ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ

Κίσινγκερ: Ο κυνικός μάγος της real politik

Κίσινγκερ: Ο κυνικός μάγος της real politic

Η είδηση του θανάτου του διεθνούς κύρους και απήχησης πολιτειολόγου, συγγραφέα, καθηγητή Διεθνούς Δικαίου και αμφιλεγόμενου πολιτικού Χένρυ Κίσινγκερ (1923-2023), έδωσε την ευκαιρία, ιδιαίτερα στους χρήστες των ελληνικών μέσων κοινωνικής δικτύωσης, να “ξεσπαθώσουν” ιδιαίτερα επικριτικά ενάντια στο “δόλιο”, “εμβληματικό γεράκι” της υπερδύναμης και στην “κατάρα της Κύπρου”.

Στη βάση της καταστροφικής για την Μεγαλόνησο πολιτικής του, ο τότε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Κίσινγκερ έχει καταχωρηθεί, σχεδόν ομόθυμα, στη συνείδηση των Ελλήνων, σαν “η προσωποποίηση του κακού”, θρονιασμένος δίπλα στον επίσης “ανθέλληνα” και απολογητή του ισορροπισμού Κλέμενς φον Μέτερνιχ, ενός από τους βασικούς αρχιτέκτονες της ευρωπαϊκής τάξης πραγμάτων, μετά τον Ναπολέοντα.

Ως προς αυτό, αρκεί να διαβάσει κανείς τον “Φάκελο Κίσινγκερ” (“The Trial of Henry Kissinger”), ένα “ειδικό βιβλίο” του Αμερικανοβρετανού δημοσιογράφου Κρίστοφερ Χίτσενς, βασισμένο κυρίως σε έγγραφα της αμερικανικής κυβέρνησης, για να έχει μια αρκετά σαφή εικόνα των “εγκλημάτων” του Κίσινγκερ διεθνώς. Το βιβλίο, που εκδόθηκε το 2001 και αποτέλεσε το βασικό υλικό για το ντοκιμαντέρ “Accused: Henry Kissinger” (2002), πραγματεύεται εγκλήματα πολέμου και σημαντικές παράνομες “μυστικές επιχειρήσεις”, για τις οποίες υπεύθυνος – ή εν μέρει υπεύθυνος – θεωρείται ο Χένρυ Κίσινγκερ, ως πρώην σύμβουλος ασφαλείας του προέδρου των ΗΠΑ Νίξον και κατόπιν υπουργός Εξωτερικών στις κυβερνήσεις Νίξον και Φορντ, στο διάστημα από το 1968 έως το 1977.

Εν είδη δικαστικού κατήγορου, ο Χίτσενς προσάπτει στον Κίσινγκερ εγκλήματα στο Βιετνάμ, στη Καμπότζη, στο Μπαγκλαντές, στη Χιλή του Αλιέντε, στην Κύπρο του Μακαρίου και στο Ανατολικό Τιμόρ. Ο μακρύς κατάλογος των αδικημάτων περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, βασανιστήρια, απαγωγές, παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου, συνωμοσία για φόνο και συστηματική εξαφάνιση ανθρώπων (Desaparecidos στη Νότια Αμερική). Προφανής στόχος του συγγραφέα ήταν να αποδειχτεί η νομική και πολιτική ευθύνη του Κίσινγκερ για μια σειρά εγκλημάτων και κατάχρηση εξουσίας.

Βέβαια, μαζί με τα παραπάνω, δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι ο Κίσινγκερ ήταν, μεταξύ άλλων, και ο αρχιτέκτονας του ανοίγματος της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ προς την απομονωμένη για πολλά χρόνια Κίνα, ότι είχε καθοριστική συμμετοχή στην κατάπαυση πυρός κατά την διάρκεια του πολέμου του Γιομ Κιπούρ (1973) και την προσέγγιση Αράβων και Ισραηλινών που ακολούθησε, και παρότι αρχικά ήταν υπέρ της εντατικοποίησης του πολέμου στο Βιετνάμ, τελικά διαπραγματεύτηκε με τους Βορειοβιετναμέζους τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός και εν τέλει την “επαίσχυντη” αμερικανική υποχώρηση, γεγονός που ήταν ο λόγος που του απονεμήθηκε το Νόμπελ Ειρήνης. Γι’ αυτό, δεν είναι λίγοι όσοι υποστηρίζουν ότι πριν, αλλά και μετά τον Κίσινγκερ, κανένας άλλος ένοικος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν είχε τόσο καθοριστική επιρροή στην αμερικανική εξωτερική πολιτική, όσο ο “κυνικός” Γερμανοαμερικανός Χένρυ Άλφρεντ Κίσινγκερ.

Δύο διαμετρικά αντίθετες προσεγγίσεις

Ανατρέχοντας τον 100ετή βίο του δεν χωρά αμφιβολία ότι ο Χένρυ Κίσινγκερ υπήρξε μια πολυσχιδής, αμφιλεγόμενη έως αντιφατική, ενίοτε στα όρια του κυνισμού, όμως άκρως ενδιαφέρουσα έως και συναρπαστική, σύμφωνα με την ελβετική ΝΖΖ, προσωπικότητα. Κι αυτό γίνεται αμέσως αντιληπτό αντιπαραθέτοντας τις απόψεις δύο ανθρώπων που τον γνώριζαν προσωπικά.

Για τον πολιτικό επιστήμονα Στάνλεϊ Χόφμαν, γνώριμο του Κίσινγκερ από την εποχή του Χάρβαρντ, ο πολιτικός Κίσινγκερ ήταν ένας “μακιαβελικός” που θεωρούσε «την σκληρότητα και την εξαπάτηση σε βάρος των ξένων και εσωτερικών εχθρών» ως απαραίτητα στοιχεία ρεαλισμού για τη διατήρηση της ευημερίας και της ασφάλειας των ΗΠΑ, ιδιαίτερα στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, όταν το αντίπαλο δέος, η Σοβιετική Ένωση, έδειχνε να κερδίζει έδαφος στην παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα. Στο πλαίσιο αυτό υπήρξαν πολλοί αναλυτές που θεωρούσαν ότι ο Κίσινγκερ είχε ως πρότυπα κορυφαία ιστορικά πρόσωπα του σκληρού και “βίαιου ρεαλισμού”, όπως ο Μέττερνιχ ή ο Βίσμαρκ, με τους οποίους μάλιστα είχε ασχοληθεί επισταμένως.

Αντίθετα, ένας από τους βιογράφους του Κίσινγκερ, ο ιστορικός Νηλ Φέργκισον, ισχυρίζεται ότι ο Κίσινγκερ ήταν λιγότερο ρεαλιστής πολιτικός και περισσότερο ιδεαλιστής, που γνώριζε καλά, ως πρόσφυγας από τη ναζιστική Γερμανία το 1938, ότι πολιτικές κατευνασμού, όπως αυτή των Νέβιλ Τσάμπερλεϊν και Στάνλεϊ Μπάλντουιν, που ωστόσο θεωρούσαν την πολιτική τους “σκληρή ρεαλιστική”, είναι καταδικαστέες καθώς δεν επέφεραν τελικά την ανάσχεση της ναζιστικής λαίλαπας.

Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί, σύμφωνα με τους βιογράφους του, ότι η σκέψη του Κίσινγκερ καθορίστηκε αφενός από την ιδεαλιστική καντιανή ιστορία της φιλοσοφίας, και αφετέρου από την “απαισιόδοξη κοσμοθεωρία” του Γερμανού ιστορικού και φιλόσοφου Όσβαλντ Σπένγκλερ (βλ. “Η παρακμή της Δύσης”, 1918), χωρίς όμως να συγκαταλέγεται ο ίδιος στους “πολιτισμικούς πεσιμιστές της γενιάς του. Επίσης, δεν είναι καθόλου τυχαίο που ο “παλιάς κοπής” συντηρητικός άνθρωπος Κίσινγκερ είχε απορρίψει τόσο τον ιστορικό υλισμό του Μαρξισμού-Λενινισμού όσο και τον οικονομικό ντετερμινισμό του καπιταλισμού, αμφισβητώντας παράλληλα και την ύπαρξη ορθολογικών στοιχείων στην πολιτική και την ιστορία.

Παράλληλα, ο Κίσινγκερ, ως βαθύς γνώστης της ιστορίας, ιδιαίτερα της ευρωπαϊκής, με υψηλού επιπέδου συγγραφικές επιδόσεις σε διπλωματικά ζητήματα και ιστορικά θέματα και ένας εκ πεποιθήσεως σκεπτικιστής, με την «ψυχή ενός πρόσφυγα» (Σλέσσιγκερ), γνώριζε ότι κανένα σπουδαίο πολιτικό επίτευγμα δεν είναι εξ ορισμού μακράς διάρκειας, ούτε πίστευε στην ύπαρξη ενός ακαταμάχητου αντίδοτου στην πολιτική αποτυχία. Το έζησε άλλωστε και ο ίδιος όταν είδε να καταρρέει η πολιτική του «structure of peace».

Ρεαλιστής κατά τρόπο κυνικό

Σε όλα τα παραπάνω πρέπει να προστεθεί όμως και το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι σε προσωπικό επίπεδο ο Κίσινγκερ διακατέχονταν από υψηλό βαθμό φιλοδοξίας, ακλόνητης στοχοπροσήλωσης και έδειχνε συχνά μια ισχυρή τάση για δημόσια αναγνώριση. Προφανώς, στην περίπτωσή του ισχύει και η παρατήρηση του ινδάλματός του Όττο φον Βίσμαρκ: «Ο πατριωτισμός είναι μόνο για λίγους ηγέτες το αποφασιστικό κίνητρο των πράξεών τους. Πολύ συχνότερα είναι η φιλοδοξία, η επιθυμία να διατάζεις, να σε θαυμάζουν και να είσαι διάσημος».

Δεν κομίζει κανείς Γλαύκα εις Αθήνας αν ισχυριστεί ότι ο Κίσινγκερ εξακολουθεί ν΄ αποτελεί και σήμερα ένα πρόσωπο που δέχεται ακόμη μεγάλη κριτική από διάφορες πλευρές. Η σταθερή απάντηση στους επικριτές του για κατάχρηση εξουσίας εκ μέρος του, όπως αυτή το 1988 από τον Αργεντινό νομπελίστα Adolfo Perez Esquivel, ήταν πως «είναι εύκολο για τους “Σταυροφόρους των ανθρωπίνων δικαιωμάτων” και τους ακτιβιστές υπέρ της ειρήνης να επιμένουν σ΄ έναν τέλειο κόσμο. Όμως ο πολιτικός, που πρέπει να αντιπαρατεθεί με την πραγματικότητα, μαθαίνει να επιδιώκει μάλλον το καλύτερο δυνατό από το καλύτερο που μπορεί κάποιος να φανταστεί. Εκείνοι που πράγματι έχουν ευθύνη για την ειρήνη δεν θα μπορούσαν να το κατορθώσουν με καθαρό ιδεαλισμό – διαφορετικά από αυτούς του περιθωρίου. Αυτοί θα πρέπει να έχουν το θάρρος να έρχονται αντιμέτωποι με αμφισημίες και συμβιβασμούς. Καμιά πλευρά δεν έχει μονοπώλιο στην ηθική». Πάντως, ο Κίσινγκερ, πιστός στο “πνεύμα του πολιτικού ρεαλισμού”, ήταν ένας από τους πρώτους που θεωρούσε ότι η περίφημη «παγκοσμιοποίηση είναι μόνο μια άλλη λέξη για την ηγεμονία των ΗΠΑ».

Σίγουρα, στη μνήμη των επόμενων γενεών, ο αμφιλεγόμενος πολιτικός Κίσινγκερ δεν θα μείνει μόνο για το τόσο αμφισβητούμενο Νόμπελ ειρήνης που πήρε, για την καθοριστική συμβολή του στη λήξη του πολέμου στο Βιετνάμ, αλλά και για το συγγραφικό του έργο – καθότι συνδιαμορφωτής, μαζί με τους Μοργκεντάου και Κένναν, του μεταπολεμικού “πολιτικού ρεαλισμού”. Δεν ήταν όμως μόνο αυτό. Λίγο πριν το τέλος ενός αιώνα βίου ο συγγραφέας Κίσινγκερ εντρυφούσε με φιλοσοφική διάθεση σε νέα μονοπάτια της ανθρώπινης μοίρας και φύσης συγγράφοντας βιβλίο για την τεχνητή νοημοσύνη, επισημαίνοντας, με εφηβικό ζήλο, τα συν και τα πλην στη νέα πορεία ενός κόσμου όπου οι τύχες της ανθρωπότητας δεν θα εξαρτώνται μόνο από τον άνθρωπο, είτε ρεαλιστή είτε ιδεαλιστή.

ΥΓ: Κίσινγκερ και Ουκρανία

Ενδιαφέρον όμως παρουσιάζουν και οι θέσεις του “μακιαβελικού” Κίσινγκερ, σχετικά με τον “ευρωπαϊκό” πόλεμο στην Ουκρανία. Προηγουμένως, να σημειωθεί ότι ήδη από το 2014 ο Κίσινγκερ προειδοποιούσε γι’ όσα τραγικά συμβαίνουν σήμερα στην Ουκρανία. Τον Μάιο του 2022, κι ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία βρισκόταν ήδη στον τρίτο μήνα, ο 99χρονος τότε, αλλά πανθομολογουμένως διαυγής στην σκέψη, Χένρυ Κίσινγκερ, μιλώντας στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία υποστήριξε την ανάγκη μιας διπλωματικής συμφωνίας που θα αποκαθιστούσε το status quo ante bellum. Μια άποψη που θεωρήθηκε φιλορωσική, καθώς με τον τρόπο αυτό η Κριμαία και τα κατεχόμενα από τη Ρωσία ουκρανικά εδάφη του Ντομπάς θα περιέρχονταν στη Ρωσία.

Όσο για τους Ουκρανούς, ο Κίσινγκερ τους προέτρεψε να «ξεπεράσουν με σοφία τον ηρωισμό που έδειξαν» και υποστήριξε πως η συνέχιση του πολέμου πέρα από αυτούς τους στόχους «δεν θα γίνονταν για την ελευθερία της Ουκρανίας, αλλά για έναν νέο πόλεμο με την ίδια τη Ρωσία». Όπως και συμβαίνει σήμερα.

Οι προτάσεις του Κίσινγκερ απορρίφτηκαν άμεσα από τον πρόεδρο της Ουκρανίας Ζελένσκι, ο οποίος διακήρυξε ότι ο ίδιος δεν θα συμφωνούσε σε ειρήνη έως ότου η Ρωσία αποδεχτεί να επιστρέψει στην Ουκρανία την Κριμαία και την περιοχή του Ντονμπάς. Παρομοίασε μάλιστα τη θέση αυτή του Κίσινγκερ με αυτήν του Χίτλερ, σχετικά με την Τσεχοσλοβακία, η οποία μετά την Διάσκεψη του Μονάχου το 1938 έπρεπε να παραδώσει δικά της εδάφη στην ναζιστική Γερμανία. Ακολούθως, τον Ιανουάριο του 2023, λίγο πριν κλείσει ένας χρόνος πολέμου, παρατηρήθηκε μια μετατόπιση των προηγούμενων θέσεων του Κίσινγκερ, όταν ξεκαθάρισε ότι η Δύση θα έπρεπε να βοηθήσει την Ουκρανία για να αποκαταστήσει το κράτος του 2021, πριν την κλιμάκωση του πολέμου. Παράλληλα διευκρίνισε ότι το ΝΑΤΟ έπρεπε να δεχτεί την Ουκρανία.

Τον Μάιο του 2023, ο Κίσινγκερ προχώρησε ακόμα περισσότερο, δηλώνοντας ότι, η ρωσική επίθεση «πρέπει να αποκρουστεί» και ότι ο ίδιος επικροτεί την αντίσταση της Ουκρανίας και της Δύσης. Ωστόσο, ο ίδιος συνεχίζει να πιστεύει ότι «δεν θα ήταν σοφό να συνδεθεί η ένταξη όλων των χωρών του πρώην Ανατολικού Μπλοκ στο ΝΑΤΟ με την πρόσκληση προς την Ουκρανία να ενταχθεί επίσης στο ΝΑΤΟ». Εν τω μεταξύ, ο ίδιος ήταν πλέον υπέρ της αποδοχής της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ μετά το τέλος του πολέμου, καθώς με την νέα κατάσταση «δεν υπάρχουν πλέον ουδέτερες ζώνες μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας». Επιπλέον, κατέκρινε το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για το ένταλμα σύλληψης κατά του Πούτιν θεωρώντας ότι θα ήταν «αδύνατο ή πολύ δύσκολο να περιοριστεί ένας πόλεμος εάν η έκβασή του συνδέεται με την προσωπική μοίρα ενός πολιτικού ηγέτη».

Ο χρόνος θα δείξει αν και πάλι θα φανεί ακριβής στις προβλέψεις του.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι