Ρόδος, Φολέγανδρος και Πήλιο: Τι κοινό έχουν οι τρεις γυναικοκτονίες
23/09/2021Την τελευταία δεκαετία έχουν αυξηθεί τα εγκλήματα που διαπράττονται από άτομα είτε με σοβαρά ψυχιατρικά νοσήματα είτε με ηπιότερα μεν, αλλά όπως αποδεικνύεται, επικίνδυνα και για τους ίδιους αλλά και τους αγαπημένους τους. Αυτό γεννά ερωτήματα για την επάρκεια της πρόληψης, των δομών πρόνοιας, της αστυνομίας, αλλά κυρίως του ψυχιατρικού δικτύου στη χώρα μας, που μετά την χρεοκοπία σχεδόν αφανίστηκε.
Τα χρέη και μετά ο κορονοϊός έστρεψαν αλλού τα βλέμματα, ενώ τα περί γυναικοκτονιών εστιάζουν το πρόβλημα στη βία κατά γυναικών. Όμως, σε πολλές περιπτώσεις πρόκειται για φόνους και συχνά αυτοκτονίες ψυχικά ασθενών. Ενώ δηλαδή η βια κατά γυναικών είναι μια σοβαρή πτυχή του θέματος, τίθεται στο περιθώριο το ψυχικό νόσημα που συχνά υποκρύπτεται ή είναι και διαγνωσμένο.
Οι αστυνομικές αρχές φαίνεται να μην επαρκούν για να προλάβουν τα χειρότερα, παρότι γνωρίζουν τις προβληματικές προσωπικότητες στον τόπο τους, ειδικά στις μικρές κοινωνίες, αλλά ούτε και οι προνοιακοί μηχανισμοί της τοπικής αυτοδιοίκησης επιτελούν το έργο τους, όπως φάνηκε στο Βόλο τον περασμένο Απρίλιο, στη Φολέγανδρο και στην Ρόδο προχθές.
Η βία που φθάνει στο φόνο έχει πάντα ένα υπόστρωμα διαταραχής και συχνά αυτή περνάει όχι απαρατήρητη, αλλά αδιάγνωστη, με τον δράστη να χαρακτηρίζεται (πριν το φόνο) “περίεργος τύπος” και “κλειστός άνθρωπος” και “ιδιόρρυθμος” ή “ευέξαπτος και νευρικός” ή “παθολογικά ζηλιάρης”.
Nοσήματα που καταλήγουν σε τραγωδίες
Η κοινωνική κατακραυγή για τους φόνους γυναικών και την βία εναντίον τους, προκαλεί κάποιες αντιδράσεις, αλλά αφ΄ενός αυτές είναι σπασμωδικές, αφ΄ετέρου βγάζουν έξω από το πλάνο την διαχείριση των διαταραγμένων προσωπικοτήτων που κυκλοφορούν ανάμεσά μας σαν ωρολογιακή βόμβα που κανείς δεν ξέρει τι ώρα δείχνει ο μηχανισμός.
Σχετικά πρόσφατα οι κοινή γνώμη αντιμετώπισε ένα παρόμοιο τραγικό συμβάν, με τον Κορίνθιο που σκότωσε την 26χρονη φαρμακοποιό στη Φολέγανδρο. Ήταν ένας νεαρός με διαγνωσμένο νόσημα που “δεν έπαιρνε τα χάπια του”, όπως δυστυχώς κάνουν πολλοί ψυχικά ασθενείς. Διακόπτουν την θεραπεία και… όποιον πάρει ο Χάρος. Η προβληματική του συμπεριφορά (παρακολουθούσε επίμονα την Γαριφαλιά και την ζήλευε) ερμηνεύθηκε ως απλή ζήλια ή ενδιαφέρον “τρελά ερωτευμένου. Όμως, δεν ήταν αυτό: ο νεαρός ήταν ψυχασθενής. Τελικά πήγαν μαζί για διακοπές στη Φολέγανδρο και εκεί ο δράστης σκότωσε την άτυχη φαρμακοποιό.
Το ίδιο τραγικό υπόβαθρο είχε και το έγκλημα στο Βόλο, όπου ο ψυχικά ασθενής σύζυγος σκότωσε την άτυχη μητέρα του παιδιού του και τον αδελφό της. Για αυτόν ειχαν γίνει καταγγελίες και η οικογένεια του θύματος είχε ζητήσει τον υποχρεωτικό εγκλεισμό του, αλλά η πολιτεία πάλι δεν πρόλαβε να κάνει κάτι, παρότι ο δράστης είχε ξανανοσηλευθεί σε ψυχιατρική κλινική και ήταν γνωστό ότι ήταν επικίνδυνος. Ο ηλικίας 31 ετών δράστης είχε παντρευτεί με το θύμα προ διετίας και ειχαν αποκτήσει και ένα αγοράκι.
Η γυναίκα όμως δεν άντεξε τη συμπεριφορά του και κατέφυγε λίγους μήνες πριν στο πατρικό της, στην Μακρυνίτσα, για να έχει την προστασία της οικογένειάς της, καθώς ο δράστης την απειλούσε. Η νεαρή μητέρα είχε ζητήσει και πάλι ασφαλιστικά μέτρα εναντίον του, που του απαγόρευαν την επικοινωνία με την ίδια και το παιδί. Όμως, εκείνος επανήλθε με μαχαίρι, και αφου μαχαίρωσε την γυναίκα, σκότωσε με μια μαχαιριά στην καρδιά και τον 30χροο αδελφό της. «Δεν θυμάμαι τίποτα», έλεγε μετά. «Εγώ απλώς ήθελα να δω το παιδί μου».
Μια συνταγή για χάπια και τέλος
Σε αυτές τις περιπτώσεις η πολιτεία γράφει μια συνταγή και παύει να ασχολείται, οπότε το βάρος πέφτει στους γονείς του ασθενούς. Αυτοί πρέπει να μεριμνούν για δύσκολα νοσήματα, χωρίς συνήθως να έχουν την ικανότητα ή τις δυνατότητες να αντιμετωπίσουν μόνοι τόσο ιδιόρρυθμες καταστάσεις, που συχνά είναι επικίνδυνες και για τους ίδιους. Επίσης συχνά το ψυχικό νόσημα εκδηλώνεται μετά την ενηλικίωση με κάποια μεγάλη αλλαγή (π.χ. απόλυση ή διαζύγιο) και οι γονείς δεν μπορούν πλέον να επέμβουν παρά με ανάληψη κηδεμονίας. Εκεί μπορεί να επέμβει μόνον η πολιτεία.
Ο 40χρονος της Ρόδου, που έχει και ένα παιδί από προηγούμενο γάμο, καθώς είχε παντρευτεί το 2011, είχε επισκεφθεί και ψυχολόγο πρόσφατα, καθώς φαίνεται ότι ένιωθε πως κάτι έπρεπε να αλλάξει. Είναι πολύ πιθανόν ούτε ο ίδιος αλλά ούτε και η ψυχολόγος να κατανόησαν το ψυχιατρικό νόσημα από το οποίο ο άνδρας πιθανόν έπασχε. Η όλη συμπεριφορά του επί τουλάχιστον 12 χρόνια ήταν έντονα προβληματική, όμως κανείς οικείος του δεν φαίνεται να τον παρότρυνε να αναζητήσει βοήθεια σε ψυχιατρική δομή ή έστω σε έναν ιδιώτη ψυχίατρο.
Εργαζόταν σε συνεργείο αυτοκινήτων, αλλά ούτε εκεί οι δουλειές πήγαιναν καλά, πιθανόν επειδή η προβληματική ψυχοσύνθεσή του επηρέαζε και την επαγγελματική του ζωή. Είχε και ένα ατύχημα με κυνηγετικό όπλο και τα σκάγια τον είχαν βρει στα μάτια, με αποτέλεσμα (όπως έλεγε ο ίδιος) να χάσει την όρασή του για δύο χρόνια. Αν αυτό αληθεύει, πιθανόν να έπαιξε κι αυτό τον ρόλο του, στην επιδείνωση της ψυχικής κατάστασής του.
Το ίδιο μοτίβο σε όλες τις σχέσεις
Στην προσωπική του ζωή βιαιοπραγούσε συστηματικά εις βάρος της πρώτης συζύγου του, η οποία είχε καταφύγει και στη δικαιοσύνη ζητώντας να του απαγορευθεί να την πλησιάζει στα 500 μέτρα, στο σπίτι ή στην εργασία της. Ο πατέρας της αναγκάσθηκε να προσλάβει και να πληρώνει ιδιωτική φρουρά με σκύλο, για να προστατεύσει την κόρη του. Όντως μια νύχτα ο δράστης προσπάθησε να μπει στο σπίτι της και η γυναίκα γλίτωσε χάρη στον σεκιουριτά που πλήρωνε από την τσέπη του ο πατέρας της.
Η πρώτη σύζυγος είχε αναφέρει πολλά περιστατικά που έδειχναν ότι ο άνδρας αυτός είχε σοβαρές ανισορροπίες. Την είχε απαγάγει με την απειλή της καραμπίνας και την υποχρέωσε να κοιμηθεί μαζί του σε ξενοδοχείο ενώ είχαν πλέον χωρίσει. Εν συνεχεία ο ίδιος άνθρωπος δημιούργησε σχέση με μια άλλη γυναίκα και γλίτωσε η πρώτη, αλλά έμπλεξε η δεύτερη.
Η δεύτερη, 40 ετών, κατέφυγε κι αυτή στην Αστυνομία. Πρόσφατα ολοκληρώθηκε μάλιστα η προκαταρκτική εξέταση που παραγγέλθηκε από την Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου για εκβίαση και πρόσκληση σωματικών βλαβών από τον δράστη εις βάρος της. Η 40χρονη επί 4μήνο υποψιαζόταν ότι αυτός είχε τοποθετήσει κρυφή κάμερα και παρακολουθούσε την κάθε της κίνηση.
Εν συνεχεία, όταν δεν άντεξε ούτε η δεύτερη, ο 40χρονος δημιούργησε σχέση με την εκπαιδευτικό, η οποία αν και διέβλεπε κάποια προβλήματα, δεν εκτίμησε εξαρχής την έκταση και το βάθος της διαταραχής και αποφάσισε να συζήσει με τον εν τέλει δράστη. Είχαν σχέσεις από πέρσι τα Χριστούγεννα και τον Ιούλιο συγκατοίκησαν. Όμως, μέσα σε ένα μήνα το κλίμα έγινε εκρηκτικό και η κοπέλα κατάλαβε ότι το πρόβλημα ήταν σοβαρό.
“Μαμά είναι τρελός”
Με την συμβίωση δηλαδή ήρθαν στην επιφάνεια ακρότητες της ιδιοσυγκρασίας του. Ο δράστης της ζητούσε να μην βλέπει ούτε τηλεόραση όταν πήγαινε εκείνος για ύπνο και απαιτούσε από αυτήν να κοιμάται την ίδια ώρα με αυτόν. Το πρόβλημά του δεν ήταν μια “απλή ζήλια”. Είχε πει στη μητέρα της: «Μαμά αποφάσισα να χωρίσω. Μου ζητούσε να μη βγαίνω έξω και άφηνε επίτηδες το κλειδί στην πόρτα για να αναγκάζομαι να τον ξυπνάω για να μπω στο σπιτι και να βλέπει τι ώρα γύριζα». Η μητέρα της, της είπε «Κοριτσάκι μου έλα όποτε θέλεις, το κρεβάτι σου είναι πάντα εδώ».
Η μητέρα του θύματος περιγράφει: «Μια μέρα η κόρη μου με πήρε 4 η ώρα τα ξημερώματα τηλέφωνο και μου λέει μαμά είναι τρελός αυτός ο άνθρωπος έχει πρόβλημα. Θέλω να χωρίσω». Και μετά του είπε «τα είπα και στην μάνα μου. Μη νομίζεις ότι δεν μιλάω». «Φοβόμουνα για το κορίτσι μου, αλλά το μυαλό μου δεν πήγαινε εκεί. Τις τελευταίες μέρες πάντως τον φοβόταν πολύ». Η αδελφή του θύματος φοβόταν πιο έντονα: «Δώρα πρόσεχε, δεν έχω καλό προαίσθημα» της είχε πει μια μέρα πριν τον φόνο.
Στις 3 προχτές το μεσημέρι ο δράστης πήρε την καραμπίνα του και άφησε την κοπέλα στον τόπο με δυο σφαίρες. Μετά πήγε στο σπίτι του όπου αυτοπυροβολήθηκε. Στο σημείωμα έγραφε «Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς την καλή μου». Tο όπλο, όμως, που τελικά κρατάει στο χέρι ο ψυχικά ασθενής είναι στην ουσία η αδιαφορία και η θεσμική αδυναμία του περίγυρου και της πολιτείας.