Οι αθέατες οικονομικές εξαρτήσεις της Τουρκίας από τη Ρωσία
08/04/2022Η πρόσφατη έκθεση της S&P Global, που προειδοποιεί πως τα χειρότερα πλήγματα από την διάχυση των συνεπειών της κρίσης στην Ουκρανία πρόκειται να τα δεχθούν η Πολωνία και η Τουρκία, θέτει νέα και μάλλον ανυπέρβλητα προβλήματα στο καθεστώς Ερντογάν. Υπακούοντας φαινομενικά σε μία λογική ισορροπιών, η Άγκυρα υποστηρίζει πως η επιβολή αυστηρών κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας, δεν πρόκειται να συνεισφέρει στην επίλυση της κρίσης στην Ουκρανία. Στην πραγματικότητα –όπως τονίζεται από το πρακτορείο Bianet στην Κωνσταντινούπολη– η στάση της Τουρκίας ορίζεται από τις οικονομικές εξαρτήσεις της, από τα δεινά που αναμένεται να πλήξουν το εμπόριο, τον τουρισμό, τη βιομηχανία, τη γεωργία και την κτηνοτροφία της.
Ο συνολικός όγκος των εμπορικών συναλλαγών με την Ρωσία κατά το 2021 φθάνει τα 34,7 δισ. δολάρια, ενώ με την Ουκρανία τα 7,4 δισ. σύμφωνα με το Τουρκικό Στατιστικό Ινστιτούτο. Η Ρωσία καλύπτει σχεδόν το 13% των συνολικών τουρκικών εισαγωγών. Εισάγει δε από την Τουρκία εσπεριδοειδή, σταφύλια και τομάτες, όπως και αγροτικά μηχανήματα, υφάσματα και διάφορα άλλα είδη ευρείας κατανάλωσης. Εξάγει φυσικό αέριο, αργό πετρέλαιο, άνθρακα, χάλυβες, αλουμίνιο καi διάφορα αγροτικά προϊόντα. Στο εμπορικό της ισοζύγιο με την Ρωσία, η Τουρκία έχει σταθερά έλλειμμα, το οποίο τον Ιανουάριο 2022 διαμορφώθηκε στα 4,172 δισ. δολάρια.
Σημαντικότατο εισαγόμενο είδος στην Τουρκία είναι τα σιτηρά. Οι σχετικές εισαγωγές προέρχονται κατά 64,6% από την Ρωσία και κατά 13,4% από την Ουκρανία. Η συνολική αξία των τουρκικών εισαγωγών σε σιτηρά ανήλθε το 2021 σε 1,8 δισ. δολάρια. Ένα άλλο είδος που προκαλεί μεγάλα προβλήματα, κυρίως στην εστίαση, αποτελεί το ηλιέλαιο που εισάγεται κατά 65,5% από Ρωσία και κατά 4,2% από Ουκρανία.
Οι βαριά πληττόμενοι τομείς αφορούν την ενέργεια και τον τουρισμό, οι οποίοι εξαρτώνται καταθλιπτικά από την Ρωσία. Τουλάχιστον το 33,6% του φυσικού αερίου εισάγεται από Ρωσία (στοιχεία για το 2021), ενώ οι Ρώσοι τουρίστες στην Τουρκία την ίδια περίοδο αποτελούν το 15% του συνόλου. Στο προηγούμενο δωδεκάμηνο 4.650.000 Ρώσοι και 2.550.000 Ουκρανοί επισκέφθηκαν την Τουρκία, εισφέροντας έσοδα 24,5 δισ. Υπάρχει συμφωνία για την προμήθεια ρωσικού φυσικού αερίου με ισχύ έως το 2025, ενώ μία άλλη εξέπνευσε με την λήξη του 2021, για την οποία η Τουρκία ανακοίνωσε το Νοέμβριο 2021 ότι ανανεώθηκε, αν και η αντισυμβαλλόμενη πλευρά δεν προέβη σε επίσημη επιβεβαίωση.
Ενέργεια και τουρισμός κατέχουν κυρίαρχη θέση στη διαμόρφωση του ελλείμματος των τρεχουσών συναλλαγών, με τις προβλέψεις για την τουριστική περίοδο 2022 να χαρακτηρίζονται απαισιόδοξες στο θέμα της προσέλευσης Ρώσων και Ουκρανών επισκεπτών. Ο τουρκικός σύνδεσμος ξενοδόχων δηλώνει πως το κόστος παραμονής για δέκα ημέρες με όλα τα έξοδα πληρωμένα (all inclusive) έχει αυξηθεί κατά 80% και απευθύνεται στο αρμόδιο υπουργείο, αναζητώντας οικονομική υποστήριξη. Η διαφαινόμενη σοβαρή μείωση των τουριστικών εσόδων, σε συνδυασμό με την ραγδαία άνοδο της τιμής των καυσίμων, θα προκαλέσει πλήγματα που κατά πάσα πιθανότητα δεν πρόκειται να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά, με δεδομένη την τραγική οικονομική κατάσταση της χώρας.
Η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας
Ένα άλλο ζήτημα εστιάζεται στους κινητήρες που προμηθεύεται η Τουρκία από την Ουκρανία για την κατασκευή των drones, που εξάγονται στην Ουκρανία και σε 12 ακόμα χώρες. Ο ρωσικός όμιλος που κατασκευάζει τον πρώτο τουρκικό πυρηνικό σταθμό στο Akkuyu, στον νότο της χώρας, με προϋπολογισμό μεγαλύτερο των 20 δισ. δολαρίων, αντιμετωπίζει προβλήματα. Παράλληλα οι τουρκικές κατασκευαστικές εταιρείες έχουν κατά το 2021 συμβάσεις ύψους 11,2 δισ. δολαρίων στην Ρωσία και 1,6 δισ. στην Ουκρανία. Τα υπό εκτέλεση έργα στην Ρωσία το 2020 αποτελούν το 38% του συνολικού κύκλου εργασιών του κλάδου στην ίδια περίοδο.
Ένα τρίμηνο μετά τις τυμπανοκρουσίες της Άγκυρας, που ακολουθούν την ανακοίνωση του σχεδίου αποδολαριοποίησης και προστασίας της τουρκικής λίρας (24 Δεκεμβρίου 2021), το σχετικό πρόγραμμα βάλλει πλέον εναντίον της Κεντρικής Τράπεζας και του υπουργείου Οικονομικών της Τουρκίας. Παρά τις αρχικές διαβεβαιώσεις που στοχεύουν κυρίως στην ανακοπή της δραματικής καθοδικής περιδίνησης της τουρκικής λίρας, το σχέδιο πρόσθεσε νέα δυσβάστακτα βάρη. Κρίνεται πλέον αναποτελεσματικό, από την στιγμή που περισσότερο από το 60% των καταθέσεων στην λιανική τραπεζική παραμένουν σε συνάλλαγμα.
Ο πυρήνας του τουρκικού σχεδίου βασίζεται στις κυβερνητικές εγγυήσεις για την αναπλήρωση οποιασδήποτε απώλειας αξίας των καταθέσεων υπό προστασία, έναντι πιθανής υποτίμησης της τουρκικής λίρας. Το εθνικό νόμισμα από τον Σεπτέμβριο 2021 εισέρχεται σε φάση επικίνδυνης καθοδικής περιδίνησης, με βασικό αίτιο τις μειώσεις των επιτοκίων, που από το 19% μειώνονται έως τον Δεκέμβριο στο 14%, οδηγώντας τις πραγματικές αποδόσεις σε αρνητικό έδαφος.
Στις 20 Δεκεμβρίου η ισοτιμία προς το δολάριο υπερβαίνει το όριο 18:1, με απώλειες της τάξης του 50%, από την πρώτη μείωση των επιτοκίων (Σεπτέμβριος) και τις συνολικές καταθέσεις σε συνάλλαγμα να καλύπτουν το 71% του συνόλου. Με την ανακοίνωση του σχεδίου και μετά από ισχυρή στήριξη, το νόμισμα ανατιμάται έναντι του δολαρίου στις 20 Δεκεμβρίου στο 11,4:1.
Στα αζήτητα η λίρα
Αν και αρχικά το πρόγραμμα προστασίας απευθύνθηκε σε ιδιώτες, η έλλειψη ενδιαφέροντος υποχρέωσε την τουρκική κυβέρνηση να το επεκτείνει και στα νομικά πρόσωπα, ελπίζοντας να προκαλέσει το ενδιαφέρον και των επιχειρήσεων. Τελικά οι προστατευόμενες καταθέσεις φθάνουν περίπου τα 40 δισ. δολάρια στις 23 Μαρτίου, με το 54% να ανήκει σε εταιρείες. Αντιπροσωπεύουν μόλις το 9,5% του συνόλου των καταθέσεων, ενώ, παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης, οι καταθέσεις σε συνάλλαγμα ανέρχονται 157 δισ., αποτελώντας το 64,6% των καταθέσεων της λιανικής τραπεζικής.
Τα δεδομένα δείχνουν σχεδόν πλήρη αποτυχία της επιχείρησης αποδολαριοποίησης, ενώ η τουρκική λίρα από την ισοτιμία του 11,4:1 στις 20 Δεκεμβρίου υποχωρεί στο 14,85:1 στα τέλη Μαρτίου. Η αρνητική εξέλιξη συνεπάγεται πως ένας καταθέτης στο πρόγραμμα προστασίας με ετήσιο επιτόκιο 17%, έχει μία απόδοση στο πρώτο τρίμηνο του 2022 της τάξης του 4,25%. Όμως στην ίδια περίοδο, ένας καταθέτης σε συνάλλαγμα έχει ένα όφελος της τάξης του 30%, με συνέπεια η Κεντρική Τράπεζα και το υπουργείο Οικονομικών να καλούνται να καλύψουν μία διαφορά της τάξης του 25,75%. Πρόκειται για τρομακτικό βάρος που προστίθεται στο δημόσιο ταμείο και συνεπακόλουθα στους φορολογούμενους, που ήδη δυσανασχετούν.
Το Ινστιτούτο Διεθνούς Χρηματοοικονομίας
Οι εξαρτήσεις της Τουρκίας από την Μόσχα, σε συνδυασμό με τις αρνητικές επιπτώσεις από την διάχυση της ουκρανικής κρίσης, υποχρεώνουν το Ινστιτούτο Διεθνούς Χρηματοοικονομίας (Institute of International Finance -IIF) σε αρνητικές αναθεωρήσεις για τις νομισματικές εξελίξεις στην Τουρκία (το ινστιτούτο αποτελεί την ομάδα διαχείρισης συναλλαγών για την παροχή χρηματοοικονομικών υπηρεσιών σε διεθνές επίπεδο).
Το Ινστιτούτο ανακοινώνει μείωση της αποκαλούμενης εύλογης αξίας (fair value) της τουρκικής λίρας κατά 42%, αναμένοντας μία ισοτιμία της τάξης του 16,5:1 έναντι του δολαρίου, ενώ προ δωδεκαμήνου ο επικεφαλής των οικονομολόγων του, Robin Brooks, είχε ανακοινώσει μία αναμενόμενη μέση ισοτιμία της τάξης του 9,5:1. Κατά τον ίδιο, το Ινστιτούτο καταλήγει στην απαισιόδοξη εκτίμησή του, παρατηρώντας την απότομη διεύρυνση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών πριν από την έκρηξη των συγκρούσεων στην Ουκρανία, την συνεχή άνοδο του κόστους των αγαθών και συνδυάζοντας πλέον και τις επιπτώσεις από την διάχυση της κρίσης.
Κατά την διάρκεια του 2021 το τουρκικό νόμισμα έχει απώλειες της τάξης του 44% έναντι του δολαρίου, με τις απώλειες να διευρύνονται κατά 10% επιπλέον με την λήξη του πρώτου τριμήνου του 2022. Ο Brooks, ο πρώην επικεφαλής των στρατηγικών αναλυτών της γνωστής Goldman Sachs στο νομισματικό χώρο, από τον Μάϊο του 2021 είχε διατηρήσει αμετάβλητη της εκτίμηση του ινστιτούτου που είχε διατυπώσει τον Μάρτιο, παρά τα κύματα ρευστοποιήσεων στο τουρκικό νόμισμα. Ο ίδιος παραδέχεται πως τότε υπολόγιζε μία αναπροσαρμογή που θα βασιz;otan στην απότομη μείωση της οικονομικής δραστηριότητας και στην συρρίκνωση του ελλείμματος των τρεχουσών συναλλαγών, αλλά τελικά οι εξελίξεις τον διέψευσαν.
Οικονομική αποτυχία
Παρά τα περίφημα οικονομικά προγράμματα εκτάκτου ανάγκης του Ερντογάν, μετά τη νομισματική κρίση του 2018, οι αστοχίες διαδέχονται η μία την άλλη, με το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών να διευρύνεται τον Ιανουάριο 2022 στα 7,1 δισ. δολάρια, αποτελώντας την χειρότερη επίδοση της τελευταίας τετραετίας. Ο πληθωρισμός καλπάζει, παρά τις εξαγγελίες περί του αντιθέτου (54,4% τον Φεβρουάριο) και σύμφωνα με την ομάδα οικονομικών αναλυτών του Reuters, θα είναι 61,1% τον Μάρτιο, παραμένοντας σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα καθόλη την διάρκεια του 2022.
Ο ENAG πάντως, ένας φορέας Τούρκων ακαδημαϊκών που υπολογίζει τον πληθωρισμό με την μέθοδο του Πανεπιστημίου John Hopkins και υιοθετείται από την ομάδα μελετών χωρών που βιώνουν υπερπληθωρισμό στο CATO Institute, αποδεικνύει πως ο πληθωρισμός Μαρτίου διαμορφώνεται στο 142,6%. Οι τιμές αυξάνονται κατά 11,91% τον Μάρτιο, αύξηση υπερδιπλάσια από το 5,46% του Φεβρουαρίου.
Η ισοτιμία προς το ρούβλι, με την εύλογη αξία (fair value) να μειώνεται κατά 42%, συνεπάγεται πως εάν το ρωσικό νόμισμα διατηρηθεί σταθερό τότε η τουρκική λίρα θα υποτιμηθεί περισσότερο από 10% προς το ρούβλι, διευρύνοντας το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου της Τουρκίας. Στον τομέα αυτό το συνολικό έλλειμμα διευρύνεται στα 8,24 δισ. δολάρια έναντι των 4,67 δισ. του Φεβρουαρίου.
Αυτό έχει συνέπεια το συνολικό έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών του πρώτου τριμήνου του 2022 να υπερδιπλασιάζεται στα 26,4 δισ. από τα 11,1 δισ. δολάρια του αντίστοιχου τριμήνου του 2021. Οι εισαγωγές αυξάνονται σε ετησιοποιημένη βάση κατά 42,1%, στα 86,7 δισ., με διπλάσιο ρυθμό από το 20,8% των εξαγωγών που φθάνουν τα 60,3 δισ. δολάρια. Η προφανής διέξοδος, που ήδη υιοθετείται από το Πακιστάν, αφορά την προσφυγή στο ΔΝΤ (η πακιστανική κυβέρνηση έχει διαπραγματευθεί μία πρώτη παροχή πιστώσεων ύψους 6 δισ. δολαρίων). Λαμβάνοντας υπ’ όψιν όμως τις προεδρικές εκλογές του 2023, ο Ερντογάν δεν θα κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση.