Οι τρεις λόγοι που η Ελλάδα δεν προσελκύει επενδύσεις

Οι τρεις λόγοι που η Ελλάδα δεν προσελκύει επενδύσεις, Κωνσταντίνος Μπίτσιος

Εάν για άλλες χώρες το ζητούμενο είναι, ύστερα από την πανδημία, η επιστροφή στην οικονομική  κανονικότητα, για την Ελλάδα το διακύβευμα είναι πολύ πιο κρίσιμο. Οι επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία από τον κορονοϊό προστίθενται σε μία δεκαετία βαριάς οικονομικής κρίσης. Για να αποκαταστήσουμε τις απώλειες, η οικονομία πρέπει να τρέξει με πολύ υψηλούς ρυθμούς.

Αυτό προϋποθέτει αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου. Κι αυτό με τη σειρά του μεταρρυθμίσεις που θα βελτιώσουν δραστικά το επιχειρηματικό κλίμα, ώστε να αυξηθεί σημαντικά το δομικά χαμηλό ποσοστό των παραγωγικών επενδύσεων. Η Ελλάδα δεν πάσχει από έλλειψη επενδυτικών ευκαιριών.  Είναι δε μύθος ότι δεν παράγουμε, ότι δεν έχουμε βιομηχανία.

Σχεδόν το ένα τρίτο του ΑΕΠ και της απασχόλησης οφείλονται στη μεταποίηση, η οποία προσφέρει σταθερές θέσεις εργασίας και αμοιβές κατά μέσο όρο 34% υψηλότερες από την υπόλοιπη οικονομία. Από την αρχή της πανδημίας, η ελληνική μεταποίηση δείχνει αξιοσημείωτα σημάδια αντοχής. Η βιομηχανική παραγωγή το Σεπτέμβριο του 2020 αυξήθηκε κατά 9,6% έναντι του Αυγούστου 2020.

Τα πέντε τελευταία χρόνια, είχα την ευκαιρία να επισκεφθώ μονάδες παραγωγής σε όλη την Ελλάδα. Γνώρισα επιχειρηματίες με όραμα που θέλουν να αυξήσουν τα μεγέθη, που θέλουν να επενδύσουν για να επεκτείνουν τις δραστηριότητες τους σε νέους τομείς. Όλοι είχαν τα ίδια παράπονα, τις ίδιες επιφυλάξεις: γραφειοκρατικά προσκόμματα, δυσκολία να λύσουν απλά προβλήματα της καθημερινότητας, ανεκπλήρωτες υποσχέσεις, εν ολίγοις δυσκολία μετατροπής του επιχειρηματικού οράματος σε πράξη. Αναμφίβολα, το επενδυτικό κλίμα έχει βελτιωθεί συγκριτικά με το παρελθόν, αλλά έχουμε ακόμα πολύ δρόμο μπροστά μας.

Οι ελληνικές αδυναμίες

Η Ελλάδα έχει σοβαρές αδυναμίες στη μάχη για την προσέλκυση επενδύσεων.

  • Η πρώτη είναι ποσοτική και αφορά στην κάλυψη του επενδυτικού χάσματος που μας χωρίζει από την ευρωπαϊκή οικονομία.
  • Η δεύτερη είναι ποιοτική κι αφορά το σε ποιους τομείς εστιάζουμε για να προσελκύσουμε επενδύσεις. Η ισχυρή και βιώσιμη ανάπτυξη προϋποθέτει ότι θα δοθεί έμφαση στους παραγωγικούς κλάδους της οικονομίας, στη βιομηχανία και μεταποίηση, στην καινοτομία.
  • Η τρίτη αδυναμία αφορά στη βελτίωση των επιδόσεων μας στους διεθνείς δείκτες ανταγωνιστικότητας. Παρά τις μεταρρυθμίσεις των τελευταίων ετών απέχουμε σε όλους τους δείκτες που αφορούν σε πρακτικές που ενθαρρύνουν τις παραγωγικές επενδύσεις. Απαιτείται συνεπώς να προχωρήσουμε τις απαιτούμενες διαρθρωτικές αλλαγές που θα απελευθερώσουν εγκλωβισμένες παραγωγικές δυνάμεις.

Η σωστή αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων από το ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης που ανέρχονται σε 72 δισ. δημιουργεί μια νέα σημαντική ευκαιρία για να φύγει η Ελλάδα μπροστά. Οι προτάσεις της κυβέρνησης περιέχονται στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, που εστάλη πριν από λίγες μέρες στην ΕΕ. Περιέχει προτάσεις για τη φορολογία, την εκπαίδευση, τη Δικαιοσύνη, την ψηφιακή μετάβαση, τις επενδύσεις, την υγεία κ.α.

Αναφέρει ότι «φιλοδοξεί να πυροδοτήσει μια αλλαγή υποδείγματος στην ελληνική οικονομία και τους θεσμούς, προς ένα πιο εξωστρεφές, ανταγωνιστικό και πράσινο οικονομικό μοντέλο, με πιο αποτελεσματικό και ψηφιοποιημένο κράτος, λιγότερο γραφειοκρατικό, με δραστικά μειωμένη παραοικονομία, με φορολογικό σύστημα φιλικό προς την ανάπτυξη και με ένα, ποιοτικό και αποτελεσματικό δίκτυο κοινωνικής προστασίας, προσβάσιμο σε όλους». Είναι αναμφίβολα, ένα πολύ φιλόδοξο εγχείρημα που απαιτεί, θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις.

Χρειάζεται γόνιμη κριτική

Τα έργα από το Ταμείο Ανάκαμψης θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2026. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει καιρός για χάσιμο. Οι μεταρρυθμίσεις δεν είναι προϋπόθεση μόνο για την αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων. Είναι προϋπόθεση και για να προσελκύσουμε νέες εγχώριες παραγωγικές επενδύσεις, αλλά και άμεσες ξένες επενδύσεις.

Το Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία (η έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη) αναλύει τα κύρια χαρακτηριστικά και τις τάσεις της ελληνικής οικονομίας, τις σημαντικότερες αγκυλώσεις και τις προτεινόμενες δράσεις αναπτυξιακής πολιτικής. Ανοίγει όλα τα κρίσιμα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και καταθέτει προτάσεις. Κάποιες είναι αυτονόητες. Άλλες έχουν προκαλέσει αντιδράσεις.

Τα πολιτικά κόμματα, οι κοινωνικοί εταίροι και η δημόσια σφαίρα ευρύτερα καλούνται να τις αξιολογήσουν. Οι συντάκτες της Έκθεσης επισημαίνουν ότι περιέχει προτάσεις προς εφαρμογή και δεν αποτελεί επιχειρησιακό σχέδιο. Η κυβέρνηση συνεπώς έχει την ευθύνη να τις αξιολογήσει, να τις συγκεκριμενοποιήσει, όπου απαιτείται, να τις ιεραρχήσει και όποιες επιλέξει να τις μετατρέψει σε επιχειρησιακά σχέδια για να δρομολογήσει άμεσα την εφαρμογή τους.

Μια καταληκτική παρατήρηση: Η κριτική γενικά και ειδικά στην έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη είναι χρήσιμη, αλλά πρέπει να είναι γόνιμη και να μη γίνει αυτοσκοπός. Για να είναι εποικοδομητική, λοιπόν, πρέπει να συνοδεύεται από εναλλακτικές προτάσεις, οι οποίες να συμβάλουν προς τις ορθές αποφάσεις και ταυτόχρονα να καλλιεργούν κλίμα συναίνεσης. Ο χρόνος τρέχει, και η χώρα πρέπει να ανακάμψει. Αυτό είναι εθνική ανάγκη, άρα και ο κοινός παρονομαστής όλων μας.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι