Υπερασπίζεται τα παιδιά το νομοσχέδιο για την τεκνοθεσία των ομόφυλων;
01/02/2024Στο πρώτο μέρος του άρθρου μας αναφερθήκαμε στην εξέλιξη του Οικογενειακού Δικαίου στην Ελλάδα, που οδήγησε στην ψήφιση της μεταρρύθμισης της δεκαετίας του ’80 (ν. 1329/1983) και στην καθιέρωση του παιδοκεντρικού του χαρακτήρα, στο πλαίσιο της ισότητας των δύο φύλων. Από τη δεκαετία του ’90 και μετά, με την ήττα των σοσιαλιστικών/σοσιαλδημοκρατικών και κομμουνιστικών κυβερνητικών εμπειριών, τόσο διεθνώς, όσο και στην Ελλάδα, αρχίζει να αναδύεται και διαχέεται το κυρίαρχο ρεύμα του φιλελεύθερου δικαιωματισμού, του ατόμου δηλαδή ως αφαίρεση, ως απομονωμένο άτομο, όχι ως κοινωνική σχέση, στο πλαίσιο μιας γενικευμένης εμπορευματοποίησης των ανθρώπινων σχέσεων και λειτουργιών-δημοσίων αγαθών, ως κυρίαρχης διάστασης.
Το φεμινιστικό κίνημα σε διεθνές επίπεδο περνά στο λεγόμενο τρίτο κύμα, στην άρνηση της «ετεροκανονικότητας», στην απόρριψη της ύπαρξης του βιολογικού χαρακτήρα του φύλου και της θεώρησής του εξ’ ολοκλήρου ως κοινωνικής κατασκευής. Διαφορετικά ειπωμένο, η ίδια η έμφυλη διάσταση, η διαφορετικότητα των φύλων, είναι αφύσικη κατάσταση. Οι μεταρρυθμίσεις στο Οικογενειακό Δίκαιο από το 2000 και μετά εγγράφουν τις εξελίξεις αυτές, αλλά και τις σύγχρονες δυνατότητες, χωρίς όμως, σε μια αρχική φάση μέχρι το 2018, να ανατρέπουν τα θεμέλιά του, ούτε να έρχονται σε αντίθεση με αυτά, ούτε με το κοινό αίσθημα, ειδικά σε ό,τι αφορά τα παιδιά.
Απεναντίας συναντούσαν συναίνεση και έναν συγχρονισμό κοινωνίας-νομοθέτη. Νόμοι όπως η ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή (ν. 3089/2002), για την ενδοοικογενειακή βία (ν. 3500/2006, με τις κριτικές που ασκήθηκαν για τον μάλλον περιοριστικό χαρακτήρα των ρυθμίσεων), για το σύμφωνο συμβίωσης (ν. 3719/2008, για ετερόφυλα μόνο ζευγάρια), για την επέκταση του συμφώνου συμβίωσης και για τα ομόφυλα ζευγάρια (ν. 4356/2015), για την νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου (ν. 4491/2017, με τις κριτικές να εστιάζουν στο 15ο έτος ηλικίας για τη δυνατότητα αλλαγής φύλου, καθώς το τελευταίο εισήχθη με τροπολογία την τελευταία στιγμή), για το θεσμό της αναδοχής (ν. 4538/2018).
Στο πλαίσιο αυτό, φαινόταν να είχε κατακτηθεί τόσο σε επίπεδο αντιλήψεων όσο και θεσμίσεων, μια ισορροπία ανάμεσα στα θεμέλια του οικογενειακού δικαίου, στις σχέσεις ατόμου-οικογένειας-κοινωνίας στις σύγχρονες εξελίξεις, στη διαφορετικότητα, με μια ενσωματωτική-συμπεριληπτική ευρύτερα αντίληψη. Η δυναμική αυτή ισορροπία αρχίζει να κλονίζεται σταδιακά από το 2018-2019 και μετά καθώς υπονομεύονται τα θεμέλια του οικογενειακού δικαίου, όπως ορίζονται στο σύνταγμα και στην κοινή νομοθεσία και ιδίως, αλλά όχι μόνον, η παιδοκεντρικότητα.
Ισότητα στον γάμο
Αρχικά, ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει στην αναθεωρητική διαδικασία του Συντάγματος την αναθεώρηση του άρθρου 21 παρ. 1 και ειδικότερα την απάλειψη της θεώρησης της οικογένειας ως θεμελίου της συντήρησης και προαγωγής του έθνους. Για την ιστορία του πράγματος, η βουλευτής Νίνα Κασιμάτη θα είναι η μόνη από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ που θα διαφοροποιηθεί και θα καταψηφίσει τη συγκεκριμένη πρόταση αναθεώρησης στην ψηφοφορία της προτείνουσας Βουλής. Τελικά, δεν θα περάσει, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ θα ηττηθεί στις εκλογές του 2019.
Στη συνέχεια, η ΝΔ το 2021 ψηφίζει τον νόμο για την συνεπιμέλεια (ν. 4800/2021), ανατρέποντας εν μέρει την προτεραιότητα του παιδοκεντρικού χαρακτήρα του οικογενειακού δικαίου, υπέρ του ατομικού δικαιώματος της ισότητας του γονέα. Κριτική στην κατεύθυνση αυτή θα ασκήσουν ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, οι φεμινιστικές οργανώσεις, αλλά και διανοούμενοι, όπως ο καθηγητής Αστικού Δικαίου Μιχάλης Σταθόπουλος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ το 2022, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την ισότητα των ΛΟΑΤΚΙ+, όπως ρητώς αναφέρει, καταθέτει πρόταση νόμου για δικαίωμα γάμου σε ομόφυλα ζευγάρια, δυνατότητα παρένθετης αναπαραγωγής κλπ. Την πρόταση αυτή θα επαναφέρει στην παρούσα συγκυρία. Η ΝΔ το 2024 με το νομοσχέδιο που καταθέτει και τιτλοφορείται “Ισότητα στον πολιτικό γάμο, τροποποίηση του Αστικού Κώδικα και άλλες διατάξεις” στο πλαίσιο της ίδιας στρατηγικής για την ισότητα των ΛΟΑΤΚΙ +, όπως αναφέρει, θεσπίζει το δικαίωμα στο γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, την υιοθεσία-τεκνοθεσία, αντίστοιχες προσαρμογές στην υπόλοιπη νομοθεσία. Δεν επεκτείνει τη δυνατότητα παρένθετης αναπαραγωγής στα ομόφυλα ζευγάρια.
Το στοιχείο αυτό συνιστά πρόδηλη αντίφαση σε σχέση με το πνεύμα, το γράμμα και τον τίτλο του νομοθετήματος περί ισότητας στον πολιτικό γάμο. Κατά πάσα βεβαιότητα θα τεθεί από την νομολογία, όταν τα Δικαστήρια θα κληθούν να αντιμετωπίσουν σχετικές υποθέσεις. Το νομοσχέδιο πλήττει καίρια το θεμέλιο του παιδοκεντρικού χαρακτήρα, υπέρ του ατομικού δικαιώματος της ισότητας στο γάμο. Το βασικό ζήτημα σ’ αυτή την φάση είναι το θέμα της υιοθεσίας. Αυτό άλλωστε συγκεντρώνει και την ισχυρότερη κοινωνική αμφισβήτηση, προκαλώντας ισχυρές αναταράξεις στα κόμματα σε επίπεδο Βουλής.
Αξιακή αλλαγή απέναντι στα παιδιά
Το ζήτημα της ισότητας εντός του παιδοκεντρικού χαρακτήρα του οικογενειακού δικαίου, θα μπορούσε να ρυθμιστεί στο πλαίσιο του συμφώνου συμβίωσης, με σχετικές τροποποιήσεις για την κάλυψη καταστάσεων που έχουν προκύψει σε ζητήματα δικαιωμάτων αστικού χαρακτήρα, όπως επιμέλεια, κληρονομιά, ή εργασιακά κλπ. Αυτό θα ήταν και ένα ισοδύναμο νομοθετικό μέτρο μέσα από τη λογική της στάθμισης, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων που παρέχει το ευρωπαϊκό πλαίσιο λειτουργίας και νομοθεσίας.
Δεν πρόκειται όμως γι’ αυτό. Πρόκειται για άρνηση της παιδοκεντρικότητας όπως έχει καθιερωθεί στο οικογενειακό δίκαιο, για αμφισβήτηση του δικαιώματος του παιδιού, της ψυχοκοινωνικής ανάπτυξής του σε σχέση με τα διακριτά πρότυπα της πατρότητας και της μητρότητας. Και αυτό εμπεριέχει μια θεωρία για τα φύλα και την οικογένεια, γονείς και παιδιά. Γι’ αυτό θα ακολουθήσει στο πλαίσιο της επικαλούμενης άρσης των διακρίσεων, τόσο η παρένθετη αναπαραγωγή, όσο και το “γονέας 1 – γονέας 2” και πολλά άλλα.
Πρόκειται δηλαδή για μια αξιακή αλλαγή, που δεν έχει όμως κοινωνική συναίνεση και δημοκρατική νομιμοποίηση. Και δεν συνιστά πρόοδο. Υπάρχει κατάχρηση του όρου στη μία πλευρά του πολιτικού φάσματος και συμπλεγματισμός στην άλλη πλευρά. Συνιστά οπισθοδρόμηση, καθώς αποδομεί τον παιδοκεντρικό χαρακτήρα, όπως έχει θεμελιωθεί στο οικογενειακό δίκαιο και μάλιστα χωρίς επαρκή ερευνητικά-επιστημονικά δεδομένα για το κρίσιμο ζήτημα της ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης του παιδιού, παρά τα υποστηριζόμενα από την κυβερνητική επιχειρηματολογία επ’ αυτού.
Στη ΝΔ λόγω του παραδοσιακού συντηρητισμού και του πολυσυλλεκτικού χαρακτήρα της παράταξής της, εκδηλώνονται αντιδράσεις που καταγράφονται στην κοινοβουλευτική της ομάδα. Το ΚΚΕ με τα δικά του αναλυτικά εργαλεία και την κοινωνική γείωση, τοποθετείται αρνητικά απέναντι στο νομοσχέδιο. Η σύγκλιση της επίσημης Αριστεράς και Κεντροαριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ), με την ηγετική ομάδα της ΝΔ, που οδηγεί και στη διευκόλυνση της κυβέρνησης για την ψήφισή του στη Βουλή, καθώς θεωρείται “ταυτοτικό”, έχει ιδεολογικά αίτια.
Οφείλεται στο διανοητικό εγκλωβισμό της Αριστεράς-Κεντροαριστεράς, από τη δεκαετία του ’90 και μετά, στον έλεγχο του φαντασιακού της από τον αποεδαφοποιημένο φιλελεύθερο ηγεμονικό λόγο χωρίς δημοκρατία, στο πλαίσιο ενός α-ταξικού και α-εθνικού δικαιωματισμού. Αυτός είναι ένας βασικός λόγος για τις συνθήκες “καχεκτικής ισορροπίας” που παρατηρούνται στον κομματικό ανταγωνισμό στα αριστερά-κεντροαριστερά του πολιτικού φάσματος.
Το ζήτημα όμως για τις δυνάμεις που θέλουν να χαρακτηρίζονται προοδευτικές είναι αφενός να μην αποκόπτονται από τη λαϊκή-κοινωνική κίνηση, αφετέρου να παρεμβαίνουν αυτόνομα και όχι μεταπρατικά στους μεγάλους μετασχηματισμούς που βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη.