Τα όπλα του Πούτιν στον οικονομικό πόλεμο με τη Δύση
16/03/2022Δεν υπάρχει αμφιβολία ως προς το γεγονός ότι οι κυρώσεις που έχουν αποφασισθεί από τη Δύση και από άλλες χώρες, αποτελούν τις σοβαρότερες και ισχυρότερες που έχουν επιβληθεί. Το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών έχει ανακοινώσει 15 προγράμματα κυρώσεων και θα προωθήσει και άλλα. Οι κυρώσεις στρέφονται κατά των ρωσικών τραπεζών, των ρωσικών μετοχών και ομολόγων και εναντίον διαφόρων οικονομικών διαύλων πληρωμών, γεγονός που συνιστά οικονομικό πόλεμο.
Σε μία από τις σοβαρότερες εξελίσσεται η δέσμευση περιουσιακών στοιχείων της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας, που σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις φθάνουν σε αξία τα 300 δισ. δολάρια, ενέργεια που πραγματοποιείται για πρώτη φορά μετά τον Ψυχρό Πόλεμο εναντίον Κεντρικής Τράπεζας μεγάλης χώρας. Όμως, αν και υπάρχουν τρόποι να παρακαμφθούν αρκετά σημεία των κυρώσεων, οι οικονομικές επιθέσεις κατά της Ρωσίας εκτείνονται πέραν των συγκεκριμένων μέτρων.
Πολλές μεγάλες εταιρείες της Δύσης (Microsoft, ExxonMobil, SHELL) και μερικές μεγάλες αεροπορικές εταιρείες έχουν διακόψει τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες στην Ρωσία. Η Visa και η Mastercard αναστέλλουν την αποδοχή πληρωμών από πιστωτικές κάρτες στην Ρωσία, ενώ η Google και η Apple έχουν ακυρώσει τις εφαρμογές μέσω ψηφιακών τηλεφώνων που κατέχουν Ρώσοι πολίτες.
Ο ναυτιλιακός όμιλος MAERSK διακόπτει τα δρομολόγιά του από και προς τα εμπορικά λιμάνια της Ρωσίας και μεγάλα επενδυτικά σχήματα αφαιρούν τις ρωσικές μετοχές από τους δείκτες διαπραγμάτευσης. Το νορβηγικό Δημόσιο Επενδυτικό Ταμείο απομακρύνει από το ενεργητικό του ρωσικά ομόλογα και μετοχές που κατέχει. Και ο κατάλογος δημοσίων και ιδιωτικών μέτρων συνεχώς διευρύνεται.
Η ρωσική απάντηση
Το βραχυπρόθεσμο οικονομικό πλήγμα που δέχεται η Ρωσία υπολογίζεται ότι συρρικνώνει κατά 20% την οικονομία της, περίπου όπως και κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020 στη διάρκεια των περιοριστικών μέτρων κατά της πανδημίας. Όπως είναι ευνόητο η Μόσχα δεν παραμένει αδρανής. Η επικεφαλής της ρωσικής Κεντρικής Τράπεζας έχει επιβάλλει ελέγχους κίνησης κεφαλαίων, ώστε να ανασταλούν οι αποπληρωμές τοκοχρεολυσίων από τις ρωσικές εταιρείες προς εξυπηρέτηση του χρέους τους στις διεθνείς αγορές.
Αυτό συνεπάγεται πως ο δανεισμός αυτός θα καταστεί μη εξυπηρετούμενος, με αποτέλεσμα να πληγούν σοβαρά οι δυτικές τράπεζες, κυρίως στην Ευρώπη. Πολλοί ρωσικοί εταιρικοί τίτλοι περιέχονται στα χαρτοφυλάκια κυρίως Αμερικανών μέσω του αποκαλούμενου μέτρου 401(k) που επιτρέπει την λειτουργία σχημάτων διανομής κερδών σε εργαζόμενους που εισφέρουν ένα μέρος των εσόδων τους. Οι εισφορές αυτές εμπίπτουν σε καθεστώς αναβαλλόμενης φορολόγησης και συνεισφέρουν στα σχήματα αυτά και οι εργοδότες.
Όμως, τα χαρτοφυλάκια σχηματίζονται από επενδυτικά κεφάλαια που δραστηριοποιούνται σε αναδυόμενες αγορές ή από αμοιβαία κεφάλαια, που σαφέστατα πλέον αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα. Επιπλέον διαφαίνεται πιθανότητα συρρίκνωσης της διατραπεζικής αγοράς από την στιγμή που εξαιρούνται από το σύστημα μεγάλες ρωσικές τράπεζες. Οπότε, οι δυτικές τράπεζες αναγκάζονται να μειώσουν τους συντελεστές μόχλευσης των κεφαλαίων τους, περιορίζοντας δραστικά τα στοιχεία του ενεργητικού τους.
Κόστος από τον οικονομικό πολέμο
Αυτή η εξέλιξη απειλεί άμεσα με πτωχεύσεις, που ίσως πυροδοτήσουν μία μεγάλη κρίση ρευστότητας. Για να αντιμετωπισθεί η απειλή, η Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ θα υποχρεωθεί να κινηθεί με συμβόλαια ανταλλαγής χρέους σε συνάλλαγμα, όπως ακριβώς έγινε κατά την αρχική φάση της πανδημίας για να αποτραπούν καταρρεύσεις. Όμως, η τακτική αυτή ίσως να μην αποδώσει από την στιγμή που δεν υπάρχουν σχετικές συμφωνίες με την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας. Ναι μεν οι συγκρούσεις θα τερματισθούν κάποια στιγμή στην Ουκρανία, αλλά ο οικονομικός πόλεμος μόλις έχει αρχίσει και προβλέπεται μεγάλης διαρκείας.
Η κατάσταση έχει την απαιτούμενη δυναμική για να προκαλέσει παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση πανικού, ακόμα και πριν την λήξη των εχθροπραξιών. Το φαινόμενο δυστυχώς αγνοείται σχεδόν από τους πάντες. Ακόμα και εκείνοι που έχουν επίγνωση του κινδύνου προσποιούνται τους ανίδεους. Τα κεφάλαια διαχείρισης και αντιμετώπισης κινδύνων (Hedge Funds) και οι τράπεζες έχουν ήδη απώλειες δισ. και βυθίζονται, όπως θα διαφανεί μετά από μερικές εβδομάδες.
Παράλληλα, οι ξένοι επενδυτές που προσπαθούν να ρευστοποιήσουν τις συμμετοχές τους στην Ρωσία, διαπιστώνουν ότι δεν έχουν πλέον την δυνατότητα να πραγματοποιούν πωλήσεις. Η επιβολή ελέγχου κίνησης κεφαλαίων στην ρωσική επικράτεια συνεπάγεται πως οι Ρώσοι δανειολήπτες δεν έχουν πλέον την δυνατότητα να αποπληρώσουν τους πιστωτές τους από δάνεια σε αμερικανικό δολάριο και σε ευρώ.
Οι επιλογές της Μόσχας
Αναμφισβήτητα η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας θα υιοθετήσει διαδικασίες παράκαμψης των κυρώσεων, ώστε να αποκτήσει προσβάσεις στο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα. Το κυριότερο κενό στα μέτρα που έχουν επιβληθεί είναι ότι δεν έχει αποκλεισθεί από τις συναλλαγές ο τομέας της ενέργειας. Οι δυτικές πληρωμές σε δολάρια θα δεσμευθούν από την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας, ώστε να αυξήσει τα αποθεματικά της, μάλλον και με έντοκη απόδοση προς τους δικαιούχους ρωσικούς ομίλους.
Ο αποκλεισμός από το δίκτυο SWIFT παρακάμπτεται μέσω της χρήσης του κινεζικού ανάλογου συστήματος CIPS, ή ίσως και του ινδικού SFMS, που συνδέονται με το ρωσικό SPFS. Σε έσχατη ανάγκη ίσως χρησιμοποιηθούν συστήματα παλαιάς τεχνολογίας (τηλέτυπα, τηλεμοιότυπα) ή δίαυλοι του διαδικτύου εκτός του SWIFT. Οι Ρώσοι έχουν επίσης την δυνατότητα αξιοποίησης των υπηρεσιών που παρέχουν κινέζικες τράπεζες, αλλά και τράπεζες τρίτων χωρών που συνεργάζονται μαζί τους.
Επίσημα η Ρωσία δηλώνει πως πρόκειται να εισάγει απαγορευτικές διατάξεις για συγκεκριμένα αγαθά και πρώτες ύλες, με χρονικό ορίζοντα την λήξη του 2022. Τα μέτρα αναμένεται να προκαλέσουν μεγάλα προβλήματα στις αγορές και κύματα ανόδου των τιμών. Η χώρα δεν κατέχει μόνον κομβική θέση στον τομέα της ενέργειας, με το 10% της παραγωγής αργού και το 17% της παραγωγής φυσικού αερίου, αλλά εξάγει σε μεγάλους όγκους πολύτιμα βιομηχανικά μέταλλα και δημητριακά.
Ειδικότερα στον τομέα της ενέργειας, το ολιγοπώλιο του OPEC+, στο οποίο συμμετέχει η Ρωσία, κατέχει το 40% της παγκόσμιας παραγωγής αργού, με μέσες ημερήσιες εξαγωγές 46 εκατομμυρίων βαρελιών. Τα 4,7 εκατομμύρια βαρέλια προέρχονται από την Ρωσία. Κατόπιν αυτού η JP Morgan προειδοποιεί για τιμές της τάξης των 150 δολαρίων το βαρέλι και η Goldman Sachs για μέση τιμή της τάξης των 135 δολαρίων το βαρέλι για το 2022. Αυτά τα επίπεδα τιμών, κατά τους δύο οίκους, θα οδηγήσουν την αμερικανική οικονομία σε ύφεση.
Τριγμοί στον κύκλο παραγωγής
Επιπλέον, η Ρωσία έχει μεγάλη παραγωγή αλουμινίου, τιτανίου, παλλαδίου, λευκόχρυσου, νικελίου, κοβαλτίου και χαλκού, μετάλλων απαραίτητων για την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών. Οι καταναλωτές έχουν μεν εξοικειωθεί με το τερματικό των εφοδιαστικών αλυσίδων, αλλά παραβλέπουν τα σημεία εισόδου, δηλαδή το γεγονός ότι εάν δεν διατίθενται πρώτες ύλες, δεν θα υπάρξει παραγωγή.
Η γεωργία και παρεπόμενα η κτηνοτροφία δεν αποτελούν εντελώς πρωτογενείς τομείς, από την στιγμή που για την εύρυθμη λειτουργία τους απαιτούνται λιπάσματα και ειδικά τα αζωτούχα και οι φωσφάτες. Κατά συνέπεια ελλείψεις λιπασμάτων δεν απειλούν μόνον τα δημητριακά, αλλά και τα αντίστοιχα προϊόντα διατροφής ζώων και πουλερικών, οπότε θίγονται οι αγορές κρεάτων, τα γαλακτοκομικά προϊόντα, η τυροκομία και η παραγωγή αυγών. Το οποιοδήποτε πλήγμα στην ομαλή διάθεση των χημικών ή μία συρρίκνωση στην προσφορά τους, θα προκαλέσει μεγάλα προβλήματα σε διεθνή κλίμακα, με συνέπεια απότομη άνοδο τιμών στα κρέατα, στα πουλερικά, στα γαλακτοκομικά και στα τυροκομικά προϊόντα.
Εάν οι αζωτούχες ρωσικές εξαγωγές περιοριστούν στο έπακρο, οι τιμές θα απογειωθούν, διότι δεν επηρεάζεται μόνον η παραγωγή δημητριακών, αλλά και η παραγωγή ζωοτροφών. Η Ρωσία κα η Ουκρανία παράγουν σε διεθνές επίπεδο το 25% των σιτηρών και το 20% του αραβοσίτου, με τις ουκρανικές εξαγωγές να έχουν υποχωρήσει δραματικά και τις ρωσικές να θίγονται άμεσα από τις κυρώσεις. Η Ουκρανία κατέχει παράλληλα το 46% της διεθνούς παραγωγής αόσμου ηλιελαίου, με την Ρωσία να την ακολουθεί κατά πόδας με 43% περίπου.
Ο ρωσικός χρυσός
Επίσημα, η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας κατέχει χρυσό αξίας 150 δισ. δολαρίων, που ναι μεν δεν ρευστοποιείται εύκολα, αλλά παρέχει μεγάλες δυνατότητες αξιοποίησής του για την σύναψη χρηματοδοτικών μισθώσεων, ή για την παροχή εγγυήσεων δανείων σε συνάλλαγμα. Η απόφαση του Λευκού Οίκου να δεσμεύσει και τον ρωσικό χρυσό, κρίνεται επιεικώς ανόητη, από την στιγμή που το πολύτιμο μέταλλο παραμένει συγκεντρωμένο στο θησαυροφυλάκιο της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας. Ο μοναδικός τρόπος δέσμευσης βασίζεται στην υπόθεση ότι έχει διοχετευθεί σε άλλες τράπεζες, εκτίμηση κατάφωρα λανθασμένη.
Υπάρχει σαφέστατα η δυνατότητα αναστολής των πωλήσεών του, αλλά η Ρωσία παραμένει αγοραστής και όχι πωλητής, απλούστατα διότι η Κεντρική Τράπεζα αγοράζει απευθείας από τα χρυσωρυχεία της ρωσικής επικράτειας. Ταυτόχρονα ίσως χρησιμοποιηθεί ο μηχανισμός της παράλληλης δόμησης δανείων, που έχει περιθωριοποιηθεί μετά το 1970, αλλά επιτρέπει σε έναν πιστωτή στο εσωτερικό της Ρωσίας, να μεταβληθεί σε δανειολήπτη στο εξωτερικό με διακριτή συναλλαγή και εκκαθάριση της πράξης.
Ο μηχανισμός απαιτεί την συμφωνία τεσσάρων μερών, όπου δύο όμιλοι σε διαφορετικές χώρες συνάπτουν δάνεια στα τοπικά νομίσματα, με τα οποία πιστώνουν δύο θυγατρικές τους, που λειτουργούν η κάθε μία στην χώρα του άλλου. Δηλαδή ο ρωσικός όμιλος σε θυγατρική του εκτός Ρωσίας και ο αντισυμβαλλόμενος όμιλος σε θυγατρική του εντός Ρωσίας, για να προχωρήσουν κατόπιν σε εκκαθάριση συναλλαγών. Ο μηχανισμός εξυπηρετεί την αποτροπή διασυνοριακού δανεισμού, όταν υπάρχουν περιορισμοί, περιορίζει το υψηλό κόστος και τις αμοιβές τρίτων. Κατά συνέπεια θα αξιοποιηθεί από τις ρωσικές εταιρείες, καλύπτοντας τις πληρωμές με μορφή διεταιρικών συναλλαγών.
Οι παρενέργειες για τις ΗΠΑ
Αναμφίβολα καμία από τις λύσεις αυτές δεν είναι απόλυτα αποτελεσματική σε ένα χρηματοοικονομικό σύστημα που λειτουργεί σε κανονικές και ομαλές συνθήκες, αλλά δεν παύει να παραμένει λειτουργική και εύχρηστη. Το συμπέρασμα είναι ότι η ρωσική οικονομία θα επιπλεύσει παρά τις κυρώσεις, αλλά με μεγαλύτερο κόστος, περισσότερους κινδύνους και περιορισμό της ρευστότητας.
Από την άλλη πλευρά, στις ΗΠΑ, αντιλαμβάνονται ότι οι οικονομικές κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας και κυρίως η δέσμευση του 50% σχεδόν των συναλλαγματικών αποθεματικών της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας, έχουν τρομερές παρενέργειες. Διαπρεπείς οικονομολόγοι και ειδικά ο πρώην επικεφαλής των οικονομολόγων του ΔΝΤ Kenneth Rogoff προειδοποιεί “πένθιμα” πως η άνευ προηγουμένου δέσμευση κεφαλαίων ενός δημόσιου οργανισμού σε τέτοια κλίμακα, απειλεί να καταστρέψει την αξιοπιστία και την διεθνή εμπιστοσύνη στο σύστημα του αμερικανικού δολαρίου.
Κατά κανόνα οι αναλυτές προειδοποιούν πλέον πως το δεδομένο για τους επενδυτές είναι ότι το μέγεθος της ζημίας δεν περιορίζεται στη Ρωσία. Η σχετική αναποτελεσματικότητα των κυρώσεων και η απότομη συρρίκνωση της ρευστότητας πρόκειται να διαχυθούν κατά κύματα σε ολόκληρο το διεθνές χρηματοοικονομικό σύστημα. Οι επενδυτές επιβάλλεται να προετοιμασθούν, μειώνοντας τις θέσεις τους σε χρηματοοικονομικούς τίτλους και αυξάνοντας δραστικά τις αντίστοιχες σε μετρητά και χρυσό, ώστε να διαθέτουν την απαιτούμενη ρευστότητα, πριν οι πτωχεύσεις και οι καταρρεύσεις των μοχλεύσεων αρχίσουν να πλήττουν το σύστημα.