Γιατί αναμένεται νέο ρεκόρ στα κρούσματα
07/11/2021Τα σωρηδόν τεστ που έγιναν το Σάββατο από ασυμπτωματικούς και ανεμβολίαστους για τη διασκέδαση του Σαββατοκύριακου, θα δείξουν αύριο αυξημένα κρούσματα πανελλαδικα. Ίσως δεν φανεί άμεσα η μεγάλη διαφορά, επειδή ανέκαθεν τα Σαββατοκύριακα διενεργούνται συνήθως κατά 30%-40% λιγότερα τεστ από όσα τις καθημερινές. Η διαφορά θα φανεί κυρίως την Τρίτη.
Την συγκεκριμένη μέρα δηλαδή, τα “έξτρα” κρούσματα από τα “έξτρα” τεστ θα προστεθούν στα τεστ των ήδη συμπτωματικών της Δευτέρας. Βέβαια πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτά τα 6.000-7.000 κρούσματα που καταγράφονται τις τελευταίες ημέρες δεν είναι όλα από ασθενείς με συμπτώματα, καθώς περιλαμβάνονται τα προληπτικά τεστ των μαθητών, όπως και τα υποχρεωτικά προληπτικά τεστ των εργαζομένων.
Όμως, από Δευτέρα αρχίζουν τα υποχρεωτικά τεστ για να έχουν οι ανεμβολίαστοι οιαδήποτε επαφή στο δημόσιο και στις τράπεζες, αλλά και τα δύο υποχρεωτικά τεστ εβδομαδιαίως για όλους ανεξαιρέτως τους εργαζόμενους. Παράλληλα, εκείνοι που δεν εργάζονται θα συνεχίσουν να χρειάζονται πλέον τεστ για να πάνε για καφέ ακόμα και σε υπαίθριο χώρο. Σε αυτά θα προστεθούν και τα προληπτικά τεστ των μαθητών.
Κατά συνέπεια τα αυξημένα υποχρεωτικά τεστ που θα γίνουν, θα δείξουν έναν πρωτοφανή αριθμό κρουσμάτων πανελλαδικά. Όμως, δεν είναι αυτός ο παράγοντας που θα οδηγήσει απαραίτητα σε νοσηλείες. Τα περισσότερα από αυτά τα τεστ, όπως και των μαθητών, γίνονται προληπτικά από ασυμπτωματικούς και όχι από άτομα με ήπια ή μέτρια συμπτώματα.
Οπότε ακόμα κι αν τα κρούσματα φτάσουν ή και ξεπεράσουν τα 10.000, στην πλειοψηφία τους δεν θα είναι κρούσματα που απαιτούν νοσηλεία και που ανησυχούν καθαυτά, αν και κάποιο ποσοστό από αυτά μοιραία θα καταλήξει στο νοσοκομείο. Το μεγάλο όφελος από τα σωρηδόν τεστ των ανεμβολίαστων, αν και πολλά μπορούν να ειπωθούν για το γεγονός ότι τα πληρώνουν από την τσέπη τους, ενώ οι εμβολιασμένοι μένουν στο απυρόβλητο, τελικά θα σώσει τις ζωές κυρίως των επαφών τους.
Τι πρέπει να ανησυχεί
Ο λόγος είναι ότι χιλιάδες ασυμπτωματικοί φορείς μπορεί να μη νοσούσαν ούτως ή άλλως βαριά, όμως σχεδόν όλοι συμβιώνουν ή έχουν στενές επαφές, επαγγελματικές ή οικογενειακές ή φιλικές με ευάλωτους. Αυτές θα κοπούν από όσους βγουν θετικοί –τα υποχρεωτικά τεστ δηλαδή θα γλιτώσουν τους ευπαθείς που έχουν επαφές με ασυμπτωματικούς.
Παραμένει βεβαίως το πρόβλημα με τους εμβολιασμένους που δεν τους ζητείται πουθενά τεστ παρότι και νοσούν και μεταδίδουν και η “ασυλία” τους από τεστ εμποδίζει και την σωστή ιχνηλάτηση των επαφών τους, καθώς συγχρωτίζονται στην εστίαση αμιγών χώρων δίχως μάσκα. Το αντικειμενικό μέτρο σύγκρισης και ο πραγματικός αριθμός συναγερμού στην πραγματικότητα δεν είναι ούτε τα τεστ ούτε το ποσοστό θετικότητας, αλλά ο αριθμός των εισαγωγών για νοσηλεία και οι νέες εισαγωγές σε ΜΕΘ.
Ο αριθμός νέων νοσηλευομένων διπλασιάσθηκε και έφθασε τους 350 ημερησίως από 182 που ήταν πριν από 15 μέρες. Οι δε ασθενείς που χρειάζονται διασωλήνωση έχουν τριπλασιασθεί, ανεξαρτήτως του πόσοι νοσηλεύονται σε ΜΕΘ –δεν επαρκούν οι ΜΕΘ και δεκάδες διασωληνώνονται εκτός μονάδας πλέον, ειδικά στην κεντρική και βόρεια Ελλάδα.
Όσοι είναι, μέσα στην ατυχία τους τυχεροί, δηλαδή βρίσκουν ΜΕΘ, έχουν αυξηθεί κάθετα και από 356, έφθασαν τους 449. Αυτό που ανακοινώνει ο ΕΟΔΥ είναι σύνολο διασωληνωμένων και δεν βοηθά σε εξαγωγή συμπερασμάτων. Το μέτρο σύγκρισης και πάλι χωλαίνει γιατί το σύνολο δεν δίνει την καθημερινή εικόνα.
Θάνατοι από κορονοϊό και άλλα αίτια
Από στοιχεία που στέλνει ο ΕΟΔΥ στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως, προκύπτει με μεγαλύτερη σαφήνεια ότι πριν από ένα μήνα διασωληνώνονταν 15 άτομα την ημέρα και σήμερα διασωληνώνονται 30. Και πάλι λείπει βέβαια το ποσοστό όσων επείγει να διασωληνωθούν αλλά πεθαίνουν ενώ βρισκονται σε λίστα αναμονής για ΜΕΘ, αλλά είναι σαφές ότι οι διασωληνώσεις υπερδιπλασιάσθηκαν σε χρόνο ρεκόρ.
Δείκτης συναγερμού είναι και ο αυξανόμενος αριθμός των νεκρών. Η Ελλάδα χάνει κάθε εβδομάδα 300 ανθρώπους από τον ιό και σε ένα μήνα 1.200. Πέρσι (2020) η χώρα έχασε 5.000 από τον ιό και φέτος (ενώ είναι ακόμη αρχές Νοεμβρίου) έχει χάσει άλλους 11.300. Όμως, δεν “φεύγουν” πρόωρα μόνον από κορονοϊό οι Έλληνες. Αποβιώνουν την τελευταία διετία και από άλλα νοσήματα, τα οποία κάτω από άλλες συνθήκες ήταν αντιμετωπίσιμα. Το 2020 χάθηκε 5% περισσότεροι από όσοι τις προηγούμενες χρονιές.
Οι θάνατοι φέτος (από οποιαδήποτε αιτία) αυξήθηκαν πάνω από 10% το πρώτο επτάμηνο σε σύγκριση με το αντίστοιχο επτάμηνο άλλων ετών. Σε αυτό το 10% περιλαμβάνονται μόνον 8.000 θάνατοι Covid, όταν είχαμε δηλαδή αρχές Αυγούστου συνολικά 13.000 θανάτους και όχι 16.243 που καταγράφηκαν έκτοτε. Κατά συνέπεια θα ξεπεραστεί το 10% στην αύξηση των θανάτων στη χώρα, καθώς είναι άγνωστο και πόσοι θα “φύγουν” τις επόμενες σκληρές 60 μέρες.
Οι δε αυξημένοι θάνατοι δεν είναι ασφαλώς όλοι από κορονοϊό και η αύξηση πέρσι κατά 5% των θανάτων, και φέτος ίσως κατά 10%, δείχνει ότι πολύς κόσμος “φεύγει” και από άλλα νοσήματα. Συγκεκριμένα, οι θάνατοι που σχετίζονταν άμεσα με Covid το 2020 ήταν 5.000, ενώ οι νεκροί συνολικά ήταν 133.000 και ξεπερνούσαν κατά 10.000 τους θανάτους του 2019. Μάλιστα το 2019 ήταν κακή χρονιά με 124.926 νεκρούς ενώ ο μέσος όρος θανάτων στη χώρα μας την τελευταία δεκαετία είναι 117.000.
Οι παράπλευρες απώλειες
Σε σύγκριση με την κακή χρονιά του 2019 είχαμε, λοιπόν, 8.000 θανάτους παραπάνω το 2020. Αφαιρουμένων των 5.000 νεκρών από Covid, είχαμε 3.000 παραπάνω θανάτους από άλλα νοσήματα εκτός του κορονοϊού. Αν συγκρίνουμε μάλιστα με τον μέσο όρο νεκρών το χρόνο την τελευταία δεκαετία, που είναι 117.000 θάνατοι το χρόνο, το 2020 χάσαμε 16.000 παραπάνω ζωές.
Αφαιρώντας και πάλι τους θανάτους από επιπλοκές του κορονοϊού, προκύπτει ότι το 2020 πέθαναν από άλλα νοσήματα 11.000 άνθρωποι παραπάνω από όσοι άλλες χρονιές. Αποβιώνουν με δυο λόγια χιλιάδες άνθρωποι που κάτω από άλλες συνθήκες θα ήταν ίσως ακόμη κοντά μας. Οι θάνατοι αυτοί είναι οι παράπλευρες απώλειες της πανδημίας ή πιθανόν και της χρεοκοπίας που είχε προηγηθεί, καθώς τα μνημόνια μείωσαν τις δυνάμεις του εθνικού συστήματος υγείας αλλά και τις δυνατότητες των πολιτών για πρόσβαση σε ιδιωτικές παροχές υγείας.