Άμον Γκετ: Ποιος ήταν ο “χασάπης της Κρακοβίας”
25/02/2022Ο Άμον Λέοπολτ Γκετ γεννήθηκε στην Αυστρία το 1908. Γόνος ρωμαιοκαθολικής, ευκατάστατης οικογένειας ιδιοκτητών εκδοτικού οίκου, εγκατέλειψε στα 17 του το σχολείο εντασσόμενος σε ακραίες, αντισημιτικές ομάδες. Το 1930 εντάχθηκε στο αυστριακό παρακλάδι του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος και κατόπιν στα SS.
Για ένα διάστημα έζησε στη Γερμανία. Μετά την κατάληψη της Αυστρίας από τον Χίτλερ επέστρεψε. Νυμφεύτηκε για δεύτερη φορά. Από τον γάμο αυτό απέκτησε τρία παιδιά εκ των οποίων το ένα πέθανε βρέφος ακόμα. Ο πρώτος του γάμος είχε διαρκέσει ελάχιστους μήνες. Στις 5 Μαρτίου 1940 κλήθηκε να υπηρετήσει στον στρατό, αλλά το απέφυγε με τη συμβολή των SS.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο “σκληρός” Γκετ ουδέποτε πολέμησε. Από τα μέσα του 1941 μέχρι το 1942 υπηρέτησε σε διοικητικές θέσεις στην κατεχόμενη Πολωνία όπου και ενεπλάκη, λογιστικά, με τις δολοφονίες Εβραίων. Το καλοκαίρι του 1942 εντάχθηκε στο τμήμα των SS που ανέλαβε την “Τελική Λύση”. Υπηρέτησε στο τμήμα αυτό έξι μήνες ως υπεύθυνος των μεταφορών Εβραίων στα στρατόπεδα εξόντωσης του Σόμπιμπορ, του Μπέλτσεκ και της Τρεμπλίνκα.
Κατόπιν εντάχθηκε στο υπεύθυνο για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης τμήμα των SS στάλθηκε να δημιουργήσει και να διοικήσει το στρατόπεδο Πλάζτσοφ στην Κρακοβία. Στις 13 Μαρτίου ήταν επικεφαλής της εκκαθάρισης του εβραϊκού γκέτο της Κρακοβίας. Χιλιάδες αθώοι δολοφονήθηκαν, άλλοι στάλθηκαν για εξόντωση και οι υπόλοιποι στάλθηκαν στο νέο στρατόπεδο όπου ο Γκετ, όπως έλεγες στους κρατούμενους, ήταν ο «Θεός».
Συμμετείχε στην εξόντωση των Εβραίων του γκέτο του Ταρνόφ, από τους οποίους 10.000 στάλθηκαν στο Πλαζτσόφ. Ο ίδιος ο Γκετ δολοφόνησε τουλάχιστον 30 γυναίκες και παιδιά, άλλες μαρτυρίες κάνουν λόγο για 90. Επίσης ήταν ο ιθύνων νους πίσω από τις δολοφονίες Εβραίων και Πολωνών στο Σέμπνιε. Για το “έργο” του προήχθη τον Απρίλιο του 1944 σε λοχαγό.
Άμον Γκετ, το ανθρωπόμορφο τέρας
Ο Γκετ ήταν ένας άνθρωπος χωρίς συνείδηση, σαδιστής και ψυχρός εκτελεστής. Πολλές φορές σκότωνε ο ίδιος κρατουμένους που κατά τη γνώμη του δεν εργάζονταν αρκετά γρήγορα από το μπαλκόνι της βίλα όπου ζούσε, σε έναν λοφίσκο με θέα το στρατόπεδο. Επίσης έστειλε όλα τα παιδιά των κρατουμένων στο Άουσβιτς προς εξόντωση. Στο στρατόπεδο, στην ακμή του, υπήρχαν 25.000 κρατούμενοι, που ζούσαν σε άθλιες συνθήκες, υπό τη συνεχή απειλή του θανάτου.
Ο ίδιος είχε εκπαιδεύσει δύο πελώριους σκύλους που είχε, να κομματιάζουν τους κρατούμενους, με διαταγή του. Όταν δε αντιλήφθηκε ότι τα σκυλιά του άρχισαν να συμπαθούν έναν κρατούμενο που είχε καταστήσει υπεύθυνο με τη φροντίδα τους, τον δολοφόνησε και αυτόν. Σε άλλη περίπτωση δολοφόνησε τον Εβραίο κρατούμενο μάγειρά του, διότι του σερβίρισε την σούπα του πολύ ζεστή για τα γούστα του.
Ο ίδιος ζούσε βασιλικά πάντως στη βίλα, έχοντας στη διάθεσή του γυναίκες, ακριβά αυτοκίνητα και άλογα ιππασίας. Επίσης είχε υποχρεώσει κρατούμενους υποδηματοποιούς να του φτιάχνουν ένα χειροποίητο ζευγάρι παπούτσια κάθε εβδομάδα. Σε μια περίπτωση που ένας κρατούμενος δραπέτευσε, σκότωσε τους μισούς κρατούμενους του συνεργείου εργασίας που αυτός ανήκε. Σε παρόμοια περίπτωση σκότωσε έναν στους πέντε κρατουμένους άλλου συνεργείου. Σε γειτονικό του στρατοπέδου λόφο δολοφονήθηκαν τουλάχιστον 8.000 κρατούμενοι.
Και ελαφρύ χέρι…
Ο Γκετ όμως δεν λειτουργούσε έτσι από καθαρά ιδεολογικούς λόγους. Ο ίδιος είχε αποφασίσει να βγάλει και κάτι για τον εαυτό του “κλέβοντας κρατική περιουσία”, δηλαδή τα υπάρχοντα των δολοφονημένων που τα SS θεωρούσαν ως περιούσια τους και “νοικιάζοντας” κρατουμένους σε γερμανικές επιχειρήσεις (μια εκ των οποίων ήταν αυτή του Όσκαρ Σίντλερ). Αποκαλύφθηκε όμως και στις 13 Σεπτεμβρίου διώχθηκε από τη διοίκηση του στρατοπέδου.
Δικάστηκε από δικαστήριο των SS, αλλά λόγω των εξελίξεων στα πολεμικά μέτωπα η εναντίον του δίωξη τελικά έπαυσε. Αντί της φυλακής στάλθηκε στο ψυχιατρείο των SS στο Μπαντ Τελτς, όπου και συνελήφθη από τους Αμερικανούς τον Μάιο του 1945.
Αναγνωρίστηκε όμως από θύματά του και τελικά εκδόθηκε στην Πολωνία όπου δικάστηκε και εκτελέστηκε, με κόπο, στις 13 Σεπτεμβρίου 1946. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι δύο πρώτες προσπάθειες απαγχονισμού του απέτυχαν. Το πτώμα του κάηκε και οι στάχτες του ρίχθηκαν στον ποταμό Βιστούλα.