Τα Top 5 βιβλία που διαβάσαμε το 2024
01/01/2025Μία χρονιά πλέον είναι πίσω μας, και μία νέα μας υποδέχεται. Όσο και εάν οι τελευταίοι χρόνοι (ή δεκαετίες, τώρα που το σκέπτομαι) υπήρξαν καιρός πολλαπλών κρίσεων, οι κρίσεις και οι ανατροπές είναι πάντα συγκυρία που παροξύνει την διάθεση για γνώση, την αναζήτηση για τις ρίζες των πραγμάτων και την περίσκεψη για το μέλλον. Πιστός σύντροφος στην πορεία αυτή, τα βιβλία.
Ακολουθώντας μια παλιότερα συνήθεια, ξεχώρισα κάποια από τα βιβλία που διάβασα φέτος. Καθ’ ότι ακόμη προσπαθώ να αναπτύξω την σχέση μου με την πεζογραφία και την ποίηση – σιγά σιγά, με τη βοήθεια ανθολογιών, κριτικών κλπ. – όλα τα βιβλία που ακολουθούν είναι ιστορικού περιεχομένου, σύμφωνα με το αντικείμενο των σπουδών μου και τα ερευνητικά μου ενδιαφέροντα.
Διονύσιος Ζακυθηνός, Βυζαντινή Ιστορία (324-1071)
Το 2024 έπεσαν στα χέρια μου πολλά βιβλία βυζαντινής ιστορίας, κλασσικά αλλά και πρόσφατα (οι παλιές αγάπες, πάνε στον παράδεισο). Και ενώ το πιο σημαντικό, και αυτό που θεωρώ με επηρέασε περισσότερο, ήταν η πολύ διάσημη Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους του Γεωργίου Οστρογκόρσκυ, θα ήθελα να σταθώ στην Βυζαντινή Ιστορία του Διονυσίου Ζακυθηνού. Ο Ζακυθηνός, από τους σημαντικούς Έλληνες βυζαντινολόγους της μεταπολεμικής εποχής, προσφέρει μία πλούσια αφήγηση των πρώτων αιώνων της ανατολικής αυτοκρατορίας, από τον Μέγα Κωνσταντίνο ως τη μάχη του Μαντζικέρτ, σε όμορφη καθαρεύουσα, με πάρα πολλές και χρήσιμες πληροφορίες, αλλά και σπάνια, παλαιότερη βιβλιογραφία.
Η ικανότητα ελκυστικής διήγησης είναι υποτιμημένη στη σύγχρονη επιστημονική συγγραφή, το ίδιο και η δυνατότητα σύνθεσης μεγάλου όγκου δεδομένων σε ένα ενιαίο έργο. Και επειδή πρόκειται για παλαιότερο βιβλίο (πρώτη έκδοση 1972) θέλω να σταθώ και στην ηλικία του. Η επιστήμη προχωρά, και πολύ σωστά ανανεώνεται, γίνονται διορθώσεις, επανερμηνείες, αξιοποιούνται νεοφανή ή παραμελημένα στοιχεία κλπ. Όμως τα έργα του παρελθόντος πάντα έχουν κάτι να πουν, αν όχι στα γνωστά δεδομένα, τότε στον τρόπο παρουσίασης και ερμηνείας τους.
Σ. Πλουμίδης, Έδαφος και Μνήμη στα Βαλκάνια: Ο «γεωργικό εθνικισμός» στην Ελλάδα και στη Βουλγαρία (1927-1946)
Κατά τον Μεσοπόλεμο, η οικονομική κρίση και οι δύσκολες σχέσεις με τις πέριξ χώρες ώθησε την Ελλάδα σε προστατευτικές πολιτικές ώστε να εξασφαλίσει την επάρκεια σε σιτηρά (κόβοντας τις εισαγωγές από την Βουλγαρία), ώστε να συγκρατηθούν οι αγρότες στην ύπαιθρο και να μην συσσωρευτούν στις πόλεις ως απελπισμένο προλεταριάτο. Δόθηκε έμφαση στην αγροτική πολιτική, την ηθική και ιδεολογική εξύψωση της γεωργικής ζωής, καθώς και στην αξιοποίηση περισσότερων καλλιεργήσιμων εδαφών. Αυτό βέβαια συνδέθηκε και με τη διεκδίκηση γαιών που ανήκαν σε άλλα κράτη, με τη δικαιολογία της επισιτιστικής επάρκειας. Αυτό έθρεψε τον βουλγαρικό αναθεωρητισμό που επιβουλευόταν την Μακεδονία, αλλά και τις ελληνικές διεκδικήσεις προς βορράν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το βιβλίο συγκρίνει τις δύο περιπτώσεις Ελλάδας και Βουλγαρίας, υπεισερχόμενο και σε ζητήματα συμβολικά, όπως η σύνδεση του εδάφους με τους νεκρούς που κείτονται σε αυτό, και τον ρόλο των μνημείων πεσόντων μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στο έργο περιλαμβάνονται και τέσσερις πολύ ενδιαφέρουσες σελίδες για την βυζαντινή ιστορία, με την ερμηνεία νεότερων Ελλήνων συγγραφέων σχετικά με το πώς η γεωργική πολιτική επηρέασε την ευδοκίμηση του Βυζαντίου και την εθνολογική διαμόρφωση της υπαίθρου στην χερσόνησο του Αίμου και τη Μικρά Ασία. Το βιβλίο δρα συμπληρωματικά με την άλλη εργασία του Σ. Πλουμίδη, Τα Μυστήρια της Αιγηίδος, για το μικρασιατικό ζήτημα μέχρι την Καταστροφή – ο ίδιος ο όρος Αιγηίς, προέρχεται από την γερμανική γεωγραφία και γεωπολιτική – και το ογκώδες έργο του Ι. Κωτούλα, Ιστορία της Ελληνικής Γεωπολιτικής.
Αναπάντεχα βιβλία: Δ. Τσάκωνας, Ιδεαλισμός και Μαρξισμός στην Ελλάδα
Ποτέ δε με συνάρπαζε η νεότερη και σύγχρονη ιστορία όσο η αρχαία ή η μεσαιωνική. Δεν είναι δυνατή όμως η προσέγγιση του κόσμου που μας περιβάλλει, δίχως ισχυρό πνευματικό εξοπλισμό της πορείας των τελευταίων αιώνων. Η πολιτικοστρατιωτική ιστορία του νεότερου ελληνικού κράτους είναι γενικώς καταγεγραμμένη, και από πολλές πλευρές. Η διανοητική ιστορία όχι και τόσο.
Ίσως να έχει να κάνει με τις δυσκολίες του πνευματικού βίου, όπως το γλωσσικό ζήτημα που τόσο φανατισμό προκάλεσε, οι ιδεολογικές διαμάχες ή τα πολιτικά και οικονομικά προβλήματα, που τράβηξαν την προσοχή στα επείγοντα προβλήματα. Συνηθέστερη μοιάζει η τάση να ξεκινούν όλοι από το μηδέν, είτε εισάγοντας τις τελευταίες εξελίξεις από έξω, είτε “βουτώντας” απευθείας στις αρχαιοελληνικές και βυζαντινές πηγές.
Για τον λόγο αυτό τη χρονιά που μας πέρασε αφιέρωσα τόσον χρόνο στα βιβλία του Δ. Τσάκωνα, καθηγητή κοινωνιολογίας στη Γερμανία, την Αυστρία και την Πάντειο Σχολή, και υπουργού της Χούντας. Προσφέρει μεγάλους καταλόγους λογοτεχνών, φιλοσόφων και επιστημόνων και δίνει το πνεύμα μίας εποχής, από την οποία μπορεί να επιβιώνουν 4-5 μεγάλα ονόματα, και οι άλλοι λησμονιούνται.
Ειδικά το ωραίο και πολυσέλιδο βιβλίο Ιδεαλισμός και Μαρξισμός στην Ελλάδα παρουσιάζει μία πλειάδα Ελλήνων στοχαστών, οι οποίοι αγωνίστηκαν να διαγνώσουν τα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας και να προσφέρουν ιδέες και λύσεις για το μέλλον, μέσα στη χαώδη εποχή του ελληνικού Μεσοπολέμου – της δυστυχίας των προσφύγων, της ισχνής Β’ Δημοκρατίας, των πραξικοπημάτων, δικτατοριών και οικονομικών κρίσεων. Κάποιοι από αυτούς είναι πολύ γνωστοί, άλλοι λιγότερο, ορισμένοι όμως είναι εντελώς ξεχασμένοι. Κάθε σελίδα λοιπόν έκρυβε και μία έκπληξη, στην φιλοσοφία, την κοινωνιολογία, την γεωπολιτική, δημοσιογραφία, λογοτεχνία κλπ.
Αξιοπρόσεκτα και τα βιβλία του ιδίου, Η Γενιά του 30 και Ελληνικός Υπερρεαλισμός.
Δ. Κουγιουμτζόγλου, Ο Βυζαντινός Μέγας Αλέξανδρος
Η στήλη αυτή έχει ήδη αφιερώσει λεπτομερή παρουσίαση στο νέο αυτό βιβλίο. Ο Δ. Κουγιουμτζόγλου έχει κάνει πολύχρονη έρευνα στην αποσιωπημένη μυθολογική και λογοτεχνική εικόνα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Κέντρο αυτής της αναζήτησης είναι το περίφημο αλεξανδρινό μυθιστόρημα, το οποίο κυριάρχησε στο Βυζάντιο και λατρεύτηκε από τον υπόδουλο στους Τούρκους Ελληνισμό ως η Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου.
Το βιβλίο εξετάζει με εξαντλητική λεπτομέρεια κάθε πτυχή της επίδρασης του Μεγάλου Αλεξάνδρου στον βυζαντινό κόσμο. Ήταν πολιτικό πρότυπο των αυτοκρατόρων, με εξέχουσα θέση στην ρητορική, την χρονογραφία και την ποίηση. Ακόμη και στον θρησκευτικό τομέα, ο Αλέξανδρος θεωρείται ένα είδος “χριστιανού πριν τον Χριστό”, ενώ παίζει σημαντικό ρόλο στις προφητείες για το τέλος του κόσμου. Η εικόνα του εκδικητή και αναστηλωτή Τελευταίου Αυτοκράτορα, ο οποίος μετά το 1453 μετατράπηκε σε Μαρμαρωμένο βασιλιά, έχει την ρίζα της στον Αλέξανδρο. Ένας Αλέξανδρος πέρα ως πέρα ελληνικός, ο οποίος στην φαντασία του βυζαντινού λαού κατακτά την Ρώμη, αντί να κατακτήσει η Ρώμη την Μακεδονία!
Σε αφηγηματικό αλλά και καλλιτεχνικό επίπεδο, ο αλεξανδρινός μύθος του Βυζαντίου έρχεται σε κορύφωση με την ιστορία της πτήσης του Μακεδόνα βασιλιά στον ουρανό, καβάλα σε ένα άρμα που το σέρνουν πτερωτοί γρύπες. Η εικόνα αυτή, δείγμα θεϊκής δύναμης και εγκόσμιας εξουσίας, κοσμεί απειράριθμα δημιουργήματα της βυζαντινής τέχνης.
Έλλην, Ρωμηός, Γραικός: Συλλογικοί προσδιορισμοί και ταυτότητες
Η πολυωνυμία του ελληνικού λαού, από τους Αχαιούς και τους Δαναούς μέχρι τους Γραικούς και τους Ρωμιούς, αποτελεί κόσμημα της πορείας του μέσα στους αιώνες, μέσα από τόσους μετασχηματισμούς, κατακτήσεις, θρησκευτικές αλλαγές κλπ. Παράλληλα όμως, ειδικά στη σημερινή εποχή όπου οι κατηγορίες αναγνωρίζονται μόνο μέσα από το όνομά τους, μπορούν να γίνουν παράγων σύγχυσης.
Ο συλλογικός αυτός τόμος έρχεται να δώσει αρκετή διαύγεια στο πολωμένο πεδίο της ελληνικής ταυτότητας. Συμμετέχουν δεκάδες καθηγητές και επιστήμονες, Έλληνες και ξένοι, οι οποίοι ερευνούν κάθε πλευρά του ζητήματος, από την απώτερη αρχαιότητα μέχρι τον 20ο αιώνα. Προφανώς, εκτίθενται διαφορετικές απόψεις, και δεν πρέπει να αναμένει κανείς κάποια καθησυχαστική ομοφωνία από τους συγγραφείς. Πάντως, φαίνεται πως κάποιες διαδεδομένες παρανοήσεις τουλάχιστον σχετικοποιούνται, αν όχι καταρρίπτονται. Μέσα από τις (πολλές) σελίδες του τόμου, βλέπουμε ότι δεν είναι αληθές πως επί Τουρκοκρατίας η Εκκλησία απέρριπτε το όνομα Έλληνας, ούτε ότι οι όροι Ρωμιοί και Γραικοί είχαν αποκλειστικά θρησκευτική σημασία (όλοι οι ορθόδοξοι ανεξαρτήτως καταγωγής). Η εικόνα των αρχαίων Ελλήνων προγόνων είναι πολύ έντονη στους συγγραφείς της Τουρκοκρατίας και δεν την εφηύρε εκ του μη όντως, ως τρελός επιστήμων στο ανήλιαγο εργαστήριό του, ο Παπαρρηγόπουλος. Ούτε η ελληνική ταυτότητα στο ύστερο Βυζάντιο ήταν ίδιον μόνον του Πλήθωνος, ούτε η λέξη Γραικός ήταν προσβλητική και υποτιμητική κλπ.
Τούτο δεν σημαίνει ότι το ταυτοτικό θέμα έκλεισε. Κανένα θέμα δεν κλείνει ποτέ από πλευράς επιστήμης, πολλώ δε από πλευράς κοινωνικής και ιδεολογικής ζωής ενός έθνους. Όμως έχει ενδιαφέρον, πως ένα βιβλίο με θέμα τα ονόματα, μπορεί να βοηθήσει στην υπερκέραση της άγονης, αγονότατης διαμάχης γύρω από τους όρους, τις ταμπέλες και τις ασπρόμαυρες διχοτομίες, που τροφοδοτεί η σημερινή μονομερή αποθέωση του αυτοπροσδιορισμού, του “είσαι ό,τι δηλώσεις” που δυναστεύει τις κοινωνικές επιστήμες.
Καλή χρονιά, λοιπόν, να ευχηθούμε, με υγεία, γαλήνη, πολλά και καλά όνειρα. Και βεβαίως, πολλά και καλά βιβλία!