Γιατί η ανατίμηση του δολαρίου παροξύνει την κρίση στην Τουρκία
03/08/2022Η υποτίμηση του ευρωπαϊκού κοινού νομίσματος στο επίπεδο του 1:1 προς το αμερικανικό δολάριο και η προοπτική περαιτέρω καθόδου προς το 0,9:1 λόγω της ενεργειακής κρίσης, προκαλούν νέες πιέσεις στην Τουρκία, στο εξωτερικό εμπόριο, στην τουριστική της βιομηχανία και στην εξυπηρέτηση του εξωτερικού της χρέους.
Η τουρκική οικονομία επί σειράν ετών ωφελείται από την ισχύ του ευρωπαϊκού κοινού νομίσματος έναντι του αμερικανικού δολαρίου, αλλά οι πρόσφατες μεταβολές στις ισοτιμίες την καθιστούν ιδιαίτερα ευάλωτη. Ο εύθραυστος χαρακτήρας της που πηγάζει από την δραματική υποτίμηση του εθνικού νομίσματος και την αλλοπρόσαλλη οικονομική πολιτική της Άγκυρας με προμετωπίδα την τακτική της έναντι των επιτοκίων, εξακολουθούν να τροφοδοτούν τον τραγικά υψηλό πληθωρισμό.
Η άνοδος του αμερικανικού δολαρίου έναντι του ευρωπαϊκού κοινού νομίσματος, προσθέτει νέες πιέσεις σε χώρες, όπως η Τουρκία, που ενώ το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων τους αποτιμάται στο ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα, οι εξωτερικές τους δαπάνες και οι υποχρεώσεις τους αποτιμώνται σε αμερικανικά δολάρια. Για να θωρακίσουν τα νομίσματά τους έναντι ενός αυξανόμενου επικίνδυνα ελκυστικού δολαρίου, αρκετές χώρες αυξάνουν τα επιτόκιά τους, αλλά στην Τουρκία το καθεστώς του Recep Tayyip Erdoğan αρνείται να ακολουθήσει, διακινδυνεύοντας να δεχθεί τραυματικά πλήγματα από την υποτίμηση του ευρωπαϊκού κοινού νομίσματος.
Το δολάριο ενισχύεται απότομα λόγω των επιθετικών κινήσεων της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας (US Federal Reserve-FED) που αυξάνει τα επιτόκια της, προχωρώντας παράλληλα και σε πιστωτική συρρίκνωση (QT) για να χαλιναγωγήσει τις πληθωριστικές πιέσεις που προκαλούνται από την γιγαντιαία πιστωτική επέκταση (QE), λόγω της υγειονομικής κρίση και την διάχυση των επιπτώσεων από τις συνεχιζόμενες συγκρούσεις στην Ουκρανία.
Ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ αναρριχάται στο 9,1% με την λήξη του πρώτου εξαμήνου και στον μέσο 9,6% στις χώρες που συγκροτούν τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (Organization for Economic Cooperation and Development). Στην ίδια περίοδο ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη φθάνει το 8,6% με προοπτική περαιτέρω ανόδου, αφού οι χώρες της Ευρώπης δέχονται τα χειρότερα πλήγματα, λόγω της κρίσης στην Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένων και των κινδύνων στον τομέα του ζωτικού εφοδιασμού τους σε ενέργεια.
Το πρόβλημα στην Τουρκία
Όμως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (EKT) υστερεί έναντι άλλων τραπεζών στην λήψη αποφάσεων, συμβάλλοντας στην υποτίμηση του ευρωπαϊκού κοινού νομίσματος, αφού για τους διεθνείς επενδυτές το αμερικανικό δολάριο καθίσταται περισσότερο ελκυστικό, όσον αυξάνονται οι αποδόσεις του. Η τράπεζα αναμφίβολα πιέζεται να ισορροπήσει τα συμφέροντα των χωρών της Ευρωζώνης που διαφέρουν σε οικονομική ισχύ και τάξη μεγέθους, με συνέπεια οι άμεσες και σθεναρές πράξεις να καθίστανται εξαιρετικά δυσχερείς. Όμως όσον η τράπεζα υστερεί και βραδυπορεί, τόσον επιτείνεται η διολίσθηση του ευρωπαϊκού κοινού νομίσματος έναντι του αμερικανικού δολαρίου.
Η πτώση του ευρωπαϊκού κοινού νομίσματος στο 1:1 έναντι του αμερικανικού νομίσματος και η πιθανή περαιτέρω υποχώρησή του, επηρεάζει αρνητικά το εξωτερικό εμπόριο της Τουρκίας. Αν και οι τιμολογήσεις των εξαγωγών στο αμερικανικό δολάριο και στο ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα κινούνται σχεδόν στα ίδια επίπεδα, 48% και 45% του συνόλου αντίστοιχα, οι εισαγωγές τιμολογούνται μόλις στο 28% του συνόλου στο ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα και στο 71% στο αμερικανικό δολάριο, με το υπόλοιπο 1% να τιμολογείται σε άλλα νομίσματα που επίσης έχουν υποτιμηθεί έναντι το αμερικανικού νομίσματος. Για να διατηρήσουν τα μερίδιά τους σε αγορές που αποπληρώνουν τις εισαγωγές τους στο ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα οι Τούρκοι εξαγωγείς αναγκαστικά θα προχωρήσουν σε κινήσεις αθέμιτου ανταγωνισμού, με συνέπεια να προκαλέσουν αυτό που οι οικονομολόγοι χαρακτηρίζουν ένδεια των επικίνδυνα χαμηλού κόστους εξαγωγών.
Από την άλλη πλευρά η τουρκική οικονομία εξαρτάται ασφυκτικά από τις εισαγωγές, κυρίως στην ενέργεια, τομέα στον οποίο κυριαρχεί σχεδόν ολοκληρωτικά το αμερικανικό δολλάριο στις πληρωμές. Το κόστος της ενέργειας έχει αυξηθεί δυσανάλογα στην χώρα, λόγω των συνεχών αυξήσεων στις διεθνείς τιμές και σε συνδυασμό με την υποτίμηση του τουρκικού νομίσματος, προσθέτει νέα τρομακτικά βάρη, με την καθαρή αξία των εισαγωγών να υπερβαίνει τα $40 δισεκατομμύρια κατά το πρώτο εξάμηνο του 2022 και το έλλειμα των τρεχουσών συναλλαγών να κινείται στην ίδια περίοδο προς τα $34 δισεκατομμύρια.
Το πλήγμα στους εξαγωγείς
Η άνοδος του αμερικανικού δολαρίου αυξάνει το κόστος των εισαγωγέων, μειώνοντας τα καθαρά τους έσοδα, από την στιγμή που οι πληρωμές των εισαγωγών τους πραγματοποιούνται στο αμερικανικό νόμισμα, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών τους αποπληρώνεται στο ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η μεγάλη οικονομική εφημερίδα Dünya, η άνοδος του δολαρίου επιβαρύνει αρνητικά κατά 15% τα έξοδα των εξαγωγέων.
Στην αυτοκινητοβιομηχανία, που αποτελεί βασικό εξαγωγικό κλάδο, το πρόσθετο κόστος φθάνει κατά το πρώτο εξάμηνο του 2022, το $1 δισεκατομμύριο. Τα συνολικά καθαρά έσοδα των Τούρκων εξαγωγέων κατά το 2021 φθάνουν τα €103 δισεκατομμύρια και τα $109 δισεκατομμύρια, αλλά τα έξοδα για τις εισαγωγές τους διαμορφώνονται στα $271 δισεκατομμύρια και μόλις σε €79 δισεκατομμύρια.
Σύμφωνα με τα δεδομένα του προέδρου της Ένωσης Εξαγωγέων Αυτοκινήτων (Uludağ Automotive Industry Exporters’ Association-OIB), Baran Çelik, οι περισσότερες πρώτες ύλες και πολλά ζωτικά εξαρτήματα αγοράζονται με αμερικανικά δολάρια. Το γεγονός αυτό επηρεάζει αρνητικά την ανταγωνιστικότητα του κλάδου στην αγορά της Ε.Ε.
Το πρόσθετο κόστος από τις διαφορές των συναλλαγματικών ισοτιμιών στον ζωτικό για την τουρκική οικονομία κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας κινείται στο 13% των συνολικών εσόδων κατά την διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2022, με το 60%-70% των εξαγωγών του κλάδου να κατευθύνεται προς την ΕΕ. Κατά τον πρόεδρο της Ένωσης Εξαγωγέων Ετοίμων Ενδυμάτων στην Κωνσταντινούπολη (Istanbul Ready-to-Wear and Apparel Exporters’ Association-İHKİB), Mustafa Gültepe, το μεγαλύτερο μέρος των πρώτων υλών αγοράζεται σε δολάρια, με συνέπεια να μηδενίζεται το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, έναντι των ανάλογων κλάδων της Άπω Ανατολής. Μάλιστα από την στιγμή που η ΕΕ. παραμένει η βασική αγορά του κλάδου, δημιουργούνται πρόσθετα προβλήματα, που απαιτούν αναδιάρθρωση εισαγωγών και προϋπολογισμών.
Πρόσθετο βάρος στον τουρισμό
Η τουρκική τουριστική βιομηχανία, ένας κλάδος που αποτελεί ζωτική πηγή σκληρού συναλλάγματος, υποφέρει επίσης από την υποτίμηση του ευρωπαϊκού κοινού νομίσματος, με τα συνολικά έσοδα του 2022 να κυμαίνονται μεταξύ $25 και $30 δισεκατομμυρίων, έναντι $37,4 δισεκατομμυρίων του 2019. Αυτά τα δεδομένα στοιχειοθετούν πως τα έσοδα θα φθάσουν το 68%-80% των αναλόγων του 2019, αλλά παρά το γεγονός ότι κατά την διάρκεια των τελευταίων ετών αυξάνονται σημαντικά οι επισκέπτες από την Μέση Ανατολή, το γεγονός ότι το 70% των εσόδων αποτιμάται στο ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα, προδίδει πως τελικά θα κινηθούν προς το χαμηλό επίπεδο των εκτιμήσεων.
Για τις τουριστικές επιχειρήσεις η υποτίμηση του ευρωπαϊκού κοινού νομίσματος, συνεπάγεται ότι τα συμβόλαια που συνάπτονται έχουν μικρότερη από την αναμενόμενη αξία σε τουρκικές λίρες. Αναγκαστικά θα υποχρεωθούν να προσφέρουν εκπτώσεις για να προσελκύσουν περισσότερους επισκέπτες, υιοθετώντας όπως και οι εξαγωγείς, μεθόδους αθέμιτου ανταγωνισμού.
Με την λήξη του πρώτου εξαμήνου του 2022, τα έσοδα του τουριστικού κλάδου εμφανίζονται αυξημένα στα $14,2 δισεκατομμύρια έναντι των $12,6 δισεκατομμυρίων της αντίστοιχης εξαιρετικά εντυπωσιακής περιόδου του 2019. Οι επισκέπτες ανέρχονται στα 18,4 εκατομμύρια, μειωμένοι σε σχέση με τα 19,4 εκατομμύρια του 2019, με την αύξηση των εσόδων να προκαλείται από την γενική άνοδο των τιμών. Το πρόσθετο βάρος όμως των συναλλαγματικών διαφορών αναδύεται στην περίοδο Ιουνίου-Ιουλίου και θα συνεχισθεί και στο δίμηνο Αυγούστου-Σεπτεμβρίου, με τα αμερικανικά επιτόκια να έχουν ήδη αυξηθεί στο 2,5%, με προοπτική περαιτέρω ανόδου, πιέζοντας το ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα και συντηρώντας τις αρνητικές συναλλαγματικές διαφορές για τους Τούρκους επιχειρηματίες.