Η Ιβηρική στα νύχια του κορονοϊού
06/02/2021Τα αυξημένα κρούσματα κορονοϊού, η επιβάρυνση των εθνικών συστημάτων Υγείας και η έλλειψη στις προμήθειες εμβολίων, αποτελούν σημαντικούς παράγοντες που θέτουν σε κίνδυνο ή καθυστερούν τις στρατηγικές κυβερνήσεων για να περιορίσουν την μετάδοση του Covid-19. H Πορτογαλία και η Ισπανία, χώρες της Ιβηρικής δίνουν σκληρή μάχη κατά του κορονοϊού.
Η κυβέρνηση της Πορτογαλίας έχει επιβάλλει αυστηρό lockdown από τις 15 Ιανουαρίου, με σχολεία, καταστήματα και εστιατόρια να είναι κλειστά και αυστηρούς περιορισμούς στις μετακινήσεις πολιτών. Οι πορτογαλικές υγειονομικές αρχές ανάφεραν ότι περίπου το 43% των συνολικών κρουσμάτων COVID-19 και το 44% όλων των θανάτων καταγράφηκαν τον Ιανουάριο 2021.
Η κυβέρνηση ελπίζει να σταματήσει τη νέα μετάλλαξη κορονοϊού με το κλείσιμο των συνόρων της. Ενώ οι ασθενείς με Covid-19 λαμβάνουν θεραπεία από τα δημόσια νοσοκομεία, οι ιδιωτικές κλινικές έχουν αναλάβει αλλά καθήκοντα. Ο επικεφαλής του Friedrich Ebert Foundation Naumann δήλωσε στη DW, ότι ο ιδιωτικός τομέας διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην παροχή φροντίδας σε ασθενείς, που δεν έχουν νοσήσει από COVID-19.
Η Πορτογαλία άρχισε να εμβολιάζει ηλικιωμένους άνω των 80 ετών, κίνηση που τα μέσα μαζικής ενημέρωσης χαρακτήρισαν ως «συμβολική αρχή». Όμως, το πρόγραμμα εμβολιασμού, αντιμετωπίζει προβλήματα από την παγκόσμια έλλειψη εμβολίων. Η κυβέρνηση σχεδιάζει να εμβολιάσει περισσότερα από 800.000 πολίτες από τον συνολικό πληθυσμό των 10 εκατομμυρίων έως τα τέλη Μαρτίου. Επιπλέον, μισό εκατομμύριο άνθρωποι έχουν προγραμματίσει να λάβει την πρώτη δόση του εμβολίου έως τότε
Το πορτογαλικό υγειονομικό σύστημα βρίσκεται στα όρια του και η έλλειψη ιατρικού προσωπικού αν συνεχιστεί, αναμένεται να εξελιχθεί στο μεγαλύτερο πρόβλημα των νοσοκομείων καθώς παρατηρείται απότομη αύξηση των κρουσμάτων. Σχεδόν το 10% του υγειονομικού προσωπικού υποφέρει από COVID-19, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης. Η κυβέρνηση έχει απευθυνθεί για διεθνή βοήθεια. Η Αυστρία συμφώνησε να πάρει Πορτογάλους ασθενείς οι οποίοι νοσηλεύονται σε μονάδες εντατικής θεραπείας και η Γερμανία να στείλει στρατιωτικό υγειονομικό προσωπικό.
Η μάχη της Ισπανίας
Η Ισπανία έχει, από την πλευρά της, εμφανίσει αύξηση των κρουσμάτων κορονοϊού και ο αριθμός των θανάτων από Covid-19 έχει φτάσει τους 60.000. Τα πρόσφατα προβλήματα με τις παραδόσεις και τη διανομή των εμβολίων Pfizer και Moderna δυσχεραίνουν την εκστρατεία εμβολιασμού. Οι περιοχές της Καταλονίας και της Μαδρίτης ανακοίνωσαν αλλαγές στη στρατηγική εμβολιασμού στα τέλη Ιανουαρίου.
Ο Γενικός Γραμματέας Υγείας της Καταλονίας δήλωσε ότι η περιοχή «επηρεάστηκε πολύ» από τη μείωση της προμήθειας εμβολίων. Τα αποτελέσματα του εμβολίου δεν θα είναι ορατά έως ότου εμβολιαστεί ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού. Όμως, τα στοιχεία για τα κρούσματα και τους θανάτους του κορονοϊού δεν αντικατοπτρίζουν μια σαφή τάση. Εάν ο Ιανουάριος ήταν ένας από τους “μαύρους μήνες” σε θανάτους Covid-19, ο Φεβρουάριος έχει αρχίσει με ιδιαίτερες δυσοίωνες προβλέψεις. Τις τελευταίες επτά ημέρες, έχουν καταγραφεί 3.076 θάνατοι, ο υψηλότερος αριθμός από τον Απρίλιο του 2020, κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος του κορονοϊού που χτύπησε τη χώρα.
Η Ισπανία αντιμετωπίζει και πρόβλημα με τη διαθεσιμότητα των μονάδων εντατικής θεραπείας. Πέντε πόλεις, Καστίλλη-Λα Μάντσα, Καστίλλη και Λεόν, Καταλονία και Μαδρίτη, Θέουτα, έχουν κατειλημμένες πάνω από το 50% των μονάδων εντατικής θεραπείας με ασθενείς Covid-19. Ενώ άλλες πόλεις, όπως Βαλένθια, Λα Ριόχα και Μελίγια οι μονάδες εντατικής θεραπείας είναι κατειλημμένες από ασθενείς σε ποσοστό πάνω από 60%.
Απροθυμία για εμβολιασμούς
Ταυτόχρονα, μια άλλη πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι η απροθυμία ενός αριθμού πολιτών να εμβολιαστούν. Σχεδόν τέσσερα στα δέκα άτομα στη Γαλλία και το 23% στη Γερμανία δηλώνουν ότι δεν ή πιθανώς δεν θα εμβολιαστούν κατά του Covid-19. Η διστακτικότητα για τον εμβολιασμό ήταν σημαντικά χαμηλότερη στην Ιταλία (12%), στη Βρετανία (14%) και στην Ολλανδία (17%), σύμφωνα με την έρευνα της Kantar Public σε επτά κράτη. Η έρευνα ανέδειξε μια στενή συσχέτιση μεταξύ της απροθυμίας πολιτών να εμβολιαστούν και της εμπιστοσύνης που δείχνουν στην κυβέρνησή τους.
Τα δεδομένα δείχνουν, ότι μόνο το 13% των Γάλλων πολιτών εμπιστεύονται την κυβέρνησή τους ως αξιόπιστη πηγή πληροφοριών σχετικά με τα εμβόλια, σε σύγκριση με το 30% στην Ολλανδία και τη Βρετανία. Η έρευνα έδειξε σχετικά με την έναρξη των εθνικών εμβολιασμών έδειξε ότι πάνω από το 60% των ερωτηθέντων στην Βρετανία, ήταν πολύ ή λίγο ικανοποιημένοι με την εκστρατεία εμβολιασμού σε σύγκριση με το 31% στη Γαλλία, όπου ο εμβολιασμός είναι στο χαμηλότερο επίπεδο στην ΕΕ.
Επιπλέον, άλλα στοιχεία έδειξαν ότι οι άνδρες είναι πιο πρόθυμοι να εμβολιαστούν, με το 74% να λέει ότι σίγουρα ή πιθανώς θα εμβολιαστεί, έναντι του 69% των γυναικών. Πάνω από τους μισούς Γάλλους ηλικίας 25-34 ετών και το ένα τρίτο των Ολλανδών ηλικίας 25-34 ετών, δήλωσαν ότι δεν ή πιθανώς δεν θα εμβολιαστούν, ενώ στις επτά χώρες μόνο το 32% των πολιτών από 18 έως 24 ετών δήλωσαν ότι θα εμβολιαστούν σίγουρα.
Στην Γαλλία υπάρχουν κάποιες καθυστερήσεις στη στρατηγική εμβολιασμού. Τα τελευταία στοιχεία, που βγήκαν στη δημοσιότητα στις 30 Ιανουαρίου, έδειξαν ότι μόνο το 2,34 % των Γάλλων είχαν λάβει μία δόση εμβολίου COVID-19, σε σύγκριση με 3,16% στην Ιταλία, το 8,94% στις ΗΠΑ και το 13,95% στη Βρετανία. Ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε πως όσοι πολίτες επιθυμούν να εμβολιαστούν κατά του κορονοϊού θα κάνουν ένα εμβόλιο μέχρι το τέλος του καλοκαιριού. Παράλληλα, επιβεβαίωσε ότι η Γαλλία θα αρχίσει επίσης να παράγει εμβόλια από τα τέλη Φεβρουαρίου έως τις αρχές Μαρτίου.