ΑΠΟΨΗ

Και όμως το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι ο κορονοϊός

Και όμως το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι ο κορονοϊός
* Γράφει ο τραγουδοποιός Γιώργος Μάρτος 

Καταρχάς να ξεκαθαρίσω πως ο γράφων έχει ένα μεγάλο ελάττωμα. Έως και πρόβλημα, θα το χαρακτήριζα. Είναι δημοκράτης. Ναι, καλά διαβάσατε. Δημοκράτης. Όμως ξέρετε, όχι από αυτούς τους “δήθεν”, τους “κατ’ επίφασιν”, που ενσυνείδητα υποκρίνονται και καπηλεύονται την ιερή αυτή έννοια (όπως και τόσες άλλες, στα πλαίσια του αριβίστικου λαϊκισμού και της εξουσιομανίας τους) και που εκ των πραγμάτων μάς εμπαίζουν καθημερινά μπροστά στα μάτια μας. Ή ακριβέστερα στις… ψηφιακές οθόνες των ματιών μας.

Δημοκράτης. Από αυτούς τους ιδεολογικά και αισθητικά ασυμβίβαστους, τους αθεράπευτους και ρηξικέλευθους ιδεαλιστές της σχολής του… «Αξίζει , φίλε, να υπάρχεις για ένα όνειρο κι ας είναι η φωτιά του να σε κάψει». Όσες ιδεολογικές διαφωνίες και αν υπάρχουν με τον αρχικό εκφραστή της παραπάνω φράσης, τον θαρραλέο –μεταξύ άλλων– Ernesto Che Guevara. Αυτό σημαίνει, λοιπόν, πως ο γράφων αποτελεί a priori ισχνή μειοψηφία του σύγχρονου “πολιτισμένου” κόσμου, πόσο δε μάλλον στην –υπό οριστικό και αμετάκλητο αφανισμό– Ελλάδα του 21ου αιώνα.

Έχω ξαναπεί πως το μεγαλύτερο πρόβλημα των ημερών μας δεν είναι ο κορονοϊός. Ο κορονοϊός είναι ένα σημαντικό και κρίσιμο ζήτημα. Αποτελεί ένα έκτακτο και πρωτοφανές φαινόμενο το οποίο κάποια στιγμή –και ας ελπίσουμε πολύ σύντομα– θα παρέλθει. Σίγουρα οι πληγές που αφήνει καθημερινά και που πρόκειται να αφήσει με το πέρας του θα είναι ανυπολόγιστες και εν πολλοίς ανήκεστες.

Σίγουρα έχουν γίνει πολλά και σοβαρά λάθη ή αστοχίες στην πολιτική διαχείριση της πανδημίας από την πλευρά της κυβέρνησης. Και σίγουρα κάποια στιγμή θα πρέπει να διερευνηθούν σε βάθος τα αίτια και να αποδοθούν οι σχετικές ευθύνες της δραματικής αυτής κατάστασης, διεθνώς, από το ξεκίνημα της πανδημίας μέχρι και σήμερα, αρχής γενομένης από τα υψίστης ασφαλείας εργαστήρια της Ουχάν της Κίνας τον Δεκέμβριο του 2019.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα των ημερών

Το τεράστιο πρόβλημά μας, όμως, είναι άλλο. Και δυστυχώς για αυτό δεν ενδιαφέρεται πια κανένας. Είναι η έλλειψη παιδείας. Είναι η έλλειψη αισθητικής και ηθικής. Είναι η έλλειψη πνευματικότητας. Είναι η έλλειψη ιδεολογίας. Είναι η κατακρεούργηση κάθε έννοιας πολιτισμού. Είναι ο εκμαυλισμός και εκφασισμός των σύγχρονων κοινωνιών. Είναι η ακραία αποξένωση που τόσο φυσικά έχει επέλθει. Είναι το βαθύ αίσθημα μοναξιάς των σύγχρονων ανθρώπων.

Είναι η τοξικότητα του καθημερινού δημοσίου διαλόγου, που έχει απομακρύνει και έχει αποξενώσει πλήρως το πιο υγιές, το πιο καλλιεργημένο και το πιο ποιοτικό “ανθρώπινο δυναμικό” της χώρας μας. Είναι όλα αυτά και πολλά άλλα. Είναι ο έκδηλος αυταρχισμός και ολοκληρωτισμός της κυρίαρχης οικονομικής, πολιτικής και δημοσιογραφικής ολιγαρχίας του τόπου, όπως και διεθνώς, που με αφορμή (ή μήπως με άλλοθι;) την πανδημία του κορονοϊού, επέλεξε συνειδητά να επιβάλει έναν σκοταδιστικό Μεσαίωνα σε όλα τα επί μέρους επίπεδα, οδηγώντας έτσι στο περιθώριο, την ανέχεια και την κατάθλιψη το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινωνίας.

