ΘΕΜΑ

Έρευνα: Εκπαιδευτικές επιλογές και δία βίου επαγγελματική αβεβαιότητα

Έρευνα: Εκπαιδευτικές επιλογές και δία βίου επαγγελματική αβεβαιότητα, Νίκος Φωτόπουλος

Πώς επιλέγουν τις σπουδές τους οι Έλληνες φοιτητές/τριες; Πώς αναπτύσσονται οι εκπαιδευτικές σταδιοδρομίες; Πώς καταστρώνονται οι επαγγελματικές στρατηγικές; Με ποιους τρόπους οι φοιτητές/τριες αναθεωρούν τις αρχικές τους επιλογές; Πώς διαχειρίζονται τις προσδοκίες, τις ελπίδες, τις ματαιώσεις τους; Ποιος ο ρόλος της οικογένειας, του σχολείου, του συστήματος πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση;

Αυτά είναι μερικά μόνο από τα ερευνητικά ερωτήματα τα οποία επιχείρησε να προσεγγίσει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα έρευνα του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ (ΚΑΝΕΠ/ΓΣΕΕ) με τίτλο: “Τα σχολικά όνειρα, οι σπουδές και η μελλοντική εργασία φοιτητών/-τριών ελληνικών ΑΕΙ: Διαδρομές μεταξύ της ελπίδας και της ματαίωσης” που παρουσιάστηκε προ ημερών, διαδικτυακά, με επιστημονικά υπεύθυνο τον καθηγητή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Αργύρη Κυρίδη.

Η έρευνα διενεργήθηκε εν μέσω πανδημίας σε ένα μεγάλο δείγμα φοιτητών και φοιτητριών, έξι ελληνικών πανεπιστημίων (2.000 περίπου ερωτώμενοι) επιχειρώντας να διερευνήσει τους τρόπους με τους οποίους οι Έλληνες φοιτητές/τριες καταστρώνουν τις στρατηγικές τους σε μια εποχή που η αβεβαιότητα της επαγγελματικής αποκατάστασης είναι περισσότερο εμφανής από ποτέ. Μεταξύ των πολλών και ενδιαφερόντων συμπερασμάτων της έρευνας αναδεικνύονται:

  • η σημασία της εκπαίδευσης ως βασικού μηχανισμού (ανοδικής) κινητικότητας στα συστήματα των κοινωνικών και επαγγελματικών ιεραρχήσεων.
  • η συνεχής προσπάθεια για βελτίωση των σπουδών μέσω απόκτησης δεύτερου πτυχίου, μεταπτυχιακού διπλώματος ή συνεχιζόμενης κατάρτισης κ.α.
  • η έντονη ψυχολογική πίεση, το διαρκές άγχος και η δια βίου αβεβαιότητα για το επαγγελματικό μέλλον.
  • οι υψηλές προσδοκίες για τη μετάφραση των σπουδών σε όρους μιας καλύτερης ζωής.
  • το ατέρμονο κυνήγι της επαγγελματικής αποκατάστασης σε μια εποχή που όλα εμφανίζονται ρευστά και αβέβαια.

“Το μετέωρο βήμα”

Τα συγκεκριμένα ερευνητικά ευρήματα, μέσα από μια εμπειρική έρευνα πεδίου έρχονται ουσιαστικά να επικαιροποιήσουν αλλά και να επαναπροσδιορίσουν ζητήματα που ουσιαστικά οι περισσότεροι αντιλαμβάνονται αλλά και βιώνουν μέσα σε κάθε ελληνική οικογένεια: τις πολλαπλές θυσίες, την αγωνία και το άχθος μιας ακριβοπληρωμένης εκπαίδευσης, καθώς και “το μετέωρο βήμα” της επαγγελματικής αποκατάστασης σε μια εποχή που οι παραδοσιακές εκπαιδευτικές διαδρομές δείχνουν να μην έχουν το αναμενόμενο αντίκρισμα.

Κι αυτό γιατί τόσο η ανεργία των νέων, όσο και η ανεργία των πτυχιούχων στην πατρίδα μας συνεχίζουν να ευδοκιμούν χωρίς να αναπτύσσονται ουσιαστικές παρεμβάσεις που να αμβλύνουν την ένταση του προβλήματος. Παραταύτα, οι φοιτητές/τριες φαίνεται να εμπιστεύονται το δημόσιο ελληνικό πανεπιστήμιο, προσδοκούν μέσω αυτού μια καλύτερη ζωή και το πιο σημαντικό, παρά τις αντιξοότητες και τις ματαιώσεις, σύμφωνα και με την έρευνα, επιμένουν να ζήσουν στην Ελλάδα αξιοποιώντας αυτά που έχουν αποκτήσει ως εκπαιδευτικά εφόδια ακόμα και αν χρειάζεται διαρκώς να τα επικαιροποιούν, να τα ενισχύουν και να τα αυξάνουν.

Η εν λόγω έρευνα θέτει στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός της, το τεράστιο ζήτημα της σύνδεσης της εκπαίδευσης με την απασχόληση, κοινωνικό ζήτημα που γίνεται ολοένα και πιο επιτακτικό σε μια εποχή που η αγορά εργασίας παραμένει εξόχως προβληματική: με χαμηλές αμοιβές, με υψηλούς βαθμούς επισφάλειας και ελαστικότητας, με σκιώδεις πλευρές εκμετάλλευσης αλλά και εντεινόμενες τάσεις δια βίου αβεβαιότητας.

Πρόκειται ουσιαστικά για παθογενή συμπτώματα που αποδυναμώνουν ευθέως τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας συνηγορώντας στον κοινωνικό μαρασμό και την πολιτισμική υπανάπτυξη του τόπου. Την ίδια στιγμή ακούγεται συχνά, κυρίως από πλευράς εργοδοτικών και οικονομικών elites, πως για το πρόβλημα της ανεργίας των νέων ευθύνεται αποκλειστικά το εκπαιδευτικό σύστημα και ειδικότερα το δημόσιο πανεπιστήμιο αφού διαιωνίζονται σημαντικές ελλείψεις και αναντιστοιχίες δεξιοτήτων σε σχέση με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.

Απαξίωση προσόντων

Ωστόσο το αφήγημα αυτό παραβλέπει συνειδητά τις εγγενείς παθογένειες της αγοράς εργασίας καθώς και το ότι ουδείς φαίνεται διατεθειμένος να συμβάλει στη βελτίωση των εργασιακών συνθηκών, στη μισθολογική αναγνώριση των προσόντων του ανθρώπινου δυναμικού, στη βελτίωση των όρων που καθιστούν την εργασία ελκυστική και εναρμονισμένη με τις ανθρώπινες ανάγκες μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης.

Την ίδια στιγμή, χιλιάδες νέοι και ιδίως απόφοιτοι πανεπιστημίων διαθέτουν σημαντικά προσόντα πού είτε αναγκάζονται να τα “απαξιώνουν” υποκύπτοντας στη φθηνή ευέλικτη εργασία, είτε να οδηγούνται στο εξωτερικό για την αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης.
Στο απόγειο της εν λόγω συλλογιστικής άλλοτε λοιδορούνται τα ελληνικά πανεπιστήμια, άλλοτε το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, κι άλλοτε οι εκπαιδευτικοί ή οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι θεωρώντας πως για όλα τα δεινά της αγοράς εργασίας ευθύνονται μονομερώς οι δημόσιες πολιτικές που ακολουθούνται εδώ και χρόνια στο χώρο της εκπαίδευσης.

Το πιο ανησυχητικό είναι πώς με πρόσχημα το πρόβλημα της ανεργίας, ακόμα και μέσω “στατιστικών κατασκευών” όπως για παράδειγμα η εφαρμογή της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής για την πρόσβαση στο πανεπιστήμιο, προωθείται η, χωρίς κανένα σχεδιασμό “τεχνητή ανακατεύθυνση” των μαθητικών εκροών, σε επιλογές, που προφανώς, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, δεν εμφανίζουν τα προαπαιτούμενα μιας αξιόπιστης επαγγελματικής προοπτικής.

Το “αξιακό κοίτασμα” των πανεπιστημίων

Κι αυτό γιατί η συγκεκριμένη στρατηγική εκτός του ότι παραβλέπει την επιτακτική ανάγκη της ουσιαστικής αναβάθμισης των δημόσιων εκπαιδευτικών δομών αλλά και των πολιτικών για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, ουσιαστικά έρχεται να εντείνει α) τον εκπαιδευτικό και κοινωνικό αποκλεισμό μέσω της στέρησης του αγαθού της ανώτατης εκπαίδευσης (ιδίως για τους κοινωνικά ευπαθείς και μη προνομιούχους) β) την ανάπτυξη μορφών περαιτέρω ιδιωτικοποίησης και εμπορευματοποίησης των σπουδών, αφού χιλιάδες νέοι και νέες μη έχοντας αξιόπιστες εναλλακτικές διεξόδους αναζητούν εναγωνίως εκπαιδευτικές λύσεις στην “ελεύθερη αγορά” με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.

Και το ερώτημα, όχι ρητορικό αλλά ευθέως πολιτικό: ποιους πλήττει και ποιους ευνοεί μια τέτοια στρατηγική; Το νευραλγικό εύρημα που η έρευνα του ΚΑΝΕΠ/ΓΣΕΕ κομίζει, πέρα από τις βασικές διαπιστώσεις οι οποίες αναμφίβολα επικαιροποιούν και ανανεώνουν τους όρους της δημόσιας συζήτησης για τη σχέση εκπαίδευσης και απασχόλησης, σχετίζεται με το ότι σημαντικό τμήμα των Ελλήνων φοιτητών/τριων, παρά τα προβλήματα και τις αντιξοότητες, συνεχίζουν να προσδοκούν και να περιμένουν πολλά από τα ελληνικά πανεπιστήμια.

Παρά το άγχος και τη δια βίου αβεβαιότητα, τις ματαιώσεις και τις αναθεωρήσεις δείχνουν να συνεχίζουν να τα εμπιστεύονται τόσο στις αρχικές τους επιλογές όσο και στα μελλοντικά τους σχέδια. Αναμφίβολα, η κοινωνική αυτή στάση απέναντι στις ανώτατες σπουδές και στο δημόσιο πανεπιστήμιο αποτελεί ένα σημαντικό “αξιακό κοίτασμα” που οφείλουμε να το διαφυλάξουμε, να το σεβαστούμε, να το αξιοποιήσουμε και κυρίως να το μετασχηματίσουμε σε ρεαλιστικούς όρους μιας καλύτερης ζωής για τη νέα γενιά, χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι