Θα προκαλέσουν “Βουβό Κύμα” οι παρενέργειες του lockdown;
29/11/2020Η χώρα διανύει το δεύτερο lockdown. Ξανά κλειστές επιχειρήσεις, εκ νέου αναστολή εργασίας για πολλούς εργαζόμενους, ξανά κοινωνικές αποστάσεις και απομόνωση, πάλι κλεισούρα, πάλι εγκλεισμός, πάλι τηλε-επαφές με αγαπημένα πρόσωπα. Πάλι το σπίτι μετατρέπεται σε χώρο εργασίας για όσους δουλεύουν με καθεστώς τηλεργασίας, πάλι κλειστά σχολεία, πάλι τα παιδιά θα ψυχαγωγούνται, θα μαθαίνουν και θα επικοινωνούν μέσα από τις οθόνες τους.
Πάλι οι άνθρωποι “για να μην πεθάνουν”, συμβιβάζονται με ζωές γυμνές και ανέπαφες. Και πάλι λοιπόν θα αναρωτηθούμε, πιο εμφατικά αυτή τη φορά, όχι μόνον ποιές είναι οι κοινωνικές, ψυχικές, οικονομικές συνέπειες στις ζωές όλων των επισήμως έγκλειστων συμπολιτών, αλλά κυρίως γιατί οι πληττόμενοι και θιγόμενοι από τα μέτρα προστασίας από τον κορωνοϊό, δεν αντιδρούν σε πολιτικές επιλογές που καταστρατηγούν βασικά και θεμελιώδη δικαιώματα τους.
Πως ανέχονται τέτοιου είδους κρατικές παρεμβάσεις στις συνθήκες καθημερινής διαβίωσης; Πως επιτρέπουν την καταπάτηση πρωταρχικών και συνταγματικά κατοχυρωμένων αξόνων της ελευθερίας τους; Πως δικαιολογούν και εξηγούν στον εαυτό τους την παραχάραξη των βασικών συστατικών στοιχείων που καθιστούν μια ζωή άξια να βιωθεί; Πως επιτρέπουν την “κατοικιδιοποίηση” των παιδιών τους; Τι ακριβώς είναι εκείνο που τους έπεισε να αποδεχθούν σχεδόν αδιαμαρτύρητα (ή με υπόκωφη μουρμούρα και γκρίνια), όλα εκείνα τα μέτρα, που οι κυβερνητικοί συμπολίτες τους, πήραν για το “καλό της υγείας, της δικής τους και των γύρω τους”;
Πράγματι, καταρχάς φαίνεται σήμερα να φτάνει ο φόβος μην νοσήσουν από κορωνοϊό οι ίδιοι ή τα αγαπημένα τους πρόσωπα για να “καταπιούν” και να “χωνέψουν” ολόκληρες κοινωνίες τα απανωτά lockdown, την απαγόρευση της κυκλοφορίας, την υγειονομική τρομοκρατία και τη “θανατολαγνεία” των τηλεοπτικών καθοδηγητών τους. Διότι, οι φονικές επιδημίες στον σύγχρονο κόσμο δεν ξεκίνησαν με τον κορωνοϊό.
“Θεραπευτικό κράτος”
Μόλις το 1969, η γρίπη του Χονγκ Κονγκ είχε εκατομμύρια νεκρούς παγκοσμίως. Ωστόσο, τότε οι άνθρωποι δεν της έδωσαν τη δέουσα σημασία, παρότι τη γνώριζαν. Και κυρίως κανένα μέτρο υγειονομικής προστασίας δεν αποφασίστηκε από το κράτος. Από την άλλη μεριά, η πανδημία του κορονοϊού έδωσε την ευκαιρία να οργανωθεί και να εμφανιστεί λίγο πολύ παντού, μια μορφή “θεραπευτικού” κράτους. Ενός κράτους συνοδευόμενου στο όνομα του ορθού λόγου και της επιστήμης, από μια ομάδα ειδικών, οι οποίοι μοιάζουν αρκετά επηρμένοι, αλλά ταυτόχρονα αποδεικνύονται μάλλον αναποτελεσματικοί.
Το “θεραπευτικό” κράτος μοιάζει, λοιπόν, να υιοθετεί μια στρατηγική που του επιτρέπει να επιβάλλει τον εγκλεισμό και την επιτήρηση της κυκλοφορίας στο όνομα του καλού. Άλλωστε, ως γνωστόν, όλες οι “βρωμιές” στον κόσμο αυτό έχουν γίνει στο όνομα του καλού. Παρόλα αυτά, αν αφουγκραστούμε προσεκτικά την ελληνική κοινωνία, μπορούμε να διαπιστώσουμε κάποιες διαφορές μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου lockdown.
Παρατηρούμε την κίνηση στους δρόμους να είναι αυξημένη. Είδαμε την αμέσως προηγούμενη μέρα της έναρξης του lockdown πολλά άτομα, κατοίκους αστικών κέντρων να αναζητούν καταφύγιο στα χωριά ή στα εξοχικά τους σπίτια. Ακούσαμε τους κυβερνητικούς ιθύνοντες να στηλιτεύουν στο λόγο τους ένα τμήμα της κοινωνίας που φαίνεται να αμφισβητεί τις πολιτικές αποφάσεις αναφορικά με τον κορονοϊό και να το απαξιώνουν αποκαλώντας το επισήμως “ψεκασμένο”.
Πλέον, σε αυτή τη δεύτερη καραντίνα συναντάει κανείς περισσότερους ανθρώπους που αναζητούν ευκαιρίες να σπάσουν το μέτρο του περιορισμού των μετακινήσεων, επιδιώκοντας “άσκοπες βόλτες” ή “παράνομες συναντήσεις”. Επίσης, συνομιλεί κανείς όλο και πιο συχνά με θυμωμένα ή και αγανακτισμένα άτομα, με περισσότερους τελικά ενοχλημένους ανθρώπους για την επανεμφάνιση των lockdown ως μέτρων διαχείρισης της πανδημίας.
Δυσπιστία σε κυβέρνηση
Και αυτή η αγανάκτηση δεν οφείλεται μόνον σε προφανείς οικονομικούς λόγους. Ταυτόχρονα, εμφανίζονται πολλοί οι οποίοι αισθάνονται πως το υπέρογκο πρόστιμο των 300 ευρώ τους ξεπερνά, πειθαρχώντας έτσι αναγκαστικά στα μέτρα λόγω του φόβου του προστίμου. Βέβαια, εμφανίζονται και πολλοί άλλοι που πειθαρχούν στα μέτρα λόγω του φόβου τους, μην αρρωστήσουν.
Την ίδια στιγμή ενδεχομένως αναρωτιούνται για το εάν και κατά πόσον υπερβάλλουν οι πολιτικοί υπεύθυνοι και οι λοιμωξιολόγοι, τραγικοποιώντας σε κάποιο βαθμό τα λεγόμενα περί της πανδημίας, για να επιτυγχάνουν τη μεγαλύτερη ενδοτικότητα στα διάφορα μέτρα προστασίας, που θεσπίζονται από την Πολιτεία. Παράλληλα, οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν σε μια μόνιμη υπερένταση αναμονής για το πότε θα τελειώσει όλο αυτό (ίσως με το εμβόλιο) και πότε θα απολυθούν από την αναγκαστική θητεία τους στο καθεστώς προστασίας από την πανδημία.
Προφανώς, πρέπει να σημειώσουμε ότι ο παραπάνω κατάλογος μικροαντιδράσεων δεν είναι παρά ενδεικτικός των ποικίλων μορφών και εκδηλώσεων της δυσφορίας των πολιτών. Αυτό όμως που μέχρι σήμερα τουλάχιστον είναι ιδιαζόντως προφανές είναι πως δεν αντιδράει ο κόσμος μαζικά, συλλογικά και συντεταγμένα.
Βουβό κύμα
Τι κάνουν, λοιπόν, τα άτομα με το θυμό που νιώθουν, την ματαίωση (έστω και συγκυριακή) των σχεδίων τους για την καθημερινή τους ζωή, τα καταθλιπτικά συναισθήματα που μπορεί να αισθάνονται, το άγχος, τη θλίψη ή την πλήξη που μπορεί να βιώνουν καθ’ όλο το διάστημα που εκτυλίσσεται η κρίση της πανδημίας; Θα μπορούσαμε άραγε να υποθέσουμε πως θα δούμε στο μέλλον να ξεδιπλώνεται μπροστά μας μια ψυχοκοινωνική κατάσταση που προσιδιάζει σε εκείνην του φυσικού φαινομένου του “βουβού κύματος”;
Στη ναυτική ορολογία, “βουβό κύμα” ονομάζεται ο κυματισμός εκείνος που δεν οφείλεται σε καιρικά φαινόμενα που συμβαίνουν στο χρόνο που παρατηρείται ο κυματισμός, αλλά σε άνεμο που έπνεε σε προηγούμενο χρόνο, ενίοτε και μέρες πριν. Το βουβό κύμα, όταν εμφανίζεται, φαίνεται να μην έχει σχέση με τον επικρατούντα άνεμο και την ένταση του εκείνη τη στιγμή.
Ο σάλος που δημιουργείται οφείλεται στην αδράνεια της ήδη κινούμενης μάζας του ύδατος. Κύριο γνώρισμα του βουβού κύματος είναι ότι τα κύματα που δημιουργούνται σε μια τέτοια συνθήκη αποθαλασσίας (όπως αλλιώς λέγεται το φαινόμενο), έχουν όψη λεία και μια επιφάνεια αδιάσπαστη, ενώ οι κορυφές τους δεν σπάνε και δεν αφρίζουν. Βράζει λοιπόν η θάλασσα των κορονοϊόπληκτων πολιτών; Κι αν όντως βράζει εσωτερικά και βουβά, άραγε τι αποθαλασσιά θα φέρει;