Πάντοτε στα πλαίσια των αυστηρά νεοφιλελεύθερων αρχών της. Μιλάμε φυσικά για μία εκλογικά “νομιμοποιημένη” εξουσία, η οποία επέλεξε να αυτοδιαφημιστεί συστηματικά στα (ελεγχόμενα από αυτήν) ΜΜΕ επιβάλλοντας μονομερώς το  –εν πολλοίς διάτρητο– αφήγημά της, μέσω μιας πρωτοφανούς, “αιμοσταγούς” και “τρομολάγνας” μιντιακής προπαγάνδας και ημι-ενημέρωσης, στα όρια του… Νεογκεμπελισμού.

Αδιαφορώντας επί της ουσίας για τις σημαντικές ψυχολογικές, κοινωνικές και οικονομικές παρενέργειες που προκάλεσε και συνεχίζει να προκαλεί σε τόσους ανθρώπους η ανεπαρκής (έως και εγκληματική) πολιτική διαχείριση της πανδημίας. Για να μην θυμηθούμε φυσικά τις καταστροφικές συνέπειες που προκάλεσαν επί πέντε ολόκληρα χρόνια (2010-2015), στην Ελλάδα και στον ελληνικό λαό, με την εφαρμογή των πρώτων δύο Μνημονίων, σε συνεργασία πάντοτε με το “φιλελληνικό” ΔΝΤ και τις λοιπές “δημοκρατικές” δυνάμεις της χώρας.

Αναγκαιότητα της εποχής μας

Είναι η υποκρισία και η εμφανής αισθητική, ηθική και κοινωνικοπολιτική ανεπάρκεια της αντιπολίτευσης, που εξαιτίας της παταγώδους –και εν πολλοίς ασυγχώρητης– αποτυχίας διακυβέρνησης της χώρας την τετραετία 2015-2019, όταν στο όνομα της Αριστεράς και της προόδου (και της ελπίδας βεβαίως) άλλα υποσχόταν και άλλα εφάρμοζε, όταν αθετούσε σχεδόν “πραξικοπηματικά” τη λαϊκή ετυμηγορία τον Ιούλιο του 2015, το λησμονημένο πλην όμως ιστορικό “ΟΧΙ” του δημοψηφίσματος.

Όταν εφάρμοζε αντικοινωνικές και αντιλαϊκές πολιτικές, στο όνομα ενός ιδεολογικού εξορθολογισμού και του βίαιου εξαναγκασμού της από την ΕΕ και τους δανειστές, κάμπτοντας ουσιαστικά και τις τελευταίες “αντιμνημονιακές” αντιστάσεις των Ελλήνων πολιτών, και ειδικότερα της μεσαίας και μικρομεσαίας τάξης, όταν υπέγραφε όλα αυτά που προεκλογικά θα… έσκιζε, όταν παραχωρούσε γλώσσα και εθνικότητα/ιθαγένεια στους Σκοπιανούς παραχαράσσοντας έτσι την ιστορική Αλήθεια, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την Ελλάδα σε πιθανές, μελλοντικές… έκρυθμες εθνικά καταστάσεις.

Και όλα αυτά χωρίς να κληθεί ποτέ να απολογηθεί ουσιαστικά και ειλικρινά ενώπιον του ελληνικού λαού, που τόσο κακό –και εν πολλοίς ανεπανόρθωτο– του προκάλεσε. Είναι η ανυπαρξία μίας αξιόπιστης και σύγχρονης Αριστεράς, ενός διευρυμένου παλλαϊκού και πατριωτικού κινήματος δηλαδή, που θα “αναγνώσει” και θα αναθεωρήσει με τρόπο επιστημονικό τα σύγχρονα ιστορικά, κοινωνικοπολιτικά και οικονομικά δεδομένα, θέτοντας στο επίκεντρο της θεώρησής της τον άνθρωπο και την κοινωνία και παρέχοντας στον ελληνικό λαό δύο βασικές υπηρεσίες:

Πρώτον την αποτελεσματική οργάνωση, επιμόρφωση και καθοδήγηση του απλού, αβοήθητου και εξαθλιωμένου κόσμου, που αγανακτισμένος και πολλάκις προδομένος πια, βλέπει απλά να επιβιώνει (αν επιβιώνει) δίχως να ζει, παραμένοντας θεατής και επαίτης των σύγχρονων εξελίξεων. Και δεύτερον την άμεση συνένωση όλων των υγιών δημοκρατικών και προοδευτικών δυνάμεων της χώρας, κάτω από μία ενιαία πολιτική στέγη, απαλλαγμένη και αποδεσμευμένη από ιδεοληψίες και “αμαρτίες” του παρελθόντος, με μοναδικό στόχο τη διακυβέρνηση της χώρας το συντομότερο δυνατόν, ώστε να μπορέσει η ελληνική κοινωνία να “ανασάνει” έστω και λίγο, έστω και για λίγο, αέρα αξιοπρέπειας και δημοκρατίας.

Πρόκειται για μία αναγκαιότητα της εποχής μας, που όσο θα συνεχίζει να μην ικανοποιείται, τόσο το “τέρας” του νεοφασισμού και της ακροδεξιάς θα θρέφεται και θα διογκώνεται κοινωνικά μέσω της ελκυστικής, για αρκετούς, προπαγανδιστικής ρητορικής της ενάντια σε ένα αναξιόπιστο και χρεοκοπημένο πολιτικό σύστημα. Απορροφώντας έτσι κάθε δυναμική οποιασδήποτε κοινωνικής ή εθνικής αντίστασης.

 Μην ξεχνάτε τους ποιητές μας! 

Έτσι παίζεται –ή καλύτερα, έτσι θα έπρεπε να παίζεται– το παιχνίδι της αληθινής Δημοκρατίας. Με αυτό το σκεπτικό. Με αυτήν την ψυχή. Με αυτούς τους όρους. Με αυτό το στυλ. Όλα τα άλλα, όσο και αν η εντεταλμένη μιντιακή προπαγάνδα πασχίζει καθημερινά να καθαγιάσει ή να επιβάλει, αποτελούν απλά το άλλοθι για τις επερχόμενες, σύγχρονες κτηνωδίες που ο 21ος αιώνας κυοφορεί.

Όσο ουτοπικό και να φαντάζει σήμερα, μόνο μία ριζική, συθέμελη (αλλά και συγχρόνως έντιμη) κριτική και αναθεώρηση της επίσημης Ιστορίας, και των εξ αυτής παγιωμένων “βεβαιοτήτων” και “συμβόλων”, στο σύνολό της, θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο για μία αληθινή αλλαγή στον 21ο αιώνα, βαθιά ανθρώπινη και προοδευτική. Όσο δύσκολη και αν φαντάζει σήμερα η προοπτική αυτή. Όλα τ’ άλλα αποτελούν, δυστυχώς, την αέναη διαιώνιση της βαρβαρότητας του επίγειου πολιτισμού μας.

Κλείνοντας, μία θερμή παράκληση προς όλους: μην ξεχνάτε τους ποιητές μας! Να τους διαβάζετε και να τους κατανοείτε! Τον Κάλβο, τον Σολωμό, τον Καβάφη, τον Παλαμά, τον Σεφέρη, τον Ελύτη, τον Ρίτσο, όπως και τόσους άλλους. Κατά έναν τρόπο, είναι οι μοναδικοί σύγχρονοι που τόλμησαν και βούτηξαν στα βαθιά και ορμητικά νερά της ανίχνευσης, της αναμόχλευσης και της ποιητικής καταγραφής της κοσμικής αλήθειας και ομορφιάς.

Είναι πολύτιμη η κληρονομιά τους. Όπως βεβαίως και τον γενναίο Κώστα Καρυωτάκη, ο οποίος λίγο πριν “αποχωρήσει” οριστικά, τόλμησε και …«έψαλλε τους οργασμούς της γης και όλους τους έρωτας των άστρων, ακούων με φρίκην από υψηλά τους στόνους και τας οιμωγάς της Οικουμένης», κατά τον Ανδρέα Εμπειρίκο. Κάνοντας έτσι μια μεγάλη βουτιά στα άδυτα της αβύσσου της ανθρώπινης ύπαρξης. Εξάλλου πιστεύω πως κατά βάθος όλοι συμφωνούμε…

«Θάνατος οι λεροί κι ασήμαντοι δρόμοι
με τα λαμπρά, μεγάλα ονόματά τους...»

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι