Η νεοφιλελεύθερη τορπίλη της Τρας στη βρετανική οικονομία
05/10/2022Μετά την νομισματική κρίση στην νοτιοανατολική Ασία, που είχε οδηγήσει σε κατάρρευση του ιαπωνικού νομίσματος, μία δεύτερη και εξαιρετικά επικίνδυνη οικονομική κρίση πυροδοτείται στην Ευρώπη, με εστία την βρετανική οικονομία. Κατά τον επικεφαλής του τμήματος στρατηγικής στις αγορές συναλλάγματος της CITY στην Ευρώπη, Βασίλειο Γκιωνάκη, η πιστωτική επέκταση, σε συνδυασμό με τις μεγάλες περικοπές φόρων που χρηματοδοτούνται με νέο δανεισμό και μάλιστα σε περίοδο που η Κεντρική Τράπεζα Αγγλίας επιχειρεί πιστωτική συρρίκνωση, έχει παρενέργειες. Προκαλεί επικίνδυνη διάβρωση της αξιοπιστίας της Βρετανίας και νομισματική κρίση που ακολουθεί όλους τους σχετικούς κανόνες των οικονομικών εγχειριδίων.
Δεν υπάρχει καμία απολύτως ιστορική οικονομική εμπειρία που να υποστηρίζει τον ισχυρισμό της βρετανικής κυβέρνησης πως με τον οικονομικό σχεδιασμό της θα προκαλέσει οικονομική ανάπτυξη. Ο ίδιος εκτιμά πως ο ενδιάμεσος προϋπολογισμός θα εξαναγκάσει την Κεντρική Τράπεζα Αγγλίας σε έκτακτες αυξήσεις επιτοκίων. Μάλιστα, για να έχουν κάποια ουσιαστική επίπτωση οφείλουν να κινηθούν στα επίπεδα των 100 μονάδων βάσης, με την προσδοκία να ανακόψουν και την κατάρρευση της στερλίνας στις αγορές (πίνακας 2).
Όμως, όπως έχει αποδειχθεί σε άλλες περιπτώσεις, αυξήσεις επιτοκίων αυτής της τάξης μεγέθους έχουν την δυναμική να ωθήσουν την οικονομία σε καθοδική περιδίνηση, καταλήγοντας, όπως εξηγεί, σε αρνητικές συνέπειες για τις ισοτιμίες, οπότε η τρέχουσα κατάσταση της υποτίμησης επιβάλλεται να συνεχισθεί, ώστε να αποζημιώσει τους επενδυτές για τα αυξημένα επίπεδα κινδύνου που αναλαμβάνουν.
Το θέμα των αυξήσεων των βρετανικών επιτοκίων απασχολεί τους αναλυτές, που εκτιμούν ότι οι χρηματοοικονομικές εξελίξεις πιέζουν την Κεντρική Τράπεζα Αγγλίας σε περισσότερο επιθετική πιστωτική συρρίκνωση για να αντιμετωπίσει τις αυξήσεις τιμών και την άνοδο του πληθωρισμού, που θα τροφοδοτηθούν από την πολιτική των περικοπών φόρων και του νέου δανεισμού.
Σε πρόσφατη έκθεσή του, ο αντιπρόεδρος του οίκου οικονομικών ερευνών BCA Research, Roukaya Ibrahim, εξηγεί πως ενώ τυπικά η αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων υποστηρίζει το νόμισμα αναφοράς τους, οι μαζικές ρευστοποιήσεις στην στερλίνα, αποκαλύπτουν το αντίθετο. Ειδικά οι θεσμικοί επενδυτές αμφιβάλλουν για το εάν και κατά πόσον οι αγορές θα προθυμοποιηθούν να χρηματοδοτήσουν το βρετανικό έλλειμμα, με δεδομένες τις επικίνδυνες ανεπάρκειες και αστοχίες του οικονομικού σχεδιασμού της νέας κυβέρνησης. Η έκθεση υποστηρίζει πως πρόκειται να υπάρξουν νέες άσχημες περιπέτειες για τις βρετανικές χρηματαγορές, από την στιγμή που το μείγμα των νέων οικονομικών μέτρων κρίνεται βραχυπρόθεσμα εντελώς αρνητικό και χωρίς κανένα στοιχείο αξιοπιστίας.
“Καμπανάκι” ΔΝΤ για την βρετανική οικονομία
Μετά την ανακοίνωση του ενδιάμεσου προϋπολογισμού, το ΔΝΤ (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) επικρίνει δριμύτατα το σχέδιο της βρετανικής κυβέρνησης με ένταση που είχε να εμφανισθεί από τον Ιούνιο 2011, όταν με ανάλογη ασυνήθιστη επιθετικότητα είχε καταγγείλει τις οικονομικές κινήσεις του τότε υπουργού Οικονομικών George Osborne. Στην δημόσια δήλωσή του το ΔΝΤ τονίζει πως παρακολουθεί στενά τις οικονομικές εξελίξεις στην Βρετανία. Διατηρεί στενή επαφή με τις αρμόδιες οικονομικές αρχές, ώστε να παραμένει ενήμερο για τις προσπάθειες της κυβέρνησης να υποστηρίξει οικονομικά οικογένειες και επιχειρήσεις να αντιμετωπίσουν τα πλήγματα του κόστους της ενέργειας και να ενισχύσει την ανάπτυξη με περικοπές φόρων.
Όμως, με δεδομένα τα ήδη υψηλά επίπεδα πληθωρισμού σε πολλές χώρες (και στη Βρετανία), δεν συνιστάται ευρεία αναχρηματοδότηση, χωρίς συγκεκριμένους στόχους αυτή την περίοδο, από την στιγμή που η χρηματοοικονομική πολιτική δεν επιτρέπεται να κινείται αντίθετα από την αντίστοιχη νομισματική. Επιπλέον, τα νέα οικονομικά μέτρα πρόκειται να διογκώσουν τις εισοδηματικές ανισότητες και επιβάλλεται να παρουσιάσει η βρετανική κυβέρνηση μέτρα υποστήριξης με συγκεκριμένους στόχους και να αναθεωρήσει τις περικοπές φόρων και ειδικά εκείνες που ευνοούν τα υψηλά εισοδήματα.
Αμέσως μετά την ανακοίνωση ο στενός σύμμαχος της Λιζ Τρας και πρώην υπουργός για το Brexit Λόρδος Frost, επέκρινε με σφοδρότητα την δήλωση του ΔΝΤ, υποστηρίζοντας πως πάντοτε προσπαθεί να επιβάλλει συμβατικές χρηματοοικονομικές επιλογές, με συνέπεια βραδύτατους ρυθμούς ανάπτυξης και χαμηλή παραγωγικότητα. Η μόνη επιλογή –κατά τον ίδιο– έγκειται στη μείωση των φόρων, τον περιορισμό των δαπανών και στις δραστικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις.
Δυσοίωνες προβλέψεις για την βρετανική οικονομία
Ο πρώην υποδιευθυντής του ΔΝΤ Adnan Mazarei, εξηγεί πως αποτελεί συνηθισμένο φαινόμενο να προβαίνει ο οργανισμός σε έντονες δηλώσεις αυτού του τύπου, όταν ασχολείται με αναδυόμενες οικονομίες που ακολουθούν προβληματική χρηματοοικονομική πολιτική. Όμως, σπάνια θίγει με τον τρόπο αυτό χώρες των G7. Ο ίδιος σημειώνει πως η ανησυχία του ΔΝΤ για τις περικοπές φόρων εστιάζεται στο γεγονός ότι ίσως αποτελέσουν μόνιμο καθεστώς, οπότε αναγκαστικά τα κενά που θα δημιουργηθούν θα καλυφθούν με νέο δανεισμό, ενώ η άνοδος του πληθωρισμού θα υποχρεώσει την Κεντρική Τράπεζα Αγγλίας σε νέες αυξήσεις επιτοκίων.
Η επικρατούσα κατάσταση στοιχειοθετεί πως το υπουργείο Οικονομικών κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση με την Κεντρική Τράπεζα Αγγλίας, δεδομένο που πλήττει άσχημα την βρετανική οικονομία. Ο διευθυντής του οικονομικού τμήματος του BBC, ερμηνεύει την αποφασιστική κίνηση του ΔΝΤ κατά των νέων μέτρων, εκτιμώντας πως αντανακλά τις ανησυχίες του οργανισμού για τα τεκταινόμενα στα υπουργεία Οικονομικών των ισχυρών οικονομικών δυνάμεων και την πεποίθησή του πως η κρίση στην Βρετανία πρόκειται να διαχυθεί σε ολόκληρο τον κόσμο, πυροδοτώντας μία επικίνδυνη επιβράδυνση.
Ο Faisal Islam υποπτεύεται πως στον ΔΝΤ αντιλαμβάνονται πως η οικονομική διαχείριση της χώρας εξελίσσεται σε προβληματική, με αμφίβολες ικανότητες αντιμετώπισης καίριων προβλημάτων, οπότε ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να αποτελεί το μεγάλο ζήτημα, επιβαρύνοντας την Βρετανία με σοβαρές δυσχέρειες στις χρηματοοικονομικές αγορές. Ήδη αναδύονται προβλήματα στην εξυπηρέτηση των ενυπόθηκων δανείων, που πλήττουν την στεγαστική πίστη και επαγωγικά συσσωρεύουν βάρη στις τράπεζες.
Ίσως το σημαντικότερο στοιχείο να απορρέει από μία εμπεριστατωμένη μελέτη των ακαδημαϊκών του London School of Economics (2020) που εξετάζει την επίδραση ανάλογων οικονομικών πολιτικών σε πλούσιες οικονομίες επί πέντε δεκαετίες. Τα ευρήματα πιστοποιούν πως έχουν αποτύχει να ενισχύσουν σημαντικά την ανάπτυξη και να υποστηρίξουν την αγορά εργασίας, ενώ αντίθετα έχουν προκαλέσει διεύρυνση του χάσματος των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων.
Πίσω ολοταχώς
Πάντως αμέσως μετά την δημοσιοποίηση της σφοδρής κριτικής του ΔΝΤ, οι αγορές αντέδρασαν με μαζικές πωλήσεις στερλινών και δεκαετών ομολόγων του βρετανικού δημοσίου. Υποχρέωσαν έτσι την Κεντρική Τράπεζα Αγγλίας σε παρεμβάσεις για να αποτρέψει περαιτέρω πτώσεις, αν και γενικά η πυροσβεστική της προσπάθειά δεν θα αποδώσει σε βάθος χρόνου σημαντικά αποτελέσματα για την βρετανική οικονομία.
Η πρόσφατη κρίση, με την μεγαλύτερη άνοδο των αποδόσεων από το 1957, στοιχειοθετεί πως οι επενδυτές εγκαταλείπουν για λόγους ασφαλείας τις βρετανικές αγορές σταθερού εισοδήματος, μετά τις ανακοινώσεις των νέων μέτρων. Για να αποτρέψει το συντριπτικό πλήγμα στα συνταξιοδοτικά ταμεία της χώρας που διακρατούν ομόλογα συνολικού ύψους ενός τρισ. στερλίνων, η Κεντρική Τράπεζα Αγγλίας ανακοίνωσε παρέμβαση στην αγορά συνολικού ύψους 45 δισ. (τελικά 72 δισ. στερλινών), συγκρατώντας προσωρινά τις αποδόσεις. Παραμένει όμως εξαιρετικά αμφίβολο το εάν και κατά πόσον θα χαλιναγωγήσει την έκρυθμη κατάσταση.
Πάντως μετά την ισχυρή παρέμβαση, η στερλίνα ανέκαμψε στο 1,11 προς δολάριο με την λήξη του Σεπτεμβρίου, ενώ και η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου υποχώρησε στο 4,047%. Παραμένει, πάντως, στα υψηλότερα επίπεδα από το 1998. Παρά την πυροσβεστική κίνηση αυξάνονται συνεχώς οι οικονομολόγοι και θεσμικοί επενδυτές που καταδικάζουν τις επιλογές της νέας βρετανικής κυβέρνησης στο οικονομικό πεδίο. Μάλιστα, ο ιδρυτής ενός από τα μεγαλύτερα επενδυτικά σχήματα αναχαίτισης κινδύνων (hedge funds) Ray Dalio δήλωσε πως τα προτεινόμενα μέτρα αποδεικνύουν την ανικανότητα της βρετανικής κυβέρνησης.
Σε μία απεγνωσμένη προσπάθεια εξευμενισμού των αγορών το βρετανικό υπουργείο Οικονομικών απέσυρε τα μέτρα περικοπής φόρων, που ευνοούν τις ανώτερες εισοδηματικά τάξεις και τους εταιρικούς ομίλους, γεγονός που βοήθησε την στερλίνα να ανακάμψει, αν και αναιμικά. Η σχετική ηρεμία που εξασφαλίζεται με την άτακτη υποχώρηση της κυβέρνησης, δεν καλύπτει πάντως το βαρύτατο πλήγμα κατά της συντηρητικής παράταξης που παραμένει εντελώς αμφίβολο το εάν και κατά πόσον θα συνέλθει. Το γελοίον του πράγματος απεικονίζεται στην συμπεριφορά του βρετανικού πενταετούς ομολόγου, του οποίου η απόδοση εκτινάχθηκε στο 4,579%, όταν τα ανάλογα πενταετή των δύο περισσότερο χρεωμένων οικονομιών της Ευρωζώνης, της Ελλάδος και της Ιταλίας κινούνται στο 3,978% και στο 4,079% αντίστοιχα.