Θα κερδίσει η Κίνα τον πόλεμο της τεχνητής νοημοσύνης;
13/11/2025
Στην τελευταία του συνέντευξη στις αρχές Νοεμβρίου στην γνωστή οικονομική εφημερίδα Financial Times, ο Διευθύνων Σύμβουλος της αγαπημένης των αγορών NVIDIA, Jensen Huang, προειδοποιεί πένθιμα πως η Κίνα πρόκειται τελικά να ηγηθεί στον αγώνα δρόμου για την Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ).
Αναμφίβολα η δήλωση του Jensen Huang, αποτελεί μία πρώτου μεγέθους βόμβα για την αγορά της καινοτόμου τεχνολογίας και ειδικά της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΑΙ), από την στιγμή που επισημαίνει τα δύο βασικά κινεζικά πλεονεκτήματα, που επικεντρώνονται στο χαμηλό ενεργειακό κόστος και στις λιγότερο αυστηρές κινεζικές ρυθμιστικές αρχές, που επιτρέπουν μεγάλα περιθώρια ελιγμών στις εταιρείες.
Η αφοριστική του δήλωση για την νίκη της Κίνας στον αγώνα δρόμου για την Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ), απευθύνεται κυρίως στους Αμερικανούς, λόγω του ότι ο Jensen Huang, προσδοκά με τις πιέσεις του να ανακτήσει την αγορά της Κίνας. Επιθυμεί διακαώς να διατηρήσει τους μηχανικούς καινοτόμου λογισμικού εγκλωβισμένους στο οικοσύστημα της NVIDIA, επιχειρώντας να πείσει ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να διατηρηθεί το αμερικανικό προβάδισμα. Μάλιστα, συχνά επαναλαμβάνει ότι 50% των μηχανικών καινοτόμου λογισμικού για την Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ) του κόσμου εργάζεται στην Κίνα και μάλιστα με υψηλές αμοιβές και πρόσθετες παροχές.
Όμως ο Αμερικανός πρόεδρος εμφανίζεται ανένδοτος και απορρίπτει κάθε ιδέα πώλησης των εξελιγμένων μικροεπεξεργαστών H100 της NVIDIA στην Κίνα, σε πείσμα του γεγονότος ότι η κινεζική νεοφυής εταιρεία του DeepSeek R1, χρησιμοποιεί τους παλαιότερους H800 της ίδιας εταιρείας. Επιπλέον η Κίνα στα τέλη Οκτωβρίου, όπως αποκαλύπτει ο Jensen Huang, απαγορεύει τις εισαγωγές μικροεπεξεργαστών της NVIDIA στην χώρα, προσθέτοντας πως το μερίδιο της εταιρείας στην κινεζική αγορά καταλήγει από το 98% στο 0% και υπονοώντας ότι μία ενδεχόμενη νέα καινοτομία θα προέλθει από την Ασία.
Η ανακοίνωση της MOONSHOT AI
Η συνέντευξη συμπίπτει με την ανακοίνωση της νεοφυούς εταιρείας του Πεκίνου MOONSHOT AI που υποστηρίζεται από τον γιγαντιαίο όμιλο ALIBABA, της κυκλοφορίας του λογισμικού Τεχνητής Νοημοσύνης (ΑΙ) Kimi K2 Thinking, του οποίου οι προδιαγραφές σε αρκετά βασικά σημεία κρίνονται ανώτερες από τις αντίστοιχες του GPT-5 της OPEN AI και του Claude Sonnet 4.5 της ANTHROPIC.
Ενδεχόμενα και οι συγκεκριμένες δηλώσεις αποτελούν έναν ακόμα μοχλό πίεσης προς την αμερικανική κυβέρνηση, από την στιγμή που η κινεζική απαγόρευση θα εξαντλήσει σύντομα το όποιο απόθεμα των παλαιότερων επεξεργαστών της NVIDIA κυκλοφορεί στην εσωτερική αγορά, με τον Jensen Huang να προσπαθεί να αποτρέψει τον μόνιμο χαρακτήρα της συγκεκριμένης δυσμενούς εξέλιξης.
Οπωσδήποτε διακινούνται λαθραία καινοτόμοι μικροεπεξεργαστές από τις ΗΠΑ προς την Κίνα, αλλά αυξάνεται δραστικά η στροφή των κινεζικών εταιρειών υψηλής τεχνολογίας προς τους εγχώριους κατασκευαστές για εξελιγμένους μικροεπεξεργαστές που αξιοποιούνται στην Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ).
Η κινεζική κυβέρνηση επιδοτεί τους ομίλους καινοτόμου τεχνολογίας που αξιοποιούν εγχώριους μικροεπεξεργαστές με μεγάλες εκπτώσεις στην ενέργεια για τα κέντρα δεδομένων, με τους Αμερικανούς να μην αντιλαμβάνονται ακόμα πως οι απαγορεύσεις, παρέχουν στους κινεζικούς ομίλους καινοτόμου τεχνολογίας ένα ισχυρότατο κίνητρο για να επινοήσουν εναλλακτικές λύσεις, διακινδυνεύοντας τελικά οι απαγορεύσεις να στραφούν εναντίον τους.
Το πρόβλημα της ενέργειας
Ένα από τα βασικά προβλήματα στο οποίο εστιάζεται ο Huang, αφορά το μεγάλο πλεονέκτημα της Κίνας στην ενέργεια, από την στιγμή που η χώρα αναπτύσσει ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα ενεργειακών υποδομών, με την κατασκευή 30 πυρηνικών αντιδραστήρων, τεράστιες εγκαταστάσεις ηλιακών συλλεκτών, ανεμογεννητριών και επιπλέον διαθέτει μεγάλους όγκους άνθρακα και φυσικού αερίου.
Από πλευράς κόστους κατανάλωσης η κιλοβατώρα-KWh στην Κίνα τιμολογείται με $0,8, όταν στις ΗΠΑ το αντίστοιχο κόστος ανέρχεται στο $1,8, διαφορά που οπωσδήποτε αποτελεί μεγάλο πρόβλημα. Για να διατηρήσουν οι Αμερικανοί μία απόσταση επιβάλλεται να αναβαθμίσουν δραστικά τις ενεργειακές υποδομές τους και ειδικά να αντιμετωπίσουν το ζήτημα των απωλειών ενέργειας από την παραγωγή προς την κατανάλωση.
Από το γνωστό αμερικανικό Εθνικό Εργαστήριο Lawrence Livermore δημοσιοποιείται ένα διάγραμμα ενεργειακών ροών του 2011, με τις ροές προς το σύστημα να ανέρχονται τότε συνολικά σε 534 gigajoules, αλλά δεν ισούνται με την συνολική τελική κατανάλωση. Πρόσθετα στοιχεία αποκαλύπτουν πως από το 2011 έως το 2024, η παραγωγή αυξάνεται μόνον κατά 13%, με την αύξηση να κρίνεται εντελώς ανεπαρκής και δεν ενθαρρύνει για κάποιες δραστικά βελτιωμένες μελλοντικές αποδόσεις. Παρά το γεγονός πάντως της εισφοράς 534 gigajoules στο σύστημα, οι πάσης φύσης απώλειες ενέργειας φθάνουν τα 290 gigajoules, με τους καταναλωτές να αξιοποιούν μόνο 210 gigajoules.
Η συγκεκριμένη σχέση αποκαλύπτει ότι μόνον το 40% της παραγόμενης ενέργειας χρησιμοποιείται στους καυστήρες για τις ανάγκες θέρμανσης και ψύξης, στις μεταφορές, στις τηλεπικοινωνίες, στις αερομεταφορές, στην λειτουργία πάσης φύσεως συσκευών, μέσων μαζικής ενημέρωσης, κοινωνικών δικτύων και άλλων, όπως τα κέντρα δεδομένων, με το υπόλοιπο 60% να εξανεμίζεται σε θερμικές απώλειες και τριβές.
Ένα νέο “Πρόγραμμα Μανχάταν”
Η ταχύτατη ανάπτυξη της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΑΙ) οδηγεί πλέον σε αδιέξοδο με την ταχύτατη εξάπλωση των κέντρων δεδομένων και των εγκαταστάσεων παραγωγής μικροεπεξεργαστών, με τις επιλογές της αμερικανικής κυβέρνησης να κρίνονται περιορισμένες. Δεν υπάρχουν πολλές πιθανότητες για την ανάπτυξη νέων θερμικών μονάδων άνθρακα, οι νέοι θερμοπυρηνικοί σταθμοί απαιτούν τουλάχιστον μία δεκαετία για να ολοκληρωθούν, οι μικροί πυρηνικοί αντιδραστήρες πιθανώς θα αναπτυχθούν σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα και οι μονάδες φυσικού αερίου λόγω της μεγάλης ζήτησης έχουν έναν χρονικό ορίζοντα τριών έως πέντε ετών για να παραδοθούν.
Από την άλλη πλευρά οι ανανεώσιμες πηγές (ηλιακή και αιολική ενέργεια) δεν έχουν την δυνατότητα να προσφέρουν πολλά και επιπλέον οι απότομες υπερφορτίσεις λόγω υπερπαραγωγής, αποτελούν πρώτου μεγέθους κίνδυνο για το γηρασμένο αμερικανικό δίκτυο και ένα σχετικά πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η Ισπανία.
Η αμερικανική κυβέρνηση οφείλει να στραφεί στην υιοθέτηση ενός τεραστίου προγράμματος αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού του δικτύου και εγκατάστασης νέων μονάδων παραγωγής ενέργειας, με ένα συγκροτημένο σχέδιο αδειοδοτήσεων χωρίς γραφειοκρατία, με γενναίες και συγχρονισμένες κινήσεις χρηματοδότησης, ένα νέο “Πρόγραμμα Μανχάταν”. Αναμφίβολα το φυσικό αέριο αποτελεί την καλύτερη προς το παρόν επιλογή, αλλά απαιτούνται κίνητρα για μεγαλύτερη παραγωγική δυναμικότητα στον τομέα της κατασκευής νέων εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας και μάλιστα άμεσα.
Το φυσικό αέριο έχει δραστικά χαμηλότερο περιβαλλοντολογικό αποτύπωμα σε σχέση με το αργό πετρέλαιο ή τον άνθρακα (λιγότερους ρύπους κατά 50% από τον άνθρακα και κατά 30% από το πετρέλαιο) και υπάρχει σε αφθονία, αλλά η προηγούμενη αμερικανική κυβέρνηση και οι οικολόγοι – με αιχμή του δόρατος την Πρωτοβουλία των 100 για το Κλίμα – έχουν οδηγήσει τις ΗΠΑ σε μία τουλάχιστον δεκαετή οπισθοδρόμηση.
Η πορεία της Κίνας προς την νίκη
Παρά την πένθιμη βεβαιότητα του Huang, για μία κινεζική νίκη στον αγώνα δρόμου για την Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ), το αποτέλεσμα δεν κρίνεται απόλυτα βέβαιο. Πολλοί τείνουν να περιθωριοποιούν την Κίνα, επαναλαμβάνοντας τις τυπικές αδυναμίες ενός κομμουνιστικού κράτους, αλλά πρόκειται για μία υπερβολική απλοποίηση, από την στιγμή που η χώρα δεν κινείται με κομμουνιστικά πρότυπα.
Η Κίνα κρίνεται στην τρέχουσα περίοδο να διαθέτει μία περισσότερο “ελεύθερη αγορά”, με δραστικά λιγότερο αυστηρές ρυθμιστικές αρχές σε σχέση με πολλές αμερικανικές πολιτείες. Από την εποχή του μεγάλου της μεταρρυθμιστή Deng Xiaoping, που δηλώνει αφοριστικά πως το να πλουτίζει κανείς αποτελεί δόξα, το Σύνταγμά της υφίσταται διαρκώς αναθεωρήσεις. Οι πολίτες της αναμφίβολα δεν έχουν κομμουνιστική νοοτροπία και κινούνται με εξαιρετική επιχειρηματικότητα και κίνητρο να αποκτήσουν πλούτο.
Επίσημα, η κυβέρνηση δηλώνει κομμουνιστική, αλλά πρόκειται ουσιαστικά για μία χώρα καπιταλιστική, που συντονίζεται από μία μονοκομματική κυβέρνηση. Ο ανταγωνισμός εξελίσσεται σφοδρά σε κάθε τομέα και ένα παράδειγμα για την άνθησή του αποτελεί η προ εικοσαετίας απόφαση της κεντρικής κυβέρνησης να προσφέρει κίνητρα στις περιφερειακές τοπικές κυβερνήσεις για την δημιουργία αυτοκινητοβιομηχανίας.
Σε ολόκληρη την χώρα οι περιφέρειες προσφέρουν χαμηλού κόστους εκτάσεις, δάνεια με χαμηλά επιτόκια και άδειες με σχεδόν μηδενικές γραφειοκρατικές διαδικασίες, με συνέπεια η χώρα να αποκτήσει την μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία της υδρογείου και την δυνατότητα να προσφέρει στην τρέχουσα περίοδο στην εσωτερική της αγορά αξιοπρεπή ηλεκτρικά αυτοκίνητα με κόστος μόλις $6.000.
ΠρIν από δύο και πλέον δεκαετίες η κινεζική ηγεσία αποφασίζει να μετατρέψει την χώρα σε ατμομηχανή της παγκόσμιας αυτοκινητοβιομηχανίας και με το νέο πενταετές (2025-2030) αποκαλύπτει πως υιοθετεί την ίδια στρατηγική και στην Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ). Αναμφίβολα η χώρα αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα με μεγάλα χρέη των περιφερειών, χιλιάδες ακατοίκητα κτίρια λόγω κρίσης των κατασκευαστών στην στεγαστική πίστη και συμπτώματα υπερπαραγωγής, αλλά αποτελεί σφάλμα να υποτιμάται, από την στιγμή που εξελίσσεται σε ισοδύναμο ανταγωνιστή των ΗΠΑ.
Οι προειδοποιήσεις Dimon
Η ανάγκη και ο ανταγωνισμός αποτελούν μοχλούς της καινοτομίας, με την σύγχρονη βιομηχανία της πληροφορικής στις ΗΠΑ, να ευνοείται από τον ανταγωνισμό με την Κίνα, οπότε και οφείλει να τον αποδεχθεί και να αντιδράσει. Για να το επιτύχει όμως οφείλει να στραφεί στο καινοτόμο και επιχειρηματικό πνεύμα των Αμερικανών, σε συνδυασμό με την εξουδετέρωση της ανικανότητας σχεδίασης και υλοποίησης αποτελεσματικών υποδομών.
Πάντως στην Ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση των Μετόχων του ομίλου της J. P. MORGAN στις 4 Απριλίου του 2022, ο ελληνικής καταγωγής Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος Jamie Dimon, δημοσιοποιεί την έκθεση πεπραγμένων του ομίλου για το 2021, συμπεριλαμβάνοντας ένα κεφάλαιο για την έκτακτη ανάγκη ύπαρξης μίας ισχυρής αμερικανικής ηγεσίας για να επιλυθούν κεφαλαιώδη εσωτερικά προβλήματα.
Επισημαίνει το υψηλό ενεργειακό κόστος, λόγω της κατάστασης των δικτύων και της δραματικής μείωσης των επενδύσεων στην ενέργεια, επιμένοντας πως απαιτείται επειγόντως ένα Σχέδιο Marshall για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας και των συμμάχων της. Τονίζει πως οι ρυθμιστικές αρχές (όπως και ο Huang μία τριετία και πλέον αργότερα), αποτελούν ένα σχεδόν ανυπέρβλητο εμπόδιο στην ικανότητα της χώρας να αναβαθμίσει και να βελτιστοποιήσει τις υποδομές της.
Μάλιστα αναφέρει το παράδειγμα των αυτοκινητοδρόμων, όπου οι παρεμβάσεις των ρυθμιστικών αρχών διπλασιάζουν το κόστος των κατασκευαστικών δαπανών μέσα σε μία εικοσαετία. Επιμένει πως υπάρχουν σχεδιασμοί που υλοποιούνται μόνον από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση και ειδικά επιβάλλεται να λειτουργεί όπως μία κεντρική τράπεζα, να εκτελεί σε συγκεκριμένα πλαίσια Έρευνα και Ανάπτυξη (R&D) και να ασχοληθεί επισταμένα με τα προβλήματα των υποδομών για να τις αναβαθμίσει και να τις βελτιστοποιήσει σε εθνικό επίπεδο.
Οι επισημάνσεις του αποδεικνύονται περισσότερο επίκαιρες από ποτέ, με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να επιβάλλεται να κατανοήσει πως οφείλει να συμμαχήσει με τις επιχειρήσεις, παρά να παρεμβάλλει συνεχώς εμπόδια. Ο πρόεδρος Τραμπ σημειώνει πρόοδο στο συγκεκριμένο μέτωπο, περιορίζοντας την γραφειοκρατία, με παράλληλο εξορθολογισμό και βελτιστοποίηση πολλών διαδικασιών, αλλά απαιτούνται πολύ περισσότερα. Εάν η αμερικανική κυβέρνηση δεν επιτύχει να το πράξει, τότε η Κίνα θα προηγηθεί στον αγώνα για την Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ), όπως προβλέπει ο Διευθύνων Σύμβουλος της αγαπημένης των αγορών NVIDIA, Jensen Huang, αλλά ίσως κινηθεί και πέραν αυτής.





