Steve Hanke: Η Δύση κήρυξε οικονομικό πόλεμο στον εαυτό της
22/06/2022Όπως όλες οι κυρώσεις, έτσι και αυτές που στρέφονται εναντίον της Ρωσίας, εξηγεί ο καθηγητής Steve H. Hanke, αποτελούν οικονομικά όπλα που αναπτύσσονται σε έναν ακήρυκτο πόλεμο εναντίον της Μόσχας, αλλά όπως όλες οι κυρώσεις αποδεικνύονται εντελώς αναποτελεσματικές στην επίτευξη του στόχου που επίσημα επιδιώκουν, δηλαδή την αλλαγή συμπεριφοράς του Κρεμλίνου.
Οι κυρώσεις δεν έχουν καμία πιθανότητα να επιτύχουν μία αποφασιστική νίκη σε μία εμπόλεμη σύγκρουση και, όπως όλα τα οικονομικά μέτρα αυτού του τύπου, αποδεικνύονται αντιπαραγωγικές. Αντί να ανατρέψουν το καθεστώς του Ρώσου προέδρου προκαλούν αυτό που πάντοτε προκαλείται από μέτρα αυτού του τύπου, δηλαδή την συσπείρωση του πληθυσμού, με συνέπεια την ενίσχυση του Vladimir Putin και της ομάδας των συνεργατών του.
Από την άλλη πλευρά, δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για το οικονομικό κόστος. Δεν πρόκειται ποτέ να δημοσιοποιηθούν επίσημα δεδομένα από την στιγμή που όταν οι πολιτικοί εισάγουν μέτρα χωρίς τον απαραίτητο προϋπολογισμό (αλλά αντίθετα επιβάλλουν κόστος και συχνά χωρίς προεκτίμηση και αξιολόγηση) προτιμούν να περιθωριοποιούν ή ακόμα και να εξαφανίζουν τα στοιχεία, μέσα σε ένα πέπλο μυστικότητας, επικαλούμενοι λόγους ασφαλείας.
Υπάρχουν, πάντως, διάσπαρτα στοιχεία κόστους από τις κυρώσεις, από τράπεζες επενδύσεων, κεντρικές τράπεζες και διεθνείς οργανισμούς, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αλλά και από μεγάλες μη κυβερνητικές οργανώσεις. Αυτά τα στοιχεία έχουν συγκεντρωθεί επί τούτου χωρίς αντιπαραβολή και έλεγχο, όπως αποκαλύπτει ο Hanke, αποτελώντας ουσιαστικά την κορυφή του παγόβουνου και πιστοποιώντας πως οι επιπτώσεις θα εξελιχθούν σε τρομακτικά και ίσως ασύλληπτα μεγέθη.
Οι κυρώσεις και το κόστος
Ενώ το ανθρωπιστικό και οικονομικό κόστος που επιβάλλεται στην Ρωσία παραμένει τεράστιο, ωχριά έναντι του κόστους που επιβάλλεται εκτός της ρωσικής επικράτειας. Για την Ευρώπη εμφανίζεται δραματικά μεγαλύτερο, ενώ για τις ΗΠΑ αισθητά μικρότερο σε σχέση με την ΕΕ, πλην όμως το κόστος και οι ανατροπές στις αγορές δεν θα περιορισθούν στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Αντίθετα θα διαχυθούν σε ολόκληρη την υδρόγειο, προκαλώντας μεγάλες ζημίες στις ασθενέστερες οικονομίες του πλανήτη και εξαθλιώνοντας ολόκληρους λαούς.
Ο καθηγητής επισημαίνει πως οι υποσχέσεις του προέδρου Joe Biden και οι ανάλογες της αντιπροέδρου του Kamala Harris με επίκεντρο την δραστική μείωση της εξάρτησης της Ευρώπης από τις ρωσικές ροές ενέργειας, αποτελούν δηλώσεις κενές περιεχομένου. Το πρόβλημα εδράζεται στο γεγονός ότι οι όμιλοι παραγωγής αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου συνιστούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και κατά συνέπεια έχουν το δικαίωμα να αποφασίζουν για την επιλογή των πελατών τους.
Επιπλέον, τονίζει ο Hanke, οι αμερικανικοί ενεργειακοί όμιλοι δεν διαθέτουν την απαιτούμενη παραγωγική δυναμικότητα για να καλύψουν τα κενά που δημιουργούνται από τις ευρωπαϊκές άμεσες και έμμεσες κυρώσεις στο αργό πετρέλαιο και στο φυσικό αέριο.
Οι συναλλαγές σε ρούβλια
Κατά τον Hanke ο θόρυβος που έχει προκληθεί από την ρωσική απαίτηση πληρωμών σε ρούβλια, παραμένει κυρίως συμβολικός, με την συγκεκριμένη τακτική να αποβλέπει στην συσπείρωση των πολιτών στο εσωτερικό της Ρωσίας. Πριν από την προβολή αυτής της απαίτησης, οι πληρωμές προς τον όμιλο της Gazprom εκτελούνται σε αμερικανικό δολάριο και ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα, που κατόπιν μετατρέπονται από την οικονομική υπηρεσία του ομίλου κατά το μεγαλύτερο μέρος σε ρούβλια, αφού το κόστος παραγωγής και άλλων δαπανών παραμένει σε ρούβλια.
Μετά την μεταβολή πολιτικής ο όμιλος απαιτεί πληρωμή σε ρούβλια, οπότε το δίκτυο αλλαγής συναλλάγματος υλοποιείται πριν από την πληρωμή για αργό πετρέλαιο και φυσικό αέριο, αντί να έπεται της πληρωμής, όπως κατά το παρελθόν. Η αναπάντεχη και μάλλον δυσάρεστη έκπληξη για τους σχεδιαστές των κυρώσεων έρχεται κατά τον Hanke από τις απίστευτες αντοχές του ρωσικού νομίσματος, που αποδεικνύεται ακόμα ισχυρότερο σε σύγκριση με την περίοδο που έχει προηγηθεί της κρίσης στην Ουκρανία.
Η επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας Ρωσίας, Elvira Nabiullina, σε αντίθεση με την πλειοψηφία των κεντρικών τραπεζιτών, αναδεικνύει μία πρωτοφανή ικανότητα στην ανάλυση και διαχείριση κινδύνων, όπως και στην αντιμετώπιση κρίσεων, αιφνιδιάζοντας σχεδόν τους πάντες. Οι επιπτώσεις από την διαχείριση της κρίσης από την ρωσική πλευρά, διαβλέπει ο καθηγητής, με δεδομένες τις κυρώσεις των Ευρωπαίων στο ρωσικό αργό πετρέλαιο, με εξαίρεση την Ουγγαρία, όπως και η απαγόρευση των ασφαλιστικών εταιρειών να καλύπτουν ρωσικά φορτία, θα αποδειχθούν εξαιρετικά οδυνηρές και δραματικά αρνητικές.
Οι ΗΠΑ επίσης δεν θα διαφύγουν αλώβητες, από την στιγμή που οι διεθνείς αγορές ενέργειας πολιτικοποιούνται και βαλκανοποιούνται, με το αργό πετρέλαιο και το φυσικό αέριο να μην διακινούνται ελεύθερα, όπως κατά την διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών. Η νέα κατάσταση συνεπάγεται αύξηση των ασφαλίστρων, αύξηση των ναύλων και άλλων δαπανών που συνδέονται με τις εφοδιαστικές αλυσίδες, με αποτέλεσμα να καλούνται οι πολίτες να πληρώσουν περισσότερα, σε σχέση με το παρελθόν.
Το τέρας του πληθωρισμού
Ο καθηγητής υποστηρίζει πως σε αντίθεση με τις κατηγορίες που εκτοξεύονται από τα ΜΜΕ με υπόδειξη του Λευκού Οίκου, κατά του προέδρου Vladimir Putin, ο πληθωρισμός αποτελεί καθαρά αμερικανικό δημιούργημα. Η κυβέρνηση του Donald Trump και η αμέσως επόμενη του Joe Biden, ευθύνονται για την προσφορά μίας τεράστιας ρευστότητας στο σύστημα κατά την διάρκεια της υγειονομικής κρίσης, με την Κεντρική Ομοσπονδιακή Τράπεζα, να χρηματοδοτεί με δανεισμό μία τεράστια άνοδο της κατανάλωσης.
Ο πληθωρισμός έχει πάντοτε ένα και μοναδικό αίτιο, την υπερβολική κυκλοφορία νέου χρήματος, με την αμερικανική κυβέρνηση να βασίζεται κυρίως στο γεγονός ότι το αμερικανικό νόμισμα παραμένει εξαιρετικά ισχυρό, ωφελούμενο κυρίως από το γεγονός ότι αποτελεί άσυλο ασφαλείας. Σταδιακά πάντως η μετατροπή του σε όπλο με μοχλό την αξιοποίηση κυρώσεων, δημιουργεί νέες προκλήσεις σε βάρος του, χωρίς να υπάρχει βεβαιότητα ως προς το εάν και κατά πόσον οι προκλήσεις αυτές έχουν την δυναμική να προκαλέσουν σοβαρά πλήγματα. Σαφέστατα πάντως παραμένει εξαιρετικά δυσχερές να αντιπαρατεθεί κάποιος σε ένα διεθνές ισχυρό νόμισμα.
Ο καθηγητής επισημαίνει παράλληλα πως η κρίση στην Ουκρανία, με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ να αποστέλλουν οπλικά συστήματα στο Κίεβο, έχει εξελιχθεί σε πόλεμο μέσω αντιπροσώπου εναντίον της Μόσχας. Αναμφίβολα πρόκειται για γεωπολιτική μεταβολή που για να καταστεί κατανοητή επιβάλλεται να ιχνηλατηθεί η ροή του χρήματος. Ενώ το ΝΑΤΟ έχει 30 μέλη, οι ΗΠΑ έχουν συνεισφέρει αναλογικά πολύ περισσότερα χρήματα στον προϋπολογισμό του, με αποτέλεσμα να ελέγχουν τον οργανισμό. Κατά συνέπεια στο παρασκήνιο της εμπλοκής του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία παραμένουν δυναμικά οι ΗΠΑ και πριν, αλλά και μετά την έναρξη της κρίσης.
Αν και ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Kenji Okamura, επιμένει πως πρωταρχικό μέλημα της παγκόσμιας οικονομίας αποτελεί ο τερματισμός της κρίσης στην Ουκρανία, που προσθέτει εκτός των άλλων και ένα τεράστιο περιβαλλοντολογικό κόστος, οι ηγέτες της Δύσης παρά τις οικολογικές ευαισθησίες τους, δεν αντιδρούν. Κατά τον Hanke δεν υπάρχει ορατό σημείο λήξης των κυρώσεων, με παράλληλη διερεύνηση ειρηνικής επίλυσης της κρίσης, κυρίως λόγω του ότι οι πολιτικοί δεν σέβονται την ακαδημαϊκή έρευνα, ούτε την πρακτική χρηματοοικονομική εμπειρία, που αποδεικνύουν πως όχι μόνον οι κυρώσεις δεν έχουν την δυνατότητα να επιτύχουν του στόχους για τους οποίους επιβάλλονται, αλλά συνήθως έχουν εξαιρετικά αρνητικές και ασύμμετρες επιπτώσεις σε όσους τις επιβάλλουν.
Ένα καίριο σφάλμα του σχεδιασμού των κυρώσεων, που ουσιαστικά αποτελούν χρηματοοικονομικό πόλεμο κατά της Ρωσίας, αφορά το γεγονός ότι ο αντίπαλος αποτελεί σχεδόν καθαρό πωλητή στις αγορές και όχι αγοραστή. Κατά συνέπεια έχει την δυνατότητα να επιλέξει τακτικές πωλήσεων, ώστε να παρακάμπτει τα μέτρα που έχουν επιβληθεί σε βάρος του, γεγονός που ανακλάται στο ότι με εξαίρεση τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους, κανείς άλλος στον κόσμο δεν ακολουθεί την ίδια γραμμή πλεύσης εναντίον της Ρωσίας.
*Ο καθηγητής Steve H. Hanke κατέχει την έδρα εφαρμοσμένης οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins, αποτελώντας τον ιδρυτή του Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Χρηματοοικονομικών, Διεθνούς Υγειονομικής Έρευνας και Μελετών Επιχειρηματικών Δραστηριοτήτων στην Βαλτιμόρη στο ίδιο ακαδημαϊκό ίδρυμα. Διευθύνει το πρόγραμμα προβληματικών νομισμάτων στο Ινστιτούτο Cato στην αμερικανική πρωτεύουσα που παρακολουθεί οικονομίες σε στάδιο υπερπληθωρισμού, όπως της Αργεντινής, της Βενεζουέλας ή της Τουρκίας. Κατέχει θέση ανώτατου συμβούλου στο Διεθνές Ινστιτούτο Νομισματικών Ερευνών στο Πανεπιστήμιο Renmin του Πεκίνου και έχει θέση ειδικού συμβούλου στο Κέντρο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας της Νέας Υόρκης.