ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Πώς άρπαξαν Οθωμανοί τη Μαρία από την Αττάλεια

Πώς άρπαξαν Οθωμανοί τη Μαρία από την Αττάλεια, ΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΣ

Με τον όρο “τούρκεμα” εννοούμε τον εξισλαμισμό των χριστιανών του ελλαδικού χώρου, του Πόντου, της Μικράς Ασίας και της Κρήτης, ο οποίος μπορούσε να γίνει είτε βίαια (μετά από επαναστάσεις, ένας Χότζας με μια απλή τελετή μπορούσε να βαφτίσει ολόκληρα χωριά μουσουλμανικά) είτε αυτοθέλητα για να έχει καλύτερη πολιτική και οικονομική αντιμετώπιση από την κυρίαρχη οθωμανική, μουσουλμανική αρχή.

Τέτοιοι εξισλαμισμοί άρχισαν στη Μικρά Ασία πριν ακόμη από την Άλωση της Πόλης το 1453, κορυφώθηκαν τον 16ο αιώνα και συνεχίστηκαν με το παιδομάζωμα που πραγματοποιούσαν οι Οθωμανοί (οι γενίτσαροι κατά κανόνα εξισλαμίζονταν, αλλιώς δεν είχαν προοπτικές ανόδου στην ιεραρχία) ή την αρπαγή Ελληνίδων κοριτσιών μέχρι τις παραμονές της Επανάστασης.

Το ότι συνέβαινε αρπαγή κοριτσιών για τα χαρέμια μέχρι τις παραμονές της Επανάστασης, είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός. Το γνωρίζουμε και από πάμπολλα σωζόμενα κείμενα, για παράδειγμα κάποια που αφορούν τον Αλή Πασά στα Ιωάννινα και από άλλες πηγές. Ενδεικτικά, παρατίθεται μία περίπτωση που δίνει την εικόνα της εποχής. Πρόκειται για τη Μαρία από την Αττάλεια, η οποία αρπάχθηκε από τον μωαμεθανό Ζαναήλ Ογλού, αλλά οι δικοί της την έκλεψαν από τα χέρια του και την έστειλαν κρυφά στην Ύδρα.

Η Μαρία από την Αττάλεια την όποια άρπαξαν Οθωμανοί

Προς το Σεβαστόν Εκτελεστικόν Σώμα!

Είναι γνωστόν τη Σεβαστή Διοικήσει, ότι όλοι οι δυστυχείς ορθόδοξοι, ετυραννούμεθα παρά τους βαρβάρους και πολλούς εξ ημών δυναστικώς και τυραννικώς τους ετούρκεψαν. Όθεν κι εγώ η δυστυχής δούλη της, εκ πατρίδος ατάλιας, νύμφη Ζαναήλ ογλού, εβιάσθην αρπαχθείσα, διά να με τουρκεύσουν. Οι συγγενείς μου βλέποντες το τοιούτον μόλις μεθ’ άκρου κινδύνου μοι έκλεψαν και με εμβαρκάρησαν με το καράβι του Κ. Πολυχρόνη ύδρας με φόβον ικανόν και κρυφίως, μόλις μ’ εκείνα οπού εφορούσα και φθάσαντες εις ύδραν με το να μοι είχεν ακολουθήσει από φόβον μου πάθος κακόν, εβάλθην εκεί εις Μοναστήριον του αγίου αθανασίου διά θεραπείαν του πάθους μου.

Οπού και ιατρευθήσα επήγα εις θερμνιά. Τότε οι συγγενείς μου ευρόντες ευκαιρίαν μοι έστειλαν την κασσέλα μου με όλην μου την προίκαν, με μαλαματικά, μαργαριτάρια και φορέματα ικανά…
τη 13 Μαρτίου 1825, Ναύπλιον
η ευπειθής δούλη / Χ. Μαρί

Τι συνέβαινε στις Ελληνίδες που άρπαζαν οι Οθωμανοί;

Ποια ήταν η μοίρα όμως των Ελληνίδων που αρπάζονταν από Οθωμανούς; Βασικά χρησιμοποιούνταν για σεξουαλικούς σκοπούς. Φυλακισμένες ουσιαστικά μέσα στο χαρέμι, υποχρεωμένες να φροντίζουν και να καλλωπίζουν τον εαυτό τους για χάρη του Οθωμανού αξιωματούχου, δεν είχαν άλλο ρόλο παρά ως σκεύη ηδονής. Ως παλλακίδες.

Και μετά την παρέλευση κάποιων ετών και εφόσον είχαν ευχαριστήσει τον αφέντη, θα μπορούσαν να παντρευτούν έναν Έλληνα με τις ευχές των Οθωμανών που τις…προίκιζαν κιόλας, όπως μαρτυρεί η παρακάτω επιστολή. Εδώ, ο Στάθης Τζιάλας, ο Παναγιώτης Θοδωρόπουλος και ο Βασίλης Σαράκης ήταν μάρτυρες τον Μάρτιο του 1821 στην επιθυμία της Αρναουτογλίνας Μουσταφαδάγαινας, να παντρέψει με Έλληνα τεχνίτη και να προικίσει την (Ελληνίδα) Κατερίνα που ήταν στο χαρέμι του Αρναούτογλου για δεκαεπτά χρόνια. Πιθανώς, η Κατερίνα ήταν τότε περίπου τριάντα πέντε ετών.

Οι υποσημειούμενοι ηξεύρομεν εν βάρει συνειδότι ότι εις το 1821 μήνα Μάρτιον, την μεγάλην τεσσαρακοστήν, μίαν ημέραν έστειλεν η μουσταφαδάγαινα αρναουτογλίνα και μου εμίλησε και επήγα μέσα εις το χαρέμι και ηύρα τον καστροπαναγιώτην θεοδωρόπουλον οπού εδούλευε μέσα και μου λέγει ( η μουσταφαδάγαινα) εγώ δίδω βιος και επί σκοπόν να κάμετε ένα ψυχικόν, έχω μια ψυχοπαίδαν νταριοτοπούλαν, το όνομά της αικατερίνα, οπού μου δουλεύει χρόνους δέκα επτά, και διά τούτο θέλω να την κάνω τζιράκι, να την υπανδρεύσω, ως και ταις άλλες, και σας παρακαλώ να σταθείτε σεις ως ρωμαίοι οπού είσθε, να μας εύρετε ένα ρωμιόπουλον να είναι τεχνίτης να την δώσω, και το προικίον της είναι πέντε στρέμματα αμπέλι από εκείνα οπού έχωμεν εις την Μάκρην οπού τα δουλεύουν οι θανιώτες και δέκα στρέμματα αμπελοχώραφα κοντά εις εκείνα οπού τα επούλησαν ο αυτάδελφός μου Σουλεημάν αγάς, και χίλια γρόσια.

λέγει και του παναγιωτάκη ότι τήραξε και του λόγου σου αν εύρης ένα οσπιτάκι και ως χίλια γρόσια ή και χίλια πεντακόσια όχι και δεν εύρης οσπίτι ας είναι και τόπος, όμως να είναι εις καλόν μέρος και το φτιάνομεν. και το επίλοιπον της προικίον από των άλλων περισσότερων…να γίνετε επιμεληταί…να την ρίψω να φάγη ψωμί. και το μπαχτσίσι σας να ηξεύρετε διά το συμπεθεριόν από ένα τζιαμαήρι. όταν μας έλεγεν αυτά, έστειλε και έφερε τον Βασίλειον Σιαμαντούραν λαβιδιώτην διά να της καρφώση τις ψάθες εις τον ονδά και το είπε και εις αυτόν.

ούτως ηξεύρωμεν και μαρτυρούμεν, και εμείς οπού μας εκάλεσε εμένα και τον Βασίλειον ως αργαστηριώτας της οπού εκαθήμεθα εις τα εργαστήριά της.

1828 Νοεμβρίου 25 Τριπολιτζά

Στάθης τζιάλας μαρτυρώ εν βάρει συνειδότι / π. θεοδωρόπουλος μαρτυρώ εν βάρει συνειδότι / βασίλης σαράκης μαρτυρώ εν βάρει συνειδότι

Οθωμανίδα μήλον της έριδος μεταξύ φρουράρχου και στρατιώτη

Η κατάργηση της δουλείας

Στην Α΄ Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων τον Ιανουάριο-Φεβρουάριο του 1822 ψηφίστηκαν πρωτόγνωρα πράγματα για τα δεδομένα της εποχής στην Ελλάδα, μεταξύ άλλων η κατάργηση της δουλείας. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις τα ψηφίσματα αυτά έμεναν στα χαρτιά. Στην παρακάτω επιστολή του φρουράρχου της Ακροκορίνθου Γιώργη Κίτζου, βλέπουμε τη διένεξή του με έναν στρατιώτη του, τον Αναστάσιο Αρτινό, για μία Οθωμανίδα.

Ο Αρτινός, σε κάποια μάχη εναντίον των Τούρκων στο Μεσολόγγι, απέκτησε ως λάφυρο μια Οθωμανίδα, την οποία λίγο αργότερα έφερε μαζί του στο φρούριο της Ακροκορίνθου. Ο αρχηγός του, Γιώργης Κίτζος, τη ζήλεψε και του την πήρε. Ο Αρτινός διαμαρτυρήθηκε στην κυβέρνηση η οποία με τη σειρά της επίπληξε τον φρούραρχο Ακροκορίνθου. Η περίπτωση αυτή υποδεικνύει ότι η δουλεία το 1822, δεν ήταν μόνο οθωμανικός θεσμός, αλλά μια πραγματικότητα και για τους ίδιους τους Έλληνες, που υποτίθεται ότι αγωνίζονταν με νύχια και με δόντια για την ελευθερία τους και την ελευθερία όλων των δούλων στην ελληνική επικράτεια. Στην παρακάτω επιστολή όμως, θα δούμε την απάντηση του φρουράρχου Γιώργη Κίτζου στην κυβέρνηση. Απ’ αυτή θα καταλάβουμε αρκετά για τα ήθη της εποχής και τις αντιφάσεις του Αγώνα του 1821.

Προς το έξοχον υπουργείον των πολεμικών
Εδώ βλέπω μιαν διαταγήν παρά του υπουργείου τούτου να με διατάζει παρά της υποθέσεως του ρηθέντος στρατιώτου, ονομαζόμενου Αναστάσιου Αρτινού, ότι να του ήρπασα μίαν αιχμάλωτον Τούρκαν την οποίαν αυτός εφύλαττε με σκοπόν να την νυμφευθή. είναι εδώ και δύο μήνας εις το αναμεταξύ, καθώς αυτός απέρασεν εις Κόρινθον από Μεσολόγγιον, φέροντας μαζί του και ταύτην την γυναίκαν, την οποίαν εμεταχειρίζονταν ως σκλάβαν (καθώς και είναι) και όχι ως γυναίκα, καθώς λέγει αυτός.

ερχόντας εις Κόρινθον εστάθη ως στρατιώτης υπό την οδηγίαν του τζαούση μου χαράλαμπου. μετά παρέλευσιν ολίγων ημερών, ετοιμάσθη να την πωλήση εις κανένα μέρος ως σκλάβαν οπού την είχεν. το άνομον κάμωμα λοιπόν αυτό μην υποφέροντας η δυστυχής φεύγει από τον ίδιον και τρέχει εις έναν μπουλουκτσήν μου ονομαζόμενον Νικόλαον Σέρπιν, όπου και μετ’ αυτού ευρίσκεται έως τα σήμερον, όχι στανικώς αλλά θεληματικώς, μάλιστα τον ονείδισα και εγώ ο ίδιος τον άνωθεν Νικόλαον Σέρπιν λέγωντάς του πως επήραν στανικώς την ξένην γυναίκα και αύθις μου είπεν ότι δεν την επερίλαβεν στανικώς, αλλά με την θέλησίν της. επαρρησίασα και αυτήν, και την ιδίαν ομιλίαν μου έκαμεν.

εγώ όμως έχω χρέος όπου απερνώντας εις φρούριον της Ακροκορίνθου, να πέμψω τον ρηθέντα Νικόλαον Σέρπιν, μαζί με την άνωθεν τούρκαν, οπού να παρρησιασθούν εις το έξοχον υπουργείον τούτο, ή όπου αλλού ήθελεν κριθή εύλογον και να θεωρηθεί η υπόθεσίς τους, επειδή και τώρα να τον φέρω δεν ημπορώ επειδή είναι ανάγκην διά το φρούριον, τον οποίον έχω εις την μεγάλην κούλιαν του φρουρίου, και είναι ο πλέον εμπιστευόμενός μου άνθρωπος, και μένω με το ευπειθές σέβας.
Ναύπλιον 1 Αυγούστου 1824
ο πατριώτης/Γεώργιος Κίτζος

Η διαμάχη του Αρτινού με τον αρχηγό του

Συνεπώς, ο στρατιώτης Αρτινός είχε κατηγορήσει με επιστολή του προς την κυβέρνηση τον αρχηγό του Γιώργη Κίτζο πως του πήρε την Τουρκάλα που ήθελε να παντρευτεί. Να σημειωθεί ότι η κυβέρνηση επέτρεπε τον γάμο Έλληνα με Οθωμανίδα, αρκεί να υπήρχε η ελεύθερη συγκατάθεση και των δύο, απαγόρευε όμως αυστηρά τη δουλεία. Ο Κίτζος απαντά πως η φυγή της Οθωμανίδος από τον Αρτινό, έγινε με δική της ελεύθερη βούληση επειδή εκείνος ήθελε να την πουλήσει ως σκλάβα.

Ποιος από τους δύο έλεγε αλήθεια, ίσως δε θα το μάθουμε ποτέ. Από άλλα στοιχεία φαίνεται πως οι Έλληνες πράγματι διέπρατταν παράνομο σκλαβοπάζαρο Οθωμανών αιχμαλώτων, το οποίο όμως η προσωρινή κυβέρνηση της εποχής, απαγόρευε ρητά και πάτασσε ανελέητα. Αξίζει λίγο παραπάνω προσοχής, το σημείο εκείνο της επιστολής που ο Γιώργης Κίτζος από τη μια προσπαθεί να συμβαδίσει με τις επιταγές της κυβέρνησης, προσπαθώντας να δείξει πως είναι εναντίον της δουλείας «την οποίαν εμεταχειρίζονταν ως σκλάβαν (καθώς και είναι) και όχι ως γυναίκα». Ωστόσο, εκείνο το «καθώς και είναι», τον προδίδει.

Αυτά για να πάρουμε μια ιδέα εκείνης της εποχής. Γιατί οι Έλληνες τελικά δεν πάλευαν μόνο με έναν ισχυρό εξωτερικό εχθρό. Πάλευαν και με τον ίδιο τους τον εαυτό, τον πιο δύσκολο αντίπαλο, ο οποίος είχε διαφθαρεί από τους αιώνες της σκλαβιάς και των σκληρών ηθών της οθωμανικής εξουσίας.

 


 

Βιβλιογραφία

Γιώργος Πύργαρης: “Παραλειπόμενα του 1821”, Α΄ Τόμος, Historical Quest, Αθήνα, 2021 (Στα παρατιθέμενα αποσπάσματα διατηρείται η ορθογραφία του πρωτοτύπου)

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι