Σε δύο βάρκες πατάει ο καθηγητής Μανιτάκης
28/08/2022Ένας ακόμη καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, ο Αντώνης Μανιτάκης, τοποθετείται για την πολιτική ευθύνη του πρωθυπουργού στην υπόθεση της παρακολούθησης του Νίκου Ανδρουλάκη. Σε άρθρο του στην “Καθημερινή” αναφέρει: «Δεν χωρεί, πιστεύω, αμφιβολία ότι η παρακολούθηση από την ΕΥΠ του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη ήταν μια ενέργεια συνταγματικά ανεπίτρεπτη και πολιτικά καταδικαστέα. Έστω κι αν ήταν νομότυπη, τηρήθηκε δηλαδή η τυπική νομιμότητα, αφού διενεργήθηκε με βάση τη διαδικασία που προβλέπει ο νόμος, ήταν, ωστόσο, συνταγματικά χωλή και ουσιαστικά ανομιμοποίητη».
»Πέρα όμως από τις νομικές συνέπειες της αθέμιτης παρακολούθησης υπάρχουν και πολιτικές ευθύνες, που πρέπει να καταλογιστούν. Και αυτές, είναι ηλίου φαεινότερον ότι τις επωμίζεται ο πρωθυπουργός, είτε γνώριζε είτε δεν γνώριζε το γεγονός. Είναι προσωπικά και αντικειμενικά υπεύθυνος για όσα έγιναν, αφού ήταν και είναι θεσμικά ο άμεσα προϊστάμενος της ΕΥΠ. Είναι αυτός που επέλεξε τον διοικητή της και μάλιστα με τροποποίηση νομοθετική των απαιτούμενων προσόντων του και έλεγχε προσωπικά τις ενέργειές της».
Ως προς την προσωπική ευθύνη του πρωθυπουργού ο καθηγητής Μανιτάκης συμφωνεί με μία σειρά συναδέλφους του, τους Ευάγγελο Βενιζέλο, Προκόπη Παυλόπουλο, Γιώργο Σωτηρέλη, και Ξενοφώντα Κοντιάδη. Στην συνέχεια, όμως, υποστηρίζει ότι η αντικειμενική πολιτική ευθύνη που υπέχει ο πρωθυπουργός δεν πρέπει να οδηγήσει στην παραίτησή του. Ο κ. Μανιτάκης καταφεύγει σε ένα πολιτικό επιχείρημα.
Θεωρεί ότι προέχει η αποφυγή της κοινοβουλευτικής αστάθειας και της ακυβερνησίας. Για να μην μείνει ορφανό το επιχείρημα, το επενδύει με συνταγματικό μανδύα, υποστηρίζοντας ότι «η κυβερνητική σταθερότητα αποτελεί ύψιστο συνταγματικό αγαθό». Τέτοια διάταξη στο Σύνταγμα δεν υπάρχει, γι’ αυτό και επιχειρεί να την συνάγει από τις υπόλοιπες διατάξεις και από το πνεύμα του Συντάγματος. Αυτό, ωστόσο, συνιστά ερμηνευτικό ακροβατισμό, αν όχι αυθαιρεσία και περισσότερο υπάγεται στην δική του προερμηνευτική θεωρία.
Σύγκρουση συνταγματικών αγαθών
Βέβαια, όπως του επισημαίνει ο Ξενοφών Κοντιάδης, αν η παραίτηση του πρωθυπουργού οδηγεί σε ακυβερνησία, τότε τί εξυπηρετούν μία σειρά από συνταγματικές διατάξεις που ακριβώς προβλέπουν την αντικατάσταση του πρωθυπουργού; Επιπλέον, αν πρέπει πάση θυσία να αποφευχθεί η υποτιθέμενη ακυβερνησία, τότε αναιρείται η συνταγματική επιταγή της αντικειμενικής πολιτικής ευθύνης των κυβερνώντων.
Η λογική του καθηγητή Μανιτάκη είναι πολιτικά επικίνδυνη. Αν ύψιστο συνταγματικό αγαθό είναι η κυβερνητική σταθερότητα, τότε γιατί σε εξαιρετικές περιόδους (πόλεμος, πανδημία, παγκόσμια οικονομική κρίση κλπ) να μην παραταθεί και η θητεία της κυβέρνησης; Η παραίτηση του πρωθυπουργού, άλλωστε, δεν οδηγεί σε ακυβερνησία. Η ΝΔ έχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία και άρα μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση με άλλον πρωθυπουργό, όταν επιλύσει το πρόβλημα ηγεσίας που θα προκύψει από ενδεχόμενη παραίτηση του πρωθυπουργού. Προσφάτως, συνέβη στη Βρετανία με την παραίτηση του Μπόρις Τζόνσον και έχει συμβεί στην Ελλάδα με την παραίτηση του Γιώργου Παπανδρέου το 2011.
Η λογική του καθηγητή Μανιτάκη οδηγεί σε επικίνδυνα μονοπάτια και για έναν ακόμη λόγο: Η κυβερνητική σταθερότητα δεν νοείται κατ’ ανάγκη ως παραμονή των ίδιων προσώπων στην κυβέρνηση. Μπορεί κάποιος να προεκτείνει το επιχείρημα, ταυτίζοντας την κυβερνητική σταθερότητα με τη διατήρηση της ίδιας πολιτικής. Δεν χρειάζονται επιχειρήματα για να καταστεί εξόφθαλμος ο θεσμικός και πολιτικός παραλογισμός. Όχι μόνο, επειδή στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, αλλά επειδή η εναλλαγή και των προσώπων και των κομμάτων στην εξουσία (όχι μόνο κάθε τέσσερα χρόνια) είναι ο πυρήνας του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο καθηγητής Μανιτάκης πάτησε σε δύο βάρκες: Ως επιστήμονας, δεν μπορούσε να μην αναφέρει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ως πρωθυπουργός, έχει προσωπική ευθύνη. Ακολούθως, όμως, υποστήριξε με πολιτικά επιχειρήματα ότι δεν πρέπει να παραιτηθεί. Δικαίωμά του να έχει την όποια πολιτική άποψη, αλλά η επιστημονική εντιμότητα επιβάλει να μην την μπερδεύει με το Συνταγματικό Δίκαιο που διακονεί. Με άλλα λόγια να μην χρησιμοποιεί την επιστημονική αυθεντία του για να προσδώσει εμβέλεια στην πολιτική άποψή του.