Η Επανάσταση του 1821 στο Άγιον Όρος

Η Επανάσταση του 1821 στο Άγιον Όρος, Βασίλης Στοϊλόπουλος
AΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΝΑΓΟΣ

Όταν ξέσπασε η Επανάσταση του 1821 στον Ιερό Τόπο του Αγίου Όρους διαβιούσαν εκεί μερικές χιλιάδες Μοναχοί, κάποιοι από τους οποίους είχαν και πολεμική εμπειρία, είτε σαν πρώην Κλέφτες στα βουνά είτε σαν πολεμιστές στη Σερβία και στη Μολδοβλαχία. Ορισμένοι μάλιστα από αυτούς, όπως ο Ηγούμενος της Ι. Μ. Εσφιγμένου Ευθύμιος, ο Χαρτοφύλακας Νικηφόρος ο Ιβηρίτης, ο Ειρηνουπόλεως και Βατοπεδίου Γρηγόριος, ο Ιερισσού και Αγ. Όρους Ιγνάτιος κ.α. είχαν μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία.

Μετά την έναρξη της Επανάστασης στη Μολδοβλαχία, στις 22 Φεβρουαρίου 1821, κατέφτασε στο Άγιο Όρος από την Κωνσταντινούπολη με το μπρίκη «Καλομοίρα» του καπετάν Χατζη-Αντώνη Βισβίζη φορτωμένο με όπλα και πολεμοφόδια ο πλούσιος Σερραίος μεγαλέμπορος και φιλικός – και ένας από τους πιο αγνούς επαναστάτες – Εμμανουήλ Παπάς. Αφού πρώτα πέρασε από τις Μονές Αγίας Λαύρας και Ιβήρων, όπου ήταν και ο φίλος του Νικηφόρος, ο Εμμανουήλ αποφάσισε να μεταβεί στη Μονή Εσφιγμένου, η οποία κατόπιν πρωτοστάτησε στον ξεσηκωμό του Αγίου Όρους, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Χαλκιδικής και του Ολύμπου.

Όταν έγινε γνωστός ο απαγχονισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄, στις 10 Απριλίου, οι Αγιορείτες Μοναχοί ξεπέρασαν πλέον και τον τελευταίο δισταγμό για τη συμμετοχή τους στην Επανάσταση. Στο αρχηγείο του στη Μονή Εσφιγμένου συναντήθηκαν με τον Εμμανουήλ Παπά και οι προκαθήμενοι των Μονών Λαύρας, Βατοπεδίου, Ιβήρων και Χαλανδρίου όπου και τον εξέλεξαν αρχιστράτηγο της Μακεδονίας με βασικό στόχο την κατάληψη της Θεσσαλονίκης.

Στις 22 Απριλίου μια τουρκική φρεγάδα πυρπολήθηκε από Υδραίους κάτω από τη Μονή Ξηροποτάμου, γεγονός που οδήγησε τους Οθωμανούς ν΄ αποφασίσουν την αποστολή στο Άγιο Όρος, για πρώτη φορά, 600 στρατιωτών. Ήδη όμως πολλά χωριά στην περιοχή της Θεσσαλονίκης είχαν ερημωθεί, ενώ 80 περίπου Μοναχοί και οικονόμοι που βρίσκονταν στη Θεσσαλονίκη φυλακίσθηκαν, βασανίσθηκαν και κατόπιν φονεύτηκαν. Στην παρακείμενη Ιερισσό και στην Παζαρούδα θανατώθηκαν πολλοί Χριστιανοί, όπως και όλοι – πλην ενός – φυλακισμένοι εθνομάρτυρες Αγιορείτες, αφού προηγουμένως βασανίσθηκαν άγρια. Στα μέσα Μαΐου επαναστάτησε ο Πολύγυρος κι εξουδετερώθηκαν οι Οθωμανοί διοικητές της πόλης.

Στις 23 Μαΐου του 1821 σε πανηγυρική δοξολογία στο Πρωτάτο και μετά από σύναξη όλων των Μοναχών στην Μονή Κουτλουμουσίου κηρύχθηκε επίσημα η Επανάσταση στο Άγιο Όρος, με τη στήριξη 1.500 οπλισμένων Μοναχών, σε σύνολο 4.000 μαχητών. Εκτός όμως από τους Μοναχούς- στρατιώτες και για όσο καιρό παρέμεινε ζωντανή η επανάσταση στη Χαλκιδική οι μονές του Αγίου Όρους πρόσφεραν κανόνια και μπαρούτι στους επαναστάτες.

Μετά από κάποιες επιτυχίες στην Ιερισσό, η πρώτη σημαντική μάχη, στις 15 Ιουνίου του 1821 στα στενά της Ρεντίνας στο Στρυμωνικό Κόλπο, με στόχο να παρεμποδιστεί ο τουρκικός στρατός υπό τον Μεχμέτ Μπαϊράμ πασά που ερχόταν από τη Δράμα με προορισμό την Νότια Ελλάδα, δεν είχε ευνοϊκή έκβαση. Οι σχετικά πολύ μικρές δυνάμεις των επαναστατών υπό τον άγιο Μαρωνείας Κωνστάντιο διασκορπίστηκαν από το πολυάριθμο οθωμανικό ιππικό προς την χερσόνησο της Κασσάνδρας.

Εκεί, στα Στενά της Ποτίδαιας, οι ελληνικές δυνάμεις ανασυντάχθηκαν και συγκράτησαν με επιτυχία μέχρι το φθινόπωρο τον Μπαϊράμ Πασά, ο οποίος όμως κατάσφαζε τον άμαχο πληθυσμό της περιοχής, καταστρέφοντας 42 οικισμούς. Προκειμένου ν΄ αποφύγουν τη σφαγή από τους Τούρκους, περίπου πέντε χιλιάδες γυναικόπαιδα από τα χωριά που είχαν κάψει οι Τούρκοι κατέφυγαν για πρώτη φορά στο «άβατο» του Αγίου Όρους, όμως πολλά από αυτά πέθαναν από επιδημίες, κακουχίες ή και από την πείνα.

Οι απαιτούμενες ενισχύσεις από 12 πολεμικά πλοία για την από θαλάσσης φύλαξη του Αγίου Όρους που είχε υποσχεθεί στους επαναστάτες της Μακεδονίας η ελληνική κυβέρνηση δεν επρόκειτο να έρθει ποτέ, έχοντας άλλες προτεραιότητες. Βοήθεια δεν ήρθε ούτε από τους έμπειρους στο αρματολίκι οπλαρχηγούς του Ολύμπου, που είχε ζήτησε ο Παπάς, καθώς ούτε αυτοί ήθελαν να απομακρυνθούν από τις βάσεις τους.

Η καταστροφή της Κασσάνδρας

Γι’ αυτό κι ένα μέρος των αμυνόμενων Ελλήνων βλέποντας το μάταιο της αντίστασης χωρίς άμεση βοήθεια προτιμούσε πλέον την παράδοση και το προσκύνημα. Στις 30 Οκτωβρίου 1821 οι υπεράριθμοι και καλύτερα εξοπλισμένοι Τούρκοι διέσπασαν τελικά την ελληνική άμυνα και κατέλαβαν την Κασσάνδρα και αμέσως μετά την Σιθωνία. Τα τρία τέταρτα από τους 1.500 Επαναστάτες, που αντιμετώπιζαν δεκαπλάσιες εχθρικές δυνάμεις, έπεσαν μαχόμενοι, ανάμεσά τους και οι δύο από τους τρεις γιους του Εμμανουήλ Παπά.

Μετά την καταστροφή της Κασσάνδρας ο Εμμανουήλ Παπάς κατέφυγε στο Άγιο Όρος επιδιώκοντας τη συνέχιση του Αγώνα και οχυρώνοντας τις Μονές Ζωγράφου και Ξενοφώντος. Όμως δεν υπήρχε πλέον καμιά σύμπνοια μεταξύ των επαναστατών και των Αγιορειτών, οι οποίοι, όπως φαίνεται από μια επιστολή της Ι. Μονής Βατοπαιδίου, πρόβλεπαν «την άφευκτον καταστροφήν των Μονών». Έτσι, οι Μονές Βατοπαιδίου, Χιλανδαρίου, Φιλοθέου, Κουτλουμουσίου Ζωγράφου και Δοχειαρίου αποφάσισαν πτοημένοι από την αρνητική τροπή της Επανάστασης που με τόση θέρμη υποστήριξαν, να συνθηκολογήσουν «εξαιτούμενοι το έλεος του πασά».

Στις 9 Νοεμβρίου, 120 εκπρόσωποι των 18 Μονών από τις 20, (εκτός δηλαδή των Μονών Κουτλουμουσίου και Ξενοφώντος), προσκύνησαν τον πασά υπογράφοντας την συνθηκολόγηση. Από τους 120 προϊσταμένους των Μονών οι 82 ρίχτηκαν στις φυλακές της Θεσσαλονίκης και οι υπόλοιποι κρατήθηκαν όμοιροι στην Κομίτζα.

Στις 11 Δεκεμβρίου δώδεκα Αγιορείτες Μοναχοί επισκέφθηκαν τον Αμπντούλ Αμπίτ δηλώνοντας την υποταγή των Αγιορειτών. Μάλιστα όλοι οι αντιπρόσωποι των Μονών, εκτός αυτού της Μονής του Εσφιγμένου, υποχρεώθηκαν να εκδώσουν εγκύκλιο που υποχρέωνε όσους είχαν ακολουθήσει τον Εμμανουήλ Παπά να εγκαταλείψουν το Άγιον Όρος. Καθοριστικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις με τους Τούρκους έπαιξε ο ιερομόναχος Άγιος Ιλαρίωνας, με καταγωγή από την Γεωργία, ο οποίος όντας συμπατριώτης του πασά της Θεσσαλονίκης κατάφερε να συγκρατήσει την οργή του και να σώσει τους όμηρους Αγιορείτες που ήταν έγκλειστοι στις φυλακές Θεσσαλονίκης.

Ο Εμμανουήλ Παπάς συντετριμμένος από το άδοξο τέλος της Μακεδονικής Επανάστασης και τη στάση των προκαθήμενων και καθηγούμενων των Μονών, που αποδέχτηκαν την κυριαρχία του Σουλτάνου φοβούμενοι την οργή του, αναχώρησε μαζί με τον έναν του γιο με πλοιάριο για την Ύδρα για να ζητήσει προσωπικά ενισχύσεις για τη συνέχιση του Αγώνα, αλλά στα μέσα Δεκεμβρίου του 1821 εξέπνευσε εν πλω από καρδιακή προσβολή. Έτσι, διαβάζουμε για τον εθνομάρτυρα Παπά σε μια έκδοση για το Άγιον Όρος του Ιερομόναχου Εσφιγμενίτη Γεράσιμου Σμυρνάκη (1902): «Φευ! Οπόσον δείκνυται άστατος η τύχη των ανθρωπίνων πραγμάτων! Ο χθες κηρυσσόμενος ”θεόπεμπτος και Σωτήρ”, διότι υπήρχε ελπίς ότι θα νικήση, σήμερον στιγματίζεται ως κακούργος, διότι εφαίνετο ηττηθείς!»

Ήδη όμως, στις 15 Δεκεμβρίου 1821 τρεις χιλιάδες στρατιώτες του Αμπντούλ Αμπίτ υπό την αρχηγία του άπληστου Μουράτ Αγά εισήλθαν στο Άγιο Όρος καταλαμβάνοντας τις Καρυές και τις 20 Μονές, όπου τότε διαβιούσαν πέντε χιλιάδες Μοναχοί και άλλοι τόσοι πρόσφυγες γυναικόπαιδα που αμέσως υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν το Άγιον Όρος.

Η εγκατάλειψη του Αγίου Όρους

Εκτός της διατροφής της τουρκικής φρουράς και των ζώων, που κόστιζαν 39.000 γρόσια το μήνα, στους Αγιορείτες επιβλήθηκε βαρύτατος έκτακτος «επιβλητικός» φόρος, ενώ διπλασιάστηκαν και οι τακτικοί φόροι (χαράτσι) και αυξήθηκαν τα έκτακτα «φιλοδωρήματα και πρόστιμα». Η είσπραξη εσόδων μειώθηκε δραματικά καθώς τα αγιορείτικα μετόχια της Χαλκιδικής καταστράφηκαν και διακόπηκε η είσπραξη των εσόδων από τα προσοδοφόρα μετόχια κυρίως της Μολδοβλαχίας, τα οποία τελικά χάθηκαν οριστικά. Τα χρέη διογκώθηκαν κι εξάντλησαν πολύ σύντομα τα οικονομικά των Μονών που διέθεσαν «όλα τους τα ασημικά» για τους «λουφέδες» των Τούρκων που απειλούσαν με φρικτά βασανιστήρια τους Μοναχούς, θεωρώντας τους «εξολοκλήρου υπεύθυνους για την αποστασία κατά των Οθωμανών».

Έτσι, οι περισσότεροι Μοναχοί εγκατέλειψαν το Άγιον Όρος. Ενδεικτικά, το 1823, από τους 38 Μοναχούς που μόναζαν στην Μονή Σίμωνος Πέτρα δεν είχε απομείνει κανένας. Όλες οι Μονές βρέθηκαν σε κατάσταση ολοκληρωτικής ένδειας και αναγκάστηκαν να εκποιήσουν μεγάλο αριθμό κειμηλίων, αν και ευτυχώς τα πολυτιμότερα από αυτά φυγαδεύτηκαν εγκαίρως στα νησιά της επαναστατημένης Ελλάδος. Μόνο από τη Ι. Μονή Βατοπαιδίου δεν έφυγε τίποτα από το σκευοφυλάκιό της.

Παρά την αποτυχία της Επανάστασης στη Μακεδονία, η σημασία της ήταν μεγάλη διότι καθυστέρησε για ένα εξάμηνο τους Οθωμανούς να αναλάβουν δράση στη Νότιο Ελλάδα, με αποτέλεσμα οι επαναστατημένες δυνάμεις να έχουν χρόνο για να οργανωθούν και να καταλάβουν μεγάλο μέρος των περιοχών από τις αποκομμένες από ενισχύσεις, τουρκικές δυνάμεις.

Το τι ακριβώς συνέβη όμως κατόπιν στο κατεχόμενο Άγιον Όρος όλα αυτά τα εννέα χρόνια μετά την καταστολή της Επανάστασης βλέπουμε στην περιγραφή του Ιερομόναχου Εσφιγμενίτη Γεράσιμου Σμυρνάκη («Το Άγιον Όρος, 1902): «Κατά την αξιοθρήνητον ταύτην εποχήν επεγένοντο διάφορα δεινά, ως εικός εν αγίω Όρει, οι δε Ναοί εβεβηλώθησαν υπό της παραμεινάσης εκεί εννέα όλα έτη ειρημένης στρατιωτικής φρουράς εξ επτακισχιλίων ανδρών και απελθούσης τη 13η Απριλίου ημέρα Κυριακή του Αντίπασχα, καθ΄ ην πάσαι αι Μοναί τελούσιν άχρι σήμερον αγρυπνίαν επί τη απελευθερώσι αυτών. (…)

Εκτός της διατροφής της εκ τρισχιλίων ανδρών φρουράς οι Αγιορείται ηναγκάσθησαν να πληρώσωσι τω Πασά 3.000 πουγγία αντί των εν αρχή αιτηθέντων 10.000, ήτοι 1.500.000 γροσίων ή 15.000 λιρών Τουρκίας. (…) Κατά τους αυτούς χρόνους της ρηθείσης κατοχής επυρπολήθησαν και τα δάση του αγίου Όρους, αρξαμένης της πυρκαϊάς από της Σκήτης της αγίας Άννης και εκτεθείσης μέχρι της Μονής Φιλοθέου, πολλαί δε περγαμηναί εγένοντο Μυσών λεία κατ΄ οκάδας πωλούμεναι, ως και πολύτιμα σκεύη και κειμήλια. (…)

Σημειωτέον δ΄ ότι καθ΄ ην εποχήν ο Αμπντούλ Αμπίτ κατέλαβε το άγιον Όρος, έχων ως έδραν αυτού την ιεράν Μονήν Κουτλουμουσίου, πάντα τα κελλία ηρημώθησαν εγκαταλειφθέντα υπό των εν αυτοίς Μοναχών μεθ΄ όλων των σκευών και επίπλων εις την τύχην αυτών, πλην των αργυρών σκευών και επενδυμάτων, άτινα είχον χωνευθή παρά τίνι χρυσοχόω … Επειδή δ΄ εν ταις Μοναίς λίαν ευάριθμοι Μοναχοί είχον παραμείνη (3 – 10 Πατέρες), οι μη δυνάμενοι υπό του γήρως ν΄ απελθώσιν, εις παντελλή ερήμωσιν είχε περιέλθη ολόκληρον το άγιον Όρος. Τότε δε η Μονή Βατοπεδίου απέτισε πάντα τα χρέη των ιερών Μονών, τα οποία ανέλαβεν η ιερά Κοινότης μετά την αποκατάστασιν των πραγμάτων. Εν έτει 1825, Φεβρουαρίου 27η η εν αγίω Όρει κατάστασις διετέλει εν αθλιότητι».

Και όπως φαίνεται από ένα γράμμα της Ιεράς Κοινότητας στις 28 Ιουλίου του 1828 « …. ο μεν καιρός κρίσιμος, η δε κατάστασις του Τόπου αθλιεστάτη. Τα της πόλεως έρημα. Τα της Θεσσαλονίκης αβοήθητα. Τα ενταύθα απροστάτευτα και άθλια. …»

Κι ενώ οι εναπομείναντες στο Άγιον Όρος απελπισμένοι Μοναχοί πήραν την απόφαση να το εγκαταλείψουν άπαντες, τον Μάρτιο του 1830 έλαβαν απρόσμενα μια επιστολή από τους Κωσταντινουπολίτες Επιτρόπους της Ιεράς Κοινότητας Λαζαράκη και Σπανδωνή μαζί με το φιρμάνι του Σουλτάνου προς τον πασά της Θεσσαλονίκης για την άμεση απομάκρυνση των τουρκικών στρατευμάτων από την Χερσόνησο του Άθω, αφού προηγουμένως «οι Μοναχοί πληρώσωσι πάντα τα προς τον Στρατόν οφειλόμενα».

Κυριακή του Θωμά, στις 13 Απριλίου του 1830, οι Τούρκοι αποχώρησαν, και από τότε «οι Μοναχοί διώρισαν να γίνεται Αγρυπνία κατά την Κυριακήν του Θωμά εις την Θεοτόκον, εις ην απέδωκαν την σωτηρίαν αυτών και του Ιερού ημών Τόπον.»

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx