Α 22) δηλώνει ότι έγραψε «το βιβλίο του για να είναι ωφέλιμο σε όσους θέλουν να έχουν αληθινή εικόνα όχι μόνο των γεγονότων που συνέβησαν, αλλά και ανάλογων γεγονότων που μπορεί να αναμένει κανείς ότι θα συμβούν στο μέλλον δεδομένης της ανθρώπινης κατάστασης».
Ουσιαστικά φωτογραφίζει την “κανονικότητα” που χαρακτηρίζει τις διεθνείς σχέσεις, ενώ είναι σαφές ότι δίνει ιδιαίτερη σημασία στην αρχή της αιτιότητας. Στην ανάλυση της Ιστορίας του Θουκυδίδη ο Perez Zagorin (“Θουκυδίδης”, εκδόσεις Ποιότητα) επισημαίνει ότι «ο ρεαλισμός του Θουκυδίδη είναι η προδιάθεσή του να βλέπει τους ανθρώπους, τις ανθρώπινες υποθέσεις και τον κόσμο όπως είναι, χωρίς ψευδαισθήσεις ή αυταπάτες». Με τη σειρά του ο Νίτσε περιέγραφε τον Θουκυδίδη ως «τον υπέρμαχο μίας σκληρής πραγματικότητας».
Η δομή της αντιπαράθεσης ανάμεσα στα μπλοκ Αθήνας-Σπάρτης αλλά και το δεσμευτικό casus foederis που επέβαλλαν οι όροι της Πελοποννησιακής Συμμαχίας έχουν εμφανείς ή υποδόριες ομοιότητες με σημερινά δεδομένα που μπορούν να αποτελέσουν χρήσιμες περιπτωσιολογικές μελέτες. Η ανάλυση του Zagorin προσφέρει ένα πλαίσιο ερμηνειών, οι οποίες προσφέρουν τροφή για σκέψη για τις σύγχρονες συγκρούσεις και την οντολογία τους όπως: για ποιο λόγο η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία;
Τα ερμηνευτικά εργαλεία του Θουκυδίδη
Με όρους θεωρίας διεθνών σχέσεων το ερώτημα αφορά, inter allia, το αν συνιστούσε μία επιλογή στα πλαίσια της μεταγενέστερης έννοιας του Αμυντικού ή Επιθετικού Ρεαλισμού; Η διαφορά σε επίπεδο κινήτρων και στόχων είναι μεγάλη. Έτερο ερώτημα αφορά τον τρόπο που εμπλέκονται στον πόλεμο τρίτες χώρες και τις συνθήκες που τις οδήγησαν να λάβουν συγκεκριμένες αποφάσεις.
Οι έννοιες-κλειδιά που διανθίζουν την εξιστόρηση του Πολέμου από τον Θουκυδίδη συνιστούν όχι μόνο μία εννοιολογική καινοτομία per se, αλλά και μία παρακαταθήκη αξιολογητικής υφής παραμέτρων ανάλυσης της επιλογής μίας χώρας ανάμεσα στη σύγκρουση και τη συνεργασία. Το δίπολο αυτό (ειρήνη-πόλεμος) αποτελεί διαχρονικά έναν άξονα ανταγωνιστικών θεωρητικών προσεγγίσεων της διεθνοπολιτικής πραγματικότητας. Ο Θουκυδίδης περιέγραψε όρους, εργαλεία ανάλυσης και ερμηνείας που μπήκαν στο λεξιλόγιο των διεθνών σχέσεων πολύ μεταγενέστερα. Επισημάνσεις του Zagorin μπορεί ο καθένας να αναγάγει σε ένα μεταγενέστερο πλαίσιο.
Πελοποννησιακός Πόλεμος
Κεντρικό σημείο της εξιστόρησης του Πελοποννησιακού Πολέμου ήταν το ζήτημα της κυριαρχίας. Υπό αυτό το πρίσμα ο μεγάλος ιστορικός υπογράμμισε ότι «η απώλεια της ανεξαρτησίας μέσω έξωθεν κυριαρχίας ή κατάκτησης ήταν για κάθε πόλη [σήμερα κράτη] η υπέρτατη καταστροφή». Για τον ίδιο τον Θουκυδίδη αυτό αποτελούσε το μεγάλο κίνητρο προσφυγής στον πόλεμο. Έτερο σημαντικό στοιχείο αποτελεί ο «ενθουσιασμός για τον πόλεμο», ιδιαίτερα από τους νέους. Το κοινό της εποχής δεν τον αντιμετώπισε στις πραγματικές του διαστάσεις επιδεικνύοντας μία “ελαφρότητα” και (κατά τον Θουκυδίδη) “ενθουσιασμό”.
Σήμερα, την ίδια ανορθολογική προθυμία επιδεικνύουν πολλοί στη “Δύση”, επενδύοντας στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο. Οι δηλώσεις ότι ο «πόλεμος αυτός θα είναι μακρύς και θα κρατήσει χρόνια» αναδεικνύει έναν επικίνδυνο, ανιστόρητο ανορθολογισμό και παραπέμπει σε αυτό που ο Θουκυδίδης αποκαλούσε “ιδιωτικό συμφέρον”. Τα παραπάνω αιτιολογούνται προς το παγκόσμιο κοινό με επικοινωνιακό τρόπο που παραπέμπει σε «διαστρεβλώσεις… στο γλωσσικό νόημα».
Περιγράφοντας τις “στάσεις”, ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι «για να δικαιολογούν τις πράξεις τους άλλαζαν ακόμα και τη σημασία των λέξεων». Αντανακλαστικά αυτό μου φέρνει στο μυαλό τη δήλωση του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ (αναφερόμενος στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία) ότι αποτελεί έναν «άγριο, κτηνώδη πόλεμο». Ως να υπάρχουν πόλεμοι που δεν εξωτερικεύουν την ανθρώπινη βαρβαρότητα και ιδιοτέλεια. Προφανώς, ο Κλαούζεβιτς θα ήταν ο πιο κατάλληλος να του απαντήσει.
Στον Πελοποννησιακό Πόλεμο η ύστατη προσπάθεια να επιτευχθεί μία συμφωνία ανάμεσα σε Σπάρτη-Αθήνα απέτυχε με αποτέλεσμα ο Σπαρτιάτης απεσταλμένος Μελήσιππος να δηλώσει ότι «η μέρα η σημερινή είναι αρχή μεγάλων κακών για τους Έλληνες» (Β 12). Ήταν η συνειδητοποίηση της μεγάλης καταστροφής που ερχόταν, το αποτύπωμα μίας αυτοεκπληρούμενης προφητείας. Στον ρώσο-ουκρανικό πόλεμο οι όποιες άνευρες προσπάθειες επίτευξης συμφωνίας ήταν αποσπασματικές και με βάση τους όρους που τέθηκαν, καταδικασμένες σε αποτυχία. Αυτό καθώς οι όποιες εδαφικές απώλειες στο πεδίο της μάχης δεν έχουν αναιρεθεί ιστορικά από μία συμφωνία στο διπλωματικό πεδίο. Εκτός κι αν η αποτυχία αποτελούσε αυτοσκοπό.
Η “παγίδα του Θουκυδίδη”
Ο Zagorin παραθέτει την επισήμανση του Θουκυδίδη (Α 88) ότι οι Λακεδαιμόνιοι ψήφισαν υπέρ του πολέμου («είχαν λυθεί οι σπονδίες») «επειδή φοβούνταν ότι οι Αθηναίοι θ’ αυξήσουν ακόμα περισσότερο τη δύναμη τους». Ουσιαστικά η επιλογή του πολέμου (κατά τον Θουκυδίδη ήταν “αναπόφευκτος”) συνδέεται με τον φόβο και την ισχύ, την επέκταση και την “επιθυμία για κυριαρχία”. Αυτό δημιούργησε στη Σπάρτη δίλημμα ασφαλείας. Ο Zagorin εκτιμά ότι «ο Θουκυδίδης μάλλον πίστευε ότι η επέκταση της αυτοκρατορίας και της επιρροής της Αθήνας… έφερε τη Σπάρτη αντιμέτωπη με μια κατάσταση που περιόριζε δραστικά τις εναλλακτικές επιλογές της».
Στον αντίποδα, στην αναφορά στον λόγο του Περικλή, είναι εμφανής η έννοια του «έκδηλου πεπρωμένου» (Manifest Destiny, Βοσκόπουλος, Ποιότητα, 2012) και της ντετερμινιστικού χαρακτήρα αποδοχής της Αθηναϊκής Ηγεμονίας. Στο εδάφιο που μνημονεύει ο Zagorin, ο Περικλής υποστηρίζει ότι «…πρέπει, αφού υπερηφανεύεστε γι’ αυτό, να υπερασπιστείτε την εξέχουσα θέση που έχει η πολιτεία εξαιτίας της υπεροχής της επάνω στους άλλους… Αγωνίζεστε για να μη στερηθείτε την εξουσία που έχετε. Δεν είναι καιρός να παραιτηθείτε από την ηγεμονία σας αυτή. Την ηγεμονία που έχετε, την ασκείτε πια σαν τυραννίδα, που η απόκτηση της θεωρείται άδικη, αλλά η παραίτηση απ’ αυτή θα ήταν επικίνδυνη».
Πραγματολογική αξία έχει και η περιγραφή των “στάσεων” της εποχής. Ο Θουκυδίδης αναφέρθηκε σε «ολιγαρχίες κυριαρχούμενες από μία ευκατάστατη μειονότητα που μονοπωλούσε την πολιτική εξουσία». Έμμεσα αυτό παραπέμπει στην αποστασιοποίηση ηγετικών ομάδων και σε επιλογές που δεν εξυπηρετούσαν το δημόσιο συμφέρον ή το σύνολο του Δήμου. Άλλο ζήτημα αποτελούν οι παραβιάσεις κανόνων πολέμου, ένα ασυνήθιστο για την εποχή γεγονός. Αυτό παραπέμπει σήμερα στα περιστατικά στόχευσης αμάχων σε μη στρατιωτικές εγκαταστάσεις, νοσοκομεία, υπαίθριες αγορές, σημεία διανομής τροφίμων (βλέπε Γάζα).
Πελοποννησιακή Συμμαχία
Σημαντικό σημείο αποτελεί ο τρόπος και οι όροι διαμόρφωσης συμμαχιών της εποχής. Η Πελοποννησιακή Συμμαχία κατά τον Zagorin αποτελούσε μία «ασύμμετρη συμμαχία». Επισημαίνει ότι δεκαετίες πριν τον πόλεμο «η Σπάρτη είχε αρχίσει να οικοδομεί ένα σύστημα ασύμμετρων συμμαχιών, στο οποίο η ίδια κυριαρχούσε». Η διαφορά ισχύος ανάμεσα σε Σπάρτη και λοιπούς συμβαλλόμενους της επέτρεπε να λειτουργεί ηγεμονικά. Τα μέλη της συμμαχίας «δεν ήταν σύμμαχα μεταξύ τους, αλλά μόνο με τη Σπάρτη». Εύλογα ο Zagorin αξιολογεί ότι η «Σπάρτη διηύθυνε την Πελοποννησιακή Συμμαχία ως ηγεμονική δύναμη» η οποία έμελλε να αντιμετωπίσει μία «αυτοκρατορική δύναμη» (Αθήνα).
Η Συμμαχία επέβαλλε στους συμβαλλόμενους να «έχουν τους ίδιους φίλους και εχθρούς με τους Σπαρτιάτες και να τους ακολουθούν όπου εκείνοι θα τους οδηγούσαν», ενώ η Σπάρτη αναλάμβανε δεσμεύσεις έναντι αυτών. Το πλαίσιο αυτό παραπέμπει έμμεσα σε τρεις νεότερες έννοιες κλειδιά των διεθνών σχέσεων. Η πρώτη είναι η “ομαδοποιημένη σκέψη” (groupthink), η δεύτερη το “φαινόμενο επικάλυψης” (overlay effect) και η τρίτη η “κομβική αποτροπή” (pivotal deterrence).
Αλλάζουν οι πρωταγωνιστές, όχι το σενάριο…
Πνευματικός πατέρας του όρου “ομαδοποιημένη σκέψη” είναι ο ψυχολόγος I. Janis και τον χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το 1972. Με αυτόν αναφέρθηκε στο φαινόμενο, κατά το οποίο μέλος ή μέλη μίας ομάδας (συνασπισμού κρατών) αποκρύπτουν τις αντιρρήσεις τους επί συγκεκριμένων επιλογών της πλειοψηφίας των συμμάχων-εταίρων τους, προκειμένου να μην απομονωθούν. Με αυτόν τον τρόπο δεν εξυπηρετούν το δικό τους συμφέρον.
Ο δεύτερος όρος (“φαινόμενο επικάλυψης”) περιγράφει μία κατάσταση, κατά την οποία οι μεγάλες δυνάμεις χρησιμοποιούν την ισχύ τους, προκειμένου να κυριαρχήσουν σε μία γεωγραφική χωροταξία με αποτέλεσμα οι περιφερειακές ή ενδο-συστημικές σχέσεις μεταξύ των τοπικών παικτών να περνούν σε δεύτερη μοίρα. Με όρους συστημικής ανάλυσης οι “κεντρικοί παίκτες” του συστήματος (core actors) δε διαμορφώνουν επιλογές αυτοβούλως υπό το βάρος της ισχύος και θέλησης εξωσυστημικών παικτών (intrusive non-system actors).
Ο τρίτος όρος (“κομβική αποτροπή”) αναφέρεται στον καταλυτικό ρόλο μίας μεγάλης δύναμης σε μία διμερή διαμάχη και την ικανότητά της να αποτρέπει έναν πόλεμο (Timothy Crawford, Pivotal Deterrence, Third-Party Statecraft and the Pursuit of Peace, Cornell University Press). Αυτό της επιτρέπει να διαμορφώνει συνθήκες που εξυπηρετούν πρωτίστως το δικό της συμφέρον.
Η σοφία, λοιπόν, της ρεαλιστικής, διαχρονικής αφήγησης υπερκαλύπτει τις συστατικής υφής φρούδες προσδοκίες ενός κόσμου που αλλάζει πρωταγωνιστές αλλά όχι σενάριο…