ΘΕΜΑ

Η Ελληνίδα κολλητή της τελευταίας αυτοκράτειρας του Ιράν

Η Ελληνίδα κολλητή της τελευταίας αυτοκράτειρας του Ιράν, Νεφέλη Λυγερού

Με το δώρο της φιλίας καταπιάστηκε μέχρι και ο Αριστοτέλης, αναγνωρίζοντάς το ως μία από τις πραγματικές χαρές της ζωής. Ανά τους αιώνες, η φιλία δοξάστηκε, αλλά και αναγνωρίστηκε ως κάτι σπάνιο. Από τον Αίσωπο και το Νίκο Εγγονόπουλο που είπαν ότι «ο καλός ο φίλος στην ανάγκη φαίνεται», μέχρι τον ποιητή Τσαρλς Μπουκόφσκι που λίγο πιο καυστικά σχολίασε ότι «αν θες να μάθεις ποιοί είναι οι φίλοι σου επιδίωξε να καταδικαστείς και να πας φυλακή». 

Παρά τις απώλειες που βίωσε, χάνοντας το στέμμα, την πατρίδα, τον σύζυγο και δύο από τα τέσσερα παιδιά της, η Φαράχ, χήρα του Σάχη, απολαμβάνει το προνόμιο της πραγματικής φιλίας με τους λίγους που έμειναν δίπλα της, όταν τα παλάτια, οι φαραωνικές δεξιώσεις και η προστασία του Πέρση αυτοκράτορα Σάχη ανήκαν στο παρελθόν. Μία από αυτές είναι η Έλλη Αντωνιάδη, δραστήρια εκπρόσωπος της διασποράς και επιστήθια παιδική φίλη της τελευταίας αυτοκράτειρας του Ιράν.

Πώς είναι άραγε να χάνει κανείς δύο πατρίδες στη διάρκεια μίας ζωής; Η Έλλη Αντωνιάδη το έχει βιώσει, αποχωριζόμενη το Ιράν και κληρονομώντας την απώλεια της Τραπεζούντας από οικογενειακές αφηγήσεις. Γεννήθηκε στην περιοχή Ανζάλι, στις ακτές της Κασπίας Θάλασσας. Το νοσοκομείο στο οποίο ήρθε στον κόσμο ανήκε σε εταιρεία παραγωγής της πιο εκλεκτής ποικιλίας του πιο ακαταμάχητου εδέσματος στον κόσμο: μιλάμε για το χαβιάρι beluga.

Η ίδια πάντα το αναφέρει, σχολιάζοντας το προσωνύμιο που της δόθηκε δεκαετίες αργότερα: “η γεννημένη στο χαβιάρι Ελληνίδα”. Μεγάλωσε, ακούγοντας ιστορίες από τη μητέρα της Ευτέρπη Παρασκευοπούλου για το πώς η οικογένεια κατάφερε να ξεφύγει από τη μανία των Τούρκων τη δεκαετία του 1920. Εκείνη ήταν αγέννητη και η μητέρα της μωρό, όταν οι παππούδες της στην Τραπεζούντα δούλευαν στα καπνά.

Τούρκοι ήταν εκείνοι που τους προέτρεψαν να φύγουν για να σωθούν. Ο παππούς της Έλλης ήταν έξυπνος, μορφωμένος και διορατικός. Ζύγισε τις επιλογές του, αποφασίζοντας να μεταφέρει την οικογένεια στην Περσία. Την περίοδο εκείνη, η ασιατική αυτή χώρα αναπτυσσόταν γοργά. Ο Σάχης καλοδεχόταν επαγγελματίες και ειδικά εκείνους που γνώριζαν από καπνά, δεξιότητα που δεν κατείχαν οι Ιρανοί. Δεν δυσκολεύθηκαν, λοιπόν, να εξασφαλίσουν άδεια παραμονής.

Η ζωή στο Ιράν

Έζησαν στα σύνορα του Ιράν με το Αφγανιστάν. Μετά το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η οικογένεια μετακόμισε στην Τεχεράνη και η μικρή Έλλη έχασε τον πατέρα της σ’ ένα τραγικό δυστύχημα. Πολύγλωσση και ξύπνια προχώρησε στη ζωή της, φοιτώντας στο περίφημο γαλλόφωνο κολλέγιο της Τεχεράνης Ζαν Ντ’ Αρκ. Εκεί γνώρισε την μέλλουσα τελευταία αυτοκράτειρα του Ιράν. Τότε, όμως, τίποτα δεν προμήνυε το μέλλον.

Η Φαράχ Παχλαβί και η Έλλη Αντωνιάδη ήταν δύο κορίτσια που αγαπούσαν τα γαλλικά, τις πλάκες, τη μόδα, την οικογένειά τους, τις μητέρες τους που τις μεγάλωναν μόνες τους, ενώ τους ένωνε και η κοινή απώλεια του πατέρα. Έγιναν αχώριστες φίλες, σκιά η μία της άλλης. Ικανές αθλήτριες και προσκοπίνες, που έκαναν μαζί ταξίδια. Η Φαράχ καταγόταν από μία εμβληματική οικογένεια του Ιράν. Η οικογένεια του πατέρα της ήταν ιρανο-αζερικής καταγωγής. Ο παππούς της υπηρέτησε ως διπλωμάτης στην αυλή των Ρομανόφ στην Αγία Πετρούπολη. Ο πατέρας της ήταν αξιωματικός στις αυτοκρατορικές ιρανικές ένοπλες δυνάμεις και απόφοιτος της διάσημης Γαλλικής Στρατιωτικής Ακαδημίας St. Cyr. Όπως και η φίλη της, όμως, τον έχασε ξαφνικά, όταν ήταν μόλις δέκα ετών. Το επίπεδο διαβίωσης της οικογένειας άλλαξε δραματικά, αλλά τους έμεινε η προνομιούχα καταγωγή.

Η Έλλη γνώριζε για το οικογενειακό δένδρο της φίλης της, το οποίο αναγνωριζόταν στην τοπική κοινωνία, αλλά αυτό ελάχιστα επηρέαζε την σχέση τους. Έκαναν κοινά σχέδια για το μέλλον, με την αφέλεια και την άκρατη αισιοδοξία δύο νέων κοριτσιών. Αυτά φάνηκε να υλοποιούνται, όταν βρέθηκαν και οι δύο στο Παρίσι, σπουδάζοντας με υποτροφία στη Σορβόνη. Η Έλλη πραγματοποίησε το όνειρό της και να φοιτήσει σε ένα από τα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου γαλλική φιλολογία. Η φίλη της ήταν επίσης ενθουσιασμένη με την προοπτική να γίνει αρχιτέκτονας. Και οι δύο ετοίμασαν βαλίτσες και ξεκίνησαν τη νέα τους ζωή στο Παρίσι.

Η μαγιά της ζωής αποτελείται από λίγες χαρές, περισσότερες απώλειες και αμέτρητες ανατροπές. Παρά το νεαρό της ηλικίας τους και οι δύο το γνώριζαν από πρώτο χέρι. Η Έλλη, όμως, θα βίωνε μία ακόμα δοκιμασία. Αυτή τη φορά, ήταν η μητέρα της που αρρώστησε. Δίχως σκέψη, παράτησε την Πόλη του Φωτός και τις σπουδές της για να σπεύσει στο πλευρό της.

Η γνωριμία με τον Σάχη

Όσο η δική της μοίρα της επεφύλασσε αυτό το παιχνίδι, η αδελφική της φίλη θα βρισκόταν σύντομα αντιμέτωπη με το δικό της πεπρωμένο. Όχι μόνο να κερδίσει τον Σάχη και να γίνει η τρίτη του σύζυγος, η μητέρα του μοναδικού διαδόχου του, αλλά και να στεφθεί η πρώτη –και τελευταία– αυτοκράτειρα του Ιράν. Η Έλλη αλληλογραφούσε με την φίλη της, η οποία εκείνη την περίοδο επιχειρούσε να ανανεώσει την υποτροφία, ώστε να καταφέρει να ολοκληρώσει τις σπουδές της.

Στο πλαίσιο αυτών των προσπαθειών, συμμετείχε σε μία εκδήλωση στην πρεσβεία του Ιράν στο Παρίσι. Εκεί θα βρισκόταν και ο ίδιος ο Σάχης να γνωρίσει κάποιους από τους φοιτητές, τις σπουδές των οποίων χρηματοδοτούσε το κράτος. Το πιο αισιόδοξο σενάριο περιλάμβανε μία χειραψία και την εξασφάλιση δύο, τριών τηλεφώνων που θα αποδεικνύονταν χρήσιμα στο μέλλον για τη νεαρή Φαράχ.

Η βραδιά εκείνη, όμως, ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Ο Σάχης, ήδη διαζευμένος από τη δεύτερή σύζυγο του Σοράγια, είδε την κοπέλα και του κίνησε το ενδιαφέρον. Την σύντομη περίοδο φλερτ, ακολούθησε η ανακοίνωση των αρραβώνων τους. Θα υπέθετε κανείς ότι η έκπληξη της Έλλης ήταν δεδομένη. Μοιράστηκε την χαρά και τους εορτασμούς των γάμων τους. Γνώρισε τον Σάχη, ο οποίος την πλησίασε εγκάρδια. Δεν θα μπορούσε να λείπει από την προετοιμασία της νύφης, την δεξίωση, στην οποία συνοδευόταν από τον τότε Έλληνα πρόξενο.

Οι δύο στενές φίλες, παρά τις ιδιαίτερες πια συνθήκες, δεν απομακρύνθηκαν. Πέρασαν χωριστά μονάχα την περίοδο που η Φαράχ εξαφανίστηκε για να μάθει τα πάντα σχετικά με το πρωτόκολλο. Μετά την απόκτηση του διαδόχου και την ανακούφιση που αυτή επέφερε στο ζευγάρι και στο περιβάλλον τους, η Έλλη αποτέλεσε μέρος του στενού οικογενειακού κύκλου. Είχε ταξιδέψει μαζί τους ακόμα και στις ΗΠΑ, γνωρίζοντας το ζεύγος Κένεντι.

Της έδωσαν, μάλιστα, έναν τίτλο, ώστε να έχει πρόσβαση παντού και να βρίσκεται μαζί τους. Όταν δεν συνόδευε το ζεύγος, συμμετείχε στα της ελληνικής κοινότητας. Εξάλλου, πρόλαβε να απολαύσει μία πλούσια και δεμένη ελληνική κοινότητα, με μόνιμο ιερέα, σχολείο και εορτασμούς των εθνικών επετείων. Το Πάσχα συγκεντρώνονταν και έψηναν αρνιά, μοίραζαν κόκκινα αυγά, με τους μουσουλμάνους να σέβονται και να συμμετέχουν πότε πότε στα ήθη και έθιμά τους.

Πρόεδρος της ελληνικής κοινότητας

Ειδικά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970, ο ελληνικός πληθυσμός στο Ιράν ξεπέρασε τις τρεις χιλιάδες. Οι περισσότεροι εξ αυτών ζούσαν μία προνομιούχα ζωή, συμμετέχοντας και στα αναπτυξιακά έργα της χώρας. Ξεχώρισαν ονόματα, όπως αυτό του γνωστού Έλληνα τραπεζίτη και επιχειρηματία Μίνωα Ζομπανάκη που συνέβαλε στη συγκρότηση της Κεντρικής Τράπεζας του Ιράν.

Μέχρι τότε, η Έλλη Αντωνιάδη ήταν η μοναδική γυναίκα πρόεδρος της ελληνικής κοινότητας της Τεχεράνης. Αφοσιώθηκε στην εξάλειψη του αναλφαβητισμού στο Ιράν. Ξαναταξίδεψε στην Αμερική, αυτή τη φορά γνωρίζοντας τον Νίξον. Η Έλλη μοίρασε τη ζωή της μεταξύ των ταξιδιών, του παλατιού και του καθ’ ομολογία πλούσιου έργου τους για την ομογένεια. Μιλούσε με διπλωμάτες, με τον απλό κόσμο, με τη διοίκηση του παλατιού, στο οποίο βρισκόταν πολύ συχνά.

Η Αντωνιάδη βρισκόταν στο θερινό παλάτι του Σάχη στην Κασπία, όταν ο βασιλιάς Χουσεΐν της Ιορδανίας και η εκλιπούσα σύζυγός του, βασίλισσα Αλία, ήταν εκεί φιλοξενούμενοι. Η Αντωνιάδη ήταν μάρτυρας μίας τηλεφωνικής συνομιλίας μεταξύ των δύο ηγεμόνων της Μέσης Ανατολής και του Κωνσταντίνου Γλυξμπουργκ, που βρισκόταν στο Λονδίνο. Ο Σάχης και ο Χουσεΐν μαζί του έλεγαν: «Πήγαινε! Γύρνα πίσω στην Ελλάδα. Τώρα! Ακόμα κι αν σε βάλουν φυλακή. Πήγαινε!» Εκεί παρενέβη η σύζυγος του βασιλιά Χουσεΐν . «Κατά κάποιο τρόπο, ο Τίνο –έτσι τον αποκαλούσαν οι φίλοι του Κωνσταντίνου– είναι ο πιο τυχερός άνθρωπος που υπάρχει. Έχει την ελευθερία του, καμία ευθύνη, αλλά εξακολουθεί να έχει την αίγλη του να είναι “βασιλιάς”».

Συμμετείχε στα πιο φαντασμαγορικά γεγονότα που σφράγισαν την ηγεμονία του Σάχη. Το πρώτο ήταν η στέψη του. Παρά τα πολλά χρόνια διακυβέρνησής του και των τριών γάμων του, ακόμα δεν είχε τελεστεί η επίσημη στέψη του. Ήταν δική του επιλογή. Ανέβαλε διαρκώς την τελετή, μέχρι να νιώσει έτοιμος. Η στιγμή έφτασε τον Οκτώβρη του 1967, καινοτομώντας. Μέχρι τότε, ποτέ ξανά στο πέρασμα των αιώνων, οι σύζυγοι των μοναρχών δεν στέφονταν. Στέκονταν απλώς στο πλευρό των συζύγων τους.

Η στέψη της Φαράχ

Αυτή η παράδοση άλλαξε με τον Σάχη και τη Φαράχ. Αποφασισμένος να σηματοδοτήσει τον εκμοντερνισμό της κοινωνίας και την χειραφέτηση των γυναικών, ο αυτοκράτορας Παχλαβί ήθελε να στεφθεί και η σύζυγός του. Το μοναδικό πρόβλημα; Δεν υπήρχε στέμμα για εκείνη. Την κατασκευή του ανέλαβε ένα από τα πλέον διάσημα κοσμηματοπωλεία του κόσμου, το Van Cleef and Arpels.

Η παράδοση υπαγόρευε ότι τα πετράδια που θα χρησιμοποιούνταν στο στέμμα έπρεπε να προέρχονται από το αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο και κανένα από αυτά δεν επιτρεπόταν να φύγει από το Ιράν. Σε διάστημα έξι μηνών επέλεξε χρυσό, διαμάντια, μαργαριτάρια, σμαράγδια, ρουμπίνια και σπίνελ. Ένα στέμμα από 36 σμαράγδια, 36 ρουμπίνια, 105 μαργαριτάρια, 1.469 διαμάντια και σμαράγδια 150 καρατίων στο κέντρο σκανδάλισαν τους ντόπιους.

Φυσικά, η Έλλη Αντωνιάδη δεν έλειψε και από το γνωστό ως το “μεγαλύτερο πάρτι στην ανθρωπότητα”. Όπως υποστήριξε η τελευταία αυτοκράτειρα του Ιράν, 33 χρόνια αργότερα στα απομνημονεύματά της, η βασιλική οικογένεια έπρεπε να αποδείξει ότι η εποχή των Παχλαβί ήταν «μια περίοδος αναγέννησης για τον ιρανικό πολιτισμό». Ο Σάχης προσέλαβε Γάλλους αρχιτέκτονες, διακοσμητές εσωτερικών χώρων για να σχεδιάσουν 50 σουίτες σε μορφή σκηνών για τους βασιλικούς επισκέπτες, ακριβώς δίπλα στα αρχαιολογικά ερείπια της Περσέπολης. Μια κύρια σκηνή, διαστάσεων 68 επί 24 μέτρα, επρόκειτο να είναι η αίθουσα δεξιώσεων. Η πόλη χρειάστηκε ένα χρόνο για να χτιστεί και 37 χιλιόμετρα μετάξι!

Τόσο ο Σάχης, όσο και η γυναίκα του ήταν πιστοί στο όραμα της αναβίωσης του μεγαλείου του παρελθόντος. Οι οικονομικές ανισότητες, οι ταραχές και η κοινωνική δυσαρέσκεια δεν ήταν ικανές να τους περιορίσουν. Σε συνέντευξή της η Έλλη έχει πει ότι ο Σάχης πάντα επιθυμούσε να επισκεφτεί την Ελλάδα, αλλά δεν μπορούσε εξαιτίας της στενής σχέσης του με την Τουρκία. Η ίδια δεν σταμάτησε ποτέ να ταξιδεύει στην Ελλάδα. Ένα χρόνο πριν την ανατροπή του Σάχη το 1979, φίλοι της την προειδοποίησαν να μην επιστρέψει στο Ιράν, το οποίο έμοιαζε με καζάνι που βράζει, κατά την Ισλαμική Επανάσταση. Δεν χρειαζόταν. Ακόμα και στο δικό της σπίτι έγραφαν συνθήματα κατά του Σάχη. Μέλη της οικογένειάς της βίωσαν εκφοβισμό. Έτσι, επέστρεψαν στην Ελλάδα.

Δεν δίστασε, όμως, να σταθεί στη φίλη της στην πιο δύσκολη στιγμή. Ανήκε στην ολιγομελή ομάδα των ανθρώπων που βρέθηκε δίπλα τους στην οδύσσειά τους. Το τέως βασιλικό ζεύγος, συνοδευόταν από τον προσωπικό φρουρό του Σάχη, συνταγματάρχη Jahanbini, τον παρκαδόρο του Amir Pourshoja, τους Αμερικανούς συμβούλους Robert Armao και Mark Morse, την βασίλισσα και την Έλλη Αντωνιάδη.

Το τέλος της δυναστείας

Η Έλλη ήταν ο άνθρωπος που βρέθηκε στην Αμερική, τις πιο κρίσιμες ώρες. Ο Σάχης ήταν βαριά άρρωστος και έπρεπε να χειρουργηθεί. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του στο Κάιρο η Έλλη έμεινε δίπλα στην σύζυγό του που προετοιμαζόταν για το χειρότερο. Εκτός από την Έλλη Αντωνιάδη, μετά την Ισλαμική Επανάσταση έφυγαν άρον άρον από το Ιράν και οι περισσότεροι Έλληνες. Άλλοι επέστρεψαν στην Ελλάδα, άλλοι προτίμησαν την Αμερική, τη Γαλλία και την Αγγλία.

Ο Ίκαρος πέθανε τραγικά, πλησιάζοντας υπερβολικά τον ήλιο και ξεπερνώντας έτσι το μέτρο και την θνητή του φύση. Όταν, όμως, η ύβρις διαπράττεται, επέρχεται αναπόφευκτα η Νέμεσις κι αυτό αποτέλεσε και τη βασική αντίληψη της κοσμοθεωρίας των αρχαίων Ελλήνων. Εξοικειωμένος με τις έννοιες αυτές ήταν και ο περσικός, επίσης σπουδαίος πολιτισμός, που άνθησε παράλληλα και σε διασύνδεση με τον ελληνικό.

Η επική ενατένιση, όμως, των Περσών διέφερε σημαντικά από αυτή των Ελλήνων. Με σύστημα διακυβέρνησής την απόλυτη μοναρχία, ο βασιλιάς είχε θεϊκή καταγωγή και η θέλησή του αποτελούσε νόμο. Κάπως έτσι, η βίαιη, αυθάδης και αλαζονική κατά τον αρχαίο ελληνικό κόσμο, παραβίαση της ηθικής τάξης, υιοθετήθηκε από τους Πέρσες ηγεμόνες ως πυρήνας της ύπαρξής τους. Ο βασιλιάς, άλλωστε, αντιμετωπιζόταν ως εντολοδόχος του απόλυτου θεού Ήλιου.

Η ανάγκη επανεφεύρεσης του ένδοξου αρχαίου παρελθόντος, οδήγησε τη δυναστεία του Σάχη στο τέλος της. Η ζωή της Φαράχ που ο στρατηγός Ντε Γκωλ είχε χαρακτηρίσει «αγαπημένη του», λόγω όχι μόνο της ομορφιάς, αλλά και της πονηριάς της, παρουσιάζει ενδιαφέρον. Ειδικά όσο αναδύεται από τη σκιά του συζύγου της ως μια σχεδόν δημόσια ισότιμη πολιτική φιγούρα. Στο πλευρό αυτής παρέμεινε η Ελληνίδα που αδελφική φίλη της από τα μαθητικά χρόνια. Μαζί μεγάλωσαν και μαζί αντιμετώπισαν τραγωδίες και δυσκολίες, και εν μέρει μαζί έγιναν μέρος της ιστορίας.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι