Γιατί το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να αναγεννηθεί με τον Ανδρουλάκη
11/01/2022Στο πρώτο μέρος του σημειώματος αναλύσαμε πώς το ΠΑΣΟΚ ανήλθε ταχύτατα στην εξουσία και πώς στη συνέχεια μεταλλάχθηκε με αποτέλεσμα τη νομοτελειακή εκλογική και πολιτική του καταρράκωση. Συνεπώς, η εξέταση του μέλλοντός του υπό το πρίσμα των πολιτικών εξελίξεων, του κοινωνικοπολιτικού τοπίου, οφείλει να εκκινήσει από το κατά πόσο η αναίρεση των αιτιών της πτώσης του και η αναβίωση των λόγων της ανόδου του είναι εφικτές. Το μεγάλο ερώτημα που γεννάται είναι αν η νέα ηγεσία του Ν. Ανδρουλάκη είναι ικανή να κάνει ξανά το ΠΑΣΟΚ μεγάλο. Τώρα, αρκετές βδομάδες μετά την ανάληψη καθηκόντων του, μπορούν να εξαχθούν κάποια συμπεράσματα.
Το ΠΑΣΟΚ αποψιλώθηκε εκλογικά την τριετία 2009-2012 και έτι περαιτέρω έως το 2015, οπότε έπιασε εκλογικό ιστορικό χαμηλό. Ο βασικός λόγος ήταν η μνημονιακή πολιτική του που ήταν αντίθετη με την ιστορία και το πολιτικό –κυβερνητικό του πρόγραμμα. Ταυτόχρονα, συνιστούσε την πρώτη τα τελευταία 40 χρόνια κυριολεκτικά μετωπική επίθεση κυβέρνησης προς την εκλογική της βάση. Ποτέ άλλοτε μέχρι τότε κυβέρνηση δεν έλαβε τόσο επιθετικά, οριζόντια κοινωνικοοικονομικά μέτρα εναντίον της μεγάλης πλειοψηφίας της μικρομεσαίας τάξης, που συνιστούσε και το εκλογικό της ακροατήριο.
Μεγάλη μερίδα του λαϊκών στρωμάτων οδηγήθηκε ταχύτατα σε καθεστώς επιβαλλόμενης φτώχιας. Η φοροαφαίμαξη και η επιδρομή στην ακίνητη περιουσία, βασικό μέσο αποταμίευσης της μεταπολεμικής Ελλάδας, ήταν τα βασικά μέσα της μνημονιακής επίθεσης. Την ίδια ώρα έγινε κατανοητό ότι η χώρα απώλεσε και τυπικά την εθνική της κυριαρχία, το αυτεξούσιό της, και εισήλθε στη σφαίρα μιας “δικτατορίας έξωθεν υπαγορεύσεων”. Η αίσθηση του αχρείαστου και αποφεύξιμου της μνημονιακής επιλογής, όσο κι αν κατηγορήθηκε η όντως αμαρτωλή κυβέρνηση Καραμανλή, εμπεδώθηκε σε μεγάλο μέρος της κοινωνίας.
Έως τότε, η εκλογική και κοινωνική βάση του ΠΑΣΟΚ ανεχόταν για πάνω από δύο δεκαετίες τη μετάλλαξη του κόμματος και την απομάκρυνση από τον κοινωνικό και πατριωτικό του χαρακτήρα. Ο λόγος ήταν πρώτον ότι το δανειζόμενο και οδεύον προς χρεοκοπία κράτος και ο τραπεζικός τομέας τροφοδοτούσαν επί χρόνια την οικονομία με άφθονο χρήμα. Και δεύτερον, ότι υπήρχε ένα αποτελεσματικό σύστημα προσωπικών εξυπηρετήσεων, που μπορούσε να ικανοποιήσει μεγάλο μέρος του εκλογικού ακροατηρίου.
Ακόμα, στη διελκυνστίδα μεταξύ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ τα στρώματα αυτά στην πλειονότητά τους συνέχιζαν να το στηρίζουν, διότι δεν ξέχασαν ποιο κόμμα τα έβγαλε από την αφάνεια και υπό το φόβο της επανόδου της “επάρατου Δεξιάς”. Όταν το ΠΑΣΟΚ έβαλε ευθέως εναντίον του πυρήνα της μικρομεσαίας τάξης, ο δεσμός “έσπασε”. Ταυτόχρονα, ο εσμός των σκανδάλων, με αποκορύφωμα τις περιπτώσεις Τσοχατζόπουλου και Παπαντωνίου, απομάκρυνε και ψυχολογικά μεγάλη μερίδα της εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ. Και το κόμμα φυλλορόησε.
Προϋποθέσεις αναγέννησης
Έκτοτε, αυτός ο κόσμος είτε έχει μετακομίσει απρόθυμα στο ΣΥΡΙΖΑ και δευτερευόντως παλιότερα στο ΠΟΤΑΜΙ και σήμερα στη ΝΔ, είτε απέχει συνειδητά. Το ερώτημα, λοιπόν, είναι πώς μπορεί ο κόσμος αυτός να επιστρέψει. Και δευτερευόντως, βεβαίως, πώς το κόμμα θα μπορούσε να προσελκύσει και νέους ψηφοφόρους, που δεν είχαν ποτέ εκλογική ή πολιτική σχέση μαζί του, όπως όσοι νεοεισελθέντες ψηφοφόροι της περιόδου 2012-2019 δεν έχουν ψηφίσει ΠΑΣΟΚ.
Η απάντηση βρίσκεται ακριβώς στην αναίρεση των παραπάνω αιτιών. Για να αναιρεθούν οι παραπάνω λόγοι, θα πρέπει πρώτον να έχει υπάρξει αναγνώριση των (εγκληματικών) («)λαθών(») της προηγούμενης κυβερνητικής θητείας του ΠΑΣΟΚ. Αυτό σημαίνει, πρώτα, αυτοκριτική έμπρακτη σε επίπεδο κόμματος και οργάνων του με αλλαγή πολιτικής κατεύθυνσης. Και δεύτερο, αυτοκάθαρση και αλλαγή προσώπων.
Τίποτα από αυτά όμως δεν έχει γίνει ουσιαστικά στο ΠΑΣΟΚ. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι εκπρόσωποι του κόμματος επαίρονται ότι «έσωσαν τη χώρα με τα μνημόνια». Επιπλέον, οι τρεις από τους έξι υποψήφιους στις πρόσφατες εσωκομματικές εκλογές, που συγκέντρωσαν πάνω από το 50% της ψήφου, υπήρξαν βασικοί, κάποιοι και μοιραίοι, πρωταγωνιστές της τελευταίας δεκαετίας. Άρα, ούτε ο στενός στελεχιακός πυρήνας του κόμματος συμμερίζεται έμπρακτα την ανάγκη για ριζική ανανέωση σε ιδέες και πρόσωπα.
Ακόμα, μια ενδεχόμενη άνοδος του ΠΑΣΟΚ εξαρτάται άμεσα από την ύπαρξη ή μη ενός σαφούς διακριτού πολιτικού στίγματος. Τί διαφορετικό πρεσβεύει ως πολιτικό πρόγραμμα και λύσεις στα προβλήματα της χώρας σήμερα; Όποιος παρακολουθεί το κόμμα τα τελευταία χρόνια, συνειδητοποιεί ότι σε κανένα μεγάλο θέμα, σε κανένα μεγάλο πρόβλημα δεν έχει να επιδείξει κάποια ριζικά διαφορετική πολιτική, ενδεικτική διαφορετικής προσέγγισης, από τα δύο μεγάλα κόμματα.
ΠΑΣΟΚ με Ανδρουλάκη
Ο νικητής των εκλογών παρουσιάστηκε ως αναμορφωτής και φορέας της ανανέωσης. Όμως πώς μπορεί να είναι έτσι, όταν ο ίδιος φέρει δηλωμένα την πολιτική κληρονομιά του “εκσυγχρονιστικού” εγχειρήματος του Σημίτη και στη συνέχεια του Βενιζέλου; Αυτή την εθνοαποδομητική κληρονομιά φροντίζει να μας υπενθυμίζει κάθε φορά (από τις λίγες που το κάνει) που εκφράζει κάποια συγκεκριμένη άποψη. Τυπικό παράδειγμα η υποστήριξη της Συμφωνίας των Πρεσπών. Νέες ιδέες του περί κατάργησης του βέτο εντός ΕΕ μάλλον πρέπει να συνδέονται με τις επιρροές που η πολιτική του συγκρότηση δέχτηκε από το γερμανικό- ευρωπαϊκό περιβάλλον στο ευρωκοινοβούλιο.
Ταυτόχρονα, ναι μεν ο ίδιος δεν έχει τη φθορά από κυβερνητική παρουσία στην πλάτη του, όμως η παρουσία του ως γενικού γραμματέα του κόμματος κατά τη διάρκεια της τελευταίας συγκυβέρνησης ΠΑΣΟΚ –ΝΔ δεν τον κάνει λιγότερο υπεύθυνο πολιτικά. Ο άλλοτε “στρατηγός” του Σημίτη Τσουκάτος δεν ήταν λιγότερο υπεύθυνος για τη διαφθορά της εποχής, αν και δεν έλαβε ποτέ κυβερνητική θέση.
Αν ο Ανδρουλάκης επιχειρήσει να πείσει με βασικό επιχείρημα ότι είναι νέος και άφθαρτος, η φθορά του θα είναι ταχεία. Κανείς από όσους έφυγαν από το ΠΑΣΟΚ δε θα επιστρέψει απλά για αυτό το λόγο. Η μακρόχρονη τάση του να αποφεύγει την τοποθέτηση για κάθε μεγάλο πολιτικό θέμα μπορεί πρόσκαιρα να του αποκομίζει πολιτικά οφέλη, ως μη δυσάρεστου, όμως σε βάθος χρόνου είναι αποτρεπτική συγκρότησης πλειοψηφικού πολιτικού ρεύματος.
Αν επιχειρήσει να προσδώσει στο ΠΑΣΟΚ ένα “εκσυγχρονιστικό” ιδεολογικό χαρακτήρα πιο κοντά στο ΠΟΤΑΜΙ και στην πλατφόρμα Μητσοτάκη, η τύχη του θα είναι ανάλογη του ΠΟΤΑΜΙΟΥ όσο ηγείται ο Μητσοτάκης στη ΝΔ. Όλοι οι οπαδοί του εκσυγχρονισμού θα προτιμήσουν ένα μεγάλο κόμμα εξουσίας από το μικρό ΠΑΣΟΚ.
Σύνθεση του κοινωνικού με το εθνικό
Αλλά και αν ακόμα ο Μητσοτάκης αποχωρήσει από την ηγεσία και πρωθυπουργία και η ΝΔ επανέλθει στην καραμανλική παράδοση, η πραγματική απήχηση του νεοφιλελεύθερου και κοσμοπολίτικου εκσυγχρονισμού είναι μειωμένη, ώστε να μπορέσει να σταθεί ως κυρίαρχη ιδεολογία σε ανερχόμενο κόμμα εξουσίας. Κάποτε ο εκσυγχρονισμός ανέλαβε το ΠΑΣΟΚ ως έτοιμο κυβερνητικό κόμμα του 45% και μετά από τις διαδοχικές θητείες Σημίτη, Παπανδρέου, Βενιζέλου το καταρράκωσε.
Το ΠΑΣΟΚ εξέφρασε κάποτε τη σύνθεση του κοινωνικού με το εθνικό και ένα μεγάλο ρεύμα κοινωνικών δυνάμεων. Αν θέλει να γίνει ξανά μεγάλο, θα πρέπει να κάνει το ίδιο. Σε μια εποχή μάλιστα όπου υπάρχει έντονη η τάση επανεθνικοποίησης της πολιτικής ζωής, ως αποτέλεσμα των εθνικών κινδύνων και προκλήσεων λόγω του τουρκικού επεκτατισμού, της αθρόας λαθρομετανάστευσης, της δημογραφικής κάμψης, και πάντα παρούσα η χαίνουσα οικονομική πληγή.
Η πολιτική απεχθάνεται το κενό. Αν δεν καλύψει το ΠΑΣΟΚ αυτό το κενό, θα το καλύψει άλλος. Ο Σύριζα των μνημονίων και των Πρεσπών δεν μπορεί να το καλύψει, το έχει αποδείξει. Το μεγάλο ερώτημα είναι πότε και ποιος μπορεί να το κάνει αυτό, με δεδομένο ότι από καμμία πλευρά του κεντρικού πολιτικού σκηνικού δε φαίνεται κάποια ελπίδα. Η ριζική αναμόρφωση του πολιτικού σκηνικού είναι πιο επιτακτική από ποτέ.