Η ανάταξη της Ελλάδας περνά από τη Θεσσαλονίκη
09/01/2024Υπάρχει ιθύνουσα τάξη στη Θεσσαλονίκη; Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό. Είναι πραγματικό, καίριο. Συνήθως στα πολιτικά κείμενα το ζήτημα των κοινωνικών δυνάμεων που ηγούνται τοποθετείται και εξετάζεται ως κατακλείδα, με την έννοια της “κινούσας μηχανής” για την ώθηση και πραγμάτωση των στόχων ενός σχεδίου. Σκοπίμως, προτάσσω εδώ το ερώτημα για να γίνει ευθύς εξαρχής καθαρή η πρώτιστη θέση που έχει.
Χωρίς κοινωνικές δυνάμεις που να ηγούνται και να ενδιαφέρονται για το πλέγμα των έτσι και αλλιώς αλληλεξαρτώμενων προβλημάτων, θετικές εξελίξεις δεν μπορούν να υπάρξουν. Χωρίς δυνάμεις που ορίζουν το παραγωγικό νεύρο μιας περιοχής, χωρίς δυνάμεις που έχουν δικούς τους σκοπούς στην σε οικονομία, παραγωγή, εργασία και τεχνολογίες το μέλλον ανήκει και καθορίζεται από άλλους. Από τις δυνάμεις, δηλαδή, που θέτουν κυρίαρχα το παραγωγικό πλαίσιο και που καθορίζουν τους σκοπούς, υπηρετώντας κυρίως τα συμφέροντά τους. Οι δυνάμεις αυτές, στην περίπτωσή μας είναι εξωτερικές ως προς την περιοχή.
Σ’ αυτή την περίπτωση, λοιπόν, οι “τοπικοί” (οποιουδήποτε τύπου και μορφής) έχουν δύο δρόμους: Ο πρώτος να γίνουν “μεταπράτες”, εξαρτημένα υποσύνολα των ισχυρών εξωτερικών δυνάμεων, οι οποίες θα ενεργούν ως κυρίαρχοι. Είναι ο συνήθης και ιστορικά επιβεβαιωμένος για τις άνευρες, συμβιβασμένες και χαμηλής ταυτοτικής συγκρότησης τοπικές ελίτ. Ο δεύτερος δρόμος είναι να συγκροτηθεί ένας νέος συνασπισμός κοινωνικών δυνάμεων με αναπτυξιακούς σκοπούς, κοινωνική συνοχή και ενδογενή ταυτότητα για να αναλάβει το έργο της .
Η Θεσσαλονίκη
Την τελευταία 30ετία η Ελλάδα πορεύεται τον πρώτο δρόμο με συνεχή μάλιστα ολίσθηση. Οι δε συνθήκες για τη συγκρότηση ενός συνασπισμού κοινωνικών δυνάμεων για τον δεύτερο δρόμο της ανόρθωσης είναι αναιμικές παρά τα ενθαρρυντικά σκιρτήματα δυναμικών στελεχών και ομάδων. Ωστόσο, σ’ αυτές τις ομάδες της νέας οικονομίας, της μεταποίησης, των επιστημών, των νέων τεχνολογιών και του πολιτισμού υπάρχει η όποια προοπτική ενδογενούς περιφερειακής ανάπτυξης με παράκαμψη των τοπικών μεταπρατών.
Όπου το πρόβλημα συσσωρεύεται και εντείνεται και όσοι συνειδητοποιούν την ανάγκη διεξόδου, εκεί και τότε διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις εναλλακτικής πορείας. Έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα, αυτός ο τόπος για μία δυναμική εκκίνησης είναι η Θεσσαλονίκη. Θα κερδηθεί, άραγε, το ιστορικό στοίχημα; Μιλώντας για τη Θεσσαλονίκη, για τα ζωτικά της προβλήματα και για το αύριο, στην ουσία μιλάμε για το ζήτημα της Ελλάδας. Ας μην θεωρεί λογικό άλμα!
Με τη Θεσσαλονίκη στην κατάσταση που βρίσκεται, με τις άλλες μεγάλες πόλεις σε χειρότερη κατάσταση, με τις περιφέρειες –πλην Αττικής– σε πτώση σε όλους σχεδόν τους δείκτες, με την ύπαιθρο σε ανεπίστροφη δημογραφική απογύμνωση, οικονομική κατολίσθηση και κοινωνικό μαρασμό, με τη μεθόριο και την παραμεθόριο σε ρόγχο επιβίωσης και ευπαθή σε εξωτερική επιβουλή, ποιο είναι το κεντρικό ζήτημα για την Ελλάδα; Ποιο είναι το Εθνικό Ζήτημα;
Ανορθωτικό πρόγραμμα
Η Θεσσαλονίκη, ως δεύτερη πόλη, αποτυπώνει με τον πιο αντιπροσωπευτικό κι απογοητευτικό τρόπο το πρόβλημα. Το υπάρχον μοντέλο οικονομίας και διοίκησης, με την εικόνα που αδρά μόλις περιέγραψα και ο καθένας βιώνει δεν μπορεί να είναι εθνικά και κοινωνικά ωφέλιμο. Με το 47% του φθίνοντος πληθυσμού στοιβαγμένο στο Λεκανοπέδιο, με το 66% της συνολικής οικονομικής και παραγωγικής δραστηριότητας συγκεντρωμένης εκεί, με τα πραγματικά κέντρα εξουσίας επίσης εκεί, με τις πυρκαγιές κάθε χρόνο να κατατρώνε δασικές εκτάσεις στην Αττική για να δημιουργηθούν νέα οικόπεδα για μπετόν και νέα αλόγιστη πληθυσμιακή συσσώρευση, η πατρίδα δεν έχει μέλλον.
Στο πλαίσιο του υφιστάμενου μοντέλου, κάθε κυβερνητικός πανηγυρισμός, κάθε δήλωση θετικών επιτευγμάτων δεν είναι παρά προσπάθεια απόσπασης της κοινωνικής συναίνεσης για τη διατήρηση της κρατούσας εξουσίας. Οξύνει, όμως, διαρκώς όλους τους όρους αξιοπρεπούς ύπαρξης της χώρας και του έθνους. Αν αυτό είναι το κεντρικό εθνικό ζήτημα, τότε πάνω σ’ αυτό και σχετικά με αυτό οφείλουν να διαμορφωθούν οι πολιτικές στρατηγικές και συμπαρατάξεις. Η καθυστέρηση συγκρότησης και προώθησης μιας τέτοιας στρατηγικής, είναι δηλωτική της καθυστέρησης των αρχουσών ελίτ αναφορικά με τα ζωτικά ζητούμενα της χώρας και του έθνους.
Το μεταρρυθμιστικό-ανορθωτικό και ουσιαστικά αποκεντρωτικό-αναπτυξιακό πρόγραμμα είναι αυτό που μπορεί να οριοθετήσει και να νοηματοδοτήσει συγκεκριμένα το προοδευτικό (δηλαδή, αυτό που εξυπηρετεί τις ανάγκες και τις θετικές προοπτικές της χώρας) και το συντηρητικό (δηλαδή, αυτό που κρατά καθηλωμένη τη χώρα στο σημερινό συγκεντρωτικό και αδιέξοδο μοντέλο.
Χωρίς ένα τέτοιο στρατηγικό σχέδιο, χωρίς μια τέτοια δομική μεταρρύθμιση, η Ελλάδα θα εξακολουθεί να μαραζώνει δημογραφικά και κοινωνικά, να μην είναι παραγωγική. Η διατήρηση του αρνητικού ισοζυγίου πληρωμών σωρευτικά οδηγεί στην επόμενη χρεοκοπία! Για να σωθεί και η Αθήνα πρέπει να σωθεί η Ελλάδα! Το στοίχημα αυτό –έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα– για να κερδηθεί πρέπει να περάσει από τη Θεσσαλονίκη.
Η Θεσσαλονίκη και το εθνικό στοίχημα
Αν έτσι έχουν τα πράγματα τότε εκτός από την αναγκαιότητα συγκρότησης εθνικής στρατηγικής, δεύτερη κρίσιμη προϋπόθεση είναι ποιες δυνάμεις και από ποια θέση μπορούν να ανταποκριθούν στην εθνική ανάγκη. Η Θεσσαλονίκη έχει κομβικό ρόλο και θέση. Ο μεταπρατικός κατά κύριο λόγο χαρακτήρας των τοπικών ελίτ δημιουργεί την ανάγκη για νέο συνασπισμό κοινωνικών δυνάμεων που θα αναλάβουν να πρωταγωνιστήσουν. Το καθήκον αυτό εγείρεται επείγον και ιστορικό.
Παρά τις διαπιστωμένες αδυναμίες, οι καιροί ου μενετοί. Οι “δυνάμεις της Θεσσαλονίκης” μολονότι στο αρχικό στάδιο μπορεί να εκκινούν από τη Θεσσαλονίκη, άμεσα και στην εξέλιξη θα διαμορφώσουν νέο συνασπισμό κοινωνικών δυνάμεων σε εθνικό επίπεδο, κινώντας και δημιουργώντας συνολικότερες εξελίξεις με προοδευτικό περιεχόμενο. Η Θεσσαλονίκη, ως κέντρο δράσης και πρωτοβουλιών αποτελεί σήμερα την εναλλακτική του αθηναϊκού συγκεντρωτισμού. Η Θεσσαλονίκη αντιπροσωπεύει τον πόλο της εναλλακτικής εθνικής πολιτικής.
Η Θεσσαλονίκη προσλαμβάνει από τα πράγματα θέση αποκεντρωτικού-ανατρεπτικού συμβολισμού, όχι, όμως, χωρίς ουσία. Μπορεί να γίνει ξανά –μετά από σχεδόν 110 χρόνια– η πόλη-κλειδί για το εθνικό σχέδιο της Ελλάδας, εμφανιζόμενη ως ο πόλος μιας άλλης Ελλάδας της βιωσιμότητας και του συνόλου της επικράτειας, σε αντιδιαστολή με τον “μικροελλαδισμό του Λεκανοπεδίου” και τον στενό ιδιοτελή ορίζοντα των καθεστωτικών. Η Θεσσαλονίκη θα πορευτεί αυτόν τον δρόμο; Δεν υπάρχει κοινωνικός ή πολιτικός αυτοματισμός. Θα εξαρτηθεί κυρίως από τα κοινωνικά και πολιτικά υποκείμενά της. Αν όχι υπό την κυριαρχία των κατεστημένων ελίτ που την θέλουν προέκταση στις μπίζνες τους και σαν “ερωτική πόλη” με ωραία κουζίνα…