Κι όμως η κυβέρνηση δεν διέψευσε ότι θα αλλάξει ο εκλογικός νόμος
08/02/2022Με μία απάντηση που αφήνει περιθώριο ερμηνείας και παρερμηνείας, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου, άφησε ανοικτό το θέμα του να αλλάξει ο εκλογικός νόμος. Ο κ. Οικονόμου ρωτήθηκε στο μπρίφινγκ για το τί σκοπεύει να κάνει η κυβέρνηση: «Είδαμε το Σαββατοκύριακο σενάρια που θέλουν την Κυβέρνηση να αλλάζει τον εκλογικό νόμο. Θα ήθελα να ρωτήσω, αν υπάρχει κάτι τέτοιο στη σκέψη σας»;
Ο Γιάννης Οικονόμου απάντησε: «Οι εκλογές θα γίνουν στην ώρα τους. Θα γίνουν με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο και θα κερδηθούν με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο από τη Νέα Δημοκρατία». Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε σε διαφορετικό ερώτημα. Κατ’ αρχήν δεν διέψευσε ότι «υπάρχει η σκέψη για αλλαγή του εκλογικού νόμου», αλλά αναφέρθηκε, χωρίς να ερωτηθεί, στα σενάρια περί πρόωρων εκλογών.
Ακολούθως είπε ότι «οι εκλογές θα γίνουν με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο». Μόνο που ο ισχύον εκλογικός νόμος, με τον οποίο θα διεξαχθούν οι επόμενες εκλογές, είναι η απλή αναλογική την οποία είχε ψηφίσει παλαιότερα ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι μεθεπόμενες, είτε γίνουν αμέσως, εάν δεν σχηματιστεί κυβέρνηση με απλή αναλογική, είτε γίνουν αργότερα, θα διεξαχθούν με τον εκλογικό νόμο που ψήφισε η ΝΔ και είναι παραλλαγή του παλαιότερου νόμου Παυλόπουλου και απαιτεί σε κάθε περίπτωση ποσοστό τουλάχιστον 37,5% για σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης.
Φυσικά δεν μπορεί να αποκλειστεί ο κ. Οικονόμου να έκανε φραστικό λάθος, ενίοτε όμως οι ακριβείς διατυπώσεις έχουν την σημασία τους. Παρομοίως η αναπληρώτρια κυβερνητική εκπρόσωπος Αριστοτελεία Πελώνη σε ραδιοφωνική της συνέντευξη την περασμένη Παρασκευή είχε δηλώσει ότι «οι εκλογές θα γίνουν στην ώρα τους με το ισχύον εκλογικό σύστημα». Η κ. Πελώνη πάντως πρόσθεσε ότι «δεν έχει τεθεί στο τραπέζι θέμα αλλαγής του εκλογικού νόμου». Και από τις δύο απαντήσεις απουσιάζει μία κατηγορηματική διατύπωση ότι η κυβέρνηση δεν θα αλλάξει τον εκλογικό νόμο που έχει ψηφίσει και η οποία θα διέλυε οριστικά τις φήμες και τα σενάρια.
Εκλογικός νόμος σε αναζήτηση αυτοδυναμίας
Σημειώνεται ότι ήδη από τις αρχές Ιανουαρίου στα δημοσιογραφικά και πολιτικά γραφεία κυκλοφορούν πληροφορίες ότι το επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου, εξετάζει το ενδεχόμενο αλλαγής του εκλογικού νόμου που ψήφισε η ΝΔ και ο οποίος θα ισχύσει στις μεθεπόμενες εκλογές. Τις φήμες είχε ενισχύσει η απάντηση που είχε δώσει ο υπουργός Εσωτερικών, Μάκης Βορίδης ο οποίος είχε δηλώσει ότι «αυτή την στιγμή δεν υπάρχει σκέψη για αλλαγή του εκλογικού νόμου».
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει ότι τα σενάρια είναι βάσιμα και σχολιάζει ότι πρόκειται για ένδειξη αδυναμίας και αναξιοπιστίας της κυβέρνησης, ότι εξετάζει το ενδεχόμενο να αλλάξει –για τις μεθεπόμενες βέβαια εκλογές– το νόμο που η ίδια ψήφισε στην αρχή της τετραετίας. Μάλιστα τότε είχε προβάλλει ότι η θέσπιση του εκλογικού νόμου στο ξεκίνημα ήταν «απόδειξη συνέπειας και αξιοπιστίας» του Κυριάκου Μητσοτάκη που έτσι είχε ξεκαθαρίσει τις απόψεις του: Δηλαδή ότι είναι από θέση αρχής κατά της απλής αναλογικής, ότι δεν θέλει να κάνει παιχνίδια αιφνιδιασμού με τον εκλογικό νόμο και τέλος πως όποτε κι αν γίνουν εκλογές θα είναι διπλές, αφού είναι σταθερά υπέρ των αυτοδύναμων κυβερνήσεων.
Μόνο που στην αρχή της τετραετίας τα δεδομένα ήταν διαφορετικά. Το πολιτικό κλίμα και οι δημοσκοπήσεις έδειχναν άνετη επικράτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη απέναντι σε έναν διαλυμένο ΣΥΡΙΖΑ. Με περισσή αλαζονεία οι επιτελείς του Μαξίμου μιλούσαν για την αδιατάρακτη κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη για δύο τετραετίες. Έτσι ψήφισαν έναν εκλογικό νόμο που απαιτεί σχετικά υψηλό ποσοστό για την αυτοδυναμία. Με τα καινούργια δεδομένα, καθώς η κυβέρνηση πιέζεται και έχει μπει στον κύκλο φθοράς, υπάρχουν σκέψεις για ψήφιση ενός νόμου που να απαιτεί 36% ή και 35% για σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης.
Στέλεχος του κυβερνώντος κόμματος έλεγε ότι «ήταν λάθος το πλαφόν για αυτοδύναμη κυβέρνηση που τέθηκε, θα έπρεπε να είναι χαμηλότερο». Βεβαίως αν προχωρήσει θα επιβεβαιώσει τις αιτιάσεις του ΣΥΡΙΖΑ ότι είναι μία κυβέρνηση σε αποδρομή και θα πρόκειται για μία κίνηση αδυναμίας και αναξιοπιστίας. Πάντως οι προβολές που γίνονται και λαμβάνουν υπόψη την φθορά της κυβέρνησης, δείχνουν ότι και το 35% ή 36% δύσκολα θα το κερδίσει και αυτό λειτουργεί αποτρεπτικά.