ΑΠΟΨΗ

Το ψυχολογικό υπόβαθρο του “δεν θα μπορούσε να είχε γίνει διαφορετικά”

Το ψυχολογικό υπόβαθρο του “δεν θα μπορούσε να είχε γίνει διαφορετικά”

Η αιφνίδια παρουσίαση διαφόρων γεγονότων που αφορούν στην καθημερινή ζωή των πολιτών, όπως αυτό της πανδημίας, ή της “ξαφνικής” εμφάνισης πυρκαγιών και πλημμυρών, προβάλλεται σαν αναπόφευκτο γεγονός. Δηλαδή, κατά την εκδήλωση αυτών των καταστροφών έχουμε την διαβεβαίωση από τους αρμόδιους κρατικούς φορείς ότι αντιμετωπίστηκαν με τον “καλύτερο δυνατό τρόπο” και στο πλαίσιο των συνθηκών στα οποίο αυτά συνέβησαν. Δεν θα μπορούσε δηλαδή να γίνει διαφορετικά. 

Κύριο ζητούμενο, στην εκδήλωση ενός μεγάλης έκτασης καταστροφικού συμβάντος, είναι πρωτίστως, η προσπάθεια διάσωσης της ζωής των όντων και κατά επέκταση η διατήρηση της επιβίωσης. Αυτό συμβαίνει γιατί η εμπειρία της αποδοχής και άσχετα πόσο σκληρή μπορεί να μας φαίνεται μια πραγματικότητα, παραμένει ο μόνος τρόπος, με τον οποίον μπορούμε να επιτρέψουμε στους εαυτούς μας να θεωρήσει πως μπορεί μεταβεί στην ομαλότητα.

Η αντίληψη πως μία κατάσταση δεν θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί διαφορετικά αντιπροσωπεύει μία βαθιά ψυχική διαδικασία από μόνη της. Δηλαδή, είναι μία διαδικασία στην οποία ο άνθρωπος είναι αναγκασμένος να υπακούσει. Έτσι, το άτομο μπορεί να εξιλεώνει τον εαυτό του από τις συνέπειες των αποφάσεων που αντιμετωπίζει. Αυτό σημαίνει, πως ένα ξαφνικό γεγονός ύψιστης σημασίας που μπορεί να εκδηλωθεί απρόσμενα, τις περισσότερες φορές αντιμετωπίζεται με δεδομένη την δήθεν σπανιότητά του. Με αυτή τη λογική θεωρούμε πως είναι πολύ πιθανό να μην επαναληφθεί στο άμεσο μέλλον!

Στο χρονικό πλαίσιο που συντελείται ένα γεγονός, δηλαδή (α) μεταξύ της πραγμάτωσης του ως “γεγονός” και (β) του χρόνου της δικής μας αναπροσαρμογής σε αυτό, περιέχεται σε μια διαδικασία που σηματοδοτεί ενδιάμεσες, αλλεπάλληλες διεργασίες στην σκέψη μας, οι οποίες σταδιακά επιτρέπουν την ωρίμανση αυτής της αποδοχής. Έτσι, το άτομο περιορίζει την ανάγκη να συλλέξει πληροφορίες προς απάντηση ερωτημάτων του για χάρη της αναγκαιότητας, της αναπροσαρμογής. Είναι αυτή η ανάγκη τής αναπροσαρμογής που λειτουργεί με τόσο άμεσο τρόπο, ώστε να μην μπορεί να υπάρχει η ευκαιρία για αναζήτηση “άλλων” απαντήσεων και για το αν πραγματικά οι καταστάσεις θα μπορούσαν να έχουν εξελιχθεί διαφορετικά.

Η ανάγκη της εξιλέωσης

Άσχετα από το μεγάλο ψυχικό, οικονομικό, ή άλλο κόστος που μπορεί να υφίσταται ένα άτομο ή πολλά άτομα, ο ανεπιθύμητος ερχομός μίας ξαφνικής πραγματικότητας σηματοδοτεί πως το βίωμα μιας καταστροφικής δραστηριότητας απαιτεί την ανάγκη για αναπροσαρμογή. Αυτό το φαινόμενο πολλές φορές παραμένει απαρατήρητο ως προς την σημασία του στην κοινωνία μας σήμερα. Το βέβαιο είναι, όμως, πως η έννοια της αποδοχής παρουσιάζεται “έτσι” ώστε η ανάγκη της αναπροσαρμογής να είναι τόσο ορμητική για να έχει την μέγιστη προτεραιότητα σε σύγκριση με οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να κλονίσει την σημασία της.

Αυτή η διαδικασία όχι μόνο δίνει την εντύπωση στον άνθρωπο πως τον/τη εξιλεώνει η θαρραλέα αποδοχή, αλλά και οδηγείται μάλιστα προς την συμφιλίωση με όλους τους σημαντικούς παράγοντες που ίσως να είναι υπεύθυνοι για το αιφνίδιο συμβάν. Αυτό σημαίνει πως μία τέτοια διαδικασία εξιλεώνει τα αρμόδια άτομα από τις ευθύνες που θα μπορούσαν να είχαν. Αυτό συμβαίνει γιατί παραμερίζει το πλαίσιο του προβληματισμού ως προς τις εναλλακτικές που θα μπορούσαν να υπάρχουν.

Η σημαντική αυτή προσπάθεια, ώστε να φτάσουμε σε εκείνο το προσωπικό και επαρκές πλαίσιο αναπροσαρμογής, είναι η διαδικασία της προσωπικής εξιλέωσης. Δηλαδή, είναι μία ζωτική διαδικασία που αντιπροσωπεύει πολύ περισσότερα από μία ανούσια κατάσταση από αυθαίρετες ερμηνείες. Στην πραγματικότητα, το ζωτικό μέρος αυτής της αξιολόγησης πάλλεται, γιατί αφορά στην δημιουργία μιας ουσιαστικής και συγκροτημένης αντίληψης. Δηλαδή, κατά πόσο το άτομο μπορεί να έχει πραγματικά τον έλεγχο διαχείρισης ενός ξαφνικού καταστροφικού φαινομένου, αλλά και της απόδοσης ευθυνών.

“Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά”

Το άτομο, ως νοήμον ον και με την πληθωρικότητα τής ύπαρξης του, διακαώς αναζητά την αναπροσαρμογή. Όμως την ίδια στιγμή αναζητά και την επίλυση υπαρξιακών προβλημάτων που αποτελούν μία σημαντική προϋπόθεση για την ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας. Δηλαδή την εύρεση μίας αληθινής κατανόησης. Με πιο απλά λόγια, η πράξη της “αποδοχής” σηματοδοτεί την πραγματικότητα ενός γεγονότος, αλλά και την επιβολή μιας αντίληψης. Είναι εκείνη η κρίσιμη στιγμή της αποδοχής όταν το άτομο έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με τους περιορισμούς που αφορούν στην έλλειψη ελέγχου του. Είναι η φευγαλέα ανάγκη της αποδοχής μιας κατάστασης για χάρη της επίτευξης αναπροσαρμογής που στην ουσία σηματοδοτεί την ίδια την “αποδοχή” ως μία αυτούσια διαδικασία εξιλέωσης.

Αυτό σημαίνει πως η αποδοχή για το πως “δεν θα μπορούσε να είχε γίνει διαφορετικά” λειτουργεί καταλυτικά στην ψυχή του ανθρώπου. Δηλαδή, ως προς την επίτευξης της συμφιλίωσής μας με μια πραγματικότητας που δεν μπορεί να υφίσταται “κλονισμένη” για όλα αυτά που αντιπροσωπεύει. Ακόμη περισσότερο μάλιστα, μπορεί και περιορίζει όλες εκείνες τις άλλες εξελίξεις που θα μπορούσαν να είχαν λάβει χώρα.

Είναι μακάβρια η σκέψη το να θεωρήσει κάποιος σήμερα πως η ολοκληρωτική χειραγώγηση ενός λαού γίνεται εφικτή μέσα από αυτή την φιλολογία που με αποφασιστικότητα θέλει να παρουσιάζει την σημασία ενός ξαφνικού αποτελέσματος ως τετελεσμένο. Δυστυχώς, η απουσία ή ο περιορισμός του ατομικού και συλλογικού προβληματισμού οδήγησαν και οδηγούν σε εκείνον τον άλλο χώρο, όπου η αποδοχή παραμένει μονόδρομος. Δηλαδή, παραμένει ως η μόνη αντιπροσωπευτική πραγματικότητα που θα πρέπει να αποδεχτούμε ως “τελική” γιατί έτσι μας παρουσιάζεται…

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι