Από το δελφικό “Δίκαια Πράττε” στο διάτρητο Κράτος Δικαίου
04/05/2024Μεταξύ των μεγάλων προβλημάτων, που απασχόλησαν πρόσφατα τα ευρωπαϊκά όργανα καθώς και Επιτροπές του Ελληνικού Κοινοβουλίου, είναι η προϊούσα αποδόμηση του κράτους δικαίου και η καλπάζουσα διαφθορά στην Ελλάδα με παράλληλη επιρροή της Δικαιοσύνης από επιχειρηματικά, κομματικά και άλλα συμφέροντα.
Ενδεικτικά αναφέρουμε το από 7-2-2024 ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τα προβλήματα του Κράτους Δικαίου στην Ελλάδα, τη συνέντευξη στην Καθημερινή (15-3-2024) της Ευρωπαίας Εισαγγελέως Λάουρας Κοβέσι και την ετήσια έκθεση για τα ανθρώπινα δικαιώματα του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Οι Έλληνες πολίτες και οι ίδιοι οι δικαστές οφείλουν να συνειδητοποιήσουν τον μεγάλο κίνδυνο για το δημοκρατικό πολίτευμα και την ύπαρξη του κράτους που προέρχεται από αυτή την παθογένεια της Δικαιοσύνης.
Η αποθεσμοποίηση της Δικαιοσύνης και η συνακόλουθη τεράστια δυσπιστία των πολιτών στην ανεξάρτητη και έντιμη λειτουργία της απειλεί την χώρα με την επιβολή μιας ιδιότυπης μορφής ολοκληρωτισμού. Ήδη δημοσιοποιούνται σφυγμομετρήσεις, σύμφωνα με τις οποίες το 83% των πολιτών δεν εμπιστεύονται την Δικαιοσύνη. Ο κίνδυνος είναι πολύ μεγάλος, όταν οι υποθέσεις και οι διαφορές των πολιτών θα καταλήξουν προς επίλυση σε παράκεντρα εξουσίας και δίκτυα τύπου μαφίας.
Δικαιοκρατική χώρα για την Ευρώπη είναι εκείνη που σέβεται τη διάκριση των εξουσιών, τη νομιμότητα, την ελευθερία του Τύπου και γενικά τα δικαιώματα των πολιτών και καταπολεμά τη διαφθορά. Το κράτος δικαίου αποτελεί ένα είδος εθνικής ταυτότητας και συμβόλου ενώπιον της οργανωμένης διεθνούς κοινότητας και όρο για την ομαλή παρουσία ενός κράτους-μέλους στην ευρωπαϊκή έννομη τάξη.
Η παραβίαση του Κράτους Δίκαιου
Η παραβίαση του κράτους δικαίου καταργεί την διάκριση των εξουσιών, καταλύει το δημοκρατικό πολίτευμα και κατατάσσει το κράτος στα “αποτυχημένα κράτη”. Η αδικία αποτελεί πολιτική νόσο μας λέει ο Πλάτων στον Τίμαιο. Ολόκληρη η Πολιτεία νοσεί στην περίπτωση αυτή. Απαιτείται η εγρήγορση όλων των πολιτών και η δυναμική αξίωση της θεραπείας. Υπάρχουν μέτρα που μπορούν να ληφθούν για τον σκοπό αυτό και είναι βέβαιο ότι τα γνωρίζει η πολιτική ηγεσία. Ενδεικτικά αναφέρω:
Πρώτο είναι και αίτημα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αποτελεί η μεταρρύθμιση του τρόπου της εκλογής της ηγεσίας των Ανωτάτων Δικαστηρίων, Προέδρων και Αντιπροέδρων του Αρείου Πάγου, του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Σήμερα γίνεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, δημιουργώντας συνθήκες ενδεχόμενης εξάρτησης της δικαστικής εξουσίας από την εκτελεστική. Προτείνεται η ως άνω εκλογή να διενεργείται με αυξημένη πλειοψηφία 4/5 της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής μεταξύ τριών υποψηφίων από τους αρχαιότερους δικαστές, που θα προτείνονται από εκλεκτορικό σώμα δικαστών και προέδρων των δικηγορικών συλλόγων της χώρας.
Δεύτερο, η απαγόρευση διορισμού των συνταξιούχων δικαστών σε θέσεις του δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών και επιτροπών και σε θέσεις στελεχών μεγάλων ιδιωτικών φορέων.
Τρίτο, η θέσπιση διατάξεων, ώστε το πλαίσιο αξιολόγησης και εξέλιξης των δικαστών να ερείδεται στο δικαστικό τους έργο. Τα κριτήρια αξιολόγησης πέρα από το δικαστικό έργο (σεμινάρια, αποσπάσεις σε όργανα του εξωτερικού, εξωδικαστικές δραστηριότητες κλπ) ενέχουν τον κίνδυνο δημιουργίας ανισοτήτων και μεροληψιών μεταξύ των δικαστών και εκτρέπουν τους δικαστές από τα δικαστικά τους καθήκοντα, προκαλώντας καθυστερήσεις στο δικαστικό έργο.
Τέταρτο, η αποφυγή δημιουργίας ειδικών επενδυτικών τμημάτων με ειδική επιμόρφωση των δικαστών που θα υπηρετούν σε αυτά. Η επιμόρφωση πρέπει να παρέχεται σε όλους τους δικαστές, οι οποίοι πρέπει να έχουν εποπτεία όλων των αντικειμένων. Οι δικαστές πρέπει να εναλλάσσονται στα τμήματα κάθε εξαετία, όπως προβλέπει ο νόμος. Τούτο επιτρέπει την ενημέρωση του δικαστή στο σύνολο της δικαστικής ύλης, χωρίς να περιορίζεται η γνώση του, με την εξειδίκευση, σε ορισμένα μόνο θέματα και, συγχρόνως, προωθεί τον αμοιβαίο έλεγχο των δικαστών και των δικαστικών κρίσεων και την εμπέδωση της αμεροληψίας.
Πέμπτο, η γενίκευση των τριμελών συνθέσεων στις φορολογικές και οικονομικού αντικειμένου υποθέσεις πάνω από ένα ελάχιστο όριο, στο βαθμό που σήμερα εκδικάζονται από μονομελείς συνθέσεις, και η μεταφορά στον πρώτο βαθμό των φορολογικών υποθέσεων που εισάγονται απευθείας στον δεύτερο βαθμό, ώστε ο διάδικος να διαθέτει δυνατότητα έφεσης στον δεύτερο βαθμό και να εξασφαλίζεται ενδελεχέστερος έλεγχος των υποθέσεων μεγάλου οικονομικού αντικειμένου.
Έκτο, να περισώσουμε την συνταγματικά επιβεβλημένη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία των δικαστικών αποφάσεων. Η πληρότητα της αιτιολογίας των δικαστικών αποφάσεων κατοχυρώνει την αμεροληψία και το αδέκαστο της δικαστικής κρίσης και προστατεύει από αυθαιρεσίες. Οι φωνές που εγείρονται ενόψει της συνταγματικής μεταρρύθμισης περί κατάργησης της αιτιολογίας των δικαστικών αποφάσεων, με απλή παράθεση των νομοθετικών διατάξεων και του διατακτικού, ή περί συνοπτικής αιτιολογίας, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να εισακουσθούν.
Έβδομο, να εξασφαλίζει η Κυβέρνηση την υπηρεσιακή κατάσταση και ικανοποιητικές αποδοχές των δικαστών και των συνταξιούχων δικαστών, εξασφαλίζοντας με αυτό τον τρόπο την ανεξαρτησία τους στην πράξη. Να προβλεφθεί κατά την συνταγματική μεταρρύθμιση, κατά το πρότυπο άλλων ευρωπαϊκών κρατών, το όργανο που θα επιμελείται της ρύθμισης των αποδοχών των δικαστών και των συνταξιούχων δικαστών, χωρίς να χρειάζεται αυτοί να προσφεύγουν στην Δικαιοσύνη για τον σκοπό αυτό.
Είναι αυτονόητο ότι η υπαλληλοποίηση των δικαστών, η μείωση των αποδοχών και των συντάξεων τους ή το γεγονός ότι έμειναν στάσιμες για 15 χρόνια περίπου, υπονομεύει το ανεξάρτητο φρόνημα αυτών. Εξάλλου, η Εθνική Σχολή Δικαστών έχει κύριο έργο να ενισχύσει το ανεξάρτητο φρόνημα των αυριανών δικαστών, να εμφυσήσει αίσθημα ευθύνης για το λειτούργημά τους και την αποστολή τους, για να μη φθάσει να παράγει εξειδικευμένους, αλλά φοβισμένους δικαστές-υπαλλήλους που θα αναζητούν προστάτες.
Η χαμένη εμπιστοσύνη στο Κράτος Δικαίου
Πάνω από όλα, όμως, η θωράκιση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, η πάταξη της διαπλοκής, της διαφθοράς, η εξασφάλιση της απολεσθείσας εμπιστοσύνης των πολιτών στο κράτος δικαίου και, ως εκ τούτου, η προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος από την διολίσθησή του στον ιδιότυπο ολοκληρωτισμό, είναι μάχη στο πεδίο της συνείδησης των ιδίων των δικαστών και όλων των πολιτών. Η δικαιοσύνη εγκαθιδρύεται πρώτα στην ψυχή των δικαστών και του κάθε πολίτη και στη συνέχεια υλοποιείται με τα έργα τους.
Η χώρα μας, διεκδικώντας τη θέση της στο μέλλον μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών, δεν πρέπει να λησμονεί ότι οι ρίζες της, που είναι και ρίζες της Ευρώπης, τρέφονται από την πολιτική υπερηφάνεια της συμμετοχής των αρχαίων πολιτών της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, την αυτογνωσία, την αρετή και την βαθιά διερώτηση των αρχαίων φιλοσόφων και το ήθος, το αίσθημα δικαιοσύνης, την αλληλεγγύη, την συμπόνια, τη συμφιλίωση, το έλεος, την φιλανθρωπία, το πνεύμα αυτοθυσίας και την πνευματικότητα της χριστιανικής μας παράδοσης.
Το πρόβλημα της πολιτικής αφύπνισης συναρτάται με την παιδεία των νέων σύμφωνα με αυτές τις ευγενείς αρετές και τις πολιτισμικές αξίες του λαού μας και των ευρωπαϊκών λαών, την αντίσταση των πολιτών στις ευρέως προπαγανδιζόμενες μηδενιστικές υλιστικές αξίες. Οι πολίτες της Ελλάδας και όλης της Ευρώπης είναι αναγκαίο να ανανεώσουν τη συναίνεσή τους σε ό,τι αφορά τον ηθικό πολιτισμό, προκειμένου ο πληθυσμός τους να έχει τη δέουσα καθοδήγηση προς μια πιο ενάρετη, δίκαιη και ορθολογική διαβίωση.
Είναι καθήκον μας να σταθούμε υπεύθυνα ως προς το μέλλον της χώρας μας και όλης της Ευρώπης. Δεν είμαστε παθητικοί υπήκοοι υπό το κράτος δεσποτικών εξουσιών, ούτε μοιρολάτρες απέναντι σε αναπόδραστες ιστορικές νομοτέλειες. Το να είναι κάποιος Έλληνας, το να είναι Ευρωπαίος σημαίνει να είναι υπεύθυνο πολιτικό και ιστορικό υποκείμενο. Εμείς είμαστε οι συγγραφείς του ιστορικού μας πεπρωμένου.
Η Ζαφειρούλα Βασιλάτη είναι Πρόεδρος Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων ε.τ. Από το 2021 έως το 2023 εξελέγη δύο φορές από τους συναδέλφους της Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Διετέλεσε Δικαστής για 38 χρόνια και προηγουμένως Δικαστική Αντιπρόσωπος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και Δικηγόρος Αθηνών.