ΑΠΟΨΗ

Οι Ολυμπιονίκες, η λαϊκή δυσαρέσκεια και τα αφεντικά του κράτους

Οι Ολυμπιονίκες, η λαϊκή δυσαρέσκεια και τα αφεντικά του κράτους, Παναγιώτης Γεννηματάς

Τα παράπονα που εξέφρασαν οι Ολυμπιονίκες του Τόκιο εναντίον της ελληνικής Πολιτείας, κατά τη στιγμή που απολαμβάνανε την τιμητική επιβράβευση των κόπων τους στο βάθρο των δαφνοστεφανωμένων νικητών, ομολογώ ότι με λύπησε βαθύτατα. Με λύπησε αλλά και με ξένισε ιδιαζόντως. Ανήκω σε μια γενιά που το βάθος της χρονικής της εμπειρίας τής επιτρέπει να γνωρίζει αρκετά καλά την συνεχή ένταση των προσπαθειών της ελληνικής Πολιτείας για την προαγωγή του εθνικού αθλητισμού κατά τα τελευταία πενήντα χρόνια.

Η Πολιτεία της μεταπολίτευσης υιοθέτησε κι αυτή με πλουσιοπάροχη στοργή τον ελληνικό αθλητισμό. Μετά μάλιστα το 1981, η στόχευση των ολυμπιακών μεταλλείων και το “φαμπρικάρισμα” ολυμπιονικών, όπως και διεθνών πρωταθλητικών ομάδων στα ομαδικά αθλήματα, έγινε επίσημος εθνικός στρατηγικός σκοπός που σύντομα γνώρισε πολύπλευρη δικαίωση.

Πιστεύω να κατανοεί κανείς, χωρίς περιττές ιστορικές υπομνήσεις και επεξηγήσεις, ότι το ολυμπιακό βάθρο και τα ολυμπιακά μετάλλια δεν πέφτουν από τον ουρανό στα χέρια αθλητών που έρχονται από μικρές –και μέχρι πρόσφατα φτωχές– χώρες. Πλούσιες πρωτεϊνες και σχετικά συνοδευτικά αμινοξέα αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για την παραγωγή ολυμπιονικών σε σταθερή βάση.

Αυτό σημαίνει γενικότερη οικονομική ανάπτυξη, αλλά και υποστηρικτικό δημόσιο οικονομικό εστιασμό στον αθλητικό τομέα. Κόστη σύγχρονης προετοιμασίας και απαλλαγής των αθλητών από αποπροσανατολιστικές βιοτικές ευθύνες συμπεριλαμβάνονται αυτονόητα. Επιπλέον, η ειδική προνομιακή μεταχείριση των ολυμπιονικών στον μετα-ολυμπιακό πολιτικό τους βίο από την Πολιτεία δεν αποτελεί, βεβαίως, ελάσσονα διάσταση της εκδήλωσης επίσημου δημοσίου ενδιαφέροντος για την παραγωγή πρωταθλητών.

Πόσοι ολυμπιονίκες σύρονται από τα κόμματα στα πολιτικά ψηφοδέλτια και στα έδρανα του Κοινοβουλίου στις άλλες αθλητικά ανεπτυγμένες χώρες; Τουλάχιστον έτσι ήσαν τα πράγματα μέχρι χθες. Έχει άραγε κάτι αλλάξει τελευταία; Ασφαλώς έχουν αλλάξει πολλά. Οι οικονομικές καταιγίδες της τελευταίας δεκαετίας δεν έχουν αφήσει αλώβητο τον αθλητικό τομέα. Οι μνημονιακές περικοπές των δημοσίων δαπανών έχουν αισθητό συρρικνωτικό αντίκτυπο σε όλους τους τομείς της δημόσιας δράσης.

Ο αθλητισμός δεν θα μπορούσε ασφαλώς να εξαιρεθεί. Από την άνωθεν επιβεβλημένη οικονομική περιστολή δεν έχουν μείνει αλώβητοι ούτε βεβαίως οι τυχόν πρόθυμα διαθέσιμοι άλλοτε ιδιώτες σπόνσορες. Ο καπνός των ηχηρών παραπόνων από το Τόκιο των νέων ολυμπιονικών μαρτυρεί επαρκώς για την μακροχρόνια καταστροφική φωτιά που έχει μεσολαβήσει. Δεν θα μείνουμε όμως σ’ αυτό.

Αποξένωση από το κράτος

Δεν χρειάζονται πρόσθετα οπτικά βοηθήματα για να αντιληφθεί κανείς από μόνος του και με γυμνό οφθαλμό ότι τα τελευταία αυτά χρόνια, της επισσυσωρευόμενης οικονομικής κακουχίας, όλο και μεγαλύτερο ποσοστό πολιτών αποξενώνεται συστηματικά από το κράτος. Όλο και περισσότεροι Έλληνες πολίτες αντιμετωπίζουν την Πολιτεία σαν κακόβουλο εχθρό και διαδηλώνουν την αύξουσα αντικρατική καχυποψία με κραυγαλέες συμπεριφορές διαμαρτυρίας και περιύβρισης.

Την καχυποψία αυτή απέναντι στο “δοβλέτι” οι νεοέλληνες έχουν βεβαίως κληρονομήσει από την εποχή της Τουρκοκρατίας. Όπως επίσης και τις ανομικές μορφές συμπεριφοράς που ανάγονται στην παραδοσιακή κλέφτικη “λεβεντιά”. Οι κυβερνήσεις της πρώτης μεταπολίτευσης έκαναν σοβαρές προσπάθειες να την καταπολεμήσουν, ιδιαίτερα μετά το 1981. Η ομοιόμορφη επικράτηση της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας σε όλα τα συντηρητικά κόμματα της Ευρώπης απετέλεσε από τα μέσα του 1980 την πρώτη οργανωμένη αφετηρία μείωσης των δημοσίων δαπανών, που μέχρι τα τέλη του 20ου αιώνα έχτισαν και συντηρούσαν την πλατειά μεταπολεμική λαϊκή συναίνεση.

Στην ιδεολογική αυτή αντιλαϊκή πλημμυρίδα ενέδωσαν δυστυχώς και τα σοσιαλιστικά και σοσιαλδημοκρατικά ευρωπαϊκά κόμματα που έχουν σήμερα ολοκληρωτικά αφομοιωθεί στις δυνάμεις του πολιτικού νεοσυντηρητισμού. Το κακό στην Ελλάδα πήρε ιδιαίτερη ένταση και έκταση με την δημοσιονομική χρεωκοπία του 2010 και την κυνική μορφή απρόσφορης θεραπείας του δημοσιονομικού προβλήματος που τέθηκε αστόχαστα σε χειρουργική εφαρμογή από την σύμπραξη άβουλων ελληνικών κυβερνήσεων και αδυσώπητων πανικοβλημένων δανειστών.

Η οικονομική διάσταση της υγειονομικής αστυνόμευσης, που προέκυψε εξ αιτίας του κορωνοϊού, ήρθε ως νέος επιδρομέας να επιδεινώσει την άθλια προϋπάρχουσα κατάσταση, καίγοντας και τα προηγούμενα οικονομικά αποκαΐδια. Υπό τους όρους αυτούς, δεν είναι βεβαίως καθόλου περίεργο να εκδηλώνεται πολύτροπα η λαϊκή δυσφορία και να συνοψίζεται ως θλιβερή λαϊκή αποξένωση από τους πολιτικούς θεσμούς.

Νέα λαϊκή συναίνεση

Είναι όμως οι θεσμοί και η απρόσωπη ελληνική Πολιτεία, ως συνταγματικό μόρφωμα, ο ενδεδειγμένος αποδέκτης της ενδημούσας λαϊκής δυσαρέσκειας; Η απρόσωπη αυτή καταφορά συνιστά κατ’ αρχήν πρωτοβάθμια εκδήλωση φασιστικής ψυχικής κινητικότητας, εξαιρετικά απειλητικής για μια “δημοκρατία” που συνεχίζει σταθερά να υπονομεύεται οικονομικά από τους διαχειριστές των τυχών της. Γι’ αυτό είναι καιρός το πρόβλημα να μας απασχολήσει.

Να μας απασχολήσει, λοιπόν, αλλά με ποιο συγκεκριμένο τρόπο; Όσοι βλέπουν το πρόβλημα που σιγοκαίει τα σωθικά της ελληνικής κοινωνίας ας ευχηθούμε να επαναπροβληματιστούν με επικαιροποιημένους όρους για μίαν αναγκαία νέα λαϊκή συναίνεση. Πρόκληση δύσκολη, αλλά που επείγει να αντιμετωπιστεί. Επιπλέον, ο λαός πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι οι θεσμοί, το πολίτευμα, το πολιτικό σύστημα (το οποίο πολλοί αρέσκονται από άμβωνος να αιτιώνται χωρίς καν να γνωρίζουν τί σημαίνει), σε τελευταία ανάλυση το κράτος, δεν είναι απρόσωπος μηχανισμός με δική του “ψυχική” υπόσταση.

Δεν είναι καν ουδέτερος μηχανισμός, όπως τον θέλουν κάποιες σχολές πολιτικής θεωρίας. Αποτελεί μηχανισμό ιστορικά συνεχώς ελεγχόμενο από οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις με όνομα και κοινωνικοπολιτική ταυτότητα, με κοινωνικοπολιτικό στίγμα και ταξικό πρόσημο. Ο έλεγχος αυτός υποτίθεται ότι διατελεί σταθερά υπό την συνταγματική εγγύηση της πολιτικής εναλλαγής των δυνάμεων που διαγωνίζονται για την απόκτησή του.

Στην πράξη, όμως, δεν είναι πάντοτε έτσι. Οι οικονομικές μάλιστα εξελίξεις της τελευταίας τεσσαρακονταετίας έχουν ολοκληρωτικά αναιρέσει κάθε δυνατότητα ουσιαστικής “εναλλαγής”. Τα κράτη έχουν κατά την περίοδο αυτή –στην πλανητική κλίμακα της “παγκοσμιοποίησης”– περιέλθει στον ολοκληρωτικό έλεγχο του αντίστοιχα παγκοσμιοποιημένου μεγαλοεταιρικού κεφαλαίου.

Αυτό επιβάλλει ενιαία παγκοσμίως πολιτική που διανέμεται ομοιόμορφα στα εθνικά κράτη υπό τη μορφή διεθνών ιδεολογικοποιημένων “πρωτοκόλλων” εφαρμογής. Αυτό γίνεται δια μέσου της ανώτερης γραφειοκρατίας των κρατών, των τυχόν κρατικών ενώσεων (π.χ. Ευρωπαϊκή Ένωση) και των διεθνών οργανισμών που χρηματοδοτούνται πλέον από τις ίδιες ιδιωτικο-οικονομικές χρηματοδοτικές εστίες.

Οι ανθρωπιστικές επιστήμες

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα οργανισμού αλωμένου από το ασύδοτο ιδιωτικό κεφάλαιο. Η απόσυρση των ΗΠΑ από την χρηματοδότησή του, με τη μοιραία έμπνευση του προέδρου Τράμπ, τον παρέδωσε στα χέρια ιδιώτη μεγαλομανούς χρηματοδότη. Τα διεθνή αυτά οικονομικά και πολιτικά πρωτόκολλα υλοποιούνται κατά κράτος από κυβερνήσεις τοπικών εξωνημένων ανδρεικέλων, συχνά χωρίς καμμία ιδιαίτερη πολιτική προϊστορία, όπως συμβαίνει στη Γαλλία με τον υποτυπώδη πρόεδρο Μακρόν.

Το κράτος, λοιπόν, δεν είναι απρόσωπος θεσμός, ώστε να γίνεται ο κούφιος αποδιοπομπαίος αποδέκτης της λαϊκής διαμαρτυρίας και της μαζικής αγανάκτησης. Είναι πλέγμα ανθρώπων και μηχανισμών. Είναι συνέργεια τυπικά καθορισμένης από το Σύνταγμα και τους νόμους διαδικασίας και ένσαρκων ανθρωπόμορφων κυβερνήσεων, που υλοποιούν τα διεθνώς διακινούμενα πολιτικά πρωτόκολλα ανεξέλεγκτης πλέον ιδιωτικο-οικονομικής προέλευσης.

Η καταφορά, επομένως, των λαϊκών μαζών, που δικαιολογημένα δυσφορούν για την πολιτικο-οικονομική τους περιθωριοποίηση, καλόν είναι να συγκεκριμενοποιούν ευστοχότερα τον αποδέκτη. Οι επιστήμονες των λεγόμενων εδώ και καιρό “επιστημών του ανθρώπου” (σιγά-σιγά το “σύστημα” τις έχει θέσει υπό σταθερό διωγμό ως εν δυνάμει επιστήμες της κριτικής και της αμφισβήτησης) είναι καιρός να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την επανεκπαίδευση της κοινωνίας σε “παλαιο-ανθρωπιστικές” διεκδικήσεις. Αυτό θα είναι ίσως η νέα τους δικαίωση σε μια φάση της ιστορίας που σύντομα κινδυνεύει να τις καταστήσει άλλως περιττές.

ΥΓ. Το άρθρο είχε αποσταλεί προς δημοσίευση όταν η Αττική βρέθηκε στις φλόγες, αλλά μπορεί να χρησιμεύσει ως υπενθύμιση σε όσους δικαιολογημένα “πυροβολούν την Πολιτεία, ότι το κράτος δεν είναι απρόσωπο…

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι