Ο Πλάτων “πυροβολεί” τη Realpolitik
08/05/2025
«Πες μου, λοιπόν, Θρασύμαχε, αυτό είναι που εννοούσες με το δίκαιο, το συμφέρον δηλαδή του ισχυροτέρου όπως το κρίνει αυτός ο ίδιος, αδιάφορο αν τον συμφέρει όντως ή όχι;» Αυτή η κρίσιμη ερώτηση αναφορικώς με την οντολογία του συμφέροντος τίθεται από τον Πλάτωνα στο βιβλίο του “Πολιτεία” (340c). Το συμφέρον, όπως το κρίνει ο εκάστοτε δρων, ως πολιτικό υποκείμενο, ή το συμφέρον όπως θα μπορούσε να προσδιοριστεί και να γίνει κατανοητό με αντικειμενικούς όρους, στο πλαίσιο μιας φιλοσοφικώς αυστηρής σκέψης;
Αυτή η πολιτικώς κρίσιμη οντολογική ερώτηση, που έθεσε ο Πλάτων, έχει αποσιωπηθεί και παρακαμφθεί από τον Θουκυδίδη, τον Δημοσθένη, τον Niccolò Machiavelli, και τους λεγομένους πολιτικούς ρεαλιστές του εικοστού αιώνα. Οι Αθηναίοι του Θουκυδίδη κατέστρεψαν τους Μηλίους στο όνομα και για χάρη της πολιτικής ισχύος (power politics), αλλά, τελικώς, παρά την κυνική πίστη τους στην “πολιτική ισχύος”, ή μάλλον εξ αιτίας αυτής, οι Αθηναίοι διέπραξαν σφάλμα καταστρέφοντας τους Μηλίους. Το γεγονός ότι δεν σκέφθηκαν βαθιά για το ζήτημα της οντολογίας του συμφέροντος κόστισε στους Αθηναίους ακόμα και σε πρακτικό, στρατιωτικό και πολιτικό επίπεδο.
Οι Μήλιοι προειδοποίησαν τους Αθηναίους ότι, με αυτή την πολιτική, θα κάνουν εχθρούς όχι μόνο τους συμμάχους/υποτελείς τους, αλλά και αυτούς που ήταν ουδέτεροι και δεν σκέπτονταν με αυτόν τον τρόπο. Η κυνική και αλαζονική απάντηση των Αθηναίων ήταν ότι η απέχθεια των συμμάχων/υποτελών τους απλώς θα καταδείξει τη δύναμή τους. Αυτή η επίδειξη “ύβρεως” από τους Αθηναίους οδήγησε στην καταστροφή, καθώς, λίγα έτη αργότερα, οι Αθηναίοι (με αυτή τη νοοτροπία και ως διαφθορείς του διεθνούς πολιτικού συστήματος) καταστράφηκαν στη Σικελία.
Παρομοίως, στον “Πρώτο Ολυνθιακό Λόγο” του, ο Δημοσθένης υποστήριξε ότι ο πολιτικός πρέπει να είναι πραγματιστής και να λαμβάνει αποφάσεις αντί να συνδιαλέγεται, αλλά ο κυνικός πραγματισμός του δεν του εξασφάλισε την ιστορική νίκη εναντίον των αντιπάλων του, αφού ηττήθηκε από τον Φίλιππο Β΄ τον Μακεδόνα. Η λογική της κυνικής Realpolitik του Δημοσθένη δεν τον έσωσε. O Machiavelli, στο βιβλίο του “Ο Ηγεμόνας”, ενστερνίζεται μια πραγματιστική και ωφελιμιστική αντίληψη περί της πολιτικής, και, γι’ αυτόν τον λόγο, αυτό το βιβλίο του είναι προσφιλές στους υποστηρικτές της Realpolitik, στους κυνικούς κερδοσκόπους, στους εθνικιστές, και στους μαφιόζους.
Όμως, σταδιακώς, ο Machiavelli συνειδητοποίησε ότι αυτή η στάση δεν αρκεί για να εξασφαλίσει κάποιος την ιστορική επιτυχία, και, τελικώς, στο βιβλίο του “Διατριβές επί των δέκα πρώτων [βιβλίων] του Τίτου Λίβιου”, μετριάζει και εκλεπτύνει ορισμένους από τους ισχυρισμούς που έχει διατυπώσει στον “Ηγεμόνα” του. Αυτό το βιβλίο, στο οποίο η πολιτική σκέψη του Machiavelli είναι ωριμότερη, συχνά αποσιωπάται ή αγνοείται από τους υποστηρικτές της Realpolitik.
Το “εθνικό συμφέρον” στην Realpolitik
Επιπλέον, στον δέκατο ένατο και στον εικοστό αιώνα, η άσκηση της Realpolitik ως αυτοσκοπού εκ μέρους των Μεγάλων Δυνάμεων του διεθνούς συστήματος παρήγαγε ποικίλες πολιτικές τερατογενέσεις, πολέμους, και πολιτική βία, που συχνά είχαν τραγικές επιπτώσεις σε βάρος των ιδίων των οπαδών και εφαρμοστών της Realpolitik. Η οντολογική ερώτηση του Πλάτωνα είναι αμείλικτη: «αυτό είναι που εννοούσες με το δίκαιο, το συμφέρον δηλαδή του ισχυροτέρου όπως το κρίνει αυτός ο ίδιος, αδιάφορο αν τον συμφέρει όντως ή όχι;».
Ο Θουκυδίδης έθεσε το ζήτημα της πρακτικής εφαρμογής της πολιτικής ισχύος και του συμφέροντος, αλλά ο Πλάτων έθεσε το ζήτημα της οντολογίας του συμφέροντος, δηλαδή προειδοποίησε τους Έλληνες ότι, πριν δοθούν στον αγώνα για τη διεκδίκηση του συμφέροντός τους, πρέπει να έχουν κατανοήσει ποιο είναι το πραγματικό συμφέρον τους, και αυτή η κατανόηση είναι μια φιλοσοφική, όχι πολιτική, εργασία.
Πριν υποστηρίξουμε την πολιτική του “εθνικού συμφέροντος”, πρέπει να ορίσουμε ποιο και γιατί (πρέπει να) είναι το συμφέρον. Πριν υποστηρίξουμε μια “τάξη πραγμάτων”, πρέπει να ορίσουμε τα κριτήρια της μετάβασης από την “αταξία” στην “τάξη”, και, συγκεκριμένα, τους κανόνες (δηλαδή τη “δομή”) που (πρέπει να) διέπουν τις σχέσεις μεταξύ των μελών του συστήματος. Διαφορετικά, κάνουμε προπαγάνδα (“ψυχολογικές επιχειρήσεις”), παίζουμε πόλεμο σαν τα μικρά αγοράκια (απλώς με πολύ πιο επικίνδυνα όπλα), ή διατυπώνουμε πολιτικές ανοησίες υπό την πιο αυθεντική έννοια του όρου “α-νοησία”.
Ο Stanley Hoffmann, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Harvard University, έχει επικρίνει τον υπεραπλουστευτικό τρόπο με τον οποίο οι οπαδοί του λεγομένου “πολιτικού ρεαλισμού” αντιλαμβάνονται και χρησιμοποιούν τον όρο “εθνικό συμφέρον”. Συγκεκριμένα, ο Hoffmann έχει τονίσει τον παράγοντα της πολυπλοκότητας στον προσδιορισμό του “εθνικού συμφέροντος”, γράφοντας τα εξής: «…η σύλληψη ενός αντικειμενικού και ευκόλως αναγνωρίσιμου εθνικού συμφέροντος…αποτελεί μια σύλληψη η οποία έχει σημασία μόνο σε μια ευσταθή περίοδο κατά την οποία εκείνοι που λαμβάνουν μέρος παίζουν με περιορισμένους σκοπούς, με περιορισμένα μέσα και χωρίς εγχώριους αυτόκλητους συμβούλους που αναστατώνουν τις κινήσεις των παικτών…
»Σήμερα, ωστόσο, η επιβίωση σχεδόν πάντοτε βρίσκεται υπό διακύβευση, και τεχνολογικά άλματα έχουν ανατρέψει την ιεραρχία των σταθερών παραγόντων…Σε τέτοιες συνθήκες, οι ερμηνείες του εθνικού καθίστανται σχεδόν πλήρως υποκειμενικές και είναι σχεδόν αδύνατο να αξιολογηθεί το σχετικό βάρος των “αντικειμενικών” παραγόντων» (πηγή: Stanley Hoffmann, “Contemporary Theory of International Relations”, Englewood Cliffs, NJ: Prentice- Hall, 1960, σελ. 33).