Πόσο διέξοδος είναι για τη Ρωσία το κινεζικό SWIFT
09/03/2022Με τις πολεμικές συγκρούσεις να μαίνονται στην Ουκρανία και τις κυρώσεις της Δύσης να πλήττουν την ρωσική οικονομία, η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας αναμφίβολα εξετάζει τις εναλλακτικές επιλογές της, με σημαντικότερη την σύνδεσή της με το κινεζικό Διασυνοριακό Τραπεζικό Σύστημα Πληρωμών (Cross-Border Interbank Payment System-CIPS)
Τον Ιανουάριο του 2001, η Κεντρική Τράπεζα της Κίνας αποφασίζει να αυξήσει την επιρροή της στις διεθνείς συναλλαγές με επίκεντρο το δολάριο, ανακοινώνοντας ένα κοινοπρακτικό σχήμα με την εταιρεία διαχείρισης του συστήματος SWIFT στο Βέλγιο. Ο σκοπός της πρωτοβουλίας είναι η δημιουργία ενός κέντρου δεδομένων και ενός δικτύου στο εσωτερικό της χώρας, συνδεδεμένου με το δίκτυο του συστήματος SWIFT, ώστε να διευκολυνθούν οι διασυνοριακές συναλλαγές και ο έλεγχός τους.
Στο σχήμα συμμετέχουν δύο συγκροτήματα που διαχειρίζονται διασυνοριακή εκκαθάριση και διακανονισμούς συναλλαγών, για τραπεζικούς φορείς και μη χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις. Το σύστημα δρομολογείται σε δύο φάσεις, με την πρώτη να ολοκληρώνεται στις αρχές φθινοπώρου του 2015. Τότε, στις 8 Οκτωβρίου, δοκιμάζεται το σύστημα με την συμμετοχή 19 κινεζικών και ξένων τραπεζών και άλλα 176 νομικά πρόσωπα σε έξι ηπείρους και 47 χώρες.
Το… παιδί του SWIFT
Στις 25 Μαρτίου του 2016, η εταιρεία διαχείρισης του CIPS υπογράφει μνημόνιο κατανόησης (MoU) με την αντίστοιχη του SWIFT. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην ανάπτυξη του SWIFT, με την μορφή ενός ασφαλούς, ικανού και εξαιρετικά αξιόπιστου διαύλου επικοινωνίας, συνδεδεμένου με το CIPS, ώστε να συνδεθούν οι χρήστες του SWIFT με την κινεζική αγορά. Με την εξέλιξη αυτή οι χρηματοπιστωτικοί φορείς διαθέτουν πλέον την δυνατότητα να αποστέλλουν και να λαμβάνουν μηνύματα σχετικά με τις συναλλαγές τους, με τρόπο ασφαλή και αξιόπιστο και τεχνική υποστήριξη υψηλών προδιαγραφών.
Το CIPS δεν διευκολύνει μεταφορές ποσών, αλλά, αποστέλλει εντολές πληρωμών, οι οποίες εκτελούνται από αντισυμβαλλόμενους λογαριασμούς που διατηρούν μεταξύ τους οι τράπεζες. Κάθε χρηματοπιστωτικός φορέας για να εκτελέσει τις συναλλαγές του οφείλει να έχει μία διατραπεζική σχέση, είτε με άλλο φορέα είτε να συνδεθεί με περισσότερους για να αξιοποιήσει τις παροχές του CIPS. Το σύστημα διαχειρίζεται σε ημερήσια βάση συναλλαγές ύψους 50 δισ. δολαρίων (το ένα όγδοο του SWIFT) και αποτελεί σημαντικό στοιχείο της χρηματοοικονομικής υποδομής της Κίνας.
Αποκαθήλωση του δολαρίου;
Τόσο η Κίνα, αλλά πολύ περισσότερο η Ρωσία, κινούνται συστηματικά προς την “αποδολαριοποίηση” των συναλλαγών τους, με την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας να μειώνει συνεχώς την θέση της στο αμερικανικό νόμισμα. Το 2020, λοιπόν, ήταν χαμηλότερα από το 50% της θέσης που είχε το 2013. Τον Ιούλιο του 2021, μάλιστα, η επικεφαλής της ρωσικής Κεντρικής Τράπεζας Elvira Nabiullina, ανακοινώνει πως το δημόσιο επενδυτικό κεφάλαιο της χώρας πρόκειται να ρευστοποιήσει τα δολαριακά του αποθέματα που ανέρχονταν τότε σε 64 δισ. δολάρια.
Παράλληλα η Ρωσία μειώνει συνεχώς τον όγκο των συναλλαγών της σε δολάρια, έχοντας ολοκληρώσει διάφορες εμπορικές συμφωνίες με αρκετές χώρες μεταξύ των οποίων η Ινδία, η Κίνα και τα κράτη της Ευρασιατικής Ένωσης (Αρμενία, Καζακστάν, Κιργιστάν, Λευκορωσσία), με απόλυτη προτεραιότητα στις διμερείς συναλλαγές με εθνικά νομίσματα. Οι μεγάλοι ρωσικοί όμιλοι συναλλάσσονται πλέον σε ευρώ, ή σε ρούβλια όπου έχουν την δυνατότητα. Στη λήξη του 2020, από το σύνολο των ρωσικών εξαγωγών προς τις χώρες των BRICS (Βραζιλία, Ινδία, Κίνα, Νότιος Αφρική) μόλις το 10% τιμολογήθηκε σε δολάρια έναντι του 95% του 2013.
Στο σύνολο των ρωσικών εμπορικών συναλλαγών περίπου το 50% εξακολουθεί να τιμολογείται σε δολάρια και ο ίδιος ο πρόεδρος Πούτιν παραδέχεται δημόσια πως το αμερικανικό δολάριο αποτελεί το βασικό νόμισμα στις διεθνείς συναλλαγές. Κατά συνέπεια η Ρωσία θα συνεχίσει να συναλλάσσεται στο αμερικανικό νόμισμα, αν και η Κεντρική Τράπεζα μειώνει συνεχώς την θέση της. Αυτό στοιχειοθετείται από τα στοιχεία του 2021, όταν περιορίζει το ποσοστό των αποθεματικών της σε δολάρια στο 16%, από 40% το 2017.
Η αποδολαριοποίηση ανακλάται και στις ρωσικές συναλλαγές με την Κίνα, που αυξάνονται κατά 35,9% στα 146,87 δισ. δολάρια το 2021. Οι κινεζικές εισαγωγές στον τομέα της ενέργειας αυξάνονται κατά 47,4% την ίδια περίοδο, φθάνοντας τα 52,93 δισ. δολάρια, ποσό που αντιπροσωπεύει το 65,3% των συνολικών κινεζικών εισαγωγών από τη Ρωσία.
Η σινο-ρωσική σχέση
Η Κίνα συνδέεται επιπλέον με το ρωσικό σύστημα ανταλλαγής χρηματοοικονομικών μηνυμάτων SPFS, κάτι που εμβάλλει πολλούς παράγοντες του χρηματοοικονομικού χώρου σε υποψίες πως η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας, σχεδιάζει να υποκαταστήσει το SWIFT με το κινεζικό CIPS. Κατά τον καθηγητή Chen Xi του Ινστιτούτου Προηγμένης Χρηματοοικονομίας του Πανεπιστημίου Jiaotong στην Σαγκάη, η Κίνα ίσως εμφανισθεί απρόθυμη να βοηθήσει την Ρωσία να παρακάμψει το SWIFT, φοβούμενη αμερικανικές κυρώσεις σε κινεζικές τράπεζες. Μία τέτοια εξέλιξη θα επέφερε καταστροφικά πλήγματα στην διεθνή οικονομία.
Η επιβολή κυρώσεων σε κινεζικές τράπεζες, υποστηρίζει ο καθηγητής, θα έθετε σε κίνδυνο το κινεζικό σύστημα πληρωμών, διότι το διασυνοριακό δίκτυο συναλλαγών στο κινεζικό νόμισμα βασίζεται σε τράπεζες που λειτουργούν με την μορφή κόμβου. Οι κόμβοι αυτοί μπορεί να πληγούν σοβαρά σε περίπτωση κυρώσεων. Το κινεζικό σύστημα τονίζει, παραμένει ανεξάρτητο από το SWIFT, το οποίο ουσιαστικά ελέγχεται από τις ΗΠΑ, αλλά οι ενδιάμεσοι κόμβοι αποτελούνται από τραπεζικούς φορείς που παραμένουν ευάλωτοι σε αμερικανικές κυρώσεις. Στην περίπτωση δε, που ακολουθήσουν και άλλες χώρες τις κυρώσεις και γενικευτεί η απαγόρευση συναλλαγών με τις κινεζικές τράπεζες, το σύστημα θα καταρρεύσει.
Ο καθηγητής Chen Xi σημειώνει πως και η Κεντρική Τράπεζα Ρωσίας διαχειρίζεται το αυτονομημένο από το SWIFT σύστημα SPFS και έχει την δυνατότητα να υιοθετήσει το κινεζικό CIPS για να αντικαταστήσει το SWIFT. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, οι ΗΠΑ ενδέχεται να απειλήσουν όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και μία τέτοια προοπτική μάλλον λειτουργεί αποτρεπτικά για τις μεγάλες κινεζικές τράπεζες να συνεργασθούν με τη Μόσχα. Οπότε αναγκαστικά η Μόσχα θα κινηθεί προς τις μικρότερες.
Πλήγμα στην παγκόσμια οικονομία
Εάν οι Αμερικανοί αποφασίσουν να προχωρήσουν σε ακραία μέτρα εναντίον του κινεζικού τραπεζικού συστήματος, ο καθηγητής Chen Xi εκτιμά ότι το πλήγμα στην παγκόσμια οικονομία θα έχει τέτοια έκταση και ένταση που απλώς δεν θα υπάρχει καμία δυνατότητα να αντιμετωπισθεί. Η Κίνα έχει μία καθαρή θέση ενεργητικού στο εξωτερικό ύψους τεσσάρων τρισεκατομμυρίων δολαρίων και διακρατά ένα τρισεκατομμύριο αμερικανικού χρέους σε ομόλογα στην Κεντρική Τράπεζα (και άλλο ένα τρισεκατομμύριο στις εμπορικές και επενδυτικές της τράπεζες). Ταυτόχρονα αποτελεί τον μεγαλύτερο εξαγωγέα του κόσμου κατέχοντας το 15% του διεθνούς εξαγωγικού εμπορίου, ενώ οι ΗΠΑ το 8%.
Σύμφωνα με την ανάλυση του καθηγητή, όπως δημοσιεύεται στην γνωστή εφημερίδα Observer, το παιγνίδι μεταξύ μεγάλων δυνάμεων αφορά πάντοτε την θέση ισχύος. Εάν οι ΗΠΑ δεν έχουν την ανάγκη των πόρων της Ρωσίας και της κινεζικής παραγωγής, τότε σαφέστατα θα κλιμακώσουν τις κυρώσεις τους, ίσως και σε ακραίο βαθμό. Όμως με δεδομένα τα διεθνή επίπεδα συναλλαγών, ο αποκλεισμός της Ρωσίας και της Κίνας, συνεπάγεται μία μακροπρόθεσμη περίοδο προσαρμογής για τις ΗΠΑ. Οι επακόλουθες ανατροπές στις εφοδιαστικές αλυσίδες θα διέλυαν την παγκόσμια οικονομία.
Οι ακραίες κυρώσεις θα πυροδοτήσουν μία μακράς διάρκειας χρηματοοικονομική κρίση, την οποία είναι αμφίβολο εάν οι ΗΠΑ έχουν την δυνατότητα να αντιμετωπίσουν, τονίζει ο καθηγητής. Η γερμανική εφημερίδα Die Welt επίσης θεωρεί ότι εάν η Κίνα και η Ρωσία προχωρήσουν στην πλήρη διασύνδεση των χρηματοοικονομικών τους συστημάτων, τότε θα απειλήσουν άμεσα και με αξιώσεις την αμερικανική κυριαρχία στον χρηματοοικονομικό τομέα, με ό,τι και αν αυτό συνεπάγεται.