Είναι προς τη σωστή κατεύθυνση οι νέοι Ποινικοί Κώδικες;
03/03/2024Με το ν. 5090/24-2-2024 τέθηκαν σε ισχύ οι νέοι Ποινικοί Κώδικες, που περιέχουν σε 189 άρθρα τις τροπολογίες, οι οποίες ψηφίστηκαν από την Ολομέλεια της Βουλής, σύμφωνα με τα κατατεθέντα από τον υπουργό Δικαιοσύνης, νομοσχέδια. Αυτές επιφέρουν βαθιές τομές στον Ποινικό Κώδικα και στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, με σκοπό την μείωση της ατιμωρησίας και την επιτάχυνση απονομής της ποινικής δικαιοσύνης. Θεσπίζονται αυστηρότερες διατάξεις, κάποιες εκ των οποίων ισχύουν από τη δημοσίευση του νόμου, οι περισσότερες από 1-5-2024 και ελάχιστες από 1-7-24, όλες δε οι διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας από 1-5-24. Είναι όμως πιθανόν για κάποιες δικονομικές διατάξεις, λόγω οργανωτικών προβλημάτων, να ανασταλεί η έναρξη της ισχύος τους, όπως και να υπάρξουν τροπολογίες για κάποιες ποινικές διατάξεις λόγω αντιδράσεων.
Η συζήτηση στη Βουλή για τους Ποινικούς Κώδικες αναλώθηκε κυρίως σε πολιτικές αντιπαραθέσεις με τον υπουργό Δικαιοσύνης να τονίζει, ότι ο Νόμος Παρασκευόπουλου άνοιξε την πόρτα των φυλακών σε επικίνδυνους κυρίως αλλοδαπούς εγκληματίες και στην ατιμωρησία, που επέφεραν πρόσφορες προς τούτο διατάξεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα η αντιπολίτευση κατηγόρησε την κυβέρνηση, ότι συζητούμενο νομοσχέδιο είναι “θυματοκεντρικό”, γιατί αποσκοπεί κυρίως στη προστασία των δικαιωμάτων των θυμάτων, παραβλέποντας τα δικαιώματα των κατηγορούμενων. Επίσης, ότι είναι πολύ αυστηρό, αφού προβλέπει για κάποια αδικήματα πολύ αυστηρές ποινές, αλλά και την πραγματική έκτιση μέρους των ποινών με εγκλεισμό σε σωφρονιστικό κατάστημα.
Κυρίως κατά των ουσιαστικών, αλλά και κατά των δικονομικών διατάξεων του νομοσχεδίου διατυπώθηκαν αντιρρήσεις τόσο κατά τη δημόσια διαβούλευση, όσο δια ανακοινώσεων και σχολίων από δικηγορικούς συλλόγους, φορείς και ποινικολόγους, που αντιτίθενται στη θέσπισή τους με διάφορα επιχειρήματα: Ότι με την πραγματική έκτιση των ποινών φυλάκισης θα επέλθει υπερκορεσμός των σωφρονιστικών καταστημάτων, ότι με τον περιορισμό των αναβολών δίκης θα προκληθεί συμφόρηση των ποινικών ακροατηρίων και ότι υπάρχει αυστηροποίηση των ποινών για τα μικρομεσαία αδικήματα και για την καταβολή χρεών προς το Δημόσιο.
Τα επιχειρήματα αυτά είναι ψευδεπίγραφα και υποκρύπτουν άλλη πολιτική και ιδεολογική κοσμοθεωρία. Για την αντίκρουσή τους όμως θα επικαλεστώ αρχικά τη δήλωση του Clemenceau στη Γαλλική Βουλή, όταν συζητείτο η κατάργηση της θανατικής ποινής: «Συμφωνώ με την κατάργησή της, αρκεί την αρχή να την κάνουν οι δολοφόνοι».
Αντιεγκληματική πολιτική
Φυσικά, την αντιεγκληματική και σωφρονιστική πολιτική ασκεί κυριαρχικά η Πολιτεία με γνώμονα το κράτος δικαίου και τη δημόσια ασφάλεια, ειδικότερα των πολιτών. Κατά καιρούς η Πολιτεία υποκύπτει σε πιέσεις ή για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας απενοχοποιεί κάποια αδικήματα με την επίκληση του κοινού περί δικαίου αισθήματος, όπως έγινε με την κατάργηση του επιτυχούς νόμου 1608/1950 “περί καταχραστών του δημοσίου χρήματος” εξ αιτίας της καταδίκης της καθαρίστριας στο Βόλο. Ο εν λόγω νόμος προέβλεπε ισόβια κάθειρξη για τους καταχραστές μεγάλων ποσών δημοσίου χρήματος, αλλά έχει δημιουργηθεί η εντύπωση ότι οι μεγαλοκαρχαρίες δεν τιμωρούνται. Πιστεύω ότι ήταν λάθος η κατάργησή του και ότι η Πολιτεία θα αναγκαστεί να τον θεσπίσει εκ νέου.
Η καταδίκη του κατηγορούμενου από το δικαστήριο δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά πρέπει να επιβάλλεται για την εκπλήρωση των σκοπών της ποινής της ειδικής πρόληψης, δηλαδή συμμόρφωση του παραβάτη, ώστε να μη υποπέσει εκ νέου σε αδίκημα. Επίσης της γενικής πρόληψης, δηλαδή δια της δημοσιοποιήσεως της ποινής, την αποτροπή των λοιπών πολιτών σε τέλεση αδικημάτων, που πολλές φορές δεν εκπληρώνεται, λόγω της μη δημοσιοποίησής της για τη προστασία των προσωπικών δεδομένων.
Στο πρόσφατο παρελθόν με την επίκληση αόριστα της επιστήμης και της ένταξης του κατηγορούμενου στην κοινωνία και κατά παράβλεψη των σκοπών της ποινής, η ποινική διαδικασία είχε καταστεί “κατηγορουμενοκεντρική”, δηλαδή τα πάντα για τον κατηγορούμενο και τα δικαιώματα του, σαν τα θύματα να μην έχουν ίσα δικαιώματα. Η πρακτική απόδειξε ότι τα θύματα στη καλύτερη περίπτωση πετυχαίνουν μια επιδίκαση χρηματικής αποζημίωσης για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, που εάν υπάρχει έλλειψη περιουσίας, δεν εισπράττεται. Φυσικά ο κατηγορούμενος έχει τα δικαιώματα που του δίνει το Σύνταγμα, ο νόμος και το άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου για δικαία δίκη, για την παραβίαση των οποίων η χώρα μας έχει καταδικασθεί σχεδόν 1000 φορές.
Μου κάνουν όμως εντύπωση οι διαμαρτυρίες για αυστηρές ποινές για αδικήματα, που δεν έχουν διαπραχθεί ακόμα, αφού οι θεσπισθείσες αυστηρές διατάξεις δεν έχουν αναδρομική ισχύ και θα ισχύσουν για μελλοντικά αδικήματα από πρόθεση, που θα εκδικάζονται στα όρια της παραγραφής. Δηλαδή, επιζητούν τη συνέχιση της ατιμωρησίας με ελαφρές ποινές ή της πλασματικής τιμωρίας με συνεχείς αναστολές εκτέλεσης τω ποινών.
Για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης
Νομίζω, ότι οι τροπολογίες του Ποινικού Κώδικα ιδίως για την αύξηση του κατώτατου ορίου της ποινής για τις ανθρωποκτονίες από αμέλεια και στις περιπτώσεις επικίνδυνης οδήγησης, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται η παραβίαση του ερυθρού σηματοδότη, της διατάραξης λειτουργίας των νοσηλευτικών ιδρυμάτων και της απέλασης αλλοδαπού από το δικαστήριο κατόπιν ποινικής καταδίκης, όχι μόνο δεν είναι δρακόντειες, αλλά θα συντελέσουν στη μείωση των θανατηφόρων ατυχημάτων.
Σε κάθε όμως περίπτωση μαζί με τις τροπολογίες του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την επιτάχυνση της δίκης και ιδίως για το περιορισμό των αναβολών δίκης θα μειωθεί η αίσθηση ατιμωρησίας που επικρατούσε μέχρι τώρα και καλλιεργείτο τεχνηέντως. Θα μειωθεί και η ταλαιπωρία των διαδίκων και μαρτύρων από τη διαιώνιση των δικών. Εξάλλου το επιχείρημα για αυστηρές ποινές είναι προσχηματικό, επειδή με την αναγνώριση από το Δικαστήριο ελαφρυντικών περιστάσεων για τον κατηγορούμενο, οι προβλεπόμενες ποινές μπορεί να μειωθούν αισθητά στο προσήκον μέτρο.
Μου έκανε, όμως, εντύπωση η δήλωση του υπουργού Δικαιοσύνης στη Βουλή, ότι δικηγόρος μέλος νομοπαρασκευαστικής επιτροπής παρεισέφρησε σε νόμο διάταξη που παράγραψε τα αδικήματα των πελατών του. Έτσι επαληθεύεται για μια ακόμα φορά ο Ζάλευκος, ότι μόνο τα μικρά ζωύφια πιάνει ο ιστός της αράχνης (της Δικαιοσύνης) και η μέχρι τώρα υπέρ των επωνύμων πρακτική των δικαστηρίων επιβαρύνει το έλλειμμα εμπιστοσύνης των πολιτών στη Δικαιοσύνη. Αυτή ανακτάται μόνο με πράξεις και συγκεκριμένα μέτρα και αποτελέσματα και όχι με δηλώσεις.
Ποινικοί Κώδικες: Οι νέες διατάξεις
Οι νέες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που ισχύουν από τη δημοσίευση του νόμου, ή όπως ο νόμος ορίζει, δεν έχουν αναδρομική ισχύ εκτός αν περιλαμβάνουν ηπιότερες διατάξεις από αυτές που ισχύουν και αφορούν τα αδικήματα που θα διαπραχθούν σε χρόνο μετά τη δημοσίευση του νόμου, οι δε δικονομικές διατάξεις έχουν από 1-5-24 εφαρμογή. Από την ψήφιση των νέων κωδίκων το 2019 μέχρι σήμερα έχουν θεσπισθεί τουλάχιστον τέσσερεις τροποποιήσεις των ποινικών κωδίκων και με την παρούσα τροποποίηση πέντε. Τα δικαστήρια θα αναλώνονται να βρουν σε κάθε δίκη ποια διάταξη ισχύει, εκτός του ότι υπάρχει περίπτωση σύντομα να θεσπιστούν και νέες θετικά ή αρνητικά διορθωτικές τροπολογίες.
Ο κατηγορούμενος είναι ο πρωταγωνιστής της ποινικής δίκης και οφείλει να εμφανίζεται αυτοπροσώπως στο ακροατήριο, όπως ίσχυε μέχρι το 1996, οπότε επιτράπηκε σε δίκες αρμοδιότητας μονομελούς πλημμελειοδικείου να εκπροσωπείται από δικηγόρο. Στη συνέχεια επιτράπηκε σε όλες τις δίκες ακόμα και στα κακουργήματα, πρακτική που εφαρμόζεται κυρίως από τους επωνύμους. Φυσικά το δικαστήριο μπορεί να διακόψει τη συζήτηση και να καλέσει τον κατηγορούμενο να εμφανιστεί, δυνατότητα που εφαρμόζεται σπάνια. Επειδή θεωρώ, ότι η παρουσία του κατηγορουμένου στο δικαστήριο είναι απαραίτητη για να βρεθεί η αλήθεια, ζήτησα μάταια με υποβολή αιτήματος στη δημόσια διαβούλευση του νομοσχεδίου την κατάργηση της παραπάνω διάταξης.
Η εφαρμογή της μετατροπής της φυλάκισης σε παροχή κοινωφελούς εργασίας, που είχε θεσπιστεί το 2019 με τον Ποινικό Κώδικα, δεν εφαρμόστηκε ελλείψει υποδομών, ήδη όμως προσδιορίστηκαν οι φορείς μεταξύ των οποίων οι ΟΤΑ που θα την εφαρμόσουν. Αμφιβάλλω όμως αν θα λειτουργήσει ικανοποιητικά, αν κρίνομε, τηρουμένων των αναλογιών, εκ του ότι μόνο οι μισοί (επιεικώς) από τους περιοριστικούς όρους που επιβάλλουν τα δικαστήρια τηρούνται. Επαναφέρεται η μετατροπή ποινών φυλακίσεως σε χρηματικές ποινές, που με τα σημαντικά ποσά που θα εισπραχθούν μπορεί να αμείβονται οι δικηγόροι για νομική βοήθεια που επεκτείνεται και για τα πλημμελήματα.
Οι δικηγόροι απέχουν από τα καθήκοντα τους σχεδόν πέντε μήνες, με αποτέλεσμα οι ποινικές υποθέσεις πλην εξαιρέσεων να αναβάλλονται. Ήδη όμως η αποχή των δικηγόρων έληξε μερικά για τις ποινικές υποθέσεις, έχει συσσωρεύσει έναν τεράστιο όγκο εκκρεμών ποινικών υποθέσεων, που για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν θα είναι διαχειρίσιμος. Μία λύση είναι να παραταθεί το ωράριο λειτουργίας των ποινικών ακροατηρίων επί δίωρο. Αυτό, όμως, το απορρίπτουν οι συνδικαλιστικοί φορείς δικηγόρων και δικαστικών γραμματέων.