Τί έγραφε το 1908 για το Ανατολικό Ζήτημα ένας διανοούμενος από τον Πόντο
17/10/2023Το Ανατολικό Ζήτημα προέκυψε τον 18o αιώνα λόγω της σταδιακής παρακμής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ήδη από τον 16o αιώνα. Αυτό οδήγησε στον ανταγωνισμό μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης (Δύσης και Ανατολής) για διείσδυση στις ευρωπαϊκές, ασιατικές και αφρικανικές κτήσεις της Αυτοκρατορίας αλλά και στις τοπικές εξεγέρσεις των λαών με πρώτη την Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Η αναδρομή στα ιστορικά γεγονότα, όπως και οι απόψεις του Αριστοτέλη Νεοφύτου γίνονται ακόμα πιο επίκαιρες μετά και την πρόσφατη ανάφλεξη στον χώρο της Μέσης Ανατολής. Ο όρος Ανατολικό Ζήτημα αναφέρεται στον ανταγωνισμό μεταξύ Ανατολής και Δύσης για κυριαρχία, μετά τα πολιτικά προβλήματα που δημιουργήθηκαν από τις εγγενείς αδυναμίες στη διατήρηση της συνοχής του oθωμανικού κράτους. Τα ένδοξα προσωνύμια, που δίνονταν παλιότερα στους σουλτάνους αντικαταστάθηκαν με τον προσδιορισμό “Ο μεγάλος ασθενής της Ευρώπης”. Οι υπόδουλοι χριστιανοί απέκτησαν τον 18o αιώνα μια νέα προστάτιδα δύναμη, τη Ρωσία, και ακολούθησαν τον 19o αιώνα τα εθνικά κινήματα Ελλήνων, Σέρβων και Ρουμάνων.
Νέα μεγάλη κρίση του Ανατολικού Ζητήματος ξέσπασε τον 20o αιώνα με την οξύτατη διαφωνία καθολικών και ορθοδόξων για το ποιος θα έχει στην κατοχή του τα προσκυνήματα των Αγίων Τόπων. Ο ανταγωνισμός των Μεγάλων Δυνάμεων για τον γεωπολιτικό και οικονομικό έλεγχο της Εγγύς Ανατολής (Aνατολική Μεσόγειο και Μεσοποταμία) αποτελούσε πτυχή του Ανατολικού Ζητήματος. Η Ρωσία υποστήριζε τη διάλυση και διανομή των εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, επιδιώκοντας να καταλάβει την Κωνσταντινούπολη και τα Στενά, για να αποκτήσει έξοδο στο Αιγαίο και κυριαρχία στη Μεσόγειο, ταυτόχρονα με τις διεκδικήσεις της στην Αρμενία.
Η στάση των Μεγάλων Δυνάμεων
Από την άλλη, η Αγγλία με τη Γαλλία, έχοντας ισχυρά συμφέροντα στην περιοχή, επιδίωκαν τη διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία τους εξυπηρετούσε με την παρουσία της, λειτουργώντας ως ανάχωμα κατά των Ρώσων. Οι Κεντρικές Δυνάμεις (Αυστρία, Γερμανία) είχαν μικρές εδαφικές επιδιώξεις έναντι των Οθωμανών και, μόλις τις εξασφάλισαν, άρχισαν σταδιακά να στρέφονται προς την πολιτική της συντήρησης του οθωμανικού κράτους.
Από την αρχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η εξωτερική πολιτική των Βρετανών και Γάλλων άλλαξε και προσπάθησαν να προσαρτήσουν εδάφη της αυτοκρατορίας στην Εγγύς Ανατολή, καθώς ο διαμελισμός της ήταν πια φαινόμενο βέβαιο και αναπόφευκτο. Βασικός στόχος τους ήταν τα πετρέλαια της Μοσούλης και της Μεσοποταμίας, οι συγκοινωνιακοί κόμβοι και τα λιμάνια, καθώς και το μοίρασμα του αποικιακού πλούτου, όπως των μεταλλείων.
Η Ιταλία, παραδοσιακός φίλος και σύμμαχος των Κεντρικών Δυνάμεων, τάχθηκε και αυτή με τις δυνάμεις της Entente για να κατοχυρώσει τα συμφέροντά της στην Αττάλεια, το Ικόνιο και τα Άδανα. Στις περιοχές αυτές λειτουργούσαν πολυάριθμα ιταλικά σχολεία, ενώ η Ιταλία παραχωρούσε την ιταλική υπηκοότητα σε περιόδους διώξεων των χριστιανών, καλύπτοντας με τον “μανδύα του ανθρωπισμού” τις επεκτατικές της διαθέσεις. Ανάλογη πολιτική ακολούθησε και η Ρωσία, παραχωρώντας τη ρωσική υπηκοότητα σε μεγάλο αριθμό χριστιανών του Πόντου, ενώ αντιτέθηκε στη συμμετοχή της Ελλάδας στο πλευρό της Entente, ώστε να μην επωφεληθεί σε περίπτωση νίκης της Συμμαχίας, όπως και η Αγγλία, προτού να ολοκληρωθούν οι διαβουλεύσεις της με την Πύλη και τη Βουλγαρία.
Ποιος ήταν ο Αριστοτέλης Γ. Νεόφυτος
Ο Αριστοτέλης Γ. Νεόφυτος γεννήθηκε στην Κερασούντα το 1859, και το όνομά του αναφέρεται στον κατάλογο των μελών του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως, του 1895, ως “Νεόφυτος Αριστοτέλης, Λόγιος εν Κερασούντι” με έτος εκλογής το 1889. Είχε πλούσια αρθρογραφία μέχρι το 1920 για τη διεκπεραίωση του ζητήματος της ανεξαρτησίας ή αυτονομίας του Πόντου και ως προς την επιβαλλόμενη, από τις δημογραφικές και άλλες συνθήκες, συμβίωση του ελληνικού με το τουρκικό εθνικό στοιχείο.
Ακολουθούν αποσπάσματα, στη νεοελληνική, από το άρθρο του “Η προς αναγέννησιν του οθωμανικού κράτους συνεργασία Μουσουλμάνων, Αρμενίων και Ελλήνων” που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Πρωία” της Κωνσταντινούπολης στις 20 και 21 Αυγούστου του 1908: «Ο Ντοστογιέφσκι, εκ των κορυφαίων συγγραφέων της Ρωσίας, αναπτύσσει σε επιστολή του, μετά τον τελευταίο Ρωσοτουρκικό πόλεμο, με θαυμάσια λογική και πειστικότητα τα επιχειρήματά του, γιατί η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τη Ρωσία είναι το ύψιστο, το μόνο ιδεώδες του Ρωσικού λαού, και ότι για να επιζήσει η Ρωσία οφείλει να θέσει το χέρι της στην κεφαλή της Ορθοδοξίας, το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Αυτή είναι η λεγομένη διαθήκη του Μεγάλου Πέτρου, στην οποία αποσκοπεί με κάθε μέσο η ρωσική πολιτική από αιώνων.
»… Έζησα για μια 5ετία στη Ρωσία και είδα στις παραλίες της Μαύρης και Αζοφικής Θάλασσας, που κατοικούνταν από αιώνες σχεδόν αποκλειστικά από Έλληνες αποίκους, ότι χάθηκε εντελώς το εθνικό τους αίσθημα, εκρωσίσθηκαν και έγιναν πιο μισέλληνες και από τους Ρώσους. Ο κίνδυνος αυτός της παντελούς απορρόφησης από το σλαβικό στοιχείο, λόγω της θρησκευτικής ταύτισης είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που διατρέχει το ελληνικό, όπως και το αρμενικό (παρά τη μικρή διαφορά δόγματος), στοιχείο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
»… Ο Ασιανολόγος Βαμπερύ είχε παρομοιάσει τη Ρωσία με σταγόνα λαδιού που πέφτει σε χαρτί. Αργά αλλά σταθερά θα επεκταθεί, ώστε στο τέλος να καλύψει ολόκληρο το χαρτί. Ο φοβερός αυτός κίνδυνος, που απειλεί την εθνική ύπαρξη Ελλήνων και Αρμενίων, τους επιβάλλει, ίσως και περισσότερο από τους Μουσουλμάνους, να αγωνιστούν για την ακεραιότητα της Τουρκίας. Η αποφυγή του διαμελισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου για τον Ελληνισμό, διότι έτσι δεν κινδυνεύει να χάσει την εθνική του οντότητα (θρησκεία και γλώσσα), ενώ διατηρεί και την ελπίδα επανακτήσεως των χαμένων πατρίδων στο μέλλον… Τα ζωτικά και ύψιστα αυτά συμφέροντα του Ελληνισμού επιβάλλουν την συνεργασία Μουσουλμάνων, Αρμενίων και Ελλήνων για την αναγέννηση και ενίσχυση του Οθωμανικού κράτους, ενώ κάθε αντίθετη πράξη πρέπει να θεωρηθεί εχθρική προς τους λαούς που το κατοικούν».
Σχολιασμός
Τη ρωσική υπηκοότητα αποκτούσαν όσοι Ελληνορθόδοξοι διέμεναν, έστω και για μικρό διάστημα στη Ρωσία. Έτσι, ήλπιζαν ότι θα μπορούσαν να διατηρήσουν την ορθόδοξη πίστη τους, καθώς και ότι θα είχαν προστασία από την αυθαιρεσία των τοπικών αρχών, από τους ανελέητους διωγμούς και από τις σφαγές, ιδίως μετά το κίνημα των Νεότουρκων. Οι ρωσικές αρχές εκμεταλλεύονταν την περίσταση με σειρά σκληρών αφομοιωτικών μέτρων με σκοπό τον πλήρη εκρωσισμό τους. Όσοι πάλι διέμεναν στη Ρωσία αλλά είχαν οθωμανική υπηκοότητα, είτε Έλληνες είτε Αρμένιοι, κινδύνευαν να αντιμετωπιστούν από τη ρωσική κυβέρνηση ως υπήκοοι εχθρικής χώρας, αφού θα υπηρετούσαν στον αντίπαλο οθωμανικό στρατό.
Είναι φανερό ότι η μέγγενη του παντουρκισμού από τη μία, και αυτή του πανσλαβισμού από την άλλη έσφιγγαν ασφυκτικά, μετά τους Αρμένιους, ό,τι ελληνικό και ορθόδοξο. Η προσπάθεια διανοουμένων, με πρωτεργάτη τον Αριστοτέλη Νεόφυτο, που με πλούσια αρθρογραφία διεκδικούσε το δικαίωμα των χριστιανών να είναι Οθωμανοί πολίτες, υπονομεύθηκε από “ονειροπόλους κονδυλοφόρους των Αθηνών και τελικά έπεσε στο κενό.
Τα γεγονότα στην Ουκρανία, αλλά πρόσφατα και στον Καύκασο, φαίνεται ότι άνοιξαν τους ασκούς του Αιόλου και με το φαινόμενο του ντόμινο προκαλούν ανάφλεξη σε μη ενεργές πυριτιδαποθήκες, όπως αυτή της Μέσης Ανατολής. Δυστυχώς, το αποτέλεσμα είναι προδιαγεγραμμένο για τους λαούς της περιοχής, όπως το τραγικό τέλος για τα αθώα θύματα του Ελληνισμού της Ανατολής.