Σωτήρης Τσιόδρας: Με ανοσία της αγέλης θα τελειώσει η πανδημία

Παρέμβαση Τσιόδρα: Με ανοσία της αγέλης θα τελειώσει η πανδημία

Στην ιατρική επιθεώρηση «Scandinavian Journal of Public Health» δημοσιεύτηκε άρθρο που συνυπογράφει ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας και ο επιδημιολόγος κ. Θεόδωρος Λύτρας. Παρατίθεται μετάφραση του άρθρου, στο οποίο γίνεται αναφορά στην πολυσυζητημένη ανοσία της αγέλης, τις κοινωνικές αποστάσεις και τα μέτρα σε επιχειρήσεις, στο οποίο δεν υπάρχει πουθενά η λέξη μάσκα:

«H ανοσία της αγέλης αναφέρθηκε κατά κόρον παντού ως η “αποτυχημένη στρατηγική” που εφάρμοσε η Βρετανία προτού αλλάξει πορεία και επιβάλει εθνικό lockdown. Η διαμάχη για το ζήτημα σχεδόν δηλητηρίασε τον επιστημονικό όρο, ο οποίος απλά αναφέρεται σε μια κατάσταση κατά την οποία ο αριθμός των ατόμων που έχουν ανοσία στον πληθυσμό είναι τόσο υψηλός, ώστε το παθογόνο δεν μπορεί να βρει αρκετούς ευάλωτους σε αυτόν για  να  τους μολύνει και βαθμιαία εξαφανίζεται.

Στην πραγματικότητα η ανοσία της αγέλης είναι το μοναδικό τελικό στάδιο στην πανδημία της COVID-19. Με δεδομένη την εξάπλωση του ιού σε όλο τον κόσμο και την μετάδοση από ασυμπτωματικούς ή ήπια συμπτωματικούς με τον μεγάλο αριθμό ασυμπτωματικών ή ήπια συμπτωματικών ΄είναι αδύνατο στην πράξη να περιοριστεί ο ιός σαν τον Έμπολα ή τον SARS-CoV-2. Κατά συνέπεια η πανδημία μπορεί να τελειώσει μόνον με την απόκτηση της ανοσίας της αγέλης, είτε μέσω εμβολιασμού είτε με φυσική λοίμωξη είτε και με τα δύο.

Επιπλέον, στην μειωμένη μεταδοτικότητα του παθογόνου συμβάλλει ακόμα και ένας μέτριος βαθμός ανοσίας του πληθυσμού, σε επίπεδα κατώτερα όσον απαιτεί η ανοσία της αγέλης. Για αυτό και βοηθά το να κρατήσουμε την αναπαραγωγή (R) κάτω από το 1 και να αντιστρέψουμε την πορεία της πανδημίας με τα κατάλληλα μέτρα. Αυτό σημαίνει ότι οι χώρες που είχαν περισσότερα κρούσματα στο πρώτο κύμα της πανδημίας θα έχουν να αντιμετωπίσουν λιγότερες προκλήσεις στο δεύτερο κύμα, και αντιστρόφως.

Ένα σημαντικό ζήτημα είναι ότι παραμένει άγνωστη η διάρκεια της προστατευτικής ανοσίας μετά από τη φυσική λοίμωξη και αποτελεί ένα από τα πλέον επείγοντα ερωτήματα για τους ερευνητές. Έχει διαπιστωθεί ότι τα αντισώματα διαρκούν για τουλάχιστον μερικούς μήνες και η ανταπόκριση των Τ λεμφοκυττάρων είναι πιθανό να διαρκεί για λίγα χρόνια. Εντούτοις αν το άτομο μπορεί να αναμολυνθεί από τον ιό μέσα σε 1-2 χρόνια, ο ιός θα γίνει ενδημικός σαν άλλους εποχικούς ιούς του αναπνευστικού. Σε αυτή την περίπτωση η ανοσία της αγέλης μπορεί να επιτευχθεί μόνον με εμβολιασμό και μάλιστα επαναλαμβανόμενο για να συντηρούνται τα επίπεδα ανοσίας».

Τα lockdown δεν είναι τζάμπα

«Το δίλημμα του να άρεις ή όχι ένα lockdown κακώς προβάλλεται σαν αντίθεση ανάμεσα στην υγεία του πληθυσμού και στην οικονομία. Όταν δεν υπάρχουν αποτελεσματικές θεραπείες και εμβόλια, τα lockdown στοχεύουν στην αποτροπή μαζικών απωλειών ζωής από την ταχύτατη εισαγωγή ενός ιού σε έναν πληθυσμό που είναι παρθένος σε αυτόν, ειδικά σε χώρες με φτωχή ιατρονοσηλευτική υποδομή και μεγάλες οικονομικές ανισότητες. Όμως έχουν και τα lockdown καθαυτά τα δικά τους αρνητικά αποτελέσματα στην υγεία, που πρέπει κανείς να τα ζυγίσει με το όφελος που προκύπτει από τον έλεγχο της εξάπλωσης», συνεχίζει το άρθρο.

Αυτά τα αρνητικά αποτελέσματα είναι δύσκολο να εκτιμηθούν ποσοτικά και παραβλέπονται. Περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τη δυσκολία πρόσβασης στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας για άτομα που πάσχουν από χρόνιες ή και άλλες παθήσεις, ψυχικά και παθολογικά προβλήματα που προκαλούνται από την απομόνωση και την αδράνεια, και μακροπρόθεσμα ζητήματα για τα παιδιά που  μένουν εκτός σχολείου. Η οικονομική ζημία από το lockdown επίσης επηρεάζει αρνητικά τη δημόσια υγεία, ειδικά λόγω της αυξανόμενης ανεργίας και της επίσης αυξανόμενης ανισότητας.

Κατά συνέπεια τα περιοριστικά μέτρα πρέπει να τίθενται  με προσοχή και με σαφές σκεφτικό και με την λογική προσδοκία τα οφέλη να είναι περισσότερα για την υγεία του πληθυσμού. Για να κρατήσει κάποιος επ΄αόριστον ένα αυστηρό lockdown, θα πρέπει να είναι βέβαιος ότι στο τέλος τον περιμένει ένα αποτελεσματικό και ασφαλές εμβόλιο, το οποίο θα παραχθεί σε επαρκείς ποσότητες και ότι ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού δεν θα έχει εν τω μεταξύ μολυνθεί.

Όμως δεν υπάρχει εγγύηση επιτυχίας. Έχουν εκφρασθεί ανησυχίες για τα αντισώματα που θα παραχθούν. Επίσης κάθε υποψήφιο εμβόλιο θα πρέπει να ελεγχθεί διεξοδικά προτού βγει στην αγορά. Όταν το εμβόλιο αυτό θα είναι διαθέσιμο, μπορεί και να είναι πολύ αργά για να αλλάξει την πορεία της πανδημίας σε ουσιαστικό επίπεδο».

Πρέπει κανείς να εστιάζεται στο πρακτικά δυνατόν

«Γίνεται συζήτηση για την αύξηση των τεστ όπως θέλει ο ΠΟΥ και υποστηρίζεται από τα επιτυχημένο παράδειγμα της Νότιας Κορέας. Τα τεστ σε ευρεία κλίμακα είναι ουσιαστικά για μια ισχυρή επιδημιολογική επιτήρηση, που είναι προαπαιτούμενο για να ληφθούν σωστές αποφάσεις για τη δημόσια υγείας. Εντούτοις, όσον αφορά τον έλεγχο της πανδημίας, τα τεστ μπορεί να είναι αποτελεσματικά μόνον όταν συνδυάζονται με απομόνωση των κρουσμάτων και γίνεται παράλληλα εξαντλητική ιχνηλάτηση.

Αυτό προϋποθέτει με τη σειρά του τεράστιες δυνατότητες ανθρώπινου δυναμικού και εργαστηρίων -δυνατότητες που ξεπερνούν αυτές που έχουν οι περισσότερες χώρες. Η ψηφιακή ιχνηλάτηση με εφαρμογές σε  smartphone ίσως να είναι μια εναλλακτική, αλλά κι αυτή δημιουργεί νέα ζητήματα, π.χ. για την προστασία προσωπικών δεδομένων και για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Για να είναι πρακτικά εφαρμόσιμη μια στρατηγική τεστ-ιχνηλάτηση-απομόνωση, τα κρουσματα θα πρέπει πρώτα να περιοριστούν σε αριθμό αντιμετωπίσιμο από τις δυνατότητες κάθε χώρας και αυτό -ο περιορισμός- μπορεί να γίνει με την κοινωνική απόσταση. Ακόμα και τότε, είναι τόση η έκταση της μετάδοσης από ασυμπτωματικούς ή μη επιβεβαιωμένους φορείς, που δεν είναι αποτελεσματική ως στρατηγική στην απομόνωση των κρουσμάτων. Θα πρέπει να συνδυάζεται σε κάποιος βαθμό με κοινωνικές αποστάσεις, που θα παραμείνουν το βασικό εργαλείο στον έλεγχο της πανδημίας και στην προστασία της δημόσιας υγείας».

Αναπροσαρμόζοντας διαρκώς τα μέτρα

«Υπάρχει αμφιγνωμία για την θνητότητα του ιού και αν ειναι πλησιέστερα στο 1% ή στο 0.1% –μια διαφορά στους αριθμούς των θανάτων. Αυτή η διαμάχη μεταμορφώνεται συχνά σε αμφιγνωμία για την διαρκή συντήρηση ή την άρση του lockdown. Είναι όμως αδιαμφισβήτητο ότι το όφελος από τέτοια μέτρα πρέπει ξεκάθαρα να ξεπερνά την ζημία στη δημόσια υγεία. Είναι κατά συνέπεια λογικό να απομακρυνόμαστε από τα πλήρη lockdown και να ρυθμίζουμε τις κοινωνικές αποστάσεις στο βέλτιστο δυνατό επίπεδο -ένα επίπεδο που ταυτόχρονα μειώνει την θνητότητα αλλά και τα αρνητικά αποτελέσματα.

Το σημείο ισορροπίας πρέπει να αναπροσαρμόζεται διαρκώς, καθώς συγκεντρώνουμε όλο και περισσότερες επιστημονικές γνώσεις για τον ιό, για την αποτελεσματικότητα των μέτρων και για τον ευρύτερο αντίκτυπό τους στην υγεία του πληθυσμού. Όπως και να έχει, ο λογικός στόχος δεν είναι να αποφευχθεί κάθε λοίμωξη από τον SARS-CoV-2 πάση θυσία, αλλά μάλλον να προστατεύσουμε και να μεγιστοποιήσουμε τη δημόσια υγεία για όλους».

Σταθεροποίηση των λοιμώξεων

«Μια τέτοια βελτιστοποίηση θα πρέπει να είναι και ποιοτική και ποσοτική. Σε ποσοτικό επίπεδο  ένα θετικό αποτέλεσμα των μέτρων κοινωνικής απόστασης θα πρέπει να κρατάει τον αριθμό R κάτω από το 1. Αυτό είναι ένα όριο που διασφαλίζει σταθερό ρυθμό εκδήλωσης κρουσμάτων στον πληθυσμό, και προφυλάσσει από ένα αυξανόμενο αριθμό που θα εξέθετε σε κίνδυνο τις υγειονομικές δομές σε πολλές περιοχές.

Αν τα κρούσματα δεν μειώνονται λόγω του μεγάλου αριθμού ασυμπτωματικών μεταδόσεων και συνεχίζονται οι εισαγωγές νέων κρουσμάτων από το εξωτερικό, τότε ο επόμενος λογικός στόχος είναι να επιτευχθεί ένας νέος και σταθερός ρυθμός μολύνσεων. Το πλήρες lockdown ήταν απολύτως δικαιολογημένο στην πρώτη φάση της πανδημίας όταν δεν ξέραμε με τι είχαμε να κάνουμε και θέλαμε να μειώσουμε δραστικά τα κρούσματα. Άπαξ και αυτό επιτευχθεί, τότε πλέον τα μέτρα κοινωνικής απόστασης θα πρέπει να εφαρμόζονται με γνώμονα ποια χρειάζονται για να διατηρείται το R κάτω ή  ίσον προς το 1.

Για να έχει αποτέλεσμα αυτή η στρατηγική, η επιτήρηση της COVID-19 είναι πολύ σημαντική και πρέπει να αναβαθμίζεται σημαντικά, μαζί με την ικανότητα των εργαστηρίων, ώστε να καλύπτεται όλος ο πληθυσμός σε όλες τις περιοχές μιας χώρας. Η επιτήρηση θα καθοδηγεί και στο σωστό επίπεδο κοινωνικής απόστασης. Για παράδειγμα εάν η μεταδοτικότητα μειώνεται το καλοκαίρι και αυξάνει το φθινόπωρο, οι ενδείξεις στην επιτήρηση θα το δείξουν και οι κοινωνικές αποστάσεις θα ρυθμιστούν ώστε να διατηρηθεί σε χαμηλά επίπεδα η λοίμωξη του πληθυσμού. Επίσης αν η επιτήρηση δείχνει ότι σε κάποιες περιοχές έχουμε περισσότερα κρούσματα, θα λαμβάνονται πρόσθετα, στοχευμένα μέτρα, για να θέσουν πάλι την πανδημία υπό έλεγχο».

Η εκτίμηση της αποδοτικότητας των μέτρων – Σχολεία

«Σε ποιοτικό επίπεδο, προκειμένου να επιλεγεί ο καλύτερος συνδυασμός, κάθε μέτρο θα πρέπει να εκτιμάται ξεχωριστά τόσο ως προς το εν δυνάμει όφελος όσο και ως προς το κοινωνικό δημόσιο κόστος υγείας. Σε αυτή την εκτίμηση, θα πρέπει να συνυπολογίζεται η διαβάθμιση της θνητότητας  με την ηλικία.

Για παράδειγμα για το κλείσιμο των σχολείων, η επίδραση των οποίων στην μετάδοση του ιού είναι αβέβαιη, το κοινωνικό κόστος είναι πολύ υψηλό. Τα παιδιά είναι μια κοινωνική ομάδα που είναι ελάχιστα ευάλωτη στον ιό και η οποία πιθανόν να είναι λιγότερο πιθανό να μολύνει άλλους. Κατά συνέπεια, αποδεχόμενοι κάποιο ρίσκο μόλυνσης μεταξύ των παιδιών είναι ένας λογικός συμβιβασμός για το ευρύτερο κοινωνικό όφελος από τα ανοιχτά σχολεία, με το πρόσθετο πλεονέκτημα ότι δομείται ως ένα βαθμό και μια ανοσία σε τμήμα του πληθυσμού με τον ασφαλέστερο δυνατό τρόπο.

Από την άλλη, πρέπει να διατηρούνται διαρκώς πολύ αυστηρά μέτρα στα νοσοκομεία και στα γηροκομεία. που είναι προβληματικοί χώροι για λοιμώξεις και όπου εκτίθενται οι πιο ευάλωτοι. Οδηγώντας τη λοίμωξη μακριά από εκείνους που κινδυνεύουν περισσότερο δεν είναι λιγότερο σημαντικό από το να κρατάει η πολιτεία χαμηλό δείκτη μολύνσεων ώστε να περιορίσει την θνητότητα».

Αποστάσεις και ανοιχτές επιχειρήσεις

«Επιλέγοντας το σωστό μίγμα κοινωνικών αποστάσεων, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για την αποτελεσματικότητα του κάθε μέτρου χωριστά. Σε αυτό το πλαίσιο, η επιλογή ποιές κοινωνικο – οικονομικές δραστηριότητες θα επιτραπούν, καταλήγει αναπόφευκτα πολιτικό, και στηρίζεται κυρίως στην εκτίμηση του κόστους για την κοινωνία. Ταυτόχρονα, όμως, πρέπει να καταστρώνονται σχέδια  για να συγκεντρώνονται στοιχεία και να εκτιμάται επισήμως η αποτελεσματικότητα του κάθε μέτρου, συγκρίνοντας για παράδειγμα τον δείκτη R της πανδημίας πριν και μετά την εισαγωγή του καθενός από αυτά.

Συμπερασματικά, η επιδημιολογική επιτήρηση για να ρυθμίζονται κατάλληλα τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης και για να επιτευχθεί ένα σταθερό και χαμηλό επίπεδο λοιμώξεων, και άρα να περιοριστεί η ολική θνητότητα, είναι μια βάσιμη μακροπρόθεσμη τακτική για να ακολουθήσουν και να διατηρήσουν τα κράτη έως ότου η πανδημία φτάσει στο πέρας της με την ανοσία της αγέλης -με την ελπίδα αυτή να επιτευχθεί χάρη σε ένα ασφαλές και αποτελεσματικό εμβόλιο».

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι