Στην Ελλάδα τα κουκούλωσε ο Κυριάκος αλλά το βρήκε από την Ευρωβουλή…
09/02/2024Συνάντηση με τον επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος είχε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, μία μέρα μετά το ψήφισμα-ράπισμα για την ελληνική κυβέρνηση που καταδίκασε την χώρα μας για την κατάσταση του κράτους δικαίου, προκαλώντας πολιτικές αντιδράσεις. Όπως αναμένονταν, η κυβέρνηση χαρακτήρισε «προκατειλημμένο» το ψήφισμα. Ο δε Άκης Σκέρτσος έφτασε στο σημείο να ψέγει τους Έλληνες ευρωβουλευτές που ψήφισαν το «ανθελληνικό ψήφισμα», όπως είπε, προκαλώντας αντιδράσεις.
Είναι ενδιαφέρον πως στο στρατόπεδο του “ανθελληνισμού που λυμαίνεται την Ευρωβουλή”, η κυβέρνηση εντάσσει και την ευρωομάδα του Εμμανουέλ Μακρόν, η οποία συντάχθηκε με τους Σοσιαλιστές, τους Πρασίνους και την Αριστερά, υπερψηφίζοντας. Να σημειωθεί πως ακόμα και έξι ευρωβουλευτές του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος το υπερψήφισαν, ενώ η διαδικασία σημαδεύτηκε από την “ηχηρή” αποχή του Βαγγέλη Μεϊμαράκη και την καταψήφιση του από την Εύα Καϊλή και τον ευρωβουλευτή της Ελληνικής Λύσης.
Το ψήφισμα κάνει εκτενείς αναφορές, μεταξύ άλλων, στους εκβιασμούς έναντι δικαστικών λειτουργών (αναφέροντας τον Χρήστο Ράμμο και την Ελένη Τουλουπάκη) και βεβαίως στο σκάνδαλο των υποκλοπών, τόσο στην χρήση του παράνομου λογιστικού Predator, όσο και στην κατάχρηση του όρου περί “εθνικής ασφάλειας” που δικαιολόγησε τις παρακολουθήσεις (κατά Μαξίμου “επισυνδέσεις”) από την ΕΥΠ. Επιπλέον, αναφέρεται στην κυβερνητική υπονόμευση των Ανεξάρτητων Αρχών που διενεργούν το σκάνδαλο, όπως της ΑΔΑΕ και τις εξοντωτικές αγωγές τύπου SLAPP κατά των ΜΜΕ που το διερευνούν, στις οποίες επιδίδεται ο ανιψιός του πρωθυπουργού, ο πρώην Γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου Γρηγόρης Δημητριάδης, ο πρώτος που αποπέμφθηκε όταν έγινε γνωστό το σκάνδαλο.
Κόλαφος είναι η Ευρωβουλή και για τον χειρισμό του τραγικού δυστυχήματος στα Τέμπη: Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σημειώνει πως «δεν είναι ικανοποιημένο με τον τρόπο που διεξάγεται η διερεύνηση της υποθέσεως από την αρμόδια επιτροπή του ελληνικού κοινοβουλίου, καθώς φαίνεται να στερείται πολιτικής αμεροληψίας και να είναι απρόθυμη να καλέσει βασικούς πραγματογνώμονες για κατάθεση». Προστίθεται, επίσης, πως το είναι «βαθιά ανήσυχο από την άρνηση του ελληνικού κοινοβουλίου να διεξάγει μία έρευνα όπως ζητήθηκε από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, σχετικώς με δύο πρώην υπουργούς Μεταφορών» (Καραμανλή και Σπίρτζη).
Σε ό,τι αφορά τα ΜΜΕ, το ψήφισμα αναφέρεται στην «έλλειψη πλουραλισμού στον Τύπο» και την «ιδιοκτησία των ΜΜΕ από συγκεκριμένο αριθμό ολιγαρχών», επιβεβαιώνοντας τις επικρίσεις για τον τρόπο που λειτουργεί η συστημική δημοσιογραφία στην Ελλάδα, που δεν είναι διόλου τυχαίο, ότι το μεγαλύτερο μέρος της έσπευσε να υποβαθμίσει την είδηση του καταδικαστικού ψηφίσματος, ή περιορίστηκε να αναπαράγει την κυβερνητική επιχειρηματολογία.
Ευρωβουλή και υποκλοπές
Ειδικά στο σκάνδαλο των υποκλοπών, που απασχολεί εκτενώς την Ευρωβουλή, μόνιμη επωδός της πλειονότητας των συστημικών ΜΜΕ την περίοδο που αυτό ήταν στο προσκήνιο, ήταν ότι “οι πολίτες δεν ενδιαφέρονται για το θέμα”, επικαλούμενα τα σχετικά ευρήματα των δημοσκοπήσεων. Βέβαια πάντα στις δημοσκοπήσεις, ανάλογα με την απάντηση που θέλεις να εκμαιεύσεις, θέτεις και το κατάλληλο ερώτημα.
Για παράδειγμα, εάν στο ερώτημα «ποιο είναι το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζετε;», οι πολίτες έχουν να επιλέξουν ανάμεσα στην ενεργειακή ακρίβεια, δηλαδή στο ότι δεν θα έχουν να πληρώσουν τους λογαριασμούς ρεύματος και φυσικού αερίου, στην καταναλωτική ακρίβεια, που μεταφράζεται στο ότι θα πρέπει να ελαφραίνουν το καλάθι του σουπερμάρκετ για την οικογένεια, ή ακόμη και στις εξωτερικές απειλές, τότε το σκάνδαλο των υποκλοπών αξιολογείται τελευταίο.
Το ερώτημα θα μπορούσε να τεθεί διαφορετικά, ας πούμε ως εξής: “Tί αξιολογείται ως σημαντικότερο, την μείωση της καταναλωτικής σας δυνατότητας ή την κατάργηση της δημοκρατίας που σηματοδοτούν οι υποκλοπές;”. Σε αυτή την περίπτωση οι απαντήσεις και τα αντίστοιχα ποσοστά θα ήταν σίγουρα διαφορετικά.
Αλλά ακόμη και με τον γνωστό παραπειστικό τρόπο που θέτουν τα ερωτήματα οι Έλληνες δημοσκόποι (ιδιαίτερο είδος στον δυτικό κόσμο) και πάλι θα ήταν διαφορετικά τα ευρήματα εάν οι πολίτες είχαν μία ουδέτερη, αλλά πλήρη ενημέρωση για το σκάνδαλο των υποκλοπών από τα συστημικά μέσα ενημέρωσης. Όταν λέμε ουδέτερη, εννοούμε στα σημεία που όλοι συμφωνούν: πχ ότι ο Κωστής Χατζηδάκης ήταν υπό παρακολούθηση για περίπου δύο χρόνια από την ΕΥΠ, δίχως να υπάρχει καμία αιτιολόγηση. Ή ότι πρώην αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων επίσης ήταν υπό παρακολούθηση, ως επικίνδυνος για το εθνικό συμφέρον!
Ο ρόλος των ΜΜΕ
Πάντως, αν προσωπικά ενημερωνόμουν αποκλειστικά από τα συστημικά μέσα ενημέρωσης, τα κανάλια και τα μεγάλα sites πιθανώς και εγώ θα συμφωνούσα ότι δεν υπάρχει κανένα θέμα δημοκρατίας (Ποιες υποκλοπές; Ποιες Ανεξάρτητες Αρχές;) αλλά ότι κάποιοι σκοτεινοί κύκλοι θέλουν να πλήξουν τον καλύτερο πρωθυπουργό της Μεταπολίτευσης, όπως ισχυρίστηκε ο Μάκης Βορίδης. Αυτά όμως αφορούν τον μέσο πολίτη που δεν έχει διέξοδο στην μονοφωνική ενημέρωση που συνιστά παραπληροφόρηση.
Το επιχείρημα “δεν ενδιαφέρεται ο κόσμος” είναι χυδαίο όταν ακούγεται από πολιτικούς, δημοσιογράφους, διανοούμενους και γενικότερα όσους εκφέρουν δημόσιο λόγο. Σε ό,τι αφορά τις υποκλοπές, συνιστούν δημοκρατική και συνταγματική εκτροπή. Πρώτον, όσον αφορά στην άσκηση της εξουσίας και δεύτερον όσον αφορά στην παραβίαση των θεμελιωδών και προστατευόμενων από το Σύνταγμα δικαιωμάτων.
Μάλιστα, σε ό,τι αφορά στα Τέμπη, ο χειρισμός της πλειοψηφίας στο να μην κληθεί ο Κώστας Γενιδούνιας, πρόεδρος του Σωματείου των Μηχανοδηγών την περίοδο του δυστυχήματος, η άσκηση ποινικής δίωξης εις βάρος του τότε περιφερειάρχη Θεσσαλίας Κώστα Αγοραστού για παράβαση καθήκοντος (σχετικά με την σπουδή του να “τσιμεντώσει” τον χώρο του δυστυχήματος) και τα μαζικά ρουσφέτια στον ΟΣΕ την περίοδο Καραμανλή που αποκαλύφθηκαν , σχεδόν δεν “έπαιξαν” στην πλειονότητα των συστημικών ΜΜΕ, που χειρίζονται πλέον την υπόθεση ως είθισται, αφού “ξεθύμανε” η οργή των πολιτών.
Η επιτομή του λαϊκισμού
Η τήρηση του Συντάγματος δεν τελεί υπό τον όρο της συμφωνίας μίας μερίδας κακά πληροφορημένων πολιτών. Η εκάστοτε κυβέρνηση δεν μπορεί να παραβιάζει το Σύνταγμα, επειδή συμφωνεί ή αδιαφορεί ένα ποσοστό ανόητων. Το Σύνταγμα υπάρχει για να περιορίζει την αυθαιρεσία της εξουσίας και να υποχρεώνει τις κυβερνήσεις να λειτουργούν σύμφωνα με το νόμο, τουλάχιστον από την εποχή του Κρόμγουελ.
Η επίκληση του λαϊκού παράγοντα, ή των τάσεων της κοινής γνώμης που ερμηνεύονται κατά το δοκούν, προκειμένου να δικαιολογηθεί η παραβίαση των θεσμών (όπως συνηθίζει η κυβέρνηση, λέγοντας πως “αυτά κρίθηκαν στις εκλογές”) είναι ο ορισμός του λαϊκισμού, για το οποίο πάλι πρόσφατα ο πρωθυπουργός παρέδωσε “μαθήματα”. Του λαϊκισμού που κατά τα άλλα ξορκίζουν οι οπαδοί της κυβέρνησης και τον επικαλούνται για να ξιφουλκούν κατά των πολιτικών τους αντιπάλων οι εμπαθείς ακροκεντρώοι. Και κάπως έτσι τελειώνουν τα προσχήματα: Η Δεξιά που είναι στην κυβέρνηση δεν είναι παράγοντας δημοκρατίας και οι ακροκεντρώοι που σιωπούν, απλώς κάνουν δουλίτσες με την κυβέρνηση (ορισμένοι δε προερχόμενοι από το ΠΑΣΟΚ, που “στριμώχνονται” στα “γαλάζια” ψηφοδέλτια).
Εν τέλει μπορεί κανείς να στηρίζει την κυβέρνηση στην συνταγματική εκτροπή που διέπραξε με το σκάνδαλο των υποκλοπών, με την συγκάλυψη του και συνεχίζει με το “κουκούλωμα’ των ευθυνών στα Τέμπη. Δικαίωμά του. Αλλά τότε δεν μπορεί να λέει ότι είναι δημοκράτης. Όχι τουλάχιστον εάν δεν θέλει να κακοποιεί ακόμη και τους στοιχειώδεις κανόνες της λογικής σκέψης…