Δολοφονία Άλκη: Καλοί οι νόμοι, αλλά καλύτερος ο έλεγχος των Συνδέσμων…
07/02/2022Γράφαμε σε προηγούμενο σχόλιο για τις βαρύτατες ευθύνες που έχει η Πολιτεία και οι αξιωματικοί της Αστυνομίας για την δολοφονία Άλκη και ευρύτερα για τη δημιουργηθείσα κατάσταση με την οπαδική βία όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη, αλλά παντού. Πριν αλέκτωρ φωνήσαι τρις, ήρθε ο ίδιος ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου να το επιβεβαιώσει στο ακέραιο.
Γιατί πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς το ένα εκ των τριών επιπέδων των κυβερνητικών πρωτοβουλιών που ανακοίνωσε και που ξεκάθαρα αναφέρεται στην εντατικοποίηση των ελέγχων από την Ελληνική Αστυνομία; Δηλαδή, ούτε λίγο ούτε πολύ, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος παραδέχτηκε ευθαρσώς ότι οι αξιωματικοί της Διεύθυνσης Αστυνομίας Θεσσαλονίκης στη συγκεκριμένη περίπτωση, μην κάνοντας τους επιβαλλόμενους εντατικούς ελέγχους στους συνδέσμους φιλάθλων, θα μπορούσαν να κάνουν και καλύτερα τη δουλειά τους!
Αρκεί να αναλογιστούμε αυτό που με αφορμή τη δολοφονία Άλκη λένε τις τελευταίες ώρες έγκριτοι Συνταγματολόγοι, όπως ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Κώστας Χρυσόγονος, ότι δηλαδή ο αστικός κώδικας προβλέπει με δικαστική απόφαση ακόμα και τη δυνατότητα διαλύσεως σωματείων και συλλόγων που εκτρέπονται του σκοπού τους. Για να διαπιστωθεί, όμως, η όποια εκτροπή, δεν θα πρέπει να γίνουν και οι απαραίτητοι έλεγχοι; Έλεγχοι όμως που με την παραδοχή του κυβερνητικού εκπροσώπου δεν γίνονται, τουλάχιστον εντατικά!
Διότι θα μπορούσε πράγματι να υπάρξει μια σχετική αυστηροποίηση του Νόμου, αλλά τί να τους κάνεις του νόμους όταν δεν εφαρμόζονται, ή τουλάχιστον δεν εφαρμόζονται εντατικά (για να παίξουμε κι εμείς λίγο με τις λέξεις); Κοντολογίς τα όσα ανακοίνωσε ο Γιάννης Οικονόμου περισσότερο σε εμπαιγμό της κοινής γνώμης παραπέμπουν, παρά σε ειλικρινή προσπάθεια επίλυσης του προβλήματος.
Εάν η σημερινή κυβέρνηση ή χθεσινή ή ακόμα και η προχθεσινή εάν θέλετε, είχε τη βούληση, να είστε σίγουροι, ότι θα είχε ξεκαθαρίσει το τοπίο και θα είχαν αποφευχθεί πολλά και η δολοφονία Άλκη. Το ερώτημα λοιπόν για την κυβέρνηση είναι σαφές: δεν θέλει, ή θέλει και δεν μπορεί; Και στην περίπτωση που δεν μπορεί, γιατί ρομαντικά σκεπτόμενοι θέλουμε να πιστεύουμε ότι θέλει, τί είναι εκείνο που την εμποδίζει;