Τουρκικές μεγαλοστομίες με άδεια ταμεία!
08/07/2020Πολλούς μήνες πριν από την λαίλαπα της πανδημίας, η Τουρκία και οι χρηματοπιστωτικοί της σύμβουλοι στις αναδυόμενες αγορές διαπιστώνουν ανήσυχοι πως οι διεθνείς χρηματαγορές εμφανίζονται απρόθυμες να καλύψουν τα ελλείμματα των τρεχουσών συναλλαγών της χώρας. Μάλιστα τον Αύγουστο του 2018, τα ασφάλιστρα κινδύνου για την τουρκική οικονομία αυξάνονται απότομα σε επίπεδα που έχουν να καταγραφούν από το 2009.
Η δραματική εξέλιξη οδηγεί σε αναστροφή τάσης όπου πλέον το κόστος του μονοετούς ασφαλίστρου κινδύνου υπερβαίνει δραματικά το κόστος της ασφάλειας πέντε ετών, ένα σπάνιο σύμπτωμα εξαιρετικής επισφάλειας για την οικονομική πορεία της χώρας. Τον Μάιο του 2019, τα ασφάλιστρα κινδύνου εκτοξεύονται σε υψηλά επίπεδα, αποκαλύπτοντας πως οι διεθνείς χρηματαγορές αρχίζουν πλέον να τιμολογούν το κόστος της τουρκικής πτώχευσης. Το χρέος της χώρας από πλευράς διαβάθμισης κινδύνου κατατάσσεται τρίτο κατά σειράν μετά την Βενεζουέλα και Αργεντινή, με την Ουκρανία να ακολουθεί στην τέταρτη θέση.
Ένα δωδεκάμηνο αργότερα, η χώρα αντιμετωπίζει μία συνεχή υποτίμηση του εθνικού της νομίσματος και μία απίστευτη αιμορραγία στον ζωτικό τομέα των συναλλαγματικών της αποθεμάτων, καταβάλλοντας απεγνωσμένες προσπάθειες να αποφύγει την πτώχευση. Στο περιβάλλον αυτό οι ανορθόδοξες ενέργειες του υπουργού Οικονομικών Μπεράτ Άλμπαϊρακ, συζύγου της κόρης του Τούρκου προέδρου, που σε μεγάλο βαθμό ευθυγραμμίζονται και με τις απόψεις του πεθερού του, επιδείνωσαν την κατάσταση.
Στις 19 Μαρτίου και ενώ ήδη το κύμα της πανδημίας προκαλεί τις πρώτες φοβίες και απίστευτα ρευστές συνθήκες στις αγορές, δηλώνει πως δεν τίθεται θέμα αμφισβήτησης των στόχων της κυβέρνησης για το 2020, προβλέποντας ανάπτυξη της τάξης του 5%. Την ίδια περίοδο η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας, της οποίας την αυτοδυναμία, αλλά και την αξιοπιστία έχει καταστρέψει ανεπανόρθωτα ο Ερντογάν, εξανεμίζει τα συναλλαγματικά της αποθέματα σε απελπισμένες απόπειρες στήριξης του νομίσματος.
Παρά την καταστροφική πολιτική, το καθεστώς επιμένει να διακηρύσσει σε όλους τους τόνους πως η δυναμική δομή της τουρκικής οικονομίας θα της επιτρέψει να αντεπεξέλθει σύντομα και με ασήμαντες ζημίες την υγειονομική κρίση. Κατεβλήθη προσπάθεια να περιθωριοποιηθεί εντελώς το ακανθώδες πρόβλημα της πανδημίας και των επιπτώσεών της στην ήδη τραυματισμένη τουρκική οικονομία.
Αδόκητες συνέπειες
Οι μέχρι τούδε εξελίξεις στοιχειοθετούν πως η Άγκυρα δεν έχει προχωρήσει σε καμία αξιόλογη και αξιόπιστη προετοιμασία για την επερχόμενη οικονομική καθίζηση, αν όχι κατάρρευση. Το εθνικό της νόμισμα έχει υποτιμηθεί κατά 14% έναντι του αμερικανικού δολαρίου από τις αρχές του έτους, πιέζοντας ασφυκτικά τον υπερμοχλευμένο τομέα των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων που έχει χρέη της τάξης των 300 δισ. δολαρίων, με το ένα τρίτο τους να έχουν βραχυπρόθεσμο ορίζοντα (μικρότερο του δωδεκαμήνου).
Με τα έσοδα των επιχειρήσεων αυτών να παραπαίουν και λόγω της πανδημίας, το ισοδύναμο σε τουρκικές λίρες για την εξυπηρέτηση βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων, αυξάνεται κατά 20% στο τελευταίο δωδεκάμηνο (Ιούνιος 2019-Ιούνιος 2020). Στο πρόβλημα αυτό προστίθεται και η διασπάθιση των αποθεματικών σε συνάλλαγμα της κεντρικής τράπεζας για την στήριξη της τουρκικής λίρας. Τώρα πλέον, τα αποθεματικά μόλις φθάνουν το 1,5 δισ. δολάρια. Από τον Ιανουάριο του 2019, ο Μπεράτ Άλμπαϊρακ έχει δαπανήσει σ’ αυτή την προσπάθεια (στην αγορά συναλλάγματος) περισσότερα από 65 δισ. δολάρια.
Παρά ταύτα η γενική πρόβλεψη από διεθνείς χρηματοοικονομικούς φορείς, όπως ο ιαπωνικός MUFG, είναι περαιτέρω υποτίμηση της τουρκικής λίρας κατά 18% στο δεύτερο εξάμηνο του 2020. Εάν η πρόβλεψη επαληθευτεί η ισοτιμία προς το αμερικανικό δολάριο θα διαμορφωθεί στο 8:1, όταν τον Σεπτέμβριο του 2916 (έναρξη της υποχώρησης) ήταν μόλις στο 3:1.
Η πρόσφατη έρευνα της Morgan Stanley στις αντοχές των αναδυόμενων οικονομιών, που αντιμετωπίζουν και τα πλήγματα της πανδημίας, κατατάσσει την Τουρκία στην τέταρτη χειρότερη θέση από πλευράς αντοχών, μετά την Αργεντινή, το Πακιστάν και την Νότιο Αφρική. Αυτό το δεδομένο καθιστά πλέον την Άγκυρα πλήρως εξαρτημένη από τον υποχρεωτικό δανεισμό της σε συνάλλαγμα, σε αγορές όμως που διάκεινται σχεδόν εχθρικά απέναντί της, λόγω κυρίως των οικονομικών της προβλημάτων.
Μεγαλοστομίες και άδεια ταμεία
Τα μεγάλα κενά στα ταμεία αποτελούν και τον βασικό λόγο που τα μέτρα για την στήριξη της τουρκικής οικονομίας που ανακοινώθηκαν στις 18 Μαρτίου ανέρχονται σε 15 δισ. δολάρια, δηλαδή μόλις στο 1,5% του τουρκικού ΑΕΠ. Ο Ερντογάν κομπορρημονεί για την τουρκική οικονομική υπερδύναμη, αλλά τα μέτρα στην πραγματικότητα δεν επαρκούν ούτε στο ελάχιστο για την κάλυψη των εκτάκτων αναγκών. Αυτό καθίσταται προφανές εάν αντιπαραβληθούν με τα αντίστοιχα της ίδιας περιόδου, δηλαδή στις 20 Μαρτίου, των ΗΠΑ (11% του ΑΕΠ), της Γερμανίας (4,9%), της Βραζιλίας (3,5%), αλλά και της μικρής Ελλάδας (5,5%).
Η οικονομική και επιχειρηματική κοινότητα της Τουρκίας, επιδεικνύοντας σπάνια δείγματα θάρρους, καλεί δημόσια από τον Απρίλιο τον Ερντογάν να αναλογισθεί τις ευθύνες του και να επεκτείνει δραστικά τα μέτρα στήριξης για να αποφευχθούν τα χειρότερα στην οικονομία. Όμως, με κενά σχεδόν ταμεία, το καθεστώς προσφεύγει σε μία “εκστρατεία προσφορών”, απαιτώντας από τους πολίτες να συνεισφέρουν στο δημόσιο ταμείο για την αναχαίτιση της διάχυσης των επιπτώσεων της πανδημίας στην οικονομία.
Σύμφωνα, πάντως, με τις αναφορές ξένων τραπεζών οι “προσφορές” προέρχονται από τις υποχρεωτικές παρακρατήσεις κατά 20-30% του μισθού των δημοσίων υπαλλήλων, με το πρόεδρο να συνεισφέρει και αυτός τους μισθούς ενός επταμήνου, ώστε να παραδειγματίσει τους δυσαρεστημένους. Ούτως ή άλλως, η προοπτική ενός νέου κύματος διωγμών για όσους δεν ακολουθήσουν τις εντολές του Ερντογάν αιωρείται παντού, οπότε –θεωρητικά τουλάχιστον– δεν υπάρχει πρόβλημα εισπράξεων.