ΑΝΑΛΥΣΗ

Καμπανάκι μέσω CDS για ενδεχόμενη στάση πληρωμών των ΗΠΑ

Καμπανάκι μέσω CDS για ενδεχόμενη στάση πληρωμών των ΗΠΑ, Γιώργος Ηλιόπουλος

Η σύγκρουση των δύο βασικών αμερικανικών πολιτικών παρατάξεων με επίκεντρο το θέμα της αύξησης του ορίου του δημοσίου χρέους, προσθέτει νέους κινδύνους για μία ενδεχόμενη σοβαρή ύφεση της οικονομίας, που αναπόφευκτα θα πιέσει ανοδικά τις τιμές του χρυσού. Το αμερικανικό Ασφάλιστρο Κινδύνου (CDS) έναντι ενδεχόμενης στάσης πληρωμών του δημοσίου, κινείται πλέον σε επίπεδα ανώτερα από το ανάλογο του Μεξικού, με τους Ρεπουμπλικάνους της Βουλής των Αντιπροσώπων να απειλούν να εξωθήσουν την χώρα σε τεχνική στάση πληρωμών, αρνούμενοι να επιτρέψουν στην κυβέρνηση Biden νέα διεύρυνση χρεών για την κάλυψη των ελλειμμάτων.

Εάν τα φορολογικά έσοδα του Απριλίου αποδειχθούν ασθενέστερα των αναμενόμενων, τότε η στάση πληρωμών θα πλήξει την οικονομία στα μέσα Ιουνίου, με την υπουργό Οικονομικών Janet Yellen να προειδοποιεί για ανείπωτη καταστροφή. Το αμερικανικό CDS κινείται στις 149,2 μονάδες βάσης πλέον του LIBOR (δωδεκάμηνο 5,2% ή 520 μονάδες βάσης), έναντι των 92,6 του ελληνικού και 123,6 του μεξικανικού.

Το κόστος του πενταετούς αμερικανικού Ασφαλίστρου Κινδύνου (CDS), υπερβαίνει το ανάλογο του Μεξικού, δεδομένο που δεν έχει επαναληφθεί στην οικονομική ιστορία, από την εποχή που εισάγονται ασφάλιστρα κινδύνου για τα δημόσια χρέη. Η πολιτική σύγκρουση για το χρέος προσθέτει αβεβαιότητες για την πορεία της αμερικανικής οικονομίας και τις χρηματοοικονομικές αγορές, ενώ εξελίσσονται και τα πλήγματα στις αμερικανικές περιφερειακές τράπεζες.

Τα αναγκαστικά έκτακτα μέτρα στήριξης από την Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα (FED) και το υπουργείο Οικονομικών για την προστασία των καταθέσεων, σε περιβάλλον Πιστωτικής Συρρίκνωσης (QT), ωθούν την οικονομία σε ύφεση και προσθέτουν φοβίες στους επενδυτές.

Υποχώρηση των εσόδων

Ο γνωστός ταχυδρομικός όμιλος UPS που διαχειρίζεται εμβάσματα σημειώνει απώλειες της τάξης του 10% στην τιμή της μετοχής του στις 25 Απριλίου, όταν στην οικονομική έκθεση του πρώτου τριμήνου, δημοσιεύει αποτελέσματα χαμηλότερα των αναμενόμενων. Τα έσοδα υποχωρούν απροσδόκητα στα 22,9 δισεκατομμύρια δολάρια, έναντι 24,4 δισεκατομμυρίων του πρώτου τριμήνου του 2022, με τον όμιλο να αποδίδει την κάμψη στην πτώση των πωλήσεων λιανικής και την απότομη υποχώρηση της κατανάλωσης.

Ταυτόχρονα το διοικητικό συμβούλιο του ομίλου αναφέρει πως οι προσδοκίες των καταναλωτών κινούνται στα χαμηλότερα επίπεδα του τελευταίου δωδεκαμήνου, με τις προβλέψεις να διαβλέπουν περαιτέρω πτώση, λόγω και της τελευταίας (δέκατης) αύξησης των επιτοκίων της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας (FED) κατά 25 μονάδες βάσης.

Οι εμπορικές τράπεζες των ΗΠΑ έχουν θέσει δραστικά περισσότερο αυστηρές προδιαγραφές και προαπαιτούμενα στις χορηγήσεις μετά τις πρόσφατες καταρρεύσεις περιφερειακών τραπεζών. Τα στοιχεία των ερευνών των περιφερειακών Ομοσπονδιακών Τραπεζών που συγκροτούν την FED αποκαλύπτουν πως η χώρα αντιμετωπίζει το φάσμα της ύφεσης.

Ο κατασκευαστικός δείκτης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Φιλαδέλφειας πιστοποιεί πως οι σχετικές επιχειρηματικές δραστηριότητες έχουν υποχωρήσει στο χαμηλότερο επίπεδο από την εποχή των εγκλεισμών και των περιοριστικών μέτρων του 2020, λόγω της υγειονομικής κρίσης. Ο δείκτης θεωρείται εξαιρετικά αξιόπιστος και αποτελεί έναν από τους ζωτικότερους στην μέτρηση της γενικής επιχειρηματικής δραστηριότητας. Παρά το γεγονός ότι τα έξι δισεκατομμύρια που διοχετεύονται στην αμερικανική οικονομία για την αντιμετώπιση των πληγμάτων της υγειονομικής κρίσης, οι πραγματικές πωλήσεις λιανικής εφόσον αποπληθωρισθούν, υποχωρούν σταθερά.

Με επιστολή της στις 19 Ιανουαρίου, η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών Janet Yellen ανακοινώνει μία ανάλογη περίοδο αναστολής έκδοσης νέων τίτλων, δηλαδή χρέους, έως τις 5 Ιουνίου και παράλληλα την αναστολή πληρωμών στο Ταμείο Συντάξεων Δημοσίων Υπαλλήλων και Αναπήρων (Civil Service Retirement and Disability Fund-CSRDF) και στο Υγειονομικό Ταμείο των Συνταξιούχων Ταχυδρομικών (Postal Service Retiree Health Benefits Fund-PSRHBF). Οι πληρωμές θα αποκατασταθούν σύμφωνα με τη υπουργό μετά τις 5 Ιουνίου, με τους συνταξιούχους του ομοσπονδιακού δημοσίου να μην επηρεάζονται από τα μέτρα.

Η ενταφιασμένη στάση πληρωμών του 1934

Το 1934 οι ΗΠΑ προχωρούν σε παύση πληρωμών των τοκοχρεωλυσίων του τετάρτου Ομολόγου Ελευθερίας (Liberty Bond), το οποί είχε εκδοθεί με σαφέστατους όρους και κυρίαρχο στοιχείο την αποπληρωμή του σε χρυσό. Η συγκεκριμένη υποχρέωση φέρει τότε την αμερικανική κυβέρνηση σε δεινή θέση που αντιμετωπίζει μετά το 1930 δυσβάστακτα χρέη, με αφετηρία τον δυσανάλογα μεγάλο δανεισμό της λόγω του Μεγάλου Πολέμου.

Όταν ο Franklin Roosevelt αναλαμβάνει τα ηνία της διακυβέρνησης της χώρας το 1933, οι αποπληρωμές των τόκων των ομολογιακών δανείων εξανεμίζουν τα αποθέματα της χώρας σε χρυσό, με το κρατικό θησαυροφυλάκιο να διαθέτει μόνον $4,2 δισεκατομμύρια σε αξία από το πολύτιμο μέταλλο, ενώ είχε καταστεί πλέον σαφές στο επιτελείο του Λευκού Οίκου πως η χώρα δεν διαθέτει τον απαιτούμενο χρυσό για να εξοφλήσει όχι μόνον τους τόκους, αλλά και το κεφάλαιο των ομολόγων που λήγουν το 1938, χωρίς να συνυπολογίζονται άλλες δαπάνες και δανειακές υποχρεώσεις.

Από το 1890 το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών έχει μεγάλα ελλείμματα σε χρυσό και υποχρεώνεται να χρηματοδοτεί τα συγκεκριμένα με εκδόσεις ομολόγων πληρωτέων σε χρυσό, ώστε να συγκεντρώνει το πολύτιμο μέταλλο από τους επενδυτές, για να αποπληρώνει τους τόκους προηγούμενων σειρών τίτλων. Η συνέπεια αυτής πολιτικής αυξάνει το 1933 το δημόσιο χρέος σε 22 δισεκατομμύρια δολάρια, αλλά οι ποσότητες χρυσού που διακρατούνται από το δημόσιο δεν επαρκούν, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση Roosevelt να καταλήξει στην επιλογή να περάσει σε στάση πληρωμών προς τους Αμερικανούς ομολογιούχους και να αποφύγει τις πληρωμές σε χρυσό.

Με τον Νόμο περί Αποθεμάτων Χρυσού του 1934, η Βουλή των Αντιπροσώπων υποτιμά το δολάριο έναντι του χρυσού από τα $20,67 ανά ουγκιά σε $35, δηλαδή εφαρμόζει μία εφάπαξ υποτίμηση του εθνικού νομίσματος κατά 40%. Η θεσμοθέτηση του συγκεκριμένου νόμου συνεπάγεται πως η αξία του χρυσού που αντιπροσωπεύεται από το δολάριο μειώνεται κατά 59% σε σχέση με την προγενέστερη ισχύουσα ισοτιμία.

Η κυβέρνηση προσφέρεται να αποπληρώσει τους πιστωτές της με χαρτονόμισμα, με δραστικά υποτιμημένο όμως δολάριο, οπότε η Βουλή των Αντιπροσώπων καθορίζει την αξία του χρήματος, ώστε να απαξιώσει τις υποχρεώσεις της κυβέρνησης, που δανείζεται όμως με την εγγύηση του αμερικανικού κράτους. Οπωσδήποτε η στάση πληρωμών αποδεικνύει πως οι ΗΠΑ δεν τηρούν πάντοτε τους όρους που απορρέουν από τις δανειακές τους υποχρεώσεις και οι διακεκριμένοι οικονομολόγοι Carmen Reinhart και Kenneth Rogoff, στην μελέτη τους με τίτλο “This Time Is Different: Eight Centuries of Financial Folly”, ορίζουν το συμβάν ως πτώχευση μέσω ακύρωσης της ρήτρας χρυσού και τεχνικά δεν δύναται να συγκαλυφθεί με κάποιον άλλον περισσότερο ουδέτερο χαρακτηρισμό.

Άνευ ιστορικού προηγουμένου οικονομικές καταστάσεις

Το βαρύ περιστατικό του 1934 επαναλαμβάνεται αν και σε ελαχιστοποιημένο βαθμό το 1979, όταν τον Απρίλιο και τον Μάϊο εμφανίζονται διάφορα προβλήματα στους μηχανισμούς ηλεκτρονικών συναλλαγών και εκκαθαρίσεων. Εκείνη την εποχή δυσλειτουργίες των συστημάτων Η/Υ, η δυσανάλογα αυξημένη ζήτηση από τον χώρο των μικροεπενδυτών και οι συνεχιζόμενες διαβουλεύσεις και συνεδριάσεις της Βουλής των Αντιπροσώπων με θέμα την αύξηση του ορίου χρέους, συνοδεύονται και από μία αδυναμία αποπληρωμής τίτλων του δημοσίου, αξίας $122 εκατομμυρίων.

Αν το τεχνικό σφάλμα επηρεάζει μόλις το 1% του αμερικανικού χρέους και το υπουργείο Οικονομικών επικαλείται πρόβλημα καθυστερήσεων και όχι παύσης πληρωμών, τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια αυξάνονται απότομα από το 9% στο 9,6% και το αμερικανικό δημόσιο μηνύεται από τους μικροεπενδυτές για αδυναμία αποπληρωμής νομίμων υποχρεώσεών του.

Προφανώς υπάρχουν περιστατικά που οι ΗΠΑ αδυνατούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους και εάν το επεισόδιο του 1979 κρίνεται ασήμαντο, η περίπτωση του 1934 επηρεάζει τότε εκατομμύρια Αμερικανούς που έχουν αγοράσει τα Ομόλογα Ελευθερίας, όντας πεπεισμένοι για την απόλυτη αξιοπιστία του δημοσίου, για να αποδειχθούν τελικά εντελώς διαψευσμένοι στις προσδοκίες τους. Κατά συνέπεια παρά το γεγονός ότι η υπουργός Οικονομικών Janet Yellen, επιμένει με κάθε τρόπο πως το αμερικανικό κράτος δεν αθετεί τις υποχρεώσεις του και δεν χρεωκοπεί ποτέ, η επιμονή της απλώς αποκαλύπτει μία τακτική τρομοκρατίας, για άνευ ιστορικού προηγουμένου οικονομικές καταστάσεις, ώστε να εκβιάσει μέσω της λαϊκής πίεσης πολιτικές αποφάσεις.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι