Γιατί βαθαίνει το χάσμα μεταξύ ελίτ και κοινωνιών στην Ευρώπη
28/10/2025
Μια συνηθισμένη ατάκα της εποχής είναι: “οι σημερινές ευρω-ελίτ είναι ανίκανες”. Σαν χαρακτηριστικά παραδείγματα αναφέρονται οι Στάρμερ, Μακρόν, Λέιεν, Τουσκ, Ρούτε και Κάλλας. Παρόλα αυτά, όλοι τους με κάποιον τρόπο, παραμένουν στην εξουσία. Αυτό είναι το αίνιγμα του τι συνιστά “ικανότητα” στην πιο ακραία του μορφή. Ηγέτες που δεν υπηρετούν την κοινωνία, παραμένουν στην εξουσία, προωθώντας πολιτικές που αντιβαίνουν στη λαϊκή βούληση!
Για να λύσουμε το αίνιγμα, πρέπει να αντιληφθούμε ότι, για τις άρχουσες ελίτ, η “ικανότητα” δεν είναι μια εγγενής ποιότητα, αλλά ένα πολιτικό κατασκεύασμα, που είναι συνάρτηση των στόχων και της δομής του διατλαντικού συστήματος εξουσίας. Το κρίσιμο ερώτημα είναι: ποια συμφέροντα μια τέτοια “ικανότητα” εξυπηρετεί; Από την οπτική γωνία του απλού Ευρωπαίου, οι ηγέτες είναι ανίκανοι, όταν οι κοινωνικές υπηρεσίες παραπαίουν, το κόστος ζωής αυξάνεται, οι θεσμοί γίνονται εύθραυστοι και οι υποδομές διαλύονται.
Ωστόσο, από την οπτική γωνία του διατλαντικού μπλοκ, πολλοί από τους ίδιους αυτούς ηγέτες θεωρούνται ιδιαίτερα ικανοί, με την έννοια ότι υπακούν πιστά στις εντολές του: προωθούν πολεμικούς προϋπολογισμούς, προβαίνουν σε περικοπές κοινωνικών παροχών, καταδιώκουν τους αντιπάλους και τροφοδοτούν τα αφηγήματα. Ξεχωρίζουν για την πρόσβασή τους στα κυκλώματα του Νταβός και της Γουόλ Στριτ, τις υψηλές κομματικές διασυνδέσεις τους, και συχνά είναι προϊόντα οικογενειακών και αριστοκρατικών γενεαλογιών.
H πρόεδρος της Κομισιόν, Λάϊεν, έχει τα παραπάνω προσόντα (Foreign Policy): “Η αριστοκρατική ανικανότητα της Ούρσουλα φον ντερ Λάϊεν: Πώς οι οικογενειακές διασυνδέσεις της προέδρου της Κομισιόν εξηγούν την άνοδό της στην εξουσία”. Με ελάχιστη θεσμική εμπειρία στην ΕΕ, το άλμα της στην προεδρία είναι μια ακραία περίπτωση του πώς η επιλογή κορυφαίων στελεχών βασίζεται στη συγκατάθεση των δικτύων ευρω-διαπλοκής και όχι στα πραγματικά προσόντα και στη δοκιμασμένη διοικητική εμπειρία.
Η ανεπάρκεια της Λάϊεν αποκαλύφθηκε με ωμή σαφήνεια και στη πρόσφατη συμφωνία της με τον Τραμπ, που απηχεί τη χειρότερη μορφή μεταφοράς εξουσίας από τους ευρω-νομοθέτες σε πολυεθνικά επιχειρηματικά συμφέροντα. Ο Τραμπ, εκτός από δασμούς 15% στις περισσότερες εξαγωγές της ΕΕ προς τις ΗΠΑ, εξασφάλισε και ευρείες εξαιρέσεις, ανοίγοντας την πόρτα της ευρωπαϊκής αγοράς σε μη συμμορφούμενα με τους ευρω-κανονισμούς προϊόντα (Lobby Control). Η Λάϊεν επέδειξε υψηλό βαθμό “ικανότητας” στο να προωθεί τα αμερικανικά επιχειρηματικά συμφέροντα, δίνοντάς τους μια άνευ προηγουμένου επιρροή στην χάραξη ευρωπαϊκής πολιτικής.
Ικανότητα για ποιον και για ποιους στόχους
Για τους απλούς πολίτες, η συμφωνία καταδεικνύει την κραυγαλέα αποτυχημένη ηγεσία της Λάϊεν. Για τους πολιτικούς πάτρονές της, η Λάϊεν ενσαρκώνει ακριβώς τη μορφή της “ικανότητας” που εκτιμούν: ευθυγράμμιση με τους γεωπολιτικούς στόχους του διατλαντικού δικτύου, χρήση οποιονδήποτε μέσων και με οποιοδήποτε κόστος για τη διατήρηση της ηγεμονίας και συνοχής του δικτύου. Είναι μία από τις πολλές περιπτώσεις μετριοτήτων της ΕΕ που θεωρούν καθήκον τους να υπηρετούν πιστά την διατλαντική πολιτική του Αμερικανού σόουμαν.
Η περίπτωση Λάϊεν αποκαλύπτει ότι αυτό που μοιάζει με “ανικανότητα” είναι μια διαφορετικού είδους “ικανότητα”, που κυριαρχεί στους ευρω-θεσμούς. Βασίζεται σε κριτήρια που εξυπηρετούν συγκεκριμένα συμφέροντα σε συγκεκριμένες ιστορικές στιγμές και δεν έχουν σχέση με τα ιδανικά της καλής διακυβέρνησης. Δεν υιοθετούν κανόνες αξιοκρατίας, δεν απαιτούν εμπειρία στον συγκεκριμένο τομέα, ούτε επαγγελματική κατάρτιση και ηθική που θα δημιουργούσαν μια διοίκηση στην υπηρεσία του κοινού.
Η επιλογή προσώπων για τις κορυφαίες θέσεις (υπερεθνικών οργανισμών, όπως η EE, κεντρικών τραπεζών, υπουργείων Εξωτερικών και Οικονομικών) λειτουργεί με τη λογική ότι η “ικανότητα” είναι ένα πολιτικό και συγκυριακό κατασκεύασμα, που διαμορφώνεται από μία τριάδα παραγόντων: μηχανισμός επιλογής των ελίτ, αυστηρό πλαίσιο καθορισμού των στόχων τους και αφήγημα στήριξης της εξουσία τους, το οποίο συχνά διαχειρίζεται τους πολίτες σαν μάζα στην υπηρεσία των ροών κεφαλαίων.
Εφόσον η επιλογή προσώπων ελέγχεται από τα κυκλώματα της διατλαντικής πολιτικής και του μεγάλου κεφαλαίου, φυσιολογικά θα ανταμειφθούν όσοι τα υπηρετούν: μεσάζοντες προμηθειών, νομικοί κυρώσεων, οργανωτές κρίσεων, υπεύθυνοι πειθαρχίας συμμαχιών, διαχειριστές αφηγημάτων. Είναι η λειτουργική λογική ενός συστήματος, όπου η “ικανότητα” καθορίζεται από το κατά πόσο μπορεί να διαχειρίζεται τους πολίτες, πότε ως πόρους πλουτισμού και πότε ως εμπόδια, ενώ παραμελεί όλο και περισσότερο την επίτευξη απτών βελτιώσεων στη ποιότητα ζωής τους.
Αυτό το σύστημα δεν παράγει ειδικούς στην επίλυση τοπικών προβλημάτων – παράγει ειδικούς στη διαχείριση της παγκοσμιοποίησης. Επιπλέον, η απόκλιση ανάμεσα στο τι θεωρεί “ικανότητα” η ελίτ και στο τι η κοινωνία σημαίνει ότι όσο αυξάνεται το χάσμα μεταξύ αυτών που επιθυμεί η ελίτ και αυτών που έχει ανάγκη η κοινωνία, τόσο πιο έντονη γίνεται η καταστολή και τόσο πιο επιθετική η διαχείριση του αφηγήματος, που απαιτείται για τη διατήρηση της κοινωνικής σταθερότητας.
Άλλες μορφές ικανότητας
Ο ορισμός της “ικανότητας” σχετίζεται και με την επιτυχή διαχείριση του αφηγήματος, που δικαιολογεί ένα σύστημα διακυβέρνησης. Το αφήγημα κάνει ένα συγκεκριμένο είδος επιβολής να φαίνεται φυσικό και θεμιτό. Η “εκπολιτιστική αποστολή” δικαιολόγησε την βρετανική αυτοκρατορική κυριαρχία μέσω της ρητορικής της επιβολής τάξης σε “οπισθοδρομικούς” λαούς. Ο φιλελεύθερος διεθνισμός παρουσιάζει τη δυτική παρέμβαση ως εξάπλωση της δημοκρατίας, αντί για διασφάλιση του φυσικού πλούτου των “εκδημοκρατισμένων” λαών.
Ο νατοϊκός ορισμός της “ικανότητας” διατυπώνεται στη μελέτη NDC Insight 05-2025. Η κοινωνία αντιμετωπίζεται σαν μια “μάζα”, που θα διαμορφωθεί και κινητοποιηθεί με βάση τα ζητήματα που απασχολούν τη Συμμαχία: «Θα πολεμούσατε αν προτεραιότητα είναι η νίκη με κάθε κόστος; Θα πολεμούσατε αν είχατε προσωπικούς δεσμούς με τον αντίπαλο ή πιστεύατε ότι το ΝΑΤΟ είχε ενεργήσει επιθετικά;» Αν οι πολίτες δεν θέλουν να πολεμήσουν, η ικανότητα των ελίτ κρίνεται από το αν θα καταφέρουν να τους παρουσιάσουν ένα αφήγημα για το οποίο αξίζει να πεθάνουν. Ικανός είναι αυτός που μπορεί να διαχειριστεί το κοινό για νατοϊκούς σκοπούς και όχι αυτός που το υπηρετεί.
Σύμφωνα με το Μνημόνιο Πάουελ, η βασική “ικανότητα” της επιχειρηματικής ελίτ συνίσταται στη δυνατότητά της να προστατεύσει το καπιταλιστικό σύστημα. Οφείλει να οργανώσει δεξαμενές σκέψεις, νομικά γραφεία και ΜΜΕ για να αναδιαμορφώσουν την πολιτική, την επικοινωνία και τον ακαδημαϊκό χώρο. Το κοινό πρέπει να εκπαιδευτεί και να ελεγχθεί το τι κάνει και σκέφτεται. Σημαντική θεωρείται και η “ικανότητα” στο γλείψιμο. Η αναφορά του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ, Ρούτε, στον Τραμπ σαν “daddy” (μπαμπάκα), που για τον απλό άνθρωπο αποτελεί ένδειξη υποταγής και κολακείας, θεωρήθηκε από το διατλαντικό μπλοκ ότι εξυπηρετεί τους νατοϊκούς στόχους (αυξημένες αμυντικές δαπάνες, ενίσχυση του “συνασπισμού των προθύμων” κλπ.).
Τα παραπάνω αποκαλύπτουν ότι αυτό που οι πολίτες θεωρούν ως κραυγαλέα ανικανότητα της ευρω-ελίτ, στην πραγματικότητα είναι ικανότητα σε άλλο επίπεδο, που καθορίζεται από την εμπιστοσύνη που εμπνέει στο διατλαντικό δίκτυο, την αφοσίωση και ιδεολογική συμμόρφωσή της ή κάποιο μείγμα. Τελικά, ο αγώνας για τον προσδιορισμό της έννοιας “ικανότητα” είναι ένας αγώνας για την εξουσία. Ειδικά, μια ηγεμονία σε παρακμή αντιλαμβάνεται την “ικανότητα” αποκλειστικά ως επιθετικότητα και νομιμοφροσύνη.
Επειδή οι ηγέτες της ΕΕ επιλέγονται για την αφοσίωση τους σ΄ ένα κλειστό διατλαντικό δίκτυο, μέσω ενός μηχανισμού επιλογής που απορρίπτει την ανεξάρτητη πολιτική και δεν εκτιμά την κριτική σκέψη, στερούνται τα εργαλεία εκείνα που τους είναι απαραίτητα για να κατανοήσουν την πραγματικότητα. Και επειδή η επικρατούσα δοξασία στην ΕΕ αντιλαμβάνεται ως κορυφαία “ικανότητα” την πολεμικότητα (Επανεξοπλίστε την Ευρώπη), μια σύγκρουση μεγάλης κλίμακας θα είναι η τελική, απελπισμένη προσπάθεια να διατηρηθεί με τη βία αυτό που δεν μπορεί πλέον να διατηρηθεί με τη νομιμότητα, την καινοτομία και την ορθή διακυβέρνηση.